Την Πέμπτη συναντήθηκαν η Μέρκελ με τον Τσίπρα στις Βρυξέλλες, την Παρασκευή η Ρίγα μετατράπηκε σε Βατερλό του Βαρουφάκη, το Σάββατο τηλεφωνήθηκαν επί πενηντάλεπτο η Μέρκελ με τον Τσίπρα, την Κυριακή στο Μαξίμου αποφασίστηκε η τοποθέτηση του Βαρουφάκη και των άμεσων συνεργατών του στο ψυγείο (ανακοινώθηκε με non paper του Παππά τη Δευτέρα) και το πρωί της Κυριακής ο αντιπρόεδρος Δραγασάκης έσπασε την περίπου δίμηνη σιωπή του, με μια «συνέντευξη»-ποταμό στην κομματική εφημερίδα (η λέξη «συνέντευξη» μπαίνει σε εισαγωγικά για να υποδηλώσει ότι πρόκειται για γραπτές απαντήσεις, όπως μπορεί να διαπιστώσει όποιος έχει μια κάποια δημοσιογραφική εμπειρία).
Μετρ της αοριστόλογης πολιτικής φλυαρίας ο Δραγασάκης, με πολλά χρόνια αστικής πολιτικής στην πλάτη του, δεν παρέλειψε να παρουσιάσει την κεντρική ιδέα της κυβερνητικής πολιτικής σε μια φράση, που ήταν τελικά και η μόνη με την οποία ασχολήθηκαν οι σχολιαστές του αστικού Τύπου:
«Από τα τέλη του Φεβρουαρίου, δηλαδή, έπειτα από πέντε έτη “επιτυχούς’’, όπως ισχυρίζονται ορισμένοι, μνημονιακής πολιτικής, το ελληνικό κράτος δεν ήταν σε θέση να πληρώσει κανονικά τους μισθούς (…)
Ομως η κατάσταση αυτή δεν μπορεί να συνεχιστεί, διότι δημιουργεί προϋποθέσεις ύφεσης, και η κοινωνία δεν αντέχει άλλη ύφεση άλλη ανεργία, άλλη λιτότητα. Διότι, αν αυτό συμβεί, μπορεί να υποχρεωθούμε να πάρουμε από μόνοι μας μέτρα που τώρα προσπαθούμε να αποφύγουμε».
Δεν είναι καθόλου δύσκολο να απαντήσει κανείς στο ερώτημα «τι θέλει να πει ο ποιητής;». Ο αντιπρόεδρος της συγκυβέρνησης Τσίπρα-Καμμένου εγκαταλείπει την αγαπημένη του… οραματική αοριστολογία και μιλάει με γλώσσα… Στουρνάρα: αν δεν κλείσουμε συμφωνία με τους δανειστές, θα υποχρεωθούμε να πάρουμε μόνοι μας μέτρα που τώρα μας τα ζητούν και προσπαθούμε να τα αποφύγουμε. ‘Η αλλιώς, η ρήξη με τους δανειστές θα κάνει τα πράγματα χειρότερα και όχι καλύτερα.
Μετά απ’ αυτό το «σκεπτικό» έρχεται αυτόματα το «διατακτικό», το οποίο δεν το διατυπώνει ο πονηρός πολιτευτής, αλλά το αφήνει να συναχθεί από τον καθένα: γι’ αυτό πρέπει να κλείσουμε συμφωνία, όσο επώδυνη κι αν είναι αυτή, όσο κι αν δε θα συνάδει με όσα υποσχεθήκαμε προεκλογικά και επιμείναμε να υποσχόμαστε και μετεκλογικά.
Ο αντιπρόεδρος δε θα προχωρούσε στην επανεμφάνισή του στη δημοσιότητα, αν προηγουμένως δεν είχε συμφωνήσει με τον πρωθυπουργό ότι αυτή είναι η «γραμμή». Τα υπόλοιπα ανάγονται στην περιοχή των συνήθων πολιτικών χειρισμών. Ο Βαρουφάκης, αφού χρησιμοποιήθηκε στο σόου «σκληρή διαπραγμάτευση» έπρεπε να τοποθετηθεί στο ράφι, υποδεικνυόμενος ως βασικός φταίχτης για την καθυστέρηση στην επίτευξη συμφωνίας και την εξόργιση των εταίρων. Ο Τσακαλώτος τοποθετήθηκε στη θέση του Βαρουφάκη, για να συγκεντρώσει αυτός το κομματικό και κοινωνικό ανάθεμα μετά τη συμφωνία και να εξακολουθήσει ο πονηρός αντιπρόεδρος να παρεμένει στο απυρόβλητο, κινώντας τα νήματα από το παρασκήνιο, χωρίς όμως να φαίνεται ότι φέρει αυτός την ευθύνη. Οι Βαρουφάκηδες και οι Τσακαλώτοι είναι αναλώσιμοι, όχι όμως και ο Δραγασάκης (για τον πρωθυπουργό δεν γεννάται θέμα, αυτός πρέπει να παραμένει εσαεί στο απυρόβλητο, αλλιώς θα πέσει η κυβέρνηση).
Τι μένει; Μένει να μάθουμε τη δοσολογία. Δηλαδή, τι μέρος των νέων μέτρων θα θεσπιστεί άμεσα και τι θ’ αφεθεί για τη «μεγάλη συμφωνία», δηλαδή για τη νέα δανειακή σύμβαση και το νέο Μνημόνιο, το οποίο βέβαια θα ονομάζεται «αναπτυξιακό σύμφωνο».
Τα πράγματα είναι πλέον παραπάνω από καθαρά. Οσοι προειδοποιούσαμε ότι «κάπως έτσι» θα εξελιχθούν αισθανόμαστε δικαιωμένοι. Η εργαζόμενη κοινωνία, όμως, εξακολουθεί να βρίσκεται στο περιθώριο.
Π.Γ.