♦ AΛΕΧΑΝΔΡΟ ΓΚΟΝΣΑΛΕΣ ΙΝΙΑΡΙΤΟΥ
Biutiful
Μια ταινία που θα μπορούσε να ήταν και καλή. Ενα θέμα με ιδιαίτερες απαιτήσεις, που κατέληξε σε μελόδραμα. Ενας υπερτιμημένος σκηνοθέτης που αδυνατεί να ξεπεράσει τον εαυτό του. Αλλά ας δούμε το «Biutiful» αναλυτικότερα.
Ενας φτωχο-μεταπράτης, μεσάζοντας ψυχών, δηλαδή της μαύρης εργασίας μεταναστών, μικροκομπιναδόρος και αεριτζής, μαθαίνει ότι του απομένουν μόλις λίγοι μήνες ζωής. Η αγωνία για την τύχη των μικρών παιδιών του σκεπάζει ακόμα και την υπαρξιακή του αγωνία, οδηγώντας τον σ’ έναν αγώνα δρόμου για την εξοικονόμηση και της τελευταίας δραχμής…
Πίσω από τη βιτρίνα της όμορφης Βαρκελώνης, την κινέζικη παροικία, τα κακόφημα στέκια, τις πολυπληθείς άθλιες γειτονιές της, στοιβάζονται χιλιάδες απόκληροι της ζωής, άνεργοι, υποαπασχολούμενοι, μετανάστες, που γίνονται θύματα της πιο άγριας εκμετάλλευσης, ένας ολόκληρος περιθωριοποιημένος κόσμος που παλεύει για ένα κομμάτι ψωμί. Σ` αυτό το φόντο της παγκοσμιοποιημένης εξαθλίωσης, ο ήρωάς μας ζει τη δική του αγωνία, χωρίς ελπίδα και μέλλον, θύτης και θύμα μαζί. Σε μια τέτοια ιστορία και μια τέτοια ζωή, όπου η κακοτυχία εναλλάσσεται με αθέλητα εγκλήματα, ο Ινιαρίτου προσθέτει ακόμα περισσότερη δυστυχία, καταλήγοντας από το δράμα στο μελόδραμα, χάνοντας το μέτρο και φλυαρώντας, αδυνατώντας παράλληλα να διεισδύσει στις αιτίες των πραγμάτων. Οπως και στη «Βαβέλ», η αθλιότητα στην οποία έχει καταδικαστεί ο πλανήτης από την παγκόσμια δικτατορία του κέρδους είναι απλώς ένα ενδιαφέρον φόντο για να αναπτυχθεί το ατομικό δράμα.
Ο Ινιαρίτου συνθλίβεται στις συμπληγάδες της υποψιασμένης ματιάς που απαιτεί η οποιαδήποτε πρωτοπόρα τέχνη και στην ευκολία των ευανάγνωστων ιστοριών που απαιτεί το εμπορικό σινεμά. Και μεις –όπως και στην περίπτωση του Τόμας Βίντεμπεργκ που θα διαβάσετε παρακάτω– δικαιούμαστε να πούμε: Φτάνει πια με τις περιγραφές. Πείτε στον κόσμο κάτι περισσότερο απ` αυτό που ήδη βλέπει κάθε μέρα μπρος στα μάτια του.
♦ ΤΟΜΑΣ ΒΙΝΤΕΜΠΕΡΓΚ
Submarino
Αλλη μια προσωπική ιστορία, άλλο ένα κοινωνικό δράμα. Αυτή τη φορά στο έδαφος της παγωμένης Δανίας. Από ένα σκηνοθέτη που μετά το «Festen» θα περιμέναμε περισσότερα. Ομως, έχουμε πάλι μια ατομική, μια οικογενειακή τραγωδία, που έχει το ενδιαφέρον της, αλλά πόσο μας αφορά; Δυο πολύπαθα αδέρφια, παιδιά μιας αλκοολικής μητέρας, ζουν σαν ενήλικες μια ανάλογη κατακερματισμένη και αδιέξοδη ζωή. Μπορούν να κάνουν καλύτερες επιλογές, μα αδυνατούν. Στη ζωή που τους συνθλίβει μοναδική ελπίδα είναι ο γιος του ενός.
Ο Βίντεμπεργκ απορρίπτει την αμερικάνικη ματιά του μαύ-ρου-άσπρου στο χαρακτήρα και τις πράξεις των ηρώων του, βλέπει με συμπάθεια τις αδύνατες πλευρές τους, μπαίνει στην ψυχολογία και τις σχέσεις τους, περιγράφει τη σκοτεινή ζωή τους σ` ένα ζοφερό περιβάλλον, κι αυτό είναι όλο. Λείπει η κοφτερή, διαπεραστική ματιά που είδαμε στην «Οικογενειακή γιορτή», η ματιά που σκίζει την επιφάνεια και οδηγεί το θεατή στα άδυτα μιας αρρωστημένης κοινωνίας, εμπλουτίζοντας την κρίση του και οξύνοντας την αντίληψη του.
Ελένη Σταματίου