Χάριν της συζήτησης, ας παραβλέψουμε τις προφανέστατες πολιτικές σκοπιμότητες που κρύβει το ta-bula rasa της κυβέρνησης, που προσπαθεί να στήσει έναν ακόμα «διάλογο» για το σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, και ας θεωρήσουμε ότι η κυβέρνηση και όλοι όσοι προσήλθαν στο «διάλογο» προβληματίζονται ειλικρινά για την εκπαιδευτική απαξίωση του Λυκείου και θέλουν να το καταστήσουν μια αυτόνομη βαθμίδα εκπαίδευσης, η οποία θα προσφέρει γνώσεις και δεν θα χρησιμοποιείται απλώς ως εφαλτήριο για το πήδημα στην ανώτερη βαθμίδα.
Ακούγονται ήδη διάφορες προτάσεις και θ’ ακουστούν περισσότερες καθώς ο «διάλογος» θα προχωρά. Καμιά, όμως, δεν πιάνει την ουσία. Είναι δυνατόν να αποσυνδεθεί το Λύκειο από την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, όταν αυτή η εισαγωγή φράζεται από τον numerus clausus, δηλαδή από έναν κλειστό αριθμό εισακτέων, που αποκλείει μεγάλο μέρος των νέων από τα ΑΕΙ και ΤΕΙ; Η απάντηση είναι ένα κατηγορηματικό όχι. Αυτό δείχνει και το παρελθόν. Οσες μεταρρυθμίσεις κι αν έγιναν, όσες τεχνικές εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση κι αν εφαρμόστηκαν, ΟΛΕΣ οδήγησαν στην απαξίωση του Λυκείου ως αυτόνομης εκπαιδευτικής βαθμίδας.
Γιατί; Γιατί όλες αυτές οι τεχνικές εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση σκοντάφτουν, έρχονται σε αντίθεση με μια ιστορικά διαμορφωμένη τάση της εργαζόμενης κοινωνίας μας, που σπρώχνει τα παιδιά της να περάσουν σε ΑΕΙ και ΤΕΙ. Ασφαλώς και αυτή η τάση δεν δημιουργήθηκε από την αγωνία για κατάκτηση της γνώσης. Ασφαλώς έχει στη βάση της την ελπίδα για κάποιο καλύτερο μέλλον για τα παιδιά. Ομως, δεν παύ-ει να είναι αντικειμενικά μια προοδευτική τάση, αφού σπάει ή τείνει να σπάσει τον κλειστό και ελιτίστικο χαρακτήρα της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης και τους ταξικούς φραγμούς που τον στηρίζουν.
Οσο λοιπόν η κοινωνική τάση θα δείχνει προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση και το κράτος θα βάζει εξεταστικούς φραγμούς (ανεξάρτητα από την τεχνική τους, από τη μορφή που θα έχουν), το Λύκειο θα απαξιώνεται και οι μαθητές θα ιδρώνουν στα φροντιστήρια για να μπορέσουν να ανταποκριθούν στις εξετάσεις εισαγωγής, αποστερημένοι από κάθε χαρά που προσφέρει η κατάκτηση της γνώσης. Μόνο αν η πρόσβαση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση γίνει ελεύθερη για όλους, χωρίς κολπάκια τύπου «προπαρασκευαστικό έτος», θα μπορέσουν όλες οι βαθμίδες να λειτουργήσουν αυτόνομα, με όλους τους περιορισμούς που εξ ορισμού έχει η κατάκτηση της γνώσης και η διαμόρφωση της προσωπικότητας στο αστικό σχολείο.
Την περασμένη Τρίτη, ο Σπηλιωτόπουλος, σε μία από τις καθημερινές σχεδόν δημόσιες παρεμβάσεις του, μίλησε για ένα σχολείο που θα στηρίζεται (και) στην «κινητροδότηση δεξιοτήτων». Παραβλέποντας τον βαρβαρισμό της «κινητροδότησης» μένουμε στην ουσία. Η ακατανόητη στους πολλούς φράση περιγράφει όχι ένα σχολείο, αλλά πολλά σχολεία. Σχολεία διαφοροποιημένα, με ζώνες μαθημάτων και προσανατολισμό στην εξειδίκευση. Οι εκπαιδευτικοί ξέρουν πολύ καλά τι σημαίνει η διαφοροποίηση ανάλογα με τις δεξιότητες. Σημαίνει σχολείο που δεν θα δίνει γνώσεις, αλλά θα προανατολίζει το μαθητή με βάση την αγορά εργασίας. Και βέβαια, η διαφοροποίηση δεν θα γίνει ανάλογα με τις δεξιότητες, αλλά ανάλογα με την ταξική θέση του μαθητή και την ταξική οριοθέτηση του σχολείου. (Αυτό είναι και το όραμα του σημερινού αρχηγού του ΠΑΣΟΚ).
Φιλοδοξούν πως μέσα από τη διαφοροποίηση των σχολείων θα καταφέρουν να αποφορτίσουν την τάση για εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, κόβοντας από νωρίς κάθε διάθεση για τη μεγάλη πλειοψηφία των παιδιών των φτωχών λαϊκών στρωμάτων. Θα τα καταφέρουν αυτή τη φορά; Από μας εξαρτάται.
Π.Γ.