Ο κόσμος αγανακτεί, οι καλλιτέχνες καταγγέλλουν στα θέατρα, όμως για να επιστρέψει ο Λιγνάδης στη φυλακή υπάρχουν συγκεκριμένες νομικές διαδικασίες. Και πρέπει να ξέρουμε ποιες είναι αυτές, ώστε να είναι στοχευμένες και με ονοματεπώνυμο οι παρεμβάσεις.
Για παράδειγμα, μπορεί η Εισαγγελία Εφετών να ασκήσει έφεση στην αθωωτική απόφαση για τον ένα βιασμό και στο ύψος των ποινών, ώστε η δίκη του Λιγνάδη στο δεύτερο βαθμό να ξεκινήσει από μηδενική βάση (κατηγορούμενος για τρεις βιασμούς ανηλίκων και όχι για δύο που καταδικάστηκε και αντιμέτωπος με ποινή μέχρι και 15 χρόνια κάθειρξη για κάθε βιασμό). Ομως, η Εισαγγελία Εφετών δεν μπορεί να ξαναστείλει τον Λιγνάδη στη φυλακή. Αυτό μπορεί να το κάνει μόνο ο Αρειος Πάγος, μέσα από τη διαδικασία της αναίρεσης. Οπως έγινε με τον νεοναζιστή Πατέλη και το δολοφόνο Κορκονέα.
Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, λοιπόν, οφείλει να ζητήσει από την πρόεδρο του ΜΟΔ Γιούπη Παναγιώτα να καθαρογράψει την καταδικαστική απόφαση του Λιγνάδη «εντός του απολύτως αναγκαίου χρόνου», προκειμένου να ασκήσει αναίρεση κατά της απόφασης με την οποία αποφυλακίστηκε (με πλειοψηφία 4-3).
Εγείρουμε αυτό το ζήτημα, γιατί η πρόεδρος, που είχε τη γνωστή στάση, θα προσπαθήσει να καθυστερήσει την καθαρογραφή της απόφασης, με σκοπό να μην μπορεί ο εισαγγελέας να ασκήσει αναίρεση κατ’ αυτής. Σύμφωνα με την παράγραφο 3 του άρθρου 473 του ΚΠΔ (Κώδικας Ποινικής Δικονομίας) για να ασκηθεί αναίρεση από τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κατά πρωτόδικης απόφασης πρέπει αυτή να καθαρογραφεί και να καταχωριστεί στο ειδικό βιβλίο. Ιδού η διάταξη (η έμφαση δική μας):
«Στο ειδικό αυτό βιβλίο καταχωρίζονται καθαρογραμμένες και οι αποφάσεις των πρωτοβάθμιων δικαστηρίων, που, όπως απαγγέλθηκαν, προσβάλλονται με έφεση, εφόσον, εντός προθεσμίας τριάντα (30) ημερών από τη δημοσίευση της απόφασης, το ζητήσει ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου. Στην περίπτωση αυτήν η απόφαση καθαρογράφεται εντός του απολύτως αναγκαίου χρόνου. Η προθεσμία για την άσκηση αναίρεσης από τον εισαγγελέα αρχίζει και στην περίπτωση αυτή, από την ως άνω καταχώριση».
Για να μην υπάρξει η παραμικρή αμφιβολία ότι τα εδάφια που παραθέσαμε αναφέρονται στο δικαίωμα του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου να ασκεί αναίρεση κατά οποιασδήποτε απόφασης, παραθέτουμε την 2η παράγραφο του άρθρου 505 και το άρθρο 507 του ΚΠΔ:
«2. Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου μπορεί να ζητήσει την αναίρεση οποιασδήποτε απόφασης μέσα στην προθεσμία που ορίζεται από το άρθρο 507.
Αρθρο 507
Προθεσμία αναίρεσης για τους εισαγγελείς
Η προθεσμία για την άσκηση αναίρεσης από τον εισαγγελέα αρχίζει από την καταχώριση καθαρογραμμένης της απόφασης στο ειδικό βιβλίο που τηρείται στη γραμματεία του δικαστηρίου και για μεν τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου είναι ενός (1) μηνός, για δε τους λοιπούς εισαγγελείς είκοσι (20) ημερών, από την καταχώριση αυτήν».
Γιατί εκτιμούμε ότι η πρόεδρος Γιούπη Παναγιώτα (οι άλλοι δύο τακτικοί δικαστές στη σύνθεση του ΜΟΔ ήταν οι πρωτοδίκες Μάγκου Σοφία-Μαρία και Ταβούτη Δέσποινα) θα καθυστερήσει την καθαρογραφή της απόφασης; Η εκτίμησή μας πηγάζει από τη στάση που κράτησε η πρόεδρος κατά το στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας που άρχισε με την απαγγελία της απόφασης για την ενοχή του Λιγνάδη για δύο βιασμούς και ολοκληρώθηκε με την απόφαση που έκανε δεκτό το αίτημά του να έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα η έφεση μέχρι την ολοκλήρωση της εκδίκασης της υπόθεσης στο δεύτερο βαθμό.
Ο εισαγγελέας Πρωτοδικών Κούντριας Κωνσταντίνος, που βρισκόταν στην εισαγγελική έδρα του ΜΟΔ, πρότεινε την ενοχή του Λιγνάδη για τρεις βιασμούς.
Το δικαστήριο αποφάσισε την αθώωσή του για τον ένα βιασμό με πλειοψηφία 5-2. Η πρόεδρος Γιούπη Παναγιώτα, η πρωτοδίκης Ταβούτη Δέσποινα και τρεις από τους τέσσερις ενόρκους ψήφισαν την απαλλαγή του, ενώ η πρωτοδίκης Μάγκου Σοφία-Μαρία και ένας ένορκος την ενοχή του.
Για τον βιασμό στο Μεταξουργείο το δικαστήριο με πλειοψηφία 5-2 αποφάσισε την ενοχή του Λιγνάδη. Μειοψήφισαν η Γιούπη και η Ταβούτη. Για το ύψος της ποινής το δικαστήριο αποφάσισε, με πλειοψηφία 4-3, 10 χρόνια κάθειρξη. Σ’ αυτή την απόφαση η πρόεδρος Γιούπη έπεισε και έναν ένορκο και πρότειναν 6 χρόνια κάθειρξη! Ο εισαγγελέας Κούντριας είχε προτείνει 12 χρόνια κάθειρξη.
Οσοι κάνουμε χρόνια δικαστικό ρεπορτάζ γνωρίζουμε πολύ καλά ότι η πρόεδρος του δικαστηρίου, ιδιαίτερα στα ΜΟΔ, παίζει μεγάλο ρόλο και μπορεί να επηρεάσει και ενόρκους. Είναι άκρως προκλητική η πρόταση των δύο τακτικών δικαστών, Γιούπη και Ταβούτη, να προτείνουν 6 χρόνια κάθειρξη, όταν η προβλεπόμενη ποινή κυμαίνεται από 5 μέχρι 15 χρόνια κάθειρξη και δεν είχε αμαγνωριστεί κανένα ελαφρυντικό. Δείχνει πως είχαν αποφασίσει είτε να αθωώσουν τον Λιγνάδη είτε να του βάλουν ποινές κοντά στο ελάχιστο.
Να σημειώσουμε, ακόμη, ότι η πρόεδρος Γιούπη είχε προτείνει, μαζί με έναν ένορκο να δοθεί το ελαφρυντικό της καλής συμπεριφοράς μετά την πράξη για μεγάλο χρονικό διάστημα (άρθρο 84 παράγραφος 2ε του Ποινικού Κώδικα). Ομως μειοψήφησαν, καθώς οι πρωτοδίκες Ταβούτη και Μάγκου και τρεις ένορκοι αποφάσισαν να απορριφθεί το αίτημα για χορήγηση αυτού του ελαφρυντικού (το ελαφρυντικό του σύννομου βίου, που είχε ζητηθεί από τον Κούγια, είχε απορριφθεί ομόφωνα).
Γι’ αυτό και είναι εξίσου προκλητική με τη στάση της προέδρου η στάση της πρωτοδίκη Ταβούτη που πρότεινε ποινή κάθειρξης 6 ετών, ενώ είχε απορρίψει και τα δύο αιτήματα του Λιγνάδη για αναγνώριση ελαφρυντικού και η ποινή κυμαίνεται από 5 μέχρι 15 χρόνια κάθειρξη.
Για τον βιασμό στην Επίδαυρο το δικαστήριο αποφάσισε με πλειοψηφία 4-3 την ενοχή του Λιγνάδη. Στην πλειοψηφία ήταν οι τρεις ένορκοι και η πρωτοδίκης Μάγκου, ενώ στη μειοψηφία που ψήφισε υπέρ της απαλλαγής του Λιγνάδη ήταν η πρόεδρος Γιούπη, η πρωτοδίκης Ταβούτη και ένας ένορκος. Ο εισαγγελέας Κούντριας πρότεινε ποινή κάθειρξης 12 χρόνων. Το δικαστήριο, όμως, με πλειοψηφία 4-3, αποφάσισε την προκλητική ποινή των 5 χρόνων κάθειρξης. Την πλειοψηφία σε αυτή την απόφαση αποτελούσαν η πρόεδρος Γιούπη, πάλι η πρωτοδίκης Ταβούτη και δύο ένορκοι. Μειοψήφησαν δύο ένορκοι και η πρωτοδίκης Μάγκου.
Συγχώνευση των ποινών. Η πρόεδρος Γιούπη, η πρωτοδίκης Ταβούτη και ένας ένορκος μειοψήφισαν προτείνοντας 11 χρόνια και όχι 12 που αποφάσισε το δικαστήριο.
Αποφυλάκιση του Λιγνάδη. Εδώ το δίδυμο των τακτικών δικαστών, η πρόεδρος Γιούπη και η πρωτοδίκης Ταβούτη, «έδωσε ρέστα» και πείθοντας δύο ενόρκους πέτυχε την πλειοψηφία 4-3 για την αποφυλάκιση του Λιγνάδη.
Απ΄ όσα εκθέσαμε, λοιπόν, γίνεται φανερό ότι -εκτός από την περίπτωση του ελαφρυντικού του άρθρου 84 παράγραφος 2ε ΠΚ- η πρόεδρος Γιούπη και η πρωτοδίκης Ταβούτη λειτουργούσαν ως μπλοκ. Αρχικά προσπάθησαν να αθωώσουν τον Λιγνάδη και για τους τρεις βιασμούς. Στη συνέχεια προσπάθησαν να καταδικαστεί ο Λιγνάδης σε μικρές ποινές, κοντά στο ελάχιστο των 5 χρόνων κάθειρξης, προτείνοντας ως μπλοκ 5 και 6 χρόνια κάθειρξη για τους βιασμούς στην Επίδαυρο και στο Μεταξουργείο, αντίστοιχα. Πέτυχαν να επηρεάσουν δύο ενόρκους και έτσι να σχηματιστεί πλειοψηφία που για τον βιασμό στην Επίδαυρο επέβαλε την κατώτερη προβλεπόμενη ποινή (μόνο 5 χρόνια)! Στο τέλος, το μπλοκ απελευθέρωσε τον Λιγνάδη.
Το σκεπτικό της απόφασης με την οποία έκαναν δεκτό το αίτημα του Λιγνάδη να έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα η έφεσή του δεν ανακοινώθηκε. Θα ανακοινωθεί με την καθαρογραφή της απόφασης. Δεν πρόκειται για παρατυπία του ΜΟΔ. Σε όλες τις δικαστικές αποφάσεις το σκεπτικό τόσο της κύριας όσο και των παρεμπιπτουσών αποφάσεων ανακοινώνεται με την καθαρογραφή τους. Θεωρούμε σίγουρο, όμως, ότι η πλειοψηφία θα ισχυριστεί ότι ο Λιγνάδης δεν είναι επικίνδυνος για την τέλεση νέων αδικημάτων.
Γι’ αυτό εκτιμούμε, ενόψει αυτών που εκθέσαμε αναλυτικά για τη δράση του μπλοκ, ότι η πρόεδρος θα καθυστερήσει την καθαρογραφή της απόφασης, για να μείνει ελεύθερος ο Λιγνάδης μέχρι να εκδικαστεί η υπόθεση σε δεύτερο βαθμό. Να μην πάει στράφι ο «αγώνας» που έδωσε από κοινού με την πρωτοδίκη Ταβούτη.
Γι’ αυτό και ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου οφείλει να ζητήσει τη συντομότατη καθαρογραφή της υπόθεσης, η οποία έχει συγκλονίσει τον ελληνικό λαό, και να ασκήσει αναίρεση στην απόφαση για τη χορήγηση ανασταλτικού αποτελέσματος στον Λιγνάδη. Οπως είδαμε, ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου έχει αυτό το δικαίωμα και οφείλει να το ασκήσει.
ΥΓ1. Οχι μόνο ο Κούγιας, που δικηγορεί επί 50 χρόνια, αλλά και ένας φοιτητής της Νομικής γνωρίζει πολύ καλά ότι στα ΜΟΔ δεν υπάρχουν μόνο τακτικοί δικαστές (τρεις) αλλά και ένορκοι (τέσσερις). Γνωρίζει επίσης ότι ο θεσμός των ΜΟΔ υπήρξε πολύ σημαντικός, γι’ αυτό και όλες οι αστικές κυβερνήσεις τον αποψίλωσαν, εξαιρώντας από τη δικαιοδοσία των ΜΟΔ και τις υποθέσεις του αντάρτικου πόλης. Στην προσπάθειά του να ευχαριστήσει δημόσια την πρόεδρο Γιούπη και την πρωτοδίκη Ταβούτη για το ρόλο που έπαιξαν, ο Κούγιας απαξίωσε το θεσμό των ΜΟΔ και τα έβαλε με όλους τους ενόρκους, απαξιώνοντάς τους, τη στιγμή που μερικοί έβαλαν πλάτη για τις μικρές ποινές που επιβλήθηκαν στον Λιγνάδη και μάλιστα δύο απ’ αυτούς με την ψήφο τους καθόρισαν τη χορήγηση ανασταλτικού χαρακτήρα στην έφεση του πελάτη του.
Η αμετροέπεια και η έκρηξη του Κούγια, που αυτοδιαφημίζεται ως ο μεγάλος ποινικολόγος που κερδίζει σημαντικές υποθέσεις, είναι κάτι το συνηθισμένο. Εκείνο που έχει σημασία να υπογραμμίσουμε είναι ότι εγκωμιάζοντας το ρόλο που έπαιξαν η πρόεδρος Γιούπη και η πρωτοδίκης Ταβούτη, ο Κούγιας κατάφερε να τις εκθέσει και να ενισχύσει στον ελληνικό λαό την άποψη ότι η απόφαση του ΜΟΔ είναι διάτρητη. Ο Λιγνάδης θα έχει και την τύχη που είχε ο νεοναζιστής Πατέλης, που στις 18 Οκτώβρη του 2021 αποφυλακίστηκε και στη συνέχεια, μετά από αναίρεση του εισαγγελέα, που έγινε δεκτή από το Ζ’ Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου, επέστρεψε στις φυλακές του Δομοκού.
Τέλος, καλά θα κάνει ο Κούγιας να ενημερωθεί για τις διατάξεις του άρθρου 497 ΚΠΔ (που αναφέρεται στην ανασταλτική δύναμη της έφεσης και στη δυνατότητα υποβολής αίτησης για αναστολή εκτέλεσης της ποινής) για μην εκτίθεται λέγοντας παπάτζες.