Κάθε κόμμα (ανεξαρτήτως πολιτικής ταυτότητας και ιδεολογικής φυσιογνωμίας) που κατεβαίνει στις εκλογές κάνει καμπάνια κατά της αποχής. Τα επιχειρήματα που χρησιμοποιούνται σ' αυτήν την καμπάνια είναι παλιά και τετριμμένα.
Στην κορωνίδα αυτών των επιχειρημάτων βρίσκεται το «μην αφήνεις τους άλλους να αποφασίζουν για σένα». Για όσους, όμως, επιλέγουν συνειδητά την αποχή αυτό το επιχείρημα έχει απαντηθεί εδώ και πολλά χρόνια: μήπως αυτοί που ψηφίζουν αποφασίζουν για οτιδήποτε; Απλά εξουσιοδοτούν κάποιους να αποφασίσουν, οι οποίοι αποφασίζουν ενάντια στα συμφέροντα αυτών που τους έδωσαν την εξουσιοδότηση. Εξ ου και ο όρος «κοψοχέρηδες», πολιτογραφημένος εδώ και πάρα πολλά χρόνια για να περιγράψει εκείνους που αισθάνονται ότι το κόμμα που ψήφισαν τους πρόδωσε, ότι άλλα τους υποσχέθηκε και άλλα κάνει.
Ειδικά μετά την κρίση του 2008-9, η οποία έβαλε τον ελληνικό καπιταλισμό στη φάση των Μνημονίων, στη φάση μιας βαθιάς και γενικευμένης συντηρητικής ανασυγκρότησης, φάνηκε πιο καθαρά ότι η ψήφος δεν έχει καμιά αξία. «Ο,τι και να ρίξεις, η κάλπη θα βγάλει Μνημόνιο», έλεγε ένα από τα συνθήματά μας σε προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση. Και επιβεβαιώθηκε πλήρως στις επανειλημμένες εκλογικές αναμετρήσεις από το 2012 μέχρι το 2015 (τέσσερις εθνικές και δύο ευρωπαϊκές εκλογές).
Υπάρχουν κι εκείνοι που δε φιλοδοξούν να κυβερνήσουν (η εκλογική δύναμή τους βρίσκεται μακράν του επιπέδου που οδηγεί στην εξουσία) ή που δεν πρόκειται να μπουν στη Βουλή. Με αριστερή ιδεολογική αναφορά. Αυτοί, λοιπόν, την ίδια στιγμή που προσπαθούν να αμυνθούν στην επίθεση που δέχονται από τα μεγαλύτερα κόμματα επί τη βάσει της θεωρίας της «χαμένης ψήφου», εκστρατεύουν με τον ίδιο φανατισμό ενάντια στην αποχή, θεωρώντας την αποχή… χαμένη ψήφο.
Και το δικό τους επιχείρημα κατά της αποχής είναι παμπάλαιο και τετριμμένο: «η αποχή σημαίνει παραίτηση, δώστε αγωνιστική ψήφο σ' εμάς»!
Ουδέποτε κατάφεραν να εξηγήσουν γιατί η συνειδητή αποχή είναι παραίτηση. Ουδέποτε κατάφεραν να εξηγήσουν γιατί το άθροισμα των ψήφων που θα συγκεντρώσουν αυτοί σημαίνει αγωνιστική προοπτική, ενώ η συνειδητή αποχή σημαίνει παραίτηση. Ουδέποτε κατάφεραν να μας δείξουν έναν -ασθενή έστω- αιτιώδη σύνδεσμο ανάμεσα στη δική τους υπερψήφιση και στην άνοδο των λαϊκών αγώνων. Ιδιαίτερα στην περίοδο μετά το 2012, όταν παρατηρήθηκε μια καθίζηση των όποιων λαϊκών αγώνων, φάνηκε πιο καθαρά η προστυχιά των επιχειρημάτων τους ενάντια στην αποχή.
Μπλεγμένοι σ' αυτές τις αξεδιάλυτες αντιφάσεις και καθώς βλέπουν την αυθόρμητη τάση για αποχή να έχει φουντώσει τα τελευταία χρόνια, κατρακυλούν ακόμα και σε επίπεδα γελοιότητας. Διαβάζαμε τις προάλλες ομιλία του γραμματέα της Νεολαίας του Περισσού, που προσπαθούσε να πείσει τους φοιτητές για το πόσο κρίσιμο είναι να ρίξουν την ψήφο τους στον Περισσό. Ελεγε ότι «την ψήφο στο ΚΚΕ οι φοιτητές θα την βρουν δίπλα τους την επόμενη μέρα.
Στην αναγκαία οργάνωση της πάλης μέσα στις σχολές, στην απαιτητική προσπάθεια για την αγωνιστική ανασυγκρότηση των συλλόγων…» κτλ. κτλ.
Ειδικά στο φοιτητικό κίνημα, η προώθηση αυτής της λογικής συνιστά γελοιότητα, εξαιτίας των ιδιαιτεροτήτων αυτού του κινήματος. Είναι γνωστό ότι εδώ και δεκαετίες κάθε αγωνιστικό σκίρτημα του φοιτητικού κινήματος -ιδιαίτερα τα μεγάλα κινήματα των καταλήψεων- αναπτύχθηκε έξω από (αν όχι σε ρήξη με) τις αποστεωμένες δομές του φοιτητικού συνδικαλισμού. Οι αγώνες διευθύνονταν από Συντονιστικές Επιτροπές (και όχι από τα ανυπόληπτα ΔΣ των Συλλόγων), οι οποίες λογοδοτούσαν στις γενικές συνελεύσεις. Στο φοιτητικό κίνημα έχει αποδειχτεί ότι η ανάπτυξη των αγώνων δεν έχει καμιά συνάφεια με την ψήφο στις κοινοβουλευτικές ή κοινοβουλευτικοποιημένες διαδικασίες.
Επειδή με τις πρόστυχες έως γελοίες απόψεις τους υποτιμούν βάναυσα τη νοημοσύνη μας και μας προσβάλλουν, μπορούμε να προσθέσουμε και το θυμό στην αποχή μας από τις κάλπες τους.
Π.Γ.