Ολόκληρη η εργατική τάξη είναι αγανακτισμένη από την απόφαση της κυβέρνησης να προχωρήσει σε επιστράτευση των απεργών ναυτεργατών. Και φυσικά, δεν ξεχνάει ότι το ίδιο ακριβώς είχε κάνει το ΠΑΣΟΚ τον Ιούνη του 2002, στην προηγούμενη μεγάλη ναυτεργατική απεργία. Για μια ακόμη φορά αποδείχτηκε, ότι το πρόσωπο της εξουσίας είναι ίδιο, ανεξάρτητα από το κόμμα που τη διαχειρίζεται.
Πόσοι εργαζόμενοι, όμως, γνωρίζουν το πραγματικό παρασκήνιο αυτής της απεργίας; Πόσοι γνωρίζουν τις λεπτομέρειες ενός ακόμη ξεπουλήματος εκ μέρους της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας όλων των τάσεων, που επέλεξε τη γραμμή όχι της μικρότερης αντίστασης αλλά της μη αντίστασης; Πόσοι δεν έχουν μείνει με την εντύπωση, ότι δόθηκε ένας αγώνας και λύγισε μπροστά στην κρατική καταστολή;
Η πραγματικότητα, όμως, είναι εντελώς διαφορετική, όπως μπορείτε να διαβάσετε στο σχετικό ρεπορτάζ σ’ αυτό το φύλλο. Η πραγματικότητα, εκτός από την κρατική καταστολή, έχει να επιδείξει και το ξεπούλημα της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας. Κι αυτό είναι πιο σημαντικό για όποιον βλέπει τα πράγματα από τη σκοπιά της εργατικής τάξης. Γιατί από το κράτος δεν περιμένεις τίποτα το διαφορετικό. Μαντρόσκυλο των αφεντικών είναι και θα χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα για να προστατέψει τα συμφέροντά τους. Το κράτος είναι απέναντι, το βλέπεις, σου δείχνει τις προθέσεις του, σου «λέει» πως να το αντιμετωπίσεις.
Το πρόβλημα είναι αυτοί που είναι δίπλα σου, αυτοί που τους θεωρείς δικούς σου, αυτοί που τους έχεις αναθέσει να σε εκπροσωπούν. Μικροί και μεγάλοι αγώνες αυτής της περιόδου, όπως και των προηγούμενων, ξεπουλιούνται εν ψυχρώ από τη συνδικαλιστική γραφειοκρατία. Είναι αυτή που δίνει τη χαριστική βολή στα όποια αγωνιστικά σκιρτήματα, στις λιγοστές αντιστάσεις που αναπτύσσονται από τους εργαζόμενους. Δεν προλαβαίνει να σηκώσει κεφάλι ένας κλάδος, ένα εργοστάσιο και το πρώτο που σκέπτονται είναι η υπονόμευση, τα πισώπλατα χτυπήματα, η εξασφάλιση της ήττας. Αυτή τη βδομάδα, εκτός από τους ναυτεργάτες, είχαμε το ίδιο και στην Coca Cola.
Aυτό είναι το πρόβλημα που καλείται ν’ αντιμετωπίσει η εργατική τάξη. Πώς θα καθαρίσει τις γραμμές της, πώς θα δημιουργήσει όρους για να μπορεί να δίνει με αξιώσεις τους όποιους αγώνες της. Το να αγωνιστείς και να χάσεις δεν είναι ντροπή. Το να χάνεις επειδή εκ των προτέρων σε έχουν πουλήσει είναι ντροπή. Κι αυτή η ντροπή δεν ξεπλένεται με λόγια, με καταγγελίες και με κατάρες. Αυτή η ντροπή ξεπλένεται με δουλειά για την οικοδόμηση μιας νέας συλλογικότητας. Από τις πιο πρωτοπόρες δυνάμεις της εργατικής τάξης αρχικά, για να πάρει μπροστά όλη η τάξη στη συνέχεια.