Αλλά αυτή –αντιθέτως– επιζητεί να τους καθηλώσει ανεκκλήτως στην παιδικότητα. Της αρέσει να χαίρονται οι πολίτες, αρκεί να μην σκέπτονται παρά το πώς θα χαρούν. Εργάζεται προθύμως για την ευτυχία τους, θέλει όμως να είναι ο μόνος πράκτορας και ο μόνος κριτής της. Φροντίζει για την ασφάλειά τους, προβλέπει και ικανοποιεί τις ανάγκες τους, χειρίζεται τις κυριότερες υποθέσεις τους, διευθύνει την βιομηχανία τους, ρυθμίζει τα της διαδοχής τους, μοιράζει τις κληρονομιές τους. Δεν θα μπορούσε άραγε να τους απαλλάξει τελείως από την σκοτούρα να σκέπτονται και από τον κόπο να ζουν; Ετσι, κάθε ημέρα κάνει και λιγότερο χρήσιμη και πιο σπάνια τη χρήση της ελεύθερης επιλογής. Κλείνει σ’ έναν όλο και μικρότερο χώρο τη δράση της βουλήσεως και αφαιρεί σιγά–σιγά από κάθε πολίτη ακόμη και του εαυτού του τη χρήση. Εκείνο που προετοίμασε τους ανθρώπους για όλα αυτά είναι η ισότητα: τους προδιέθεσε στο να τα ανέχονται και συχνά μάλιστα να τα θεωρούν και ευεργεσία. Αφού πήρε έτσι βαθμιαίως στα ισχυρά χέρια του κάθε άτομο και το έπλασε όπως ήθελε, ο κυρίαρχος απλώνει τα μπράτσα του πάνω στην κοινωνία ολόκληρη. Καλύπτει την επιφάνεια μ’ ένα δίχτυ από μικρούς περίπλοκους κανόνες, λεπτομερείς και ομοιόμορφους, μέσα από το οποίο δεν θα μπορούσαν να βρουν το φως για να ξεπεράσουν το πλήθος ούτε τα πιο πρωτότυπα πνεύματα και οι ρωμαλεότερες ψυχές. Δεν συντρίβει τις θελήσεις αλλά τις μαλακώνει, τις λυγίζει και τις κατευθύνει. Σπανίως εξαναγκάζει να δρουν, αλλ’ αντιτίθεται αδιαλείπτως στο να δρουν. Δεν τυραννά καθόλου, ενοχλεί, συμπιέζει, εκνευρίζει, σβήνει, αποβλακώνει και τελικώς υποβαθμίζει κάθε έθνος στην κατάσταση ενός κοπαδιού δειλών και πονηρών ζώων των οποίων βοσκός είναι η κυβέρνηση. Πάντοτε πίστευα ότι αυτό το είδος της δουλείας, τακτοποιημένης, απαλής και ειρηνικής, της οποίας μόλις φιλοτέχνησα τον πίνακα, θα μπορούσε να συνδυασθεί καλύτερα απ’ όσο το φανταζόμαστε με μερικές από τις εξωτερικές μορφές της ελευθερίας και ότι δεν θα της ήταν αδύνατο να εγκαθιδρυθεί κάτω από την ίδια την σκιά της λαϊκής κυριαρχίας» (Alexis de Tocqueville – «Δημοκρατία και δεσποτισμός»).
Δύο χιλιάδες δέκα! Είναι ραγιαδισμός
να παραμένει άτρωτος ο καπιταλισμός…
«Πολιτική ντροπή» χαρακτήρισε την παραπομπή του ο Γιώργος Βουλγαράκης. Μα… «ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό». Νομίζω;
Ημερομηνίες γεμάτες… μεμονωμένα περιστατικά η σημερινή και η αυριανή: Στις 23.10.1998 στο κέντρο της Θεσσαλονίκης, ο ανθυπαστυνόμος Κυριάκος Βαντούλης βγάζει πιστόλι για να ακινητοποιήσει νεαρό ύποπτο για κλοπή πορτοφολιού. Οπως ισχυρίστηκε, το όπλο του εκπυρσοκρότησε και σκότωσε τον 17χρονο γιουγκοσλάβο μαθητή Μάρκο Μπουλάτοβιτς, που επισκεπτόταν με συμμαθητές του την Ελλάδα. Το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών αποφάνθηκε ότι «ήταν ατύχημα» και τον παρέπεμψε «για ανθρωποκτονία εξ αμελείας». Στις 24.10.2001 στο Ζεφύρι, ο αστυφύλακας Γ. Τυλιανάκης πυροβόλησε στο κεφάλι τον 21χρονο αθίγγανο Μαρίνο Χριστόπουλο, πατέρα ανήλικων παιδιών, επειδή δεν σταμάτησε σε μπλόκο. Αρχικά ο αστυνομικός κατηγορήθηκε για «ανθρωποκτονία με ενδεχόμενο δόλο», αλλά στη συνέχεια αποφασίστηκε να δικαστεί για «ανθρωποκτονία από πρόθεση». Τέλος, στις 24.10. 2002 στη Γλυφάδα, ο ανθυπαστυνόμος Θοδωρής Κατσάς, πυροβόλησε στο κεφάλι και σκότωσε τον 23χρονο Αναστάσιο Λυμούρα, όταν –όπως ισχυρίστηκε ο αστυνομικός– πέταξε πέτρα οκτώ κιλών στο αυτοκίνητό του γιατί τον εμπόδιζε να αρπάξει με συνεργούς του τσάντα από αυτοκίνητο ηλικιωμένης.
«Βλέπω ένα αναρίθμητο πλήθος ίσων και ομοίων ανθρώπων, που περιστρέφονται δίχως ανάπαυλα γύρω από τους εαυτούς τους για να προμηθευτούν μικρές και χυδαίες ευχαριστήσεις, με τις οποίες γεμίζουν τις ψυχές τους. Καθένας απ’ αυτούς, αποτραβηγμένος στην άκρη, είναι σαν ξένος προς το πεπρωμένο όλων των άλλων. Τα παιδιά του και οι στενοί φίλοι του αποτελούν γι’ αυτόν ολόκληρο το ανθρώπινο είδος. Οσο για τους υπόλοιπους συμπολίτες του, είναι δίπλα τους αλλά δεν τους βλέπει. Δεν τους αισθάνεται διόλου, δεν υπάρχει παρά στον εαυτό του και για μόνον τον εαυτό του και, αν του απομένει ακόμη μία οικογένεια, μπορούμε πάντως να πούμε ότι δεν έχει πλέον πατρίδα. Επάνω απ’ αυτούς, ορθώνεται μια τεράστια και κηδεμονευτική εξουσία, που αναλαμβάνει μόνη της να τους εξασφαλίσει τις απολαύσεις τους και να αγρυπνά για την τύχη τους. Είναι απόλυτη, λεπτομερειακή, τακτική, προβλεπτική και απαλή. Θα έμοιαζε με την πατρική εξουσία αν, όπως εκείνη, είχε για σκοπό να προετοιμάσει τους ανθρώπους για την εποχή της ενηλικιώσεώς τους.
Και μιας και μπήκε… Ξηρός στη γενική γραμματεία του υπουργείου Δικαιοσύνης, τι θα γίνει με τον Σάββα και τον Χριστόδουλο ρεεεεε;
Κοκκινοσκουφίτσα