Το νερό μπήκε στ’ αυλάκι. Η συνδικαλιστική γραφειοκρατία αποφάσισε να προσέλθει στον «κοινωνικό διάλογο» με τους καπιταλιστές, με αντικείμενο το «μισθολογικό και μη μισθολογικό κόστος εργασίας». Και βέβαια, όπως κάνει πάντοτε σ’ αυτές τις περιπτώσεις, τράβηξε με παλικαριά τις «κόκκινες γραμμές» της. Δεν συζητάμε τίποτε απ’ αυτά που προβλέπονται στην Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας διασάλπισε ο Παναγόπουλος. Συζητά, όμως, όπως δηλώθηκε, τη μείωση του «μη μισθολογικού κόστους».
Σ’ αυτή τη φάση σημασία έχει ο «κοινωνικός διάλογος» και η ατζέντα του. Και η ατζέντα, με τη σύμφωνη γνώμη και των εργατοπατέρων της ΓΣΕΕ, αντιμετωπίζει τον εργαζόμενο σαν «κόστος». Μπορεί ο εργάτης να είναι εκείνος που δημιουργεί με την εργασία του νέες αξίες, μπορεί αυτές τις νέες αξίες, την περιβόητη υπεραξία που αποκάλυψε στα μάτια της ανθρωπότητας ο Μαρξ, να τις καρπώνονται οι καπιταλιστές, μετατρέποντάς τες σε κέρδος, όμως καπιταλιστές και μαζί τους οι εργατοπατέρες θεωρούν τον εργάτη «κόστος». Ενα ακόμη στοιχείο κόστους, όπως οι μηχανές, η ενέργεια, οι πρώτες ύλες, τα έξοδα διοίκησης.
Οταν, λοιπόν, ο εργάτης θεωρείται «κόστος» και όταν η πλευρά που υποτίθεται ότι εκπροσωπεί τους εργάτες αναγνωρίζει την ανάγκη βελτίωσης της «ανταγωνιστικότητας», τότε το νερό μπαίνει στ’ αυλάκι. Διότι βελτίωση της ανταγωνιστικότητας σημαίνει να παράγεις με χαμηλότερο κόστος. Κι επειδή δεν είναι δυνατόν ο ελληνικός καπιταλισμός να «πάθει» ξαφνικά μια παραγωγική έκρηξη, εκείνο που προσφέρεται για βελτίωση της «ανταγωνιστικότητας» είναι η μείωση του εργατικού «κόστους». Είτε είναι άμεσο είτε έμμεσο.
Τι σημασία έχει αν σ’ αυτή τη φάση μείνει ανέγγιχτη η ΕΓΣΣΕ και μειωθεί το έμμεσο εργατικό «κόστος», δηλαδή οι ασφαλιστικές εισφορές των καπιταλιστών; Ιδιο θα είναι το αποτέλεσμα για τους εργαζόμενους, καθόσον για τον εργαζόμενο μισθός δεν είναι μόνο αυτά που παίρνει στο χέρι, αλλά και οι ασφαλιστικές του παροχές. Οχι μόνο η σύνταξη που θα πάρει στο μέλλον, αλλά και η περίθαλψη και η κάλυψη από την ανεργία. Οποιαδήποτε μείωση των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών ισοδυναμεί με έγκλημα κατά των εργαζόμενων. Κι όμως, η ΓΣΕΕ τη «συζητά», μιλώντας υποκριτικά για ισοδύναμη κάλυψη των ασφαλιστικών ταμείων. Από πού θα γίνει αυτή η κάλυψη; Από τον κρατικό προϋπολογισμό της σκληρής λιτότητας; Ακόμα κι αν υποθέταμε ότι θα γίνει κάτι τέτοιο, δεν θα το πλήρωναν οι εργαζόμενοι με νέα σκληρά φορολογικά χαράτσια; Οι μόνοι κερδισμένοι σε κάθε περίπτωση θα είναι οι καπιταλιστές και η «ανταγωνιστικότητά» τους, δηλαδή η κερδοφορία τους.
Και βέβαια, σημασία έχει να ξεκινήσει ο «κοινωνικός διάλογος». Τα επόμενα θα έρθουν μετά. Κανένας δεν προσδοκά ότι με τη μία και τις εργοδοτικές ασφαλιστικές εισφορές θα μειώσουν, και το 13ο και 14ο μισθό θα καταργήσουν ή θα πετσοκόψουν, και τις τριετίες θα καταργήσουν ή θα περικόψουν και το επίπεδο του κατώτερου μισθού θα ρίξουν. Σημασία έχει ν’ αρχίσει το ξήλωμα του πουλόβερ. Στη συνέχεια, σιγά-σιγά θα το ξηλώσουν όλο. Κι αυτή είναι η μεγάλη υπηρεσία που τους προσφέρει η συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Αλλωστε, δεν είναι η πρώτη φορά που γίνεται αυτό. Η διαφορά με ανάλογες συμπεριφορές στο παρελθόν είναι ότι τώρα έχουμε φτάσει στον πυρήνα των εργατικών δικαιωμάτων, στο μη παραπέρα.