Για τη διαχείριση της πανδημίας τα έχουμε γράψει και τα γράφουμε κάθε μέρα. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη συνεχίζει στην ίδια εγκληματική ρότα. Ψευτο-λοκντάουν, ίσα-ίσα για να μειωθεί κάπως η πίεση στο σύστημα Υγείας και να απλωθούν οι νεκροί στο χρόνο. Να πεθαίνουν άνθρωποι «τζάμπα και βερεσέ», αλλά να φαίνεται ότι το σύστημα Υγείας τους πρόσφερε τη μέγιστη δυνατή βοήθεια.
Δεν πρωτοτυπεί, βέβαια, η κυβέρνηση Μητσοτάκη. Τα ίδια γίνονται σε όλη την Ευρώπη. Αυτό που φροντίζουν όλες οι κυβερνήσεις είναι να μη διασαλευτεί η λειτουργία των μεγάλων καπιταλιστικών επιχειρήσεων (βιομηχανικών, εμπορικών, παροχής υπηρεσιών), οι οποίες είναι -αποδεδειγμένα πλέον- τα εκκολαπτήρια του κοροναϊού και οι υπερμεταδότες στη διασπορά του, λόγω της μεγάλης συγκέντρωσης εργαζόμενων.
Στην Ελλάδα, βέβαια, τα πράγματα είναι ακόμα χειρότερα, λόγω της πολύχρονης εξαθλίωσης ενός ήδη άθλιου ΕΣΥ. Η κυβέρνηση, με μια προπαγάνδα ψευδών, προσπαθεί να παρουσιάσει σαν τεράστια ενίσχυση και αναβάθμιση του συστήματος κάποια ψιλομπαλώματα που έκανε, με μοναδικό κριτήριο να μην επιβαρυνθεί ο κρατικός προϋπολογισμός και παράλληλα να μείνει ζωντανό το σχέδιο ευρείας ιδιωτικοποίησης του ΕΣΥ, το οποίο ετοίμαζε πυρετωδώς όταν ξέσπασε η πανδημία και αναγκάστηκε να το αναβάλει για ευθετότερο χρόνο.
Ετσι, βρισκόμαστε μπροστά στο τρίτο, χειμερινό όπως λέγεται, κύμα της πανδημίας με χειρότερους όρους απ’ αυτούς που βρισκόμασταν ανάμεσα στο πρώτο και το δεύτερο κύμα (που ήρθε πρόωρα και βίαια, λόγω του εγκληματικού ανοίγματος των συνόρων στον τουρισμό). Βρισκόμαστε μπροστά στο τρίτο κύμα με μεγάλη διασπορά του ιού, ιδιαίτερα στην Αττική, την περιοχή με τη μεγαλύτερη μάζα και πυκνότητα πληθυσμού, με το ΕΣΥ στα ίδια χάλια, με τους υγειονομικούς κυριολεκτικά εξουθενωμένους και κυρίως με μια αντίληψη χαλαρότητας, η οποία ενισχύεται από την ανάγκη για δουλειά.
H κυβέρνηση Μητσοτάκη, όμως, ενώ εγκληματεί κατ’ εξακολούθηση σε βάρος του ελληνικού λαού, εκμεταλλεύεται παράλληλα την ειδική κατάσταση που έχει διαμορφώσει η πανδημία, προκειμένου να προωθήσει αντιδραστικά νομοθετήματα. «Μεταρρυθμίσεις» όπως τα αποκαλεί.
Αυτό μάλιστα το κάνει με μια φασίζουσα λογική: εγώ θα νομοθετώ, αλλά εσείς απαγορεύεται ακόμα και να διαμαρτυρηθείτε!
Υπήρχε, για παράδειγμα, καμιά βιασύνη να νομοθετήσουν την πανεπιστημιακή αστυνομία σε μια εποχή που τα πανεπιστήμια είναι κλειστά; Υπήρχε καμιά ανάγκη να προωθήσουν αλλαγές στο σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση σε μια εποχή που η εκπαίδευση πηγαίνει έτσι κι αλλιώς κατά διαόλου με το συνεχές άνοιξε-κλείσε των σχολείων;
Καμιά βιασύνη δεν υπήρχε, όμως αυτή η εποχή τους πρόσφερε μια ανέλπιστη ευκαιρία. Να νομοθετήσουν χωρίς να αντιμετωπίσουν λαϊκό ξεσηκωμό. Για να είναι, μάλιστα, σίγουροι ότι δε θα αντιμετωπίσουν ξεσηκωμό, σπεύδουν να καταστείλουν κάθε εκδήλωση διαμαρτυρίας και ταυτόχρονα να τη συκοφαντήσουν ως εκδήλωση κοινωνικής ανευθυνότητας, που ενισχύει τη διασπορά του κοροναϊού.
Ο Μητσοτάκης, η Κεραμέως, ο Χρυσοχοΐδης έχουν το δικαίωμα να κάνουν ό,τι γεννά το πολιτικά και κοινωνικά διεστραμμένο μυαλό τους, άμα όμως οι φοιτητές διαδηλώσουν, τους πλακώνουν με τα χημικά και τις υδραντλίες, προτού καν κατέβουν από το πεζοδρόμιο στο οδόστρωμα.
Με όρους αστικής πολιτικής αυτό το λένε «πρόβλημα δημοκρατίας». Η ίδια η αστική δημοκρατία τους είναι το πρόβλημα. Μια δημοκρατία προορισμένη να λειτουργήσει ως δικτατορία της κεφαλαιοκρατικής τάξης πάνω στην κοινωνική πλειοψηφία. Αυτή την περίοδο, όμως, ξεπερνούν το ίδιο το μέτρο της συνταγματικής τους κανονικότητας, αφού απαιτούν από την κοινωνική πλειοψηφία να αποδεχτεί τα πιο αντιδραστικά νομοθετήματα, χωρίς καν να μπορεί να ασκήσει τα δικαιώματα που το αστικό Σύνταγμα της αναγνωρίζει.
Δε θα τους περάσει. Ακόμα κι αν καταφέρουν να νομοθετήσουν τα πάντα, εκμεταλλευόμενοι (και) τη συγκυρία, δε θα τους περάσει. Η ταξική πάλη δεν εξαλείφεται, δεν καταργείται με νόμους κι αστυνόμους. Η εργατική τάξη, ολόκληρη η εργαζόμενη και άνεργη κοινωνία, η νεολαία, όσο κι αν της πατήσουν με τη μπότα το σβέρκο, θα βρει τη δύναμη να σηκωθεί και να διεκδικήσει όσα της στερούν.