Δύο χιλιάδες δώδεκα. Μεγάλη κατηφόρα…
Χρέος μας η ανατροπή. Φωτιά-τσεκούρι, τώρα!
Αφιερωνόμαστε σήμερα αποκλειστικά και ολόψυχα στις καλές τέχνες, που τελικά δεν είναι και τόσο κακές…
Η στήλη αισθάνεται τόσο μικρή και λίγη, κάθε φορά που ανοίγει το στόμα του ο «πολύς» μετρ της ευθυμογραφίας Θεόδωρος Πάγκαλος. Παρά το γεγονός ότι μιλάει πλέον από το χρονοντούλαπο της Ιστορίας, ο πάλαι ποτέ πανίσχυρος άντρας και νυν «ποντίκι που βρυχάται» (για να θυμηθούμε και τον Πίτερ Σέλερς, που ωστόσο δεν έχει καμία σχέση με το εκτόπισμα του εν λόγω) παραμένει λαλίστατος και ακμαίος. Τελευταίο χτύπημά του, η λαμπρή αρθρογραφία στη ναυαρχίδα της ενημέρωσης (το «Βήμα») που σχολιάστηκε με διθυράμβους από τεχνοκριτικούς και κοινό. Μέσα από το άρθρο του «Ενα σύγχρονο κίνημα τραμπού-κων», ο εξαίρετος χρονογράφος εξαπολύει επίθεση κατά της Χρυσής Αυγής αλλά και κατά της αριστεράς, κάνοντας λόγο για «παλαιοκομμουνιστές του ΚΚΕ και νεοοκομμουνιστές του ΣυΡιζΑ, οι οποίοι τα τελευταία χρόνια διοργάνωναν συστηματικά τραμπουκισμούς», προσθέτοντας ως άψογος σεφ και την απαραίτητη σος: «Σε αυτές τις προσπάθειες βοηθούσε και ο αντιεξουσιαστικός χώρος και οι αναρχικοί, σε αυτούς τους τραμπουκισμούς συμμετείχαν και οι νεοφασίστες της Χρυσής Αυγής και οι ακροδεξιοί οπαδοί του Πάνου Καμμένου». Και καταλήγει με το κορυφαίο επιδόρπιο, περνώντας από το μπλέντερ και λιώνοντας σε ένα ομοιογενές μίγμα όλα τα εξωτικά φρούτα της πρωτοπόρας σκέψης του: «Αν ο κύριος Μιχαλολιάκος και οι μαυροφορεμένοι του είναι τα SS, τότε ο κύριος Τσίπρας και τα παρδαλά στίφη του είναι τα SA με όρους Βαϊμάρης». Τα παραπάνω αναμένεται να συμπεριληφθούν σε χρυσόδετο τόμο που θα εκδώσει η «γλυκιά συμμορία» των γενίτσαρων της αστικής τάξης, με ομώνυμο τίτλο («γλυκιά συ μωρία»).
Ομως, τα νέα από τον χώρο της τέχνης και της συγγραφής δεν σταματούν εδώ. Ενας άλλος λαμπρός μετρ του λόγου και ποιητής, ο λόρδος Μπάιρον Πολύδωρας (πουστοπαρελθόν έχει δώσει λαμπρά δείγματα ποιητικής), προχωρά στην έκδοση ολόκληρου βιβλίου για να μας πει δυο φωνήεντα, άντε και δυο-τρεις λέξεις. Το πολύκροτο έργο του έχει τον εμπνευσμένο τίτλο «Κατά κηνσόρων» και ως υπότιτλο το ακόμη πιο εμπνευσμένο και εχθρικό του λακωνίζειν «Απάντηση στους σύγχρονους “βυρσοδέψες” των Αθηνών: Τι στ’ αλήθεια συμβαίνει; Τις πταίει; (Ανάλυση χωρίς φόβο και πάθος. Προπαντός χωρίς φόβο!)». Μη φειδόμενος κόπων, ο λόρδος Μπάιρον –με ολίγη από Χαρίλαο Τρικούπη– προσέθεσε ένα ακόμη βιβλίο στα δύσμοιρα και ετοιμόρροπα από το βάρος ράφια της νεοελληνικής γραμματείας, μόνο και μ’ όνο για να απαντήσει για τον διορισμό της κόρης του Μαργαρίτας στη βουλή. Αξίζει να σημειωθεί ότι με μαεστρία ο λαμπρός συγγραφέας και ποιητής απέφυγε να δώσει τον τίτλο «Ποια είναι η Μαργαρίτα;», για να μην έχει νομικά προβλήματα με αντίστοιχο έργο του Γιάννη Δαλιανίδη και με την ταύτιση Μαργαρίτας και Τζένης Καρέζη. Ο ίδιος δήλωσε σε έντυπα που ασχολούνται με τη λογοτεχνία και την τεχνοκριτική, ότι το βιβλίο αποτελεί «απάντηση στους θρασύδειλους υποκριτές και άνανδρους διώκτες» του, και προσέθεσε επιστρατεύοντας τις κοινωνιολογικές και ψυχολογικές περγαμηνές που πρέπει να έχει κάθε πνευματικός ογκόλιθος: «Δεν έχουν εκείνη την εσωτερική ηθική ουσία που παράγει σεβασμό και εκτίμηση. Είναι θέμα ψυχικής υγείας. Τα άτομα είναι άρρωστα… Δεν παριστάνω τον Αγαμέμνονα ούτε διανοούμαι να θυσιάσω τη Μαργαρίτα μου. Δεν έκανα τίποτα παράνομο και τίποτα ανήθικο. Δεν θυσιάζω την άξια συνεργάτιδά μου, δεν γίνομαι θυσιαστής της θυγατέρας μου για οποιουσδήποτε λόγους». Για τη μελέτη του ζητήματος και την εξαγωγή χρήσιμων συμπερασμάτων, εργάζεται ήδη επιστημονική ομάδα συντρόφων και σύντομα θα εκδώσει το πόρισμά της.
Αξίζει να σημειωθεί ότι –όπως κάνει κάθε διανοούμενος και καλλιτέχνης που σέβεται εαυτόν και θέση μεταξύ των ομοτέχνων του– ο λόρδος Μπάιρον καρφώνει δύο καλλιτέχνες της εποχής, τον Αντωνάκη και τον Αρούλη. Τον πρώτο και εξαίσιο κωμωδιογράφο για ένα παλιό ζητηματάκι με διορισμούς της μισής Μεσσηνίας στη βουλή και στο μουσείο της Ακρόπολης, ενώ τον δεύτερο και περιζήτητο μοντέλο για τη γνωστή παλιά φωτογράφηση, αποκαλώντας τον «αυτός με το μπουρνούζι». Απαντώντας έτσι με τον καλύτερο τρόπο σ’ εκείνους που κάνουν λόγο για θάνατο της παραδοσιακής, καλής ελληνικής κωμωδίας.
«Το πρόβλημα με αυτούς τους ιθαγενείς είναι ότι δεν καταλαβαίνουν τι θα πει απληστία. Αν δεν γίνουν άπληστοι δεν έχουμε καμιά ελπίδα. Πάρτε από δω την αστυνομία και βάλτε μια τηλεόραση σε κάθε σπίτι. Ολα θα στρώσουν αυτόματα» (Arundhati Roy).