Οι περιπτώσεις που η μορφή και το περιτύλιγμα ξεπερνούν την ουσία και το περιεχόμενο δεν είναι τόσο συχνά. Ωστόσο, ο σεναριογράφος Γκιγιέρμο Αριάγκα θα πρέπει να συγκαταλεγεί σε αυτές τις περιπτώσεις. Συνδημιουργός, μαζί με τον συμπατριώτη του Αλεχάντρο Γκονσάλες Ιναρίτου, των ταινιών «21 γραμμάρια», «Χαμένες αγάπες» και «Βαβέλ», κατάφερε να δώσει υπόσταση σε ιστορίες ανθρώπινων παθών, επιτηδευμένα πολύπλοκες και χωρίς κοινωνικό βάθος. Εξαίρεση απετέλεσε η δεύτερη ταινία, της οποίας συνέγραψε το σενάριο όταν ακόμα δεν είχε αρχίσει η συνεργασία του με τον Ιναρίτου, και η οποία πραγματικά ήταν θαυμάσια.
Εννοούμε τις «Τρεις ταφές του Μελκιάδες Εστράδα». Μετά απ` αυτή, ο Αριάγκα και ο σκηνοθέτης των προηγούμενων τριών ταινιών, Ιναρίτου, επιδόθηκαν σ` ένα σινεμά επιδεξιότητας, εντυπωσιασμού και εκζήτησης, γοητευτικό μεν, χωρίς πολύ ουσία δε.
Αυτά έγιναν μέχρι που χώρισαν οι δρόμοι τους και ο Αριάγκα αποφάσισε να σκηνοθετήσει ο ίδιος τον εαυτό του, θεωρώντας ότι είναι περισσότερο μυθιστοριογράφος και λιγότερο σεναριογράφος. Το αποτέλεσμα τον διέψευσε. Για την ακρίβεια, τον είχε διαψεύσει πολύ πιο πριν. Γιατί, βέβαια, η ιδιότητα του συγγραφέα απαιτεί πολύ μεγαλύτερο υπόβαθρο. Και ο Αριάγκα απέδειξε μέχρι τώρα ότι είναι απλά ένας αξιόλογος σεναριογράφος στα πλαίσια του Χόλιγουντ. Οι σκηνοθετικές του ικανότητες είναι εντελώς ανάλογες με εκείνες του Ιναρίτου και η τελική έκβαση, δηλαδή «Τα σύνορα της μοναξιάς», είναι μια συμπαθητική, συναισθηματική ταινία, ικανή να αγγίξει τις ευαίσθητες χορδές ενός γυναικείου κοινού, χωρίς επιπλέον βαθύτερα επίπεδα ανάγνωσης. Δεν έχει ιδιαίτερο νόημα να μπούμε σε λεπτομέρειες, περιγράφοντας αυτές τις πολύ προσωπικές ιστορίες που διαδραματίζονται στο αμερικανικό Μεξικό. Αξίζει μόνο να σημειώσουμε την ακριβή, αξιόλογη δομή αυτής της ταινίας, όπου το φλας-μπακ πραγματικά αποκτά νόημα..
Ομως, δεν αρκούν οι καλές ερμηνείες και η αναμφισβήτητη καλλιτεχνική αρτιότητα για να απογειώσουν μια ταινία. Ακόμα και τα διαχρονικά ανθρώπινα πάθη απαιτούν πληρέστερες ερμηνείες.