Η ιστορία που άνοιξε το γύρισμα σε κινηματογραφική ταινία του «Κώδικα Ντα Βίντσι» δεν έχει καμιά ιδιαίτερη σημασία για την εξέλιξη των κοινωνικών αντιθέσεων, για την πορεία της ιδεολογικοπολιτικής πάλης. Ακόμα και η Εκκλησία κράτησε μια «δημοκρατική» στάση απέναντι στο θέμα, αφήνοντας τους βαρεμένους να χτυπιούνται από δω και από κει για την καινούργια προσέλκυση του σατανά στη Γη.
Παρολαυτά, η ευδιαθεσία που ανοίγεται μέσα στη ζοφερή γενικότερη κατάσταση, δίνει το έναυσμα για ξεσκόνισμα και συζήτηση από την πλευρά της υλιστικής προσέγγισης της Ιστορίας. Ξεφυλλίσαμε στα γρήγορα τον Κ. Κάουτσκι. Ενα γερό μαρξιστή, έναν από τους ηγέτες του εργατικού κινήματος, που δυστυχώς μετεξελίχτηκε σε σύμβολο του συμβιβασμού απέναντι στη κυρίαρχη τάξη. Παρολαυτά, το έργο του «Η καταγωγή του Χριστιανισμού» θα μείνει ένα ισχυρό όπλο στη μάχη των καταπιεσμένων ενάντια στο σκοταδισμό, την πνευματική και ηθική υποταγή.
Πολλοί αναρωτιούνται αυτές τις ημέρες τι είναι τελικά αυτό το περιβόητο ευαγγέλιο του Ιούδα. Το σωστό ερώτημα βέβαια είναι τι είναι τα τέσσερα επίσημα ευαγγέλια της ορθοδοξίας ή τα άλλα επίσημα θεόπνευστα κείμενα που χρησιμοποιούν οι υπόλοιπες «επιχειρήσεις» – συγνώμη, οι υπόλοιποι χριστιανισμοί (καθολικοί, διαμαρτυρόμενοι κλπ). Καλύτερα να δώσουμε το λόγο στον Κάουτσκι. Τόσο κόπο έκανε άλλωστε ο άνθρωπος να ψάξει το θέμα:
«Ετσι η εικόνα του Χριστού, όπως την είχανε περιγράψει στους θρύλους, που πρώτα κυκλοφορούσανε από στόμα σε στόμα κι αργότερα στις Γραφές, γινότανε ολοένα και πιο πολύ εικόνα μιας προσωπικότητας υπεράνθρωπης, η σύνθεση όλων των ιδανικών που διαμόρφωνε η καινούργια αίρεση. Ετσι όμως η εικόνα αυτή γινόταν ολοένα και πιο αντιφατική. Ακόμα και τα ιδιαίτερα γνωρίσματά της δεν ταιριάζανε το ένα με το άλλο. Οταν αργότερα η αίρεση απόκτησε μια σταθερή οργάνωση και έγινε μια μεγάλη Εκκλησία, όπου την εξουσία την πήρε στα χέρια της μια ορισμένη τάση, τότε ένα από τα καθήκοντά της ήταν να καθιερώσει ένα σταθερό κανόνα, να κάνει έναν κατάλογο από τα πρώτα χριστιανικά κείμενα που αυτή ανεγνώριζε για γνήσια. Αυτά βέβαια ήταν εκείνα μονάχα που μιλούσανε με το πνεύμα της κυρίαρχης τάσης. Οσα ευαγγέλια και άλλα κείμενα δίνανε μια εικόνα του Ιησού, που δεν συμφωνούσε με την τάση αυτή της Εκκλησίας, τα αποκηρύξανε σαν “αιρετικά”, σαν παραποιημένα ή σαν “απόκρυφα”, σαν όχι εντελώς σίγουρα. Δεν τα διαδώσανε πια, κι ακόμα όσο μπορούσανε εμποδίσανε τη διάδοσή τους, καταστρέψανε τ’ αντίγραφά τους κι έτσι πολύ λίγα απ’ αυτά φτάσανε έως εμάς. Οσα κείμενα πάλι μπήκανε στον επίσημο κανόνα τα ξανασυντάξανε για να τους δώσουν όσο μπορούσανε μεγαλύτερη ενότητα. Ευτυχώς όμως αυτό το κάνανε τόσο αδέξια, που πάντα μπορούμε να ξεχωρίσουμε εδώ κι εκεί ίχνη από τις προηγούμενες διαφορετικές περιγραφές που προδίνουν την πορεία της εξέλιξης» (Κ. Κάουτσκι, «Η καταγωγή του Χριστιανισμού», σελ.40-41).
Αυτή είναι η ουσία της υπόθεσης. Οπως ιστορική αλήθεια είναι επίσης, ότι τα ευαγγέλια -απόκρυφα και μη- δεν τα γράψανε μαθητές τουν Ιησού. Οτι γράφτηκαν από το 2ο μισό του 1ου αιώνα π.Χ. έως το 2ο αιώνα μ.Χ. Οτι όσο πάμε από το 1ο ευαγγέλιο στο 4ο τόσο οι ιστορίες που διηγούνται γεμίζουν όλο και πιο πολύ με θαύματα.
Οι αλλαγές αυτές δεν αντανακλούν παρά την εξέλιξη της κοινωνικής πραγματικότητας, την ασίγαστη πάλη των αντιθέσεων στις κοινωνίες εκείνης της εποχής, αλλά και στο εσωτερικό του Χριστιανισμού. Το κοινωνικό γίγνεσθαι αλλά και η προσπάθεια των χριστιανών να επικρατήσουν είναι η βάση για όλες αυτές τις αντιφάσεις.
«Δεν υπάρχει θρησκεία χωρίς αντιφάσεις. Καμία απ’ αυτές δεν δημιουργήθηκε από ένα και μόνο μυαλό, σαν αποτέλεσμα κάποιας καθαρά λογικής σκέψης. Κάθε μια τους είναι αποτέλεσμα πολλαπλών κοινωνικών επιδράσεων, που χρονολογούνται από πολλούς αιώνες, αντανακλώντας πολύ διαφορετικές ιστορικές καταστάσεις. Είναι ζήτημα όμως αν υπάρχει άλλη θρησκεία τόσο πλούσια σε αντιφάσεις και παραλογισμούς όσο η Χριστιανική θρησκεία, κι αυτό γιατί είναι ζήτημα να υπήρξε άλλη που να επέζησε έπειτα από τόσο οξείες αντιθέσεις: ο Χριστιανισμός εξελίχθηκε από τον Ιουδαϊσμό στον Ρωμαϊσμό, από την προλεταριακή κατάσταση στη θέση της παγκόσμιας κυριαρχίας, από την οργάνωση του κομμουνισμού, στην οργάνωση της εκμετάλλευσης όλων των τάξεων.» (στο ίδιο, σελ. 399).
Εχει μια ιδιαίτερη αξία η εξέλιξη του Χριστιανισμού από τον Εβραϊκό Χριστιανισμό σε Εθνικό Χριστιανισμό πάρα πολλών εθνοτήτων. Πάντα όμως αυτό μπορεί να φωτιστεί από την πορεία της κοινωνικής εξέλιξης. Την ιδεολογική πάλη που διεξάγεται σε κάθε έθνος, στο έδαφος πάντα των κοινωνικών αντιθέσεων. Μεγαλύτερη όμως αξία έχει η μετατροπή των χριστιανικών προλεταριακών οργανώσεων αλληλεγγύης (κομμουνιστικές τις αποκαλεί ο Κάουτσκι) στον πιο ισχυρό μηχανισμό του κόσμου, με σκοπό την κυριαρχία και την εκμετάλλευση. Από τα φτωχικά κοινά συσσίτια στα λουκούλεια γεύματα, στα χρυσοποίκιλτα ράσα, στα υπερπολυτελή ξενοδοχεία, θέρετρα κλπ.
Η εξέλιξη αυτή δεν παρουσιάστηκε πρώτη φορά στην Ιστορία. Ούτε έπρεπε να δημιουργηθεί ο Χριστιανισμός για να δώσει ιδεολογική-θρησκευτική κάλυψη σε φοβερούς πολέμους, για το χρήμα, την εξουσία, τη δύναμη. Ισως να αποτελεί έκπληξη πώς ένα κίνημα που ξεκίνησε από τους πιο εξαθλιωμένους μετατράπηκε στο ακριβώς αντίθετό του. Δεν είναι βέβαια το μοναδικό στην Ιστορία.
Στα ίδια τα ευαγγέλια (όχι τα αιρετικά που εξαφανίστηκαν, στα άλλα, τα νόμιμα) βρίσκεται η ρίζα του συμβιβασμού, της δουλικότητας απέναντι στην εξουσία. Στο κατά Λουκάν, στιχ. 20, υπάρχει η περίφημη στιχομυθία των προβοκατόρων που έστειλαν οι αρχιερείς στο Χριστό για να τον παγιδεύσουν. Τον ρώτησαν αν πρέπει να δώσουν φόρο στον Καίσαρα. Τι τους απάντησε; Να του δείξουν σ’ ένα δηνάριο τίνος εικόνα και επιγραφή είχε. Του Καίσαρα είχε. Αρα δώστε στον Καίσαρα αυτό που του ανήκει, είπε.
«Ο Ιησούς αναπτύσσει εδώ μια θαυμάσια θεωρία για τα χρήματα και τους φόρους. Το νόμισμα ανήκει στο πρόσωπο που έχει την εικόνα και την επιγραφή του. Η πληρωμή των φόρων, απλώς σημαίνει την επιστροφή των χρημάτων του στον αυτοκράτορα» (στο ίδιο, σελ. 433).
Ορισμένα σοβαρά ιστορικά γεγονότα, όπως η ελληνική επανάσταση του ‘21 και η συμμετοχή μερίδας του κλήρου σ’ αυτή δημιούργησαν την εντύπωση (συνέβαλαν βέβαια και οι νόμιμοι αριστεροί, πάσης απόχρωσης) ότι ο Χριστιανισμός είναι αντίθετος με τη σκλαβιά, με τη δουλεία, με την υποταγή. Δεν υπάρχει τίποτα πιο λαθεμένο απ’ αυτό. Στην αρχαιότητα οι δούλοι ήταν υπάκουοι από φόβο. Ο Χριστιανισμός ήταν ο πρώτος που μετέτρεψε την υποτακτικότητα του σκλάβου σε ηθική υποχρέωση, που μάλιστα θα έπρεπε να εκτελείται με ευχαρίστηση.
«Οι δούλοι υπακούετε κατά πάντα εις τους κατά σάρκα κυρίους σας, ουχί με οφθαλμοδουλείας, ως ανθρωπάρεσκοι, αλλά με απλότητα καρδίας, φοβούμενοι τον Θεόν» (Παύλος: Προς Κολοσσαείς 3, στιχ. 22).
Τα κηρύγματα υποταγής, φανερά και απόκρυφα, είναι το πρόβλημα.
Παντελής Νικολαΐδης