Αγαπητά μου παιδιά
«Ανθ’ ημών Γουλιμής» είπε κάποτε ο Χαρίλαος Τρικούπης, που –μεταξύ άλλων– έδωσε το όνομά του και στο γνωστό χώρο κοινωνικών και πολιτικών αθλοπαιδιών του αθηναϊκού κέντρου. Εκείνος βέβαια το είπε θλιμμένα λόγω εκλογικού στραπατσαρίσματος από τον άσημο Γουλιμή, ενώ εμείς το λέμε περιχαρείς. Κι αυτό γιατί την επιστολή «γράφει» σήμερα ο Τάσος Κατσαρός με αφορμή τη δεύτερη έκδοση του σπουδαίου βιβλίου «Μια απόφαση – μάχομαι μέχρι το τέλος. Αντάρτικο πόλεως, στενή αυτοάμυνα, Ο.Π.Λ.Α. – Θεσσαλονίκη 1946-47». Ενός βιβλίου «αφιερωμένου σε όσους αγωνιστές φυλακίστηκαν και βασανίστηκαν, δίνοντας ένα μέρος από τη ζωή τους για την απονομή της κοινωνικής δικαιοσύνης» όπως σημειώνει ο Τάσος Κατσαρός, που συνοδεύεται από σημαντικό ιστορικό και φωτογραφικό υλικό και με τους προλόγους του Γιώργου Χουρμουζιάδη και του Δημήτρη Κουφοντίνα.
Το βιβλίο παρουσιάστηκε –ενώπιον πλήθους συντρόφων– το περασμένο Σάββατο στον κοινωνικό χώρο για την ελευθερία «Μικρόπολις» (Θεσσαλονίκη) από τον δημοσιογράφο, εκδότη και συγγραφέα Γιώργο Γιαννόπουλο, τον ιστορικό Σπύρο Μαρκέτο και τον Τάσο Κατσαρό. Παραθέτουμε όσα είπε ο συγγραφέας σε συνομιλία μας, απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις:
«Πριν από μερικά χρόνια κάποιος μου έφερε κάποια ιστορικά στοιχεία και σπάνια ντοκουμέντα. Λόγω του ότι μου αρέσει πολύ η ιστορία άρχισα να τα εξερευνώ και σε κάποια φάση “έπεσε” η ιδέα να δοθούν σε κάποιον ιστορικό για να δει αν μπορούν να καταγραφούν σωστά και να γίνουν βιβλίο ή να το κάνω μόνος. Θεώρησα ότι μπορώ να το κάνω και έτσι προχώρησα σε μια βαθιά έρευνα και στην έκδοση. Τα στοιχεία αφορούσαν σε δυο-τρεις περιπτώσεις. Η μία ήταν αυτή της Ο.Π.Λ.Α. που δεν είχε μελετηθεί καθόλου μέχρι τώρα. Ηταν αποσπασματικά, προφορικά και πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία, ενώ υπήρχαν και άλλα: για την Κύπρο και την Ε.Ο.Κ.Α. καθώς και για την υπόθεση Πολκ, όμως γι’ αυτά έχουν ειπωθεί πολλά και έχουν γραφεί βιβλία. Δεν υπήρχε λόγος να δώσω κάτι παραπάνω. Με αυτή τη λογική άρχισα να ψάχνω για καιρό αυτούς τους ανθρώπους, με βάση τις φωτογραφίες και τα ντοκουμέντα. Τους συνάντησα και μου έδωσαν και προφορικές πληροφορίες, σε μια καταγραφή που ολοκληρώθηκε και εκδόθηκε το 1997.
Επειδή αρκετός κόσμος ζητούσε να ξαναβρεί το βιβλίο –γιατί είχε εξαντληθεί– και με τα νέα στοιχεία που προέκυψαν στη διάρκεια, φτάσαμε σε μια επανέκδοση που ολοκληρώνει πλέον αυτή την έρευνα. Τον πρώτο πρόλογο γράφει ο ιστορικός Γιώργος Χουρμουζιάδης που τον επέλεξα όχι μόνο επειδή είναι κορυφαίος της ιστορίας και της αρχαιολογίας, αλλά και γιατί μέσα στους εκτελεσμένους αριστερούς της υπόθεσης Ο.Π.Λ.Α. ήταν ο καθηγητής του Τηλέμαχος Βασδέκης. Τον Δημήτρη Κουφοντίνα που γράφει τον δεύτερο πρόλογο τον επέλεξα γιατί τον θεωρώ μια σημαντική προσωπικότητα της μεταπολίτευσης, έναν άνθρωπο που –ανεξάρτητα αν διαφωνεί κάποιος με τη δράση του– ανέλαβε την πολιτική ευθύνη της οργάνωσής του. Είναι από τους λίγους σήμερα που έχουν αναλάβει την ευθύνη των πράξεών τους σ’ αυτό τον τόπο, τουλάχιστον στην πολιτική ζωή είναι ελάχιστοι…
Θεωρώ ότι εκείνη η περίοδος μοιάζει αρκετά με τη σημερινή. Διδάσκει ότι τελικά αν οι άνθρωποι παραιτούνται από τα δικαιώματά τους για καλύτερη ζωή, υπερισχύουν οι αντιανθρώπινες εξουσίες που επιβάλλονται στους εργαζόμενους. Προλεταριοποιούν το σύνολο της κοινωνίας και φτάνουν σε σημείο να θέλουν να τους πάρουν όλα και να τους κάνουν δούλους. Η εποχή εκείνη δίδαξε ότι οι άνθρωποι αποφάσισαν να αντισταθούν στον μοναρχοφασισμό, στην αγγλική και αμερικανική επέμβαση που ήθελαν να τσακίσουν το Ε.Α.Μ. και όχι μόνο το κομμουνιστικό κόμμα. Αποφυλακίζοντας τους “πατριώτες” και “εθνικόφρονες” συνεργάτες των Γερμανών και κάνοντας αυτομάτως “προδότες” εκείνους που τους έδιωξαν. Αγγλοαμερικάνοι, συνεργάτες των Γερμανών, ο χώρος του κέντρου –δυστυχώς– και της δεξιάς, όλοι μαζί τελικά νίκησαν…
Το βιβλίο εκδόθηκε από τον Κώστα Καλαρέμα και τον “Δαίμονα του τυπογραφείου” και πωλείται σε τιμή κόστους εργασίας, στα πλαίσια των στρατευμένων εκδόσεων. Κανείς μας δεν κερδίζει τίποτε χρηματικά, ένα βιβλίο 232 σελίδων πωλείται μόνο τέσσερα ευρώ (οκτώ στα βιβλιοπωλεία) και όποιος θέλει μπορεί να δώσει κάτι παραπάνω ώστε να καλυφθούν ανάγκες του κινήματος, πολιτικών κρατουμένων κ.ά.».
Θ. Μ.