Η εβδομάδα που ολοκληρώνεται έφερε στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας την τραγική διαχείριση μιας σύντομης κακοκαιρίας (με υψηλή χιονόπτωση), η οποία ανέδειξε όχι μόνο τη γύμνια του «επιτελικού κράτους» (ξέραμε ότι αυτή είναι μια μπούρδα των συμβούλων προπαγάνδας του Μητσοτάκη), αλλά και τη γύμνια του αστικού κρατικού μηχανισμού στον τομέα της κοινής ωφέλειας και της πολιτικής προστασίας. Ακόμα κι αυτήν τη στιγμή υπάρχουν μερικές χιλιάδες σπίτια στην Αττική χωρίς ρεύμα!
Αυτή η γύμνια είναι αποτέλεσμα της πολύχρονης απαξίωσης αυτού του τμήματος του κρατικού μηχανισμού (εν αντιθέσει με την προκλητική ενίσχυση του μηχανισμού καταστολής), που άρχισε την εποχή του σημιτικού «εκσυγχρονισμού», κορυφώθηκε κατά τη μνημονιακή δεκαετία και συνεχίζεται αδιάλειπτα και τώρα. Οι ευφημισμοί που προσέδωσαν σ’ αυτήν την πολιτική («εκσυγχρονισμός», «αναγκαίες μεταρρυθμίσεις» κτλ.) διαλύθηκαν μέσα σ’ ένα διήμερο χιονόπτωσης, που απέδειξε ότι πρόκειται για μια αναχρονιστική, αντιλαϊκή πολιτική.
Αυτό, όμως, έχει ξαναγίνει. Κι επειδή έχει ξαναγίνει, η σημερινή κυβέρνηση γνωρίζει ότι θα επαναληφθεί ό,τι έγινε και με τις προηγούμενες κυβερνήσεις: μετά από μερικές μέρες θα έχει ξεχαστεί. Φροντίζουν γι’ αυτό και τα αστικά ΜΜΕ. Πρώτα σηκώνουν τους τόνους, υποκαθιστώντας την κοινωνική διαμαρτυρία, και μετά σβήνουν τα φώτα και τ’ ανάβουν αλλού.
Ξαναζούμε έτσι το ίδιο σόου: ο πρωθυπουργός «παρακολουθεί», «καταγράφει», «δίνει εντολές», «αναλαμβάνει δεσμεύσεις». Μόλις σβήσουν τα φώτα της δημοσιότητας, τα πάντα θα συνεχιστούν όπως και πριν. Μέχρι τον επόμενο χιονιά, την επόμενη πυρκαγιά, τον επόμενο καταστροφικό σεισμό.
Τα ίδια και στο μέτωπο της πανδημίας που κοστίζει ζωές. Πολλές ζωές. Ενώ αυξάνονται καθημερινά, από τη μια ο αριθμός των διασωληνωμένων και από την άλλη ο αριθμός των νεκρών, οι μεν ενσωματωμένοι στην κυβερνητική πολιτική λοιμωξιολόγοι φλυαρούν περί σταθεροποίησης της μετάδοσης και άλλα τέτοια αόριστα-παραπλανητικά, οι δε υπουργοί… οραματίζονται το Πάσχα και το καλοκαίρι που θα είμαστε… ελεύθεροι.
Η εφημερίδα μας αποκαλύπτει συστηματικά και σε καθημερινή βάση τη θλιβερή πραγματικότητα, αποκαλύπτει που εδράζονται τα εκκολαπτήρια και υπερμεταδότες του κοροναϊού (στις μεγάλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις, η απρόσκοπτη και ασύδοτη λειτουργία των οποίων τροφοδοτεί και τον μεγάλο υπερμεταδότη που λέγεται μέσα μαζικής μεταφοράς) και θα συνεχίσει να το κάνει.
Πρέπει, όμως, να επισημάνουμε ένα κομβικό στοιχείο που αποτελεί μεγάλο σύμμαχο της κυβέρνησης Μητσοτάκη και της επιτρέπει να ξετυλίγει χωρίς σύγκρουση την εγκληματική της πολιτική. Πρόκειται για την κοινωνική αδράνεια.
Η κυβέρνηση ξέρει ότι χάνει πολιτική δύναμη, η οποία στις επόμενες εκλογές -όποτε κι αν γίνουν- μπορεί να της κοστίσει ακόμα και την εκλογική πρωτιά. Αυτό, όμως, είναι το αναπόφευκτο πολιτικό κόστος για κάθε κυβέρνηση που πρέπει να διαχειριστεί το αστικό κράτος. Θα παλέψει να το μικρύνει με την προπαγάνδα. Κι αν δεν τα καταφέρει, θα παραχωρήσει τη θέση της σε μια άλλη κυβέρνηση και θα περάσει στην αντιπολίτευση, για να αναβαθμιστεί και να επανέλθει την επόμενη φορά. Ετσι παίζεται το κοινοβουλευτικό παιχνίδι και το σύστημα κάνει μια χαρά τη δουλειά του.
Το πρόβλημα αρχίζει όταν το πολιτικό κόστος πρέπει να πληρωθεί «τοις μετρητοίς» και όχι «επί πιστώσει». Οταν πρέπει να πληρωθεί την ώρα που υπάρχει το πρόβλημα και όχι στις επόμενες εκλογές. Τότε πρέπει να πληρώσει το σύστημα, όχι μόνο η κυβέρνηση. Πρέπει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα και όχι να το πασπαλίσει με ψεύτικη χρυσόσκονη υποσχεσιολογίας. Να το αντιμετωπίσει έστω και εν μέρει. Να διαθέσει λεφτά για κοινωνικές δαπάνες, μ’ άλλα λόγια.
Για να συμβεί αυτό, μία είναι η αναγκαία και ικανή συνθήκη: η ανάπτυξη κοινωνικών αγώνων. Οταν οι εργάτες, οι εργαζόμενοι, οι νέοι βγαίνουν στο δρόμο και διεκδικούν, αντί απλώς να γαμοσταυρίζουν στα σπίτια τους ή να τηλεφωνούν οργισμένοι στους ραδιοφωνιτζήδες (που είναι μανούλες στη διαχείριση τέτοιων καταστάσεων, μέσω της εκτόνωσης), τότε το σύστημα (και όχι μόνο η κυβέρνηση) βρίσκεται αντιμέτωπο με τον εφιάλτη του.
Σε τέτοιες συνθήκες, ακόμα κι αν δεν υπάρξουν άμεσες νίκες, εγγράφονται παρακαταθήκες για την επόμενη φορά. Ενα τέτοιο παράδειγμα μας δίνει ο πολύ πρόσφατος φοιτητικός ξεσηκωμός ενάντια στο νομοσχέδιο Μητσοτάκη-Κεραμέως-Χρυσοχοΐδη. Μπορεί ο κυβερνητικός λόχος να ψήφισε το νομοσχέδιο στη Βουλή, όμως το φοιτητικό κίνημα έχει τη σιγουριά ότι θα τον καταργήσει μόλις η κυβέρνηση ανοίξει τα πανεπιστήμια και επιχειρήσει να τον εφαρμόσει. Και δε θα είναι η πρώτη φορά που θα γίνει κάτι τέτοιο.
Για να επανέλθουμε στην πανδημία του κοροναϊού και την εγκληματική της διαχείριση με τη μέθοδο «ακορντεόν», το μόνο βέβαιο είναι ότι θα θρηνήσουμε πολλές ακόμη εκατόμβες αδικοχαμένων νεκρών, αν δεν υπάρξει αντίσταση σ’ αυτήν την πολιτική.