Για μια φορά ακόμη η ίδια εικόνα. Ενας ισχυρός σεισμός που ταρακούνησε τη Μεσόγειο, ο κόσμος στην Ελλάδα έντρομος να περιμένει ουσιαστική ενημέρωση και στα τηλεπαράθυρα να πλακώνονται οι σεισμολόγοι, ενώ τα κυβερνητικά στελέχη έστριψαν στη γωνία και εξαφανίστηκαν. Το ότι ο εισμός έγινε στη θάλασσα και οι ζημιές ήταν λίγες (κυρίως σ’ ένα χωριό των Κυθήρων) τους έβγαλε από τη δύσκολη θέση. Ομως, όποιος παρατηρεί την πραγματικότητα χωρίς μυωπικά γυαλιά, διαπίστωσε για μια φορά ακόμη πως η Ελλάδα, η πιο σεισμογενής χώρα της Ευρώπης (στη χώρα μας εκλύεται το 50% της σεισμικής ενέργειας της Ευρώπης), εξακολουθεί να παραμένει εντελώς απροστάτευτη.
Ο σεισμός είναι, βέβαια, ένα φυσικό φαινόμενο που δεν μπορούμε να το αποτρέψουμε. Ομως, οι συνέπειες που παράγει συνιστούν πολιτικό φαινόμενο. Οι στατιστικές λένε ότι στη διάρκεια του 20ού αιώνα είχαμε έναν ισχυρό σεισμό κάθε 1,5 χρόνο, που προκάλεσε καταστροφές. 40 απ’ αυτούς τους σεισμούς προκάλεσαν, πέρα από τις ζημιές σε κτίρια και υποδομές, και ανθρώπινα θύματα. Θεσσαλονίκη, Αθήνα, Καλαμάτα, Αίγιο και ξανά Αθήνα είναι γεγονότα σχετικά πρόσφατα και δεν μπορεί κανείς να τα ξεχάσει.
Τί θα περίμενε κανείς από μια χώρα που αντιμετωπίζει τόσο σοβαρό πρόβλημα με τους σεισμούς; Πρώτο, να ενισχύσει τις έρευνες στην κατεύθυνση της πρόγνωσης, να καταστεί πρωτοπόρα σ’ αυτό τον τομέα. Δεύτερο, να εκπονήσει σχέδια πρόληψης του κινδύνου.
Τί έχει γίνει στον τομέα της πρόγνωσης; Το χάλι το βλέπουμε live στις τηλεοπτικές οθόνες μετά από κάθε ισχυρό σεισμό. Οι σεισμολόγοι ξεκατινιάζονται, καταγγέλλοντας ο ένας τον άλλο, χωρίς να μπορούν να κρύψουν ότι το ξεκατίνιασμα έχει να κάνει με το πόσα λεφτά το κάθε εργαστήριο, η κάθε ερευνητική ομάδα παίρνει από το κράτος. Πριν μερικά χρόνια είχαμε την ομάδα ΒΑΝ. Η πλειοψηφία των σεισμολόγων κατήγγειλε την ομάδα ΒΑΝ περίπου ως λαμόγια και μόνο μια μειοψηφία συντασσόταν μαζί της. Φυσικά, ο πολίτης δεν είναι ειδικός για να καταλάβει ποιος έχει δίκιο σε μια επιστημονική διαμάχη.
Εκείνο που βλέπει, όμως, είναι ότι σήμερα το ΒΑΝ έχει εγκαταληφθεί εντελώς, χωρίς κανείς να μπει στον κόπο να εξηγήσει τι έγινε, τι λεφτά διατέθηκαν, τι οφέλη προέκυψαν. Τώρα έχει βγει η ομάδα Παπαζάχου και υποστηρίζει βάσιμα ότι έχει κάνει προόδους στη μεσοπρόθεσμη πρόβλεψη των σεισμών, όμως το κράτος γράφει στα παλιά του τα παπούτσια τη δουλειά της. Ο Τσελέντης, επίσης, φώναζε εδώ και καιρό ότι του έχουν κόψει τα κονδύλια για τους σεισμογραφικούς σταθμούς που λειτουργούσε στη δυτική Ελλάδα. Πέρα από τις υπερβολές, τις υποβολές, τον καυγά μεταξύ τους και όλα τα υπόλοιπα, και ο Παπαζάχος και ο Τσελέντης έχουν δίκιο. Γιατί το πρόβλημα δεν είναι επιστημονικό αλλά πρόβλημα χρημάτων. Εκεί είναι που το κράτος σηκώνει αδιάφορα τους ώμους. Πρόβλημα χρημάτων όχι μόνο και όχι τόσο για την ενίσχυση της έρευνας, όσο για την ικανοποίηση των αποτελεσμάτων της έρευνας. Οταν π.χ. η ομάδα Παπαζάχου σου λέει ότι είναι πιθανός ένας ισχυρός σεισμός στην τάδε περιοχή, πρέπει να βάλεις μπροστά ένα πρόγραμμα αντισεισμικής θωράκισης αυτής της περιοχής. Να ελέγξεις όλα τα δημόσια κτίρια και να τα ενισχύσεις. Να ελέγξεις τα ιδιωτικά κτίρια και να δώσεις άτοκα ή χαμηλότοκα δάνεια για τη στατική ενίσχυση όσων δεν πληρούν τις σύγχρονες προδιαγραφές. Να έχεις έτοιμα σχέδια εκκένωσης των κατοικημένων περιοχών και δημιουργίας χώρων διαφυγής και εκτόνωσης σε περίπτωση σεισμού, αλλά και διαβίωσης των κατοίκων σε καταυλισμούς. Αυτά, όμως, θέλουν λεφτά που δεν είσαι διατεθειμένος να διαθέσεις. Γι’ αυτό γράφεις στα παλιά σου τα παπούτσια τον Παπαζάχο και την προειδοποίησή του και πορεύεσαι στο πέλαγο του τυχαίου με βάρκα την ελπίδα και την πίστη στο… θεό της Ελλάδας.
Ο Παπαζάχος, όμως, δεν είναι χτεσινός. Είναι επιστήμονας διεθνούς κύρους, από τα χείλη του οποίου κρεμάστηκε πολλές φορές η χώρα σε περιπτώσεις καταστροφικών σεισμών. Βγαίνει, λοιπόν, και σε καταγγέλλει, τεκμηριωμένα: εδώ είναι η έκθεση που είχα στείλει στους αρμόδιους κρατικούς φορείς. Πυροδοτείται αμέσως το γαϊτανάκι της αποποίησης ευθυνών από τα αρμόδια υπουργεία. Κάθε υπουργός πετάει το μπαλάκι στον αέρα, μέχρι να βρεθεί κάποιος να το πιάσει. Και επειδή αυτός ο κάποιος δεν βρίσκεται, βάζουν μπροστά μια διαδικασία υπονόμευσης του προσωπικού κύρους του Παπαζάχου και της επιστημοσύνης της ομάδας του: Αλλα έλεγε στο παρελθόν, άλλα λέει τώρα και τα λοιπά. Βγάζεις και καναδυό επιστημονικούς ανταγωνιστές του Παπαζάχου να πετάνε μπηχτές και ποντάρεις στο ότι σε λίγες μέρες το θέμα θα έχει φύγει από την επικαιρότητα και κανένα «παράθυρο» δεν θ’ ανοίγει για σεισμολόγους και άλλους ειδικούς.
Πριν λίγο καιρό το ΤΕΕ ανακοίνωσε ότι το 80% των κτιρίων της χώρας χτίστηκε πριν τον αντισεισμικό κανονισμό του 1985 και γι’ αυτό απαιτείται προσεισμικός έλεγχος και ενδεχομένως αντισεισμική ενίσχυση. Την έγραψαν και αυτή τη μελέτη εκεί που δεν πιάνει μελάνι. Κλείνουν το μάτι στον κόσμο, λέγοντάς του: «Οι μηχανικοί θέλουν να κονομήσουν». Ναι, οι μηχανικοί θέλουν να κονομήσουν, αλλά γιατί δεν μας λέτε αν αυτά που λέει το ΤΕΕ είναι σωστά ή όχι;
Γνωρίζει κανείς κρατικός φορέας πόσες από τις κατοικίες που κρίθηκαν επισκευάσιμες μετά το σεισμό του 1999 στην Αθήνα επισκευάστηκαν σωστά; Κανεις. Πρέπει να είναι περισσότερες από 50.000 οι οικογένειες που επισκεύασαν όπως-όπως τα σπίτια τους, χρησιμοποιώντας πολυπράγμονες και παντελώς άσχετους εργολάβους, επειδή δεν μπορούσαν να αντεπεξέλθουν στη δαπάνη μιας σωστής αντισεισμικής μελέτης και θωράκισης. Τα όπως-όπως επισκευασμένα κτίρια μπορεί σήμερα να είναι πιο επικίνδυνα σε σχέση με την περίοδο πριν την επισκευή τους, αφού ενδεχομένως να έχει αλλάξει τελείως η στατική συμπεριφορά τους. Γιατί, όμως, να ενδιαφερθεί και να ελέγξει το κράτος; Οταν ελέγχεις, θα σου ζητήσουν και συμμετοχή στη δαπάνη.
Η Πολυτεχνική Σχολή του ΑΠΘ έκανε πρόσφατα έρευνα σε 167 σχολικά κτίρια της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στη Θεσσαλονίκη. Τα κατέταξε σε μια κλίμακα από 0 μέχρι 5 με βάση την αντισεισμική τους θωράκιση. Το 48% απ’ αυτά πήραν βαθμό κάτω από το 1, ενώ το 18% πήρε βαθμό κάτω από το 0! Και αυτή η έρευνα πήγε στα σκουπίδια.
Στην Πάτρα έκανε μια έρευνα το ΤΕΕ και διαπίστωσε ότι εκατοντάδες δημόσια κτίρια (ανάμεσά τους και σχολεία) είναι επικίνδυνα σε περίπτωση νέου σεισμού, διότι δεν έχουν αποκατασταθεί επαρκώς μετά τους σεισμούς του 1993 και του 1995.
Κι αν δεν σας αρκούν όλα τα παραπάνω, δεν έχετε παρά να ανατρέξετε στην ομολογία του υπουργού ΠΕΧΩΔΕ Γ. Σουφλιά, ότι ο κρατικός προϋπολογισμός έχει μειώσει τα κονδύλια που δίνονταν στον ΟΑΣΠ, τον κρατικό φορέα που υποτίθεται ότι συντονίζει όλο το έργο της αντισεισμικής προστασίας της χώρας.
Και όμως, στην Ελλάδα δαπανώνται κάθε χρόνο κατά μέσο όρο γύρω στα 150 δισ. δραχμές για αποκατάσταση ζημιών από σεισμούς. Μόνο για την Αττική έχουν δαπανηθεί περισσότερα από 400 δισ. δραχμές. Ολα αυτά τα χρήματα διατίθενται κατόπιν εορτής και μεγάλο μέρος τους επιβαρύνονται τα νοικοκυριά. Αν υπήρχε ένας στοιχειώδης σχεδιασμός, αν υπήρχε διάθεση να διατεθούν κονδύλια για την πρόληψη, αν ένα μέρος από τα κονδύλια που αναγκαστικά διατίθενται εκ των υστέρων δίνονταν για την ανάπτυξη ενός μεγάλου προγράμματος αντισεισμικής θωράκισης, οι συνέπειες των ισχυρών σεισμών θα ήταν λιγότερο καταστροφικές για τα κτίρια και με λιγότερα ανθρώπινα θύματα.
Και κάτι τελευταίο. Τα περιβόητα Κοινοτικά Πλαίσια Στήριξης, που υποτίθεται ότι αναμορφώνουν τη χώρα και βελτιώνουν τις υποδομές της, δεν περιλαμβάνουν δυο κατηγορίες έργων: έργα αντιπλημμυρικής προστασίας και διαχείρισης των υδάτων και έργα αντισεισμικής προστασίας. Ουδέποτε οι ελληνικές κυβερνήσεις διεκδίκησαν από την ΕΕ κονδύλια για αντισεισμική προστασία. Γιατί απλούστατα το πρόβλημα δεν τις ενδιαφέρει.
Να λοιπόν γιατί εμείς υποστηρίζουμε ότι το πρόβλημα των σεισμών είναι τελικά πολιτικό πρόβλημα. Είναι πρόβλημα καπιταλιστικής διαχείρισης. Στην ουσία, το κράτος παίζει τζόγο με τις ζωές μας. Σου λένε: πόσες φορές θα γίνει σεισμός σε μεγάλη πόλη και θα έχουμε θανάτους, ώστε να αντιμετωπίσουμε πολιτικό πρόβλημα; Λίγες. Ασε, λοιπόν, τα πράγματα ως έχουν, κάνε μια μικροσυντήρηση να δείχνουμε ότι κάτι κάνουμε και άσε τον… Εγκέλαδο να ρυθμίσει αυτός την ανανέωση της οικιστικής υποδομής. Το σημαντικό είναι ότι ο κόσμος το έχει συνηθίσει και δεν προβάλλει απαιτήσεις.