Η φυλλάδα του Ψυχάρη το έγραψε πρώτη: «“Φωνή λαού’’ είναι τα αποτελέσματα της GPO, που παρουσίασε το Mega: οι ψηφοφόροι -μαζί τους και εκείνοι που επέλεξαν τον ΣΥΡΙΖΑ στις πρόσφατες εκλογές- θέλουν συμφωνία με τους δανειστές και τάσσονται υπέρ της “πάση θυσία’’ παραμονής στην ευρωζώνη με συντριπτικά ποσοστά, που καμία κυβέρνηση δεν δικαιούται να παραγνωρίσει» (Τα Νέα, 30.4.2015).
Μας είχε κάνει εντύπωση τότε το γεγονός ότι δεν ακούστηκε οποιαδήποτε αποδοκιμασία από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ. Ανεπίσημη έστω. Κανένας τους δε βγήκε να πει πως οι μεγαλοεκδότες στήνουν γκάλοπ για να πιέσουν την κυβέρνηση να υποταχτεί στους δανειστές. Μόνο ο Λαφαζάνης «πέταξε» κάτι σε μια συνέντευξή του, αλλά ο Λαφαζάνης είναι αυτός που γκρινιάζει και όχι αυτός που αποφασίζει.
Ημασταν σίγουροι πως, ακόμη και αν δεν υπήρχαν αφανείς δίαυλοι επικοινωνίας ανάμεσα στο Μαξίμου και το κακόφημο Συγκρότημα, η συγκεκριμένη «γραμμή» βόλευε τη συγκυβέρνηση, διότι «έλεγε» πως ο λαός θέλει συμφωνία «πάση θυσία». Σ’ αυτές τις περιπτώσεις δεν χρειάζεται να υπάρξει σώνει και καλά προσυνεννόηση. Το Συγκρότημα είναι σε θέση να καταλάβει πώς μπορεί να βοηθήσει το Μαξίμου να κινηθεί πιο γρήγορα προς τη μνημονιακή προσαρμογή, περνώντας του το μήνυμα ότι θα έχει στήριξη όταν υπογράψει τη συμφωνία, με «άδειασμα» των Σαμαροβενιζέλων που θα επιχειρήσουν να κάνουν ζημιά στον ΣΥΡΙΖΑ. Ουσιαστικά, το Συγκρότημα πρόσφερε στον ΣΥΡΙΖΑ μια κατασκευασμένη λαϊκή υποστήριξη σε οποιαδήποτε μνημονιακή συμφωνία υπογράψει η κυβέρνηση.
Αν στην περίπτωση του Συγκροτήματος μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι δεν υπήρχε προσυνεννόηση με το Μαξίμου και ότι το Συγκρότημα κάνει τις επιθυμίες του πραγματικότητα, στην περίπτωση της ΕφΣυν δεν μπορεί να εγερθεί οποιαδήποτε αμφιβολία. Η εν λόγω φυλλάδα λειτουργεί ως δημοσιογραφικό όργανο του Μαξίμου. Γι’ αυτό και δεν μας εξέπληξε καθόλου η δημοσίευση γκάλοπ αντίστοιχου με αυτό που έγινε κατά παραγγελίαν του Mega και η επισήμανση στο κύριο άρθρο ότι (και) αυτό το γκάλοπ «ουσιαστικά καταγράφει την προϊούσα πορεία του εκλογικού σώματος προς τον πολιτικό ρεαλισμό» (ΕφΣυν, 9-10.5.2015)!
Ετσι, πέντε ακριβώς χρόνια μετά την υπογραφή του πρώτου Μνημόνιου, δεν ακούμε για «προσαρμογή προς τον ρεαλισμό» κάποιου ηγέτη ή κάποιου κόμματος (το έλεγαν από το Νοέμβρη του 2011 για τον Σαμαρά, από τον Ιούνη του 2012 και για τον Κουβέλη, τώρα το λένε για τον Τσίπρα), αλλά για προσαρμογή του λαού προς το ρεαλισμό! Υποτίθεται ότι οι κυβερνήσεις φοβούνταν τις λαϊκές αντιδράσεις, ενώ τώρα η συγκυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου καλείται να ακούσει το λαό που της λέει να βιαστεί να υπογράψει συμφωνία.
Ετσι, αναμένεται να έχουμε για πρώτη φορά μια μνημονιακή συμφωνία, η οποία θα παρουσιαστεί ως έχουσα τη συναίνεση της μεγάλης πλειοψηφίας του ελληνικού λαού! Αυτό ασφαλώς συνιστά αλλαγή στο πολιτικό σκηνικό και δε χρειάζεται να εξηγήσουμε γιατί. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτού του τύπου η συναίνεση δε θα κρατήσει πολύ. Ομως έχει σημασία να την καταγράψουμε ως «στιγμή» που περιέχει το σπέρμα της μελλοντικής ανατροπής της.
Πρόκειται για μια ακόμη απόδειξη της κυριαρχίας της αστικής πολιτικής, η οποία φτάνει σε μια κορύφωση που πριν από μερικούς μήνες θα φαινόταν αδιανόητη: ο λαός να φέρεται ότι ζητά την υπογραφή Μνημόνιου. Πιο πολύ, όμως, πρέπει να το σημειώσουμε ως κραυγαλέα ένδειξη αδυναμίας της εργατικής τάξης, η οποία δεν μπορεί στοιχειωδώς να αρθρώσει ανεξάρτητο πολιτικό λόγο και να κινηθεί αντιπολιτευτικά (πόσο μάλλον μαχητικά, στο δρόμο) ενάντια στην αστική πολιτική. Πρόκειται για ιστορικό δυστύχημα που πρέπει να θεραπευτεί.
Π.Γ.