Οι προτάσεις του Καραμανλή για τη νέα συνταγματική αναθεώρηση συνιστούν μια επιστροφή σε απολυταρχικές μορφές διακυβέρνησης, όπως επισημαίνουν και ορισμένοι αστοφιλελεύθεροι συνταγματολόγοι και νομικοί. Ο,τι καταχτήθηκε μεταπολιτευτικά σε συνταγματικό επίπεδο σαρώνεται. Σαρώνεται από τον άνεμο του νεοφιλελευθερισμού σε επίπεδο οικονομικής διαχείρισης και του «πολέμου κατά της τρομοκρατίας» σε επίπεδο πολιτικής διαχείρισης.
Το έργο που ξεκίνησε η κυβέρνηση Σημίτη, με την αναθεώρηση του 2001, ολοκληρώνεται από την κυβέρνηση Καραμανλή, με τη συναίνεση του ΠΑΣΟΚ, η οποία έχει ήδη διατυπωθεί σε κομβικά ζητήματα και αναμένεται να διατυπωθεί και στα υπόλοιπα, αφού προηγηθεί το απαραίτητο σ’ αυτές τις περιπτώσεις πολιτικό παζάρι.
Τί οδηγεί τον Καραμανλή σ’ αυτό το δρόμο, ποιος του λύνει τα χέρια, από πού αντλεί το θράσος; Δεν είναι, βέβαια, η δίψα της κεφαλαιοκρατίας για περισσότερα κέρδη. Αυτή υπήρχε πάντοτε, υπήρχε και τότε που στο Σύνταγμα περιλαμβάνονταν οι υπό κατάργηση διατάξεις. Το καινούργιο είναι η αλλαγή των ταξικών συσχετισμών. Η υποχώρηση της ταξικής πάλης από την πλευρά της εργατικής τάξης και των άλλων εργαζόμενων στρωμάτων, που αφήνει σχεδόν αναπάντητο τον μονόπλευρο κοινωνικό πόλεμο του κεφάλαιου, που μετατρέπει τους εργαζόμενους σε δούλους και ολόκληρη τη χώρα, τον φυσικό και πολιτιστικό της πλούτο, σε ορυχείο για την αποκόμιση κερδών.
Σε λίγο θα μας πουλούν και τον αέρα που αναπνέουμε, συνηθίζουμε να λέμε καμιά φορά. Αυτή ακριβώς την τάση έρχεται να αποτυπώσει η προτεινόμενη συνταγματική αναθεώρηση. Την ήττα μας, την ήττα του κόσμου της δουλειάς, σε όλες τις μικρές και μεγάλες μάχες που δώσαμε (ή δεν δώσαμε) τα τελευταία χρόνια. Την ήττα της νεολαίας που σπουδάζει, η οποία έχει αποθεώσει τον ατομισμό και την αναζήτηση της καριέρας.
Μπορεί να μην περάσει αυτή η συνταγματική αναθεώρηση; Και βέβαια μπορεί. Αν περιμένουμε αυτό να γίνει μέσα από τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες, καλύτερα ν’ αλλάξουμε πλευρό. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο σε επίπεδο κοινωνικού κινήματος. Αν ο κοιμισμένος γίγαντας ξυπνήσει κι αρχίσει να δίνει μάχες (να δίνει μάχες κι ας μη τις κερδίσει όλες), καμιά κυβέρνηση, καμιά κοινοβουλευτική συμμαχία δεν θα μπορέσει να προωθήσει μια απολυταρχική συνταγματική στροφή. Η ίδια η συναίνεση των κορυφών θα σπάσει, γιατί το σύστημα θα πρέπει να λειτουργήσει διαφορετικά.
Αυτή η αφύπνιση, όμως, έχει την αυταξία της. Δεν είναι ένα εργαλείο παρέμβασης στο συνταγματικό παιχνίδι. Είναι πρωτίστως ανάγκη για να κατακτηθεί μια νέα ταξική συλλογικότητα.