Για να μπορέσουμε να σταθούμε στοιχειωδώς συνειδητά μπροστά στην καπιταλιστική κρίση, θα πρέπει να διαλύσουμε καταρχάς ένα μύθο. Το μύθο που παρουσιάζει την κρίση ως μια αναταραχή στον οικονομικό κύκλο, η οποία απαιτεί μερικούς χειρισμούς πολιτικής ώστε να μην κάνει ζημιά. Φυσικά και δεν είναι αυτό η κρίση. Είναι κάτι πολύ πιο σύνθετο, πολύ πιο βαθύ, που έχει αναλυθεί πολλάκις τους τελευταίους μήνες από τις στήλες της «Κ».
Φυσικά και γίνονται συνεχείς πολιτικές παρεμβάσεις από τις κυβερνήσεις. Αυτές, όμως, δεν συνιστούν προσπάθειες εξόδου από την κρίση, αλλά πολιτικές ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ της κρίσης. Η κρίση θα κάνει τον κύκλο της και μετά θα δώσει τη θέση της στην αναζωογόνηση. Βασικό στοιχείο αυτού του κύκλου είναι η καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων και αυτό είναι που πρέπει να «σφηνωθεί» στο μυαλό όλων μας.
Ποιοι θα πληρώσουν τα βάρη αυτής της αναπόφευκτης καταστροφής; Αυτό είναι το βασικό ερώτημα. Αυτό είναι το αντικείμενο της πολιτικής διαχείρισης που ασκούν τα αστικά κράτη. Η προσπάθειά τους συνίσταται στο να ελαφρώσουν όσο γίνεται περισσότερο τους καπιταλιστές από τις συνέπειες της αναπόφευκτης καταστροφής παραγωγικών δυνάμεων, φορτώνοντας ει δυνατόν όλα τα βάρη στις πλάτες των εργαζόμενων, εργατών και μικροαστών.
Αυτή την προσπάθεια, όμως, την εμφανίζουν –όπως πάντοτε σ’ ανάλογες περιπτώσεις– σαν εθνική. Πετώντας κάποια φιλανθρωπικά φιλοδωρήματα στα πιο εξαθλιωμένα τμήματα του εργατικού πληθυσμού προσπαθούν να καλύψουν την ουσία της διαχείρισης υπέρ του κεφαλαίου, που διεκπεραιώνουν. Η πλήρως αστικοποιημένη συνδικαλιστική γραφειοκρατία συνεισφέρει τη δική της συμβολή, μέσα από οικονομικοτεχνικού τύπου αναλύσεις που καταλήγουν σε κάποιες μετριοπαθείς προτάσεις-αιτήματα. Εκείνο που μένει από την παρέμβασή της, όμως, είναι πως η αντιμετώπιση της κρίσης είναι ένα εθνικό ζήτημα, που μπορούν και πρέπει από κοινού να λύσουν καπιταλιστές και εργάτες, αντιπροσωπευόμενοι από το πολιτικό σύστημα εξουσίας.
Ο απεγκλωβισμός απ’ αυτή τη λογική είναι το εκ των ων ουκ άνευ πρώτο βήμα που πρέπει να κάνει η εργατική τάξη, για να μπορέσει να αμυνθεί στοιχειωδώς. Μπροστά στις καταστροφικές συνέπειες της κρίσης, η πρώτη, η στοιχειακή απάντηση πρέπει να είναι: κανένας εθνικός διάλογος. Να πληρώσουν αυτοί που κατέχουν το συσσωρευμένο πλούτο που δημιουργήθηκε από την απλήρωτη δουλειά των εργατών. Κάπου «αναπαύονται» τα υπερκέρδη των προηγούμενων ετών, δεν εξαφανίστηκαν. Μόνο μια τέτοια λογική μπορεί να οδηγήσει στην αναγκαία ταξική άμυνα και να νοηματοδοτήσει την αντεπίθεση για το γκρέμισμα του καπιταλισμού.