ΚΑΤΕΒΑΣΤΕ ΤΟ ΕΚΤΑΚΤΟ ΦΥΛΛΟ ΣΕ PDF
ΜΝΗΜΟΝΙΟ και σε ΑΕΙ και ΤΕΙ
Η αρπαχτική αράχνη του Μνημόνιου αρπάζει τώρα και την τριτοβάθμια εκπαίδευση. ΑΕΙ και ΤΕΙ, με προαναγγελθείσες διαδικασίες-εξπρές, που οδηγούν στην πιο αντιδραστική αναθεώρηση που έγινε ποτέ στα μεταπολεμικά χρόνια, μπαίνουν στο στόχαστρο.
Η ελληνική εργαζόμενη κοινωνία και το φοιτητικό κίνημα, μέσα από αγώνες δεκαετιών, οδήγησε στη διαμόρφωση ενός κρατικού εκπαιδευτικού συστήματος. Ενός συστήματος που ουδέποτε ήρθε σε αντιστοιχία με τον πόθο για κατάκτηση της ολόπλευρης γνώσης ή με την κυριολεξία του συνθήματος «ελεύθερη παιδεία», όμως είχε κάποιες σταθερές. Κάποιες σταθερές όπως η απαγόρευση της λειτουργίας ιδιωτικών πανεπιστημίων, η μη υπαγωγή (φανερά και με το νόμο) της εκπαίδευσης στις καπιταλιστικές επιχειρήσεις, το πανεπιστημιακό άσυλο κ.λπ.
Στο κλίμα που έχει διαμορφωθεί τους τελευταίους μήνες, και αυτές οι σταθερές μπαίνουν στο μηχανισμό αυτόματης εκτόξευσης προς το υπερπέραν. Το διεθνές χρηματιστικό κεφάλαιο, με τη συνεργασία της ντόπιας αστικής τάξης και του πολιτικού της προσωπικού, έχει επιβάλει κατοχή στη χώρα. Τα «πακέτα» των αντιλαϊκών και αντεργατικών μέτρων διαδέχονται το ένα το άλλο. Στόχος είναι η «κινεζοποίηση» του ελληνικού προλεταριάτου, μια διαδικασία που θ’ ανοίξει το δρόμο για την «κινεζοποίηση» του ευρωπαϊκού προλεταριάτου.
Μισθοί και μεροκάματα πετσοκόβονται. Η φορομπηξία έχει φτάσει σε δυσθεώρητα ύψη. Η ανεργία καλπάζει. Οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις έχουν μετατραπεί σε γκέτο: οι εργαζόμενοι υποχρεώνονται να δουλεύουν διήμερα και τριήμερα, πληρώνονται χαμηλότερα από τις συλλογικές συμβάσεις, δουλεύουν τζάμπα υπερωρίες, η εντατικοποίηση της δουλειάς έχει ως όριο μόνο τη φυσική αντοχή. Η απειλή της απόλυσης κρέμεται σαν Δαμόκλειος σπάθη πάνω από τα κεφάλια των εργαζόμενων, που υποχρεώνονται να υποτάσσονται στις πιο παράλογες απαιτήσεις των καπιταλιστών.
Αυτή δεν είναι μια κατάσταση περαστική. Είναι μια κατάσταση που αυτοί που τη διαμορφώνουν επιδιώκουν να γίνει μόνιμη. Αποκαλύφθηκε, πλέον, από τα πιο επίσημα χείλη (Στρος-Καν και λοιπή συμμορία του ΔΝΤ) και επιβεβαιώθηκε από τον Γ. Παπακωνσταντίνου, ότι εδώ και μήνες γίνονται μυστικές συνομιλίες για παράταση του Μνημόνιου. Κάτι που ήταν αναμενόμενο. Γιατί, απλούστατα, «τα νούμερα δε βγαίνουν». Στο τέλος της πρώτης περιόδου του Μνημόνιου (2013), το ελληνικό κράτος θα χρωστάει περισσότερα απ’ όσα χρωστούσε στην αρχή της!
Ο «γύψος» της χούντας κράτησε εφτά χρόνια. Ο «γύψος» της τρόικας θέλουν να κρατήσει πολλά, πάρα πολλά. Σ’ αυτό το «γύψο» θέλουν να τυλίξουν και την τριτοβάθμια εκπαίδευση, καθαρίζοντας παράλληλα, μια και καλή, και με το φοιτητικό κίνημα. Πανεπιστήμια-θυγατρικές των καπιταλιστικών επιχειρήσεων και φοιτητές υποταγμένοι, άβουλα ρομποτάκια, είναι ο διακαής τους πόθος. Ποιος άλλος μπορεί να τους χαλάσει τα σχέδια εκτός από τη γενιά εκείνη που θα μετατραπεί σε πειραματόζωο, δηλαδή τους σημερινούς φοιτητές και φοιτήτριες;
Ωρα ευθύνης
Το 2006 και το 2007, δύο ισχυρά και μακρόχρονα κινήματα καταλήψεων σε ΑΕΙ και ΤΕΙ, διαδηλώσεων και συγκρούσεων στους δρόμους, στιγμάτισαν ανεξίτηλα την εκπαιδευτική πολιτική της κυβέρνησης Καραμανλή. Μπορεί αυτά τα κινήματα να μην κατάφεραν ν’ αποτρέψουν την ψήφιση του νόμου-πλαίσιο της Γιαννάκου, κατάφεραν όμως κάτι πολύ σημαντικό: απέτρεψαν την αναθεώρηση του άρθρου 16 του Συντάγματος.
Το ΠΑΣΟΚ, φοβούμενο τον αγώνα της φοιτητικής νεολαίας, βρήκε μια δικαιολογία και την έκανε με ελαφρά πηδηματάκια από την επιτροπή αναθεώρησης του Συντάγματος και έτσι το άρθρο 16 παρέμεινε αλώβητο, μολονότι η ταύτιση των δυο κομμάτων ήταν δεδομένη. Ποτέ, όμως, η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ δεν διακήρυξε ότι είναι αντίθετη στην αναθεώρηση του άρθρου 16 και στη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων. Αντίθετα, με κάθε ευκαιρία, διακήρυσσε πως αυτός είναι σταθερός στόχος της.
Τρία χρόνια από τότε, το ΠΑΣΟΚ επανέρχεται με άλλο τρόπο στο ίδιο θέμα. Παπανδρέου και Διαμαντοπούλου κάλεσαν τους πρυτάνεις στους Δελφούς και τους ανακοίνωσαν το σχέδιό τους για τη μετατροπή των πανεπιστημίων σε παραρτήματα των καπιταλιστικών επιχειρήσεων, για διάλυση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (αναλυτικά γράφουμε στις σελίδες 2-3). Ταυτόχρονα, έθεσαν ως χρονικό ορίζοντα υλοποίησης της νέας μεταρρύθμισης το τρίμηνο, διάστημα μέσα στο οποίο φιλοδοξούν να διεξάγουν μια ακόμη φάρσα «κοινωνικού και πολιτικού διαλόγου».
Σημαντικό μέρος των φοιτητών που σήκωσαν στις πλάτες τους τους αγώνες του 2006 και του 2007 είναι ακόμη στα πανεπιστήμια. Στα χρόνια που πέρασαν από τότε προστέθηκαν γενιές που δεν έχουν την πείρα κάποιου σημαντικού αγώνα, έχουν όμως τη γνώση για όλα τα επίδικα ζητήματα, στα οποία η σημερινή κυβέρνηση επιδιώκει να δώσει την τελική λύση.
Για όλον αυτό το φοιτητόκοσμο έφτασε η ώρα της ευθύνης. Στις πλάτες των σημερινών φοιτητριών και φοιτητών πέφτει το ιστορικό καθήκον ν’ αποτρέψουν τη νέα επίθεση. Να δώσουν στην κυβέρνηση Παπανδρέου και στην ελληνική μπουρζουαζία, που έχει στήσει τρελό πανηγύρι, μια σκληρή απάντηση. Να υπερασπιστούν τα κεκτημένα, να ανατρέψουν όσα αντιδραστικά θεσμοθετήθηκαν τα προηγούμενα χρόνια, να ζωντανέψουν και πάλι το όραμα μιας παιδείας δωρεάν και για όλους.
Η επίθεση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν είναι άσχετη από τη γενικότερη επίθεση ενάντια στους εργαζόμενους και το λαό, με το πολύχρονο «γυψάρισμα» υπό τις οδηγίες της τρόικας του διεθνούς χρηματιστικού κεφάλαιου. Οταν έλεγαν ότι «η κρίση είναι ταυτόχρονα και ευκαιρία», εννοούσαν ότι θα επιδιώξουν ν’ ανοίξουν όλα τα μέτωπα και να πετύχουν παντού την τελική λύση, ποντάροντας στον τρόμο που προκαλεί η κρίση και η βιαιότητα της επίθεσής τους.
Το φοιτητικό κίνημα μπορεί να τους διαψεύσει. Αναβιώνοντας τις καλύτερες αγωνιστικές παραδόσεις του. Τον αγώνα ενάντια στη χούντα, την κατάργηση του νόμου 815, τα πιο πρόσφατα κινήματα των καταλήψεων. Αν τραβήξουν μπροστά οι φοιτητές, μαχητικά και συγκρουσιακά, θα δώσουν –εκτός των άλλων– ένα παράδειγμα στην εργαζόμενη κοινωνία.
Πανεπιστήμια-θυγατρικές των καπιταλιστικών επιχειρήσεων
Αφού μετέτρεψε σε ερείπια κοινωνικές κατακτήσεις δεκαετιών, η κυβέρνηση-εμπροσθοφυλακή και φερέφωνο της τρόικας, βάλθηκε μέσα στον γενικό χαμό και ποντάροντας στο γεγονός ότι η κοινωνία στέκει ακόμη μουδιασμένη, να σαρώσει ό,τι έχει απομείνει από το δημόσιο Πανεπιστήμιο. «Οι αλλαγές θα είναι πολύ βαθιές και θα αφορούν στο DNA της λειτουργίας των Πανεπιστημίων και των Τεχνολογικών Ιδρυμάτων» δήλωσε χαρακτηριστικά η Διαμαντοπούλου, που προανήγγειλε το τέλος «του Πανεπιστημίου της Μεταπολίτευσης».
Τι εννοεί με αυτά η υπουργός Παιδείας; Οτι πρέπει να εξαφανιστεί κάθε εναπομείναν ψήγμα από την οποιαδήποτε ελευθερία στην έρευνα, την επιστήμη, τη διδασκαλία, τη διοί-κηση, ότι τα Πανεπιστήμια πρέπει να προσανατολιστούν αυστηρά στην καπιταλιστική αγορά και τις ανάγκες της, αδιαφορώντας για την προαγωγή της επιστήμης και της έρευνας που στοχεύουν στη βελτίωση της ζωής του ανθρώπου, ότι πρέπει να λειτουργούν υπό την αυστηρή επιτήρηση των ανθρώπων της αγοράς και με όρους αγοράς, ότι πρέπει να μάθουν να επιβιώνουν μόνα τους και το κράτος να αποδεσμευτεί από τη χρηματοδότησή τους, ότι μέσα σ’ αυτά πρέπει να επικρατεί η πειθαρχία και το κλίμα υποταγής μιας επιχείρησης, ότι πρέπει να παραιτηθούν από κάθε ιδέα διαμόρφωσης συγκροτημένων επιστημόνων, σκεπτόμενων, πολιτικοποιημένων προσωπικοτήτων, αλλά να νοιάζονται για την αναπαραγωγή των απασχολήσιμων, ότι οι φοιτητές πρέπει να μετατραπούν σε ρομποτάκια, που κάτω από ένα ασφυκτικό πλαίσιο θα νοιάζονται μόνο για τα μαθήματά τους, ενώ η ενασχόλησή τους με την πολιτική θα θεωρείται έγκλημα καθοσιώσεως. Οτι, τέλος πάντων, τα Πανεπιστήμια πρέπει να μετατραπούν σε θυγατρικές των καπιταλιστικών επιχειρήσεων, που με όλα τα μέσα (προγράμματα και περιεχόμενο σπουδών, έρευνα και προϊόντα της, υποταγμένους φοιτητές άρα και ιδίου φυράματος εργαζόμενους) θα ενισχύουν το πάθος τους για μέγιστη κερδοφορία.
Συνδεδεμένη, λοιπόν, με τη θέση της Ελλάδας στο διεθνή καπιταλιστικό καταμερισμό της εργασίας και μάλιστα την περίοδο της μεγάλης οικονομικής κρίσης, η Παιδεία (και δη το Πανεπιστήμιο, που είναι προθάλαμος για την έξοδο στην παραγωγή των νέων ανθρώπων), είναι για τον Παπανδρέου «βασικό ζητούμενο για την επιβίωση της χώρας». Αντιλαμβάνεστε συνεπώς το μέγεθος της επαπειλούμενης καταστροφής και το περιεχόμενο των αλλαγών που προετοιμάζονται.
Οι αλλαγές-μέτρα που ανακοινώθηκαν
1 Συμβούλιο Διοίκησης
Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις, θα είναι το ανώτατο όργανο διοίκησης στα πανεπιστήμια. Σ’ αυτό θα συμμετέχει και η «κοινωνία», δηλαδή άτομα τα οποία δεν έχουν άμεση σχέση με το πανεπιστήμιο. Με τον όρο «κοινωνία» εδώ εννοούνται και εκπρόσωποι του επιχειρηματικού κόσμου, μαζί βέβαια με τους διάφορους εργατοπατέρες, δημαρχαίους, περιφερειάρχες και λοιπά θεσμικά όργανα του αστικού συστήματος εξουσίας. Το Συμβούλιο Διοί-κησης θα είναι αρμόδιο για το στρατηγικό σχεδιασμό του πανεπιστημίου, για τη διαχείριση του προϋπολογισμού καθώς και για άλλα καθήκοντα διοίκησης, που τώρα υπάγονται στο υπουργείο Παιδείας. Ενα από τα πιο σημαντικά καθήκοντα θα είναι η εξεύρεση πόρων χρηματοδότησης.
Ο ρόλος των εκπροσώπων των επιχειρηματιών στα Συμβούλια Διοί-κησης δεν μπορεί να είναι άλλος από την προώθηση αποδοτικών συμφωνιών μεταξύ πανεπιστημίων και επιχειρήσεων, συμφωνιών δηλαδή που στην ουσία θα βοηθούν το μεγάλο κεφάλαιο να αυξήσει το κέρδος του, που είναι και ο μοναδικός του στόχος.
Οι μεγαλοεπιχειρηματίες θα εκμεταλλεύονται την ανάγκη του πανεπιστημίου για χρηματικούς πόρους, αφού η χρηματοδότηση του υπουργείου είναι ανεπαρκής, για να κάνουν συμφωνίες στον τομέα της έρευνας αλλά και των σπουδών, τις οποίες θα χρησιμοποιήσουν ώστε να γίνουν πιο ανταγωνιστικά τα προϊόντα και οι υπηρεσίες τους. Ακόμα και να μην τους περάσει αρχικά, από τη στιγμή που το πανεπιστήμιο θα χρειάζεται λεφτά για να καλύψει τα λειτουργικά του έξοδα, στο πλαίσιο της οικονομικής αυτοτέλειας που θα έχει επιβάλλει η κυβέρνηση, θα προσφεύγει αναγκαστικά σε συμφωνίες με επιχειρήσεις.
Στις πρυτανικές αρχές πλέον θα ανατίθενται μόνο ακαδημαϊκά καθήκοντα, τα οποία όμως είναι φανερό ότι δεν μπορεί να μην επηρεάζονται από τις στρατηγικές επιλογές που θέτει το Συμβούλιο Διοίκησης. Εχουμε έτσι την έμπρακτη κατάργηση του άρθρου 16 του συντάγματος, που κατοχυρώνει το αυτοδιοίκητο των πανεπιστημίων, αφού ένα συμβούλιο στο οποίο οι επιχειρηματίες θα έχουν καταλυτικό ρόλο θα καθορίζει τον προσανατολισμό των σπουδών και τη σύνδεσή τους με τις επιχειρήσεις.
Η υποταγή του πανεπιστημίου στα καπιταλιστικά συμφέροντα θα έχει τραγικές συνέπειες για την κοινωνία. Οποια επιστήμη ή γνώση γενικότερα δεν αποδίδει κέρδη θα θεωρείται δευτερεύουσα και θα βρίσκεται υπό διωγμόν. Η έρευνα θα γίνεται κατά παραγγελία, ενώ οι λεγόμενες «κοινωνικές επιστήμες» θα συρρικνωθούν, καθώς η γνώση που παράγουν δεν είναι τόσο «αξιοποιήσιμη». Οι γνώσεις θα είναι όλο και περισσότερο αποσπασματικές, γιατί το μεγάλο κεφάλαιο δεν το νοιάζει η επιστήμη, αλλά μόνο ένα κομμάτι της που μπορεί να του αποφέρει κέρδος.
Αν εφαρμοστούν οι εξαγγελίες της υπουργού, τότε η υποβάθμιση των σπουδών είναι δεδομένη.
2 Σύνδεση αξιολόγησης – χρηματοδότησης
Σε άλλο άρθρο γράφουμε αναλυτικά για την ψευτιά της αξιολόγησης. Η σύνδεσή της με τη χρηματοδότηση πρακτικά σημαίνει ότι το υπουργείο Παιδείας θα «επιβραβεύ-ει» τα ιδρύματα που βρίσκονται ψηλά στις θέσεις της αξιολόγησης, δηλαδή τα ιδρύματα που ενδίδουν περισσότερο στις απαιτήσεις του κεφαλαίου, με μεγαλύτερα ποσά χρηματοδότησης από τα ιδρύματα που δεν έχουν καταφέρει να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις και να ανέβουν στις λίστες αξιολόγησης. Το μέτρο αυτό θα λειτουργήσει ουσιαστικά ως μία τιμωρία και ταυτόχρονα ως μία μέθοδος καταστολής σε όσα ιδρύματα δε δέχονται να υπηρετήσουν τα καπιταλιστικά συμφέροντα.
Αναφέρουμε ενδεικτικά ότι στην Αγγλία, το βασίλειο της αξιολόγησης και της σύνδεσης με τη χρηματοδότηση, πολλά πανεπιστήμια έβαλαν λουκέτο λόγω… χαμηλής αξιολόγησης.
3 Προγραμματικές συμφωνίες με το κράτος
Τα ιδρύματα θα είναι αναγκασμένα να έρχονται σε προγραμματικές συμφωνίες με το κράτος για τη χρηματοδότησή τους. Οι συμφωνίες αυτές, σύμφωνα με την υπουργό Παιδείας, «θα συνδέονται με συμφωνημένα κριτήρια, που έχουν σχέση και με την απόδοση και την αποδοτικότητα των ιδρυμάτων». Και εδώ προτεραιότητα δεν είναι τα λειτουργικά έξοδα και η ανάγκη παροχής των υπηρεσιών προς τους φοιτητές, αλλά η «απόδοση», με καπιταλιστικά κριτήρια. Δεν έχει τα κονδύλια το πανεπιστήμιο για να «αποδώσει»; Ας ψάξει να τα βρει.
Συστήνεται η ανεξάρτητη αρχή χρηματοδότησης, της οποίας αρμοδιότητα θα είναι να καθορίζει τον τρόπο χρηματοδότησης των ιδρυμάτων, και, από κει και πέρα, αφήνεται στο ίδιο το πανεπιστήμιο η παροχή των υπηρεσιών προς τους φοιτητές. Αν λοιπόν τα ποσά της χρηματοδότησης από το κράτος δεν είναι αρκετά, το ίδρυμα πρέπει να βρει τους πόρους γι’ αυτές τις παροχές.
Εύκολα αντιλαμβάνεται κανείς ότι και εδώ ισχύουν αυτά που γράφουμε για την αξιολόγηση. Το υπουργείο θέλει να οδηγήσει τα ιδρύματα σε συνεχή σύνδεση με τα επιχειρηματικά συμφέροντα. Το ότι αυτή η επιτροπή ονομάζεται ανεξάρτητη (από το κράτος) δείχνει την πρόθεση του υπουργείου οι υποχρεώσεις του να μην ξεπερνούν την παροχή ενός τραγικά μικρού ποσοστού του ΑΕΠ για την Παιδεία και από κει και πέρα τα πανεπιστήμια ας εξασφαλίσουν από αλλού έσοδα.
4 Αλλαγές στη διάρθρωση των σπουδών – Πιστωτικές μονάδες – Διά βίου μάθηση
Η υπουργός Παιδείας αναφέρθηκε στην επιβολή της «πολυτυπίας» στα ιδρύματα, με αλλαγές στην οργάνωση των σπουδών και του ερευνητικού έργου. Τα προγράμματα σπουδών γίνονται ελαστικά, και οι σπουδές θα σπάνε κατ’ έτος και κατ’ εξάμηνο. Σε κάθε πανεπιστήμιο θα υπάρχουν προαπαιτούμενα μαθήματα και αλυσίδες. Το κάθε μάθημα αντιπροσωπεύει κάποιες διδακτικές μονάδες και το πτυχίο αποτελεί άθροισμά τους. Οι φοιτητές επιλέγουν τις ατομικές τους διαδρομές, συλλέγοντας διδακτικές μονάδες που οδηγούν σε πτυχία πολλών ταχυτήτων, σαφώς μη ισοδύναμα. Ευνόητη είναι και η κατάργηση της συλλογικής κατοχύρωσης επαγγελματικών δικαιωμάτων στο πτυχίο. Δεν είναι το πτυχίο που έχει αξία, αλλά οι διδακτικές μονάδες που έχεις συλλέξει.
Επιδιώκεται σύνδεση με τη διά βίου μάθηση, δηλαδή με την κάθε είδους παραπαιδεία, από τα διπλώματα τύπου ecdl μέχρι τα «πτυχία» των αναβαθμισμένων πλέον κολεγίων. Με τη δημιουργία του Εθνικού Πλαισίου Προσόντων όλα αυτά (πτυχία διπλώματα και όποιο άλλο χαρτί) θα ανακατεύονται και ο κάθε ένας θα συλλέγει ένα άθροισμα πιστωτικών μονάδων που θα μεταφράζονται σε επαγγελματικά προσόντα. Η ενότητα της επιστήμης, απαραίτητο συστατικό για την ανάπτυξη και πρόοδό της, καταργείται. Το υπουργείο θέλει οι νέοι να ανταγωνίζονται μεταξύ τους για το ποιος θα πάρει τα περισσότερα χαρτιά. Η αποτυχία σου η επιτυχία μου.
Μιλώντας στη ΝΕΤ, η Διαμαντοπούλου έφτασε στο σημείο να αναφερθεί σε υποχρεωτικές παρουσίες, σε καθορισμό από κάθε ΑΕΙ ξεχωριστά ενός ανώτατου ορίου σπουδών, σε μηδενισμό για όποιον δεν προσέρχεται στις εξετάσεις και σε δημιουργία κέντρων αριστείας ως προνόμιο μόνο για τους φοιτητές με άριστες επιδόσεις. Είναι φανερό ότι όλα αυτά προσκρούουν στο άρθρο 16 του Συντάγματος, που κατοχυρώνει την πλήρη αυτοδιοίκηση των πανεπιστημίων και την ελευθερία στην επιστήμη, την έρευνα και τη διδασκαλία, γι’ αυτό και είναι αμφίβολο αν μπορούν να εφαρμοστούν άμεσα. Η κυβέρνηση «χτυπάει στα γεμάτα» για να μπορέσει να περάσει έστω κάποια από αυτά, δημιουργώντας τετελεσμένα στην επόμενη αναθεώρηση του συντάγματος. Όλα αυτά είναι ενδεικτικά για το στόχο που έχει βάλει η κυβέρνηση. Θέλει οι πανεπιστημιακές σπουδές να γίνουν προνόμιο μόνο για λίγους και τα παιδιά από τις εργατικές και μικρομεσαίες οικογένειες να αντιμετωπίζουν πάρα πολλές δυσκολίες, καθώς αναγκάζονται ήδη να δουλεύουν ανά διαστήματα και να αφήνουν πίσω τη σχολή.
5 Διεθνοποίηση των σπουδών
Αυτή συνίσταται στην εκλογή των καθηγητών από εκλεκτορικά σώματα με «έντονη διεθνή παρουσία», στη διεύρυνση του θεσμού των επισκεπτών καθηγητών (ώστε να αποφεύγονται οι πολλοί μόνιμοι διορισμοί), στη δυνατότητα να χορηγούνται ολόκληρες έδρες σε ιδιώτες που θα αναλάβουν και την οικονομική στήριξή τους (θα δούμε π.χ. έδρα Κόκκαλη, Βγενόπουλου, Βαρδινογιάννη κ.λπ.). Συνίσταται στη στροφή και των ελληνικών πανεπιστημίων στο εξωτερικό προς αναζήτηση φοιτητών-πελατών, στην ίδρυση παραρτημάτων των ελληνικών πανεπιστημίων στο εξωτερικό, όπως κάνουν ήδη πολλά ξένα πανεπιστήμια, που νοικιάζουν πτυχία και όνομα στα εδώ μαγαζιά των κολεγίων, προκειμένου να εξασφαλίσουν την επιβίωσή τους.
Αυτή τη στιγμή η κυβέρνηση κάνει ένα δειλό βήμα για την επιβολή διδάκτρων στους ξένους φοιτητές-πελάτες, κάποια στιγμή θα γίνει διασκελισμός και θα αφορά τους πάντες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα σ’ αυτή την κατεύθυνση είναι τα μεταπτυχιακά σε πολλές περιζήτητες σχολές, καθώς και το Ανοιχτό Πανεπιστήμιο.
6 Καλλικράτης στα πανεπιστήμια
Ανακοινώθηκε η επιβολή ενός πανεπιστημιακού «Καλλικράτη», με καταργήσεις και συνενώσεις ακόμα και ολόκληρων πανεπιστημίων, με βασικό στόχο την «ελαχιστοποίηση των διαχειριστικών δαπανών». Σύμφωνα με τη Διαμαντοπούλου, η χωροταξική και θεματική αναδιάρθρωση θα προχωρήσει «με γρήγορα βήματα», ενώ ο Παπανδρέου αναφέρθηκε και στην πιθανότητα να γίνεται η χρηματοδότηση μέσω των Περιφερειών. Αναφέρθηκε επίσης και η σύσταση Περιφερειακών Συμβουλίων, με «επιστημονική και κοινωνική συμμετοχή», τα οποία θα «έχουν υπό την ομπρέλα τους Πανεπιστήμια, ΤΕΙ και Ερευνητικά Κέντρα σε κάθε περιφέρεια» και τα οποία «θα παίξουν κυρίαρχο ρόλο στην ιστορία των συγχωνεύσεων και συνενώσεων».
Με δεδομένο ότι στις περισσότερες σχολές και τμήματα ήδη δεν υπάρχουν κατάλληλες υποδομές, αναμένεται να δημιουργηθεί ένα χάος με τις καταργήσεις και συγχωνεύσεις. Και εννοείται πως, αφού θα κλείσουν τεχνολογικά ιδρύματα και πανεπιστήμια, είναι σίγουρο ότι θα μειωθούν και οι θέσεις στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Λιγότερα άτομα θα μπορούν να σπουδάσουν.
Κερασάκι στην τούρτα της απροκάλυπτης και απροσχημάτιστης κατάργησης της έννοιας του αυτοδιοίκητου των ΑΕΙ αποτελεί και η ανακοίνωση για τη συγκρότηση Διεθνούς Συμβουλευτικής Επιτροπής για τις αλλαγές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, που «απαρτίζεται από Πρυτάνεις και Προέδρους μερικών από τα γνωστότερα Πανεπιστήμια του κόσμου στην Ευρώπη, την Αμερική, την Αυστραλία και την Ασία, αλλά και πρώην υπουργούς Παιδείας, που υλοποίησαν επιτυχείς μεταρρυθμίσεις στη χώρα τους»! Η Επιτροπή «θα συμβουλεύει την κυβέρνηση σε σχέση με τις σύγχρονες διεθνείς τάσεις που καθιστούν τα πανεπιστήμια ανταγωνιστικά διεθνώς» και θα υποβάλει έκθεση με «τις διαπιστώσεις και τις προτάσεις της». Η ξενοδουλεία αυτής της κυβέρνησης δεν έχει όριο.
♦ ♦ ♦
Πολλοί μπορεί να πουν, ότι όλα αυτά τα μέτρα αποκλείεται να περάσουν. Είτε διότι είναι αντισυνταγματικά και δεν θα βρεθεί η ζητούμενη συναίνεση στη Βουλή, είτε γιατί θα αντιδράσει η πανεπιστημιακή κάστα, είτε γιατί οι καπιταλιστές δεν έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρά μόνο για ελάχιστες σχολές, είτε…, είτε… είτε…
Αυτή είναι, όμως, μια εντελώς θεωρητική συζήτηση, η οποία παράγει επικίνδυνες καταστάσεις. Παράγει φιλολογική παράλυση, αδράνεια, αναμονή, ωχαδερφισμό. Οταν αφήνεις την όποια διαπραγμάτευση ενός τόσο σοβαρού θέματος σε δυνάμεις πέρα από το φοιτητικό κίνημα και πέρα από την εργαζόμενη κοινωνία, τότε το αποτέλεσμα είναι προδιαγεγραμμένο. Θα ρυθμίσουν τα πάντα για σένα, χωρίς εσένα.
Είναι γνωστό ότι οι κυβερνήσεις πάντοτε χρησιμοποιούν την τακτική του Χότζα. Ρίχνουν πολλά στο τραπέζι, φτιάχνουν ένα ισχυρό μπαράζ και στο τέλος, ακόμα και τα μισά να περάσουν, είναι ευχαριστημένες. Γιατί εκτός του ότι πέρασαν μια σειρά μέτρων, έχουν ανοίξει και το δρόμο, οπότε μπορούν να επανέλθουν, βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα. Ας δούμε τι έγινε με την κοινωνική ασφάλιση. Από το 1990 περνούσαν συνεχώς αλλαγές σε βάρος των εργαζόμενων και των συνταξιούχων. Η εργατική τάξη, χάρη στην προδοτική, υπονομευτική και διαλυτική πολιτική της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας και επειδή δεν έχει καταφέρει να συγκροτηθεί σε ανεξάρτητη ταξική βάση, έδινε μια μάχη οπισθοφυλακών, που την έχασε κατά κράτος το 2010, όταν το σύστημα ανατράπηκε ολοκληρωτικά. Αν το φοιτητικό κίνημα δεν θέλει να πάθει τα ίδια, πρέπει να αντιδράσει άμεσα και να βάλει αυτό την «ατζέντα». Να καθορίσει αιτήματα και διεκδικήσεις και όχι να περιμένει πότε η κυβέρνηση θα εξαπολύσει την επίθεσή της. Η σημερινή γενιά το χρωστάει στον εαυτό της, το χρωστάει στην εργαζόμενη κοινωνία, το χρωστάει στις γενιές που έρχονται.
Καταλύεται το άρθρο 16 του Συντάγματος
Για δεύτερη φορά, τώρα ως πρωθυπουργός μιας κυβέρνησης δωσίλογων, ο Γιώργος Παπανδρέου, επιχειρεί να καταλύσει το άρθρο 16 του Συντάγματος. Το σύνολο σχεδόν των αλλαγών που ευαγγελίζεται για τα Πανεπιστήμια είναι κατάφωρα αντισυνταγματικό.
Είναι γνωστό, ότι το ογκώδες, μαχητικό, διεκδικητικό κίνημα της φοιτητικής νεολαίας και της εργαζόμενης κοινωνίας, που μπήκε στο γύψο με τη δικτατορία των συνταγματαρχών και μάτωσε στην ηρωική εξέγερση του Πολυτεχνείου, υποχρέωσε τον νομοθέτη να εγγυηθεί (έστω με το γράμμα του νόμου, γιατί στην πραγματικότητα καθαρή επιστήμη, έρευνα και διδασκαλία στο Πανεπιστήμιο του καπιταλισμού δεν μπορεί να υπάρξει) το 1975, στο άρθρο 16 του Συντάγματος (παρ. 1), την ελευθερία της έρευνας, της επιστήμης και της διδασκαλίας, την ακαδημαϊκή ελευθερία και να ορίσει (παρ. 5) ότι η ανώτατη εκπαίδευση παρέχεται αποκλειστικά από ιδρύματα που αποτελούν νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου με πλήρη αυτοδιοίκηση.
Η πλούσια νομολογία, που αναπτύχθηκε γύρω από το συγκεκριμένο άρθρο, τροφοδοτούμενη από τις απόπειρες της εξουσίας να καταλύσει στη συνέχεια πλευρές ή και ολόκληρο το άρθρο 16 και από τις εκρήξεις του φοιτητικού κινήματος, που πάσχιζε να διαφυλάξει ιερά δικαιώματα και κατακτήσεις, ερμηνεύοντας τις σχετικές διατάξεις, τόνισε πως ο δημόσιος χαρακτήρας των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων «εξαιρεί τις ακαδημαϊκές δραστηριότητες από το πεδίο των ανταλλακτικών, εμπορευματικής μορφής σχέσεων, προκειμένου να εξυπηρετήσει μια θεμελιώδη κοινωνική ανάγκη». Υπογράμμισε δε πως «οι παραπάνω διατάξεις αποβλέπουν στη διασφάλιση της αυτονομίας της έρευνας και της επιστήμης σε σχέση τόσο με την πολιτική εξουσία, όσο και με τα ιδιωτικά συμφέροντα», και πως η νομική αυτή ταυτότητα των Πανεπιστημίων «συνυφάνθηκε με την υποχρέωση του κράτους να παρεμβαίνει εγγυητικά και να εξασφαλίζει με νομικά και υλικά μέσα την εκπλήρωση της αποστολής των πανεπιστημίων».
Από τα παραπάνω γίνεται φανερό πως ο Παπανδρέου και συντροφία επικαλούνται υποκριτικά το αυτοδιοίκητο των ΑΕΙ, ως την πεμπτουσία των αλλαγών, για να το τσαλαπατήσουν άγρια στη συνέχεια. Το τσαλαπατούν με την επιβολή Συμβουλίου Διοίκησης, απαρτιζόμενο και (κυρίως) από εξωπανεπιστημιακούς παράγοντες, που θα ασκεί τη διοίκηση, τον στρατηγικό σχεδιασμό και θα καθορίζει τον προϋπολογισμό των ΑΕΙ, με την επιβολή της εξωτερικής αξιολόγησης, συνδεδεμένης με τους δείκτες του ΟΟΣΑ για την κατάταξη των ΑΕΙ, την πιστοποίηση σπουδών, ιδρυμάτων και πτυχίων από ξένους εμπειρογνώμονες, τη βίαιη εξώθηση προς καπιταλιστές και επιχειρήσεις για την αναζήτηση πόρων, στο όνομα της πλήρους αυτοτέλειας στη διαχείριση της χρηματοδότησης, τις προγραμματικές συμφωνίες με το κράτος, βασισμένες στην «απόδοση και αποδοτικότητα», την παραπέρα περιστολή της έτσι κι αλλιώς ελλιπούς κρατικής δαπάνης, μέσω της κάρτας ή του κουπονιού του φοιτητή, την κατάργηση των προγραμμάτων σπουδών των Τμημάτων, που ορίζονταν στο πεδίο συνεκτικότητας μιας επιστήμης και την οργάνωση των σπουδών με βάση τη συλλογή διδακτικών μονάδων, την επαναφορά της έδρας, χρηματοδοτούμενης, άρα και ελεγχόμενης από ιδιώτες, τη σύνδεση της εκπαίδευσης-επιστήμης με την κατάρτιση μέσω της διά βίου μάθησης, την εκλογή των καθηγητών από εκλεκτορικά σώματα, στα οποία θα υπάρχει «έντονη διεθνής παρουσία», τον πανεπιστημιακό «Καλλικράτη» με κριτήριο την «ελαχιστοποίηση των διοικητικών και διαχειριστικών δαπανών».
Τώρα γίνεται φανερή η μεγάλη αξία του αγώνα των φοιτητών για την υπεράσπιση του άρθρου 16 στη συνταγματική αναθεώρηση του 2006-2007, που υποχρέωσε το αστικό σύστημα να αναβάλλει για μια δεκαετία την προσπάθεια κατεδάφισής του. Τότε ο Παπανδρέου, βρισκόμενος στην αντιπολίτευση, αναγκάστηκε να υπαναχωρήσει άτακτα από τα βρομερά σχέδιά του. Αν τότε οι φοιτητές δεν έβγαιναν στους δρόμους, ο ΓΑΠ θα ήταν τώρα «πάνω στ’ άλογο» και δεν θα είχε κανένα κώλυμα στην αντιμεταρρύθμισή του. Σήμερα επανέρχεται και διά της πλαγίας οδού επιχειρεί να κατεδαφίσει το άρθρο 16. Ακολουθεί πολιτική σοκ και δέους στα Πανεπιστήμια, ποντάροντας –χτυπώντας «στα γεμάτα»– να περάσει κάποιες έστω διατάξεις, στρώνοντας το δρόμο για την επόμενη αναθεώρηση του Συντάγματος, που θα αποτυπώσει μια ντε φάκτο σκληρή πραγματικότητα. Το φοιτητικό κίνημα, η εργαζόμενη κοινωνία έχουν χρέος να ξεσηκωθούν. Να υπερασπίσουν με νύχια και δόντια το δημόσιο Πανεπιστήμιο. Πρόκειται για τη ζωή και το μέλλον αυτών και των επόμενων γενεών.
Πανεπιστημιακό άσυλο
Οι πρόσφατες εξαγγελίες Παπανδρέου-Διαμαντοπούλου στους Δελφούς έδωσαν το στίγμα των μεταβολών που σχεδιάζεται να πραγματοποιηθούν στο χώρο της Παιδείας. Ωστόσο, στις τοποθετήσεις τους δεν αναφέρθηκαν στο πανεπιστημιακό άσυλο. Η ίδια η Διαμαντοπούλου φρόντισε, όμως, να μας πληροφορήσει σχετικά στην πρωινή εκπομπή της ΝΕΤ. Συγκεκριμένα, δήλωσε πως δε χρειάζεται να αλλάξει ο νόμος Γιαννάκου (σ.σ. θεωρείται επαρκέστατος, μιας και αντέστρεψε το περιεχόμενο του ασύλου, αφού προστατευόμενο αγαθό ΔΕΝ είναι η ελευθερία της δημόσιας διακίνησης των ιδεών του καθενός, ΑΛΛΑ η ελευθερία της ιδιωτικής διεξαγωγής της εργασίας των πανεπιστημιακών) και πως, πλέον, το Συμβούλιο Διοίκησης θα είναι αυτό που θα εφαρμόζει το νόμο.
Το πανεπιστημιακό άσυλο έχει τη δική του ιστορία στη χώρα μας. Αποτελεί εθιμικό δίκαιο ήδη από τη μετεμφυλιακή και προδικτατορική περίοδο. Το φοιτητικό κίνημα μετέτρεψε το πανεπιστήμιο σε πολιτικό προμαχώνα της ελεύθερης διακίνησης και πάλης πολιτικών ιδεών και το πανεπιστημιακό άσυλο σε ασπίδα απέναντι στην αστυνόμευση της πανεπιστημιακής ζωής. Ακόμα και στα μαύρα χρόνια της χούντας, το άσυλο τυπικά θεωρούνταν σε ισχύ και αποτελούσε συνεχή διελκυστίνδα ανάμεσα στις δικτατορικές δυνάμεις και το φοιτητικό κίνημα.
Κατά την αναθεώρηση του Συντάγματος του 1975, η τότε πλειοψηφία (ΝΔ) απέρριψε την πρόταση του καθηγητή Μαγκάκη για συνταγματική κατοχύρωση του ασύλου. Yπήρξε μόνο τυπική νομική κατοχύρωση το 1982 με το ν. 1268, στο πλαίσιο του οποίου πλέον θεσμοθετείται και επίσημα (νομοθετικά) η έννοια του ασύλου. «Για την κατοχύρωση της ακαδημαϊκής ελευθερίας, της ελεύθερης επιστημονικής αναζήτησης και της ελεύθερης διακίνησης των ιδεών, αναγνωρίζεται το Πανεπιστημιακό Ασυλο. Το Πανεπιστημιακό Ασυλο καλύπτει όλους τους χώρους των ΑΕΙ και συνίσταται στην απαγόρευση επέμβασης της δημόσιας δύναμης στους χώρους αυτούς χωρίς την πρόσκληση ή άδεια του αρμόδιου οργάνου του ΑΕΙ» (§§4, 5 του άρθρ. 2 του ν. 1268/1982).
Από το 1982 μέχρι και το 2006-07 το φοιτητικό κίνημα δε σταμάτησε να υπερασπίζεται αυτό το κοινωνικό κεκτημένο. Στους πανεπιστημιακούς χώρους είχαν θέση όλες οι απόψεις, τόσο σε επίπεδο ζύμωσης όσο και σε επίπεδο τακτικής. Σε πολλές περιπτώσεις η κυρίαρχη ιδεολογία βρέθηκε αντιμέτωπη με τις δυναμικές απαντήσεις και δράσεις των φοιτητών.
Το 2007 ήρθε ο νόμος-πλαίσιο Γιαννάκου. Το άρθρο 3 του ν. 1549/2007 αναφέρει χαρακτηριστικά: «Το ακαδημαϊκό άσυλο καλύπτει όλους τους χώρους του ΑΕΙ στους οποίους γίνεται εκπαίδευση και έρευνα. Οι χώροι αυτοί καθορίζονται με απόφαση και ευθύνη της Συγκλήτου για τα Πανεπιστήμια και της Συνέλευσης για τα ΤΕΙ». Μια μικρή φράση μεταβάλλει κατά τρόπο καθοριστικό το περιεχόμενο που είχε δοθεί στο πανεπιστημιακό άσυλο.
Τα τελευταία χρόνια, οι αστικές κυβερνήσεις έχουν επιδοθεί σε μια εξαιρετικά οργανωμένη εκστρατεία προπαγανδίζοντας αρνητικές και σε πολλές περιπτώσεις επικίνδυνες απόψεις γύρω απ’ το θεσμό του ασύλου, που αποσκοπούν στην ευκολότερη διάνοιξη του δρόμου για την κατάργησή του.
Με την ανάθεση της εφαρμογής του νόμου για την άρση του ασύλου στο Συμβούλιο Διοίκησης του πανεπιστημίου ο θεσμός παίρνει άλλο χαρακτήρα. Πλέον «φεύγει» από τα χέρια και τον έλεγχο της ακαδημαϊκής κοινότητας, αφού το Συμβούλιο Διοίκησης, που προσιδιάζει πιο πολύ σε board of directors εταιρίας, μπορεί μεν ν’ αποτελεί βασική συνιστώσα των ιδρυμάτων, δε θα έχει ωστόσο τις, καλώς εννοούμενες, αναστολές των πανεπιστημιακών, οι οποίοι τις περισσότερες φορές όφειλαν να λάβουν υπόψη και τη φωνή της φοιτητικής κοινότητας.
Ολα αυτά πρέπει να μας οδηγήσουν να σκεφτούμε ποιος είναι ο στόχος της κατάργησης του πανεπιστημιακού ασύλου. Μια άποψη είναι ότι «η δημοκρατία κατοχυρώνει προφανώς το δικαίωμα της ελεύθερης διακίνησης ιδεών και άρα ο θεσμός του ασύλου είναι τουλάχιστον άκαιρος». Αυτό όμως απαντιέται εύκολα, καθώς αυτό που ουσιαστικά εννοούν είναι μια διακίνηση των κυρίαρχων απόψεων, των τσεκαρισμένων, ώστε μέσα από το αναμάσημά τους να εντυπώνεται η ομαλότητα στο μυαλό της νεολαίας και από ‘κει και στης υπόλοιπης κοινωνίας. Μια τέτοια ελευθερία προφανώς και θα πολεμιέται πάντοτε από το φοιτητικό κίνημα. Αλλη άποψη είναι εκείνη που φωτογραφίζει τα πανεπιστήμια του εξωτερικού. Ωστόσο, οι διαδηλώσεις του 2006 στη Σορβόννη αποτελούν μια ηχηρή απάντηση σ’ όσους επιθυμούν μια κοινωνία που θα ‘χει πιει το «αμίλητο νερό» και δε θα δημιουργεί προβλήματα, ώστε το κεφάλαιο να μπορεί να δρα ανενόχλητο και να περνά ελεύθερα την πολιτική του.
Ειδικότερα σήμερα, με τη σωρεία νέων αντι-εκπαιδευτικών, αντεργατικών μέτρων και με την καταστολή να έχει αποκτήσει έναν σκληρό χαρακτήρα άνευ προηγουμένου, το άσυλο δε βρίσκεται τυχαία υπό συζήτηση. Μπορούμε πολύ εύκολα ν’ αντιληφθούμε πού το πάνε. Προσπαθούν να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για ένα πανεπιστήμιο αποστειρωμένο. Αποστειρωμένο όχι από τις παρατάξεις της υποταγής και του βολέματος (αυτές παίζουν άλλωστε το παιχνίδι τους), αλλά από ιδέες ανατρεπτικές που (ακόμα χειρότερα γι’ αυτούς) μπορούν να μετενσαρκωθούν σε ανατρεπτικές για τα σχέδιά τους πράξεις.
Το κοινωνικά αποξενωμένο πανεπιστήμιο δε μας αφορά. Εμείς οφείλουμε να παλέψουμε για τη διατήρηση αυτού του χώρου ως χώρου ζύμωσης και πολιτικής αντιπαράθεσης, ως χώρου που θα προάγει λογικές επαναστατικές και όχι τοποθετημένες σε καλούπια που άλλοι έφτιαξαν για μας.
Μας φοβούνται μορφωμένους
Ανακοινώθηκαν νέες μεταρρυθμίσεις στην παιδεία (νέο σχολείο, νέο πανεπιστήμιο), που πλέον –μαζί με το ασφαλιστικό– έχει γίνει το αγαπημένο «παιχνίδι» των απανταχού εκσυγχρονιστών. Για την τριτοβάθμια ανακοινώθηκε ένα μεγάλο πακέτο μέτρων, που αναλύουμε στις προηγούμενες σελίδες. Φυσικά, όπως κάθε μεταρρυθμιστής που σέβεται τον εαυτό του, η υπουργός Αννα Διαμαντοπούλου προσπαθεί να μας πείσει πως τα μέτρα που ανακοίνωσε από τους Δελφούς μαζί με τον «αντιεξουσιαστή» πρωθυπουργό «μας» είναι ό,τι χρειαζόμαστε στο δρόμο για μια πιο όμορφη κοινωνία.
Φυσικά, οι όποιες αναφορές γίνονται σε εκπαίδευση και όχι σε παιδεία. Υπάρχει μία ουσιώδης διαφορά ανάμεσα στους δύο όρους. Εκ-παίδευση σημαίνει ότι κάποιος άλλος σου δίνει ένα έτοιμο καλούπι με μερικές γνώσεις, σαν να είσαι ένα ζώο που σε προετοιμάζουν για μία παράσταση τσίρκου, και έχει ως στόχο να δημιουργεί άτομα άβουλα, τεχνοκράτες που ψυχολογικά έχουν αποδεχτεί ότι πρέπει να κάνουν ό,τι τους πει αυτός που έχουν πάνω από το κεφάλι τους.
Η εκ-παίδευση κυριαρχεί σήμερα. Και κυριαρχεί γιατί αυτό συμφέρει το μεγάλο κεφάλαιο, του οποίου το κέρδος είναι «ιερό» και με τη δύναμη που έχει επιβάλλει τη θέλησή του στους πολιτι- κούς. Δε νοιάζει καθόλου τους μεγαλοεπιχειρηματιες αν ο άνθρωπος είναι μορφωμένος. Αυτοί θέλουν να έχει τόσες γνώσεις όσες χρειάζονται ώστε να τον προσλαμβάνουν και να τους κάνει τη δουλειά τους. Αν θέλουν έναν να σκάβει, θα πάρουν όποιον τύχει, και ας μην έχει χαρτί δημοτικού. Αν θέλουν έναν που να ξέρει να κάνει κάποια λογιστικά, θα πάρουν τον απόφοιτο ενός ΙΕΚ. Αν θέλουν κάποιον με πολλές γνώσεις για μία δύσκολη δουλειά, θα πάρουν κάποιον από ένα ΑΕΙ. Καθόλου δεν τους νοιάζει αν ο πρώτος ξέρει να γράφει ή όχι, αν ο δεύτερος ξέρει μόνο να κάνει πράξεις και δεν έχει ιδέα από οικονομικούς όρους και καθόλου δεν τους νοιάζει και αν ο πτυχιούχος δεν ξέρει ούτε να καρφώνει μια πρόκα στο τοίχο.
Εμείς μιλάμε για αμερικανοποίηση του ελληνικού πανεπιστημίου. Και χρησιμοποιούμε αυτή τη λέξη, γιατί η Αμερική είναι ιδανικό παράδειγμα ενός συστήματος εκπαίδευσης προσαρμοσμένου σε πολύ μεγάλο βαθμό στη θέληση του κεφαλαίου. Κολέγια δύο ή τεσσάρων ετών, τοπικά πανεπιστήμια, τεχνικά και επαγγελματικά ινστιτούτα, εταιρικά διπλώματα. Απ’ όλα έχει ο μπαξές. Και φυσικά, έχει και τα μεγάλα ιδιωτικά πανεπιστήμια τύπου Γέιλ, που πάει μόνο η ελίτ, δηλαδή τα παιδιά των πλουσίων.
Προς τα κει βαδίζει το ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα. Αυτή ακριβώς τη λογική υπηρετούν οι εξαγγελίες του υπουργείου Παιδείας. Τη λογική του απόλυτου πλέον κατακερματισμού. Να δίνονται πτυχία και διπλώματα όλων των ειδών και να κατοχυρώνονται σ’ αυτά κάποια επαγγελματικά δικαιώματα. Ο κάθε καπιταλιστής θα μπορεί να διαλέγει από μία γκάμα πτυχιούχων και να τους πληρώνει όσο-όσο. Γι’ αυτό και θα μειω- θούν οι φοιτητές πανεπιστημίων.
Σκοπός τους είναι να μας βάλουν να τρωγόμαστε μεταξύ μας για τον αριθμό των χαρτιών και όχι να παλέψουμε για το δικαίωμά μας στη μόρφωση. Γιατί μας φοβούνται μορφωμένους. Ξέρουν ότι οι μορφωμένοι άνθρωποι θα μπορούν ν’ ανακαλύψουν πιο εύκολα τα καθημερινά ψέματα τους και ότι σε πραγματικά μορφωμένους ανθρώπους δε θα μπορούν να επιβάλουν εύκολα το μεσαίωνα που επικρατεί στους χώρους εργασίας. Στην ουσία, δε θα μπορούν να τους έχουν υποταγμένους. Δεν είναι τυχαίο ότι στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, επίσημα, από το βήμα της Βουλής, οι μορφωμένοι νέοι χαρακτηρίζονταν «στρατός της ανατροπής».
Από την άλλη, ακόμη και η εκπαίδευση (που είναι κάτι διαφορετικό από τη μόρφωση, την κατάκτηση ολόπλευρης γνώσης) κοστίζει στο σύστημα. Κοστίζει κρατικές δαπάνες. Γιατί, λοιπόν, ν’ αναγκάζονται να πληρώνουν για το –άθλιο έστω– επίπεδο σπουδών δεκάδων χιλιάδων νέων που περνούν κάθε χρόνο σε ΑΕΙ και ΤΕΙ και να μη πληρώνουν για σημαντικά λιγότερους; Οι υπόλοιποι μπορούν κάλλιστα να βολευτούν με το χαρτί κάποιου ΙΕΚ.
Πρέπει να παλέψουμε για την παιδεία. Την παιδεία ως κατάκτηση της γνώσης, ως μόρφωση που αρμόζει στον άνθρωπο ως ένα όν κοινωνικό, που είναι και το χαρακτηριστικό που τον κάνει διαφορετικό από τα ζώα. Ο κάθε νέος που τελειώνει το λύκειο θα πρέπει να έχει δικαίωμα αν θέλει να σπουδάσει πάνω σε ό,τι θέλει, να μπορεί να αποκτήσει όποιες γνώσεις θέλει και όχι μόνο τις γ