Ποιος Μελισσανίδης, ποιος Ταμπάκος, ποιος Μάρας; Τις κωλοτούμπες των αστών πολιτικών δεν τις πιάνει κανένας. Εκεί που όλα έδειχναν ότι πάμε για καινούργιες εκλογές, από το απόγευμα της Πέμπτης «βρομάει» έντονα κυβέρνηση «εθνικής ενότητας». Κουβέλης και Βενιζέλος το έχουν συμφωνήσει και μένει να μάθουμε τι θα πουν οι υπόλοιποι. Η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ, ο Καμμένος. Ολα μπορούν ν’ αλλάξουν μέσα σε λίγες ώρες, γι’ αυτό και κάθε πρόβλεψη είναι παρακινδυνευμένη. Το Σαββατοκύριακο το τοπίο μπορεί να έχει καθαρίσει. Προς το παρόν, μένουμε στο σχολιασμό των όσων έγιναν μέχρι το βράδυ της Πέμπτης.
Ενα πολιτικό πόκερ άρχισε να παίζεται ανάμεσα στ’ αστικά κόμματα, από το βράδυ κιόλας της περασμένης Κυριακής, όταν το εκλογικό αποτέλεσμα έδειξε πως δεν είναι δυνατόν να σχηματιστεί κυβέρνηση με μια κάποια συνεκτική λογική. Ο,τι ακούστηκε έκτοτε από το στόμα των κομματικών ηγεσιών ήταν υποκριτικό και ψεύ-τικο. Λεγόταν όχι επειδή θέλουν να εξασφαλίσουν την εφαρμογή του προγράμματός τους, τραβώντας «κόκκινες γραμμές», αλλά με το βλέμμα στραμμένο στις νέες εκλογές που τις τοποθετούσαν στις 17 Ιούνη. Προεκλογική εκστρατεία άρχισαν να κάνουν και όχι προσπάθεια σχηματισμού κάποιας συμμαχικής κυβέρνησης.
Η διαδικασία των διερευνητικών εντολών άρχισε ως πραγματική κωμωδία. Ο Σαμαράς, αποφασισμένος να πάει σε νέες εκλογές, διεκπεραίωσε στα γρήγορα, μέσα σε μισή μέρα, τη δική του εντολή, βάζοντας μόνο την πρόταση για κυβέρνηση όλων των κομμάτων (πλην Περισσού και νεοναζί). Ηξερε, βέβαια, εκ των προτέρων τις απαντήσεις που θα πάρει. Ο Βενιζέλος είπε «ναι», όχι όμως χωρίς τον ΣΥΡΙΖΑ που είναι αξιωματική αντιπολίτευση. Ο ΣΥΡΙΖΑ απάντησε όχι, γιατί αν απαντούσε ναι θα είχε την τύχη του… Καρατζαφέρη και της Μπακογιάννη. Για τον ίδιο λόγο απάντησε όχι και η ΔΗΜΑΡ. Μια τέτοια κυβέρνηση θα ήταν αναγκαστικά βραχύβια. Μετά από τη θητεία της, ΣΥΡΙΖΑ και ΔΗΜΑΡ θα έψαχναν τις ψήφους των οικογενειών των στελεχών τους. Είπαν, λοιπόν, όχι, με το βλέμμα στραμμένο στις επόμενες εκλογές.
Ο Σαμαράς παίζει τα ρέστα του ξέροντας ότι είναι αρχηγός υπό προθεσμία, με όριο τις επόμενες εκλογές. Γι’ αυτό και άρχισε προσπάθεια να μαζέψει πίσω στη ΝΔ Μπακογιάννη, Καρατζαφέρη και Μάνο (ίσως και κάποιους του Καμμένου). Αν δεν τα καταφέρει, ξέρει πως έχει τελειώσει. Το ερώτημα είναι αν θα πάνε οι άλλοι. Το λογικό είναι να πάνε, αλλά ίσως σκεφτούν πως είναι προτιμότερο ν’ αφήσουν τον Σαμαρά να καταστραφεί και μετά να επανέλθει κάποιος Καραμανλής, να ξαναενώσει την παράταξη και να γυρίσουν δικαιωμένοι. Σε κάθε περίπτωση, το παρασκηνιακό παζάρι θα είναι σκληρό.
Ο Βενιζέλος το παίζει κάπως «κουλ», θεωρώντας ότι για το ΠΑΣΟΚ δεν υπάρχει «πιο κάτω». Μέσα του, όμως, ξέρει πολύ καλά ότι στις επόμενες εκλογές μπορεί να πάει «παρακάτω». Τόσο «κάτω» που δε θα φαίνεται, παρά τον όγκο του. Γι’ αυτό και, παρά τα όσα είχαν πει αρχικά συνεργάτες του, όχι μόνο πήρε τη διερευνητική εντολή, αλλά από την πρώτη κιόλας συνάντηση που έκανε, με τον Κουβέλη, βγήκε ο «λαγός» της «οικουμενικής κυβέρνησης» διάρκειας δύο ετών, η οποία θα σεβαστεί και απλώς θα προσπαθήσει να επαναδιαπραγματευθιεί το Μνημόνιο. Κι ο Κουβέλης γιατί παίζει σ’ αυτό το ταμπλό; Γιατί τον πιέζει μεγάλη μερίδα στελεχών της ΔΗΜΑΡ, που θέλει εξουσία εδώ και τώρα, και γιατί ανησυχεί μήπως σ’ ένα μήνα το ποσοστό του συρρικνωθεί υπέρ του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Το αν θα τους βγει αυτή η κίνηση θα το ξέρουμε το Σαββατοκύριακο. Ισως και πιο πριν, αν ο Σαμαράς μπει στο κόλπο, προκειμένου να κερδίσει χρόνο.
Ο Τσίπρας άρχισε να επιδίδεται στον ένα σαλταδορισμό μετά τον άλλο, ξέροντας ότι προς το παρόν το ρεύμα τον ευνοεί. Ομως, μέσα σε δυο μέρες, κατάφερε να εκτεθεί αρκετά και να προσφέρει υλικό άφθονο για να τον βομβαρδίσουν ακόμα και Μέσα που ήταν φιλικά (όπως το συγκρότημα Real που διευθύνει ο Χατζηνικολάου).
Ολες αυτές οι πολιτικές καντρίλιες γίνονται με το λαό παθητικό θεατή, να παρακολουθεί από τα ραδιόφωνα, τις τηλεοράσεις και τις εφημερίδες τις καθημερινές εξελίξεις. Θυμόσαστε, μήπως, τι έλεγε ο Τσίπρας προεκλογικά; Οτι αν πάρει διερευνητική εντολή δεν πρόκειται να την επιστρέψει, αλλά θα καλέσει το λαό να βγει στο Σύνταγμα και με την παρουσία του να επιβάλει το σχηματισμό «κυβέρνησης της Αριστεράς». Κανένα λαό δεν κάλεσε, βέβαια. Και πώς να τον καλέσει; Για να υποστεί ένα φιάσκο, όπως αυτό της κεντρικής προεκλογικής συγκέντρωσης του ΣΥΡΙΖΑ στην Ομόνοια με τους τρεις-τέσσερις χιλιάδες νοματαίους; Αντ’ αυτού, κράτησε την εντολή για δυο μέρες και έκανε συναντήσεις με κόμματα που δεν αντιπροσωπεύονται στη Βουλή, ενώ έκανε και μια μάζωξη με διάφορους απίθανους «κοινωνικούς φορείς» καθώς η συνδικαλιστική γραφειοκρατία δεν του έκανε τη χάρη να παίξει το ρόλο της γλάστρας. Θα κράταγε, μάλιστα, τη διερευνητική εντολή και για μια ακόμη μέρα, αν δεν είχε αρχίσει το κράξιμο από τα αστικά ΜΜΕ κι αν δεν είχε μεσολαβήσει η μεγαλειώδης γκάφα του Στρατούλη και οι συνεχείς παλινωδίες των στελεχών που καλούνταν στα ΜΜΕ (άλλα έλεγε ο ένας και άλλα ο άλλος), που κινδύνευαν να στραπατσάρουν πρόωρα το καλό ξεκίνημα της νέας εκλογικής μάχης.
Εβγαινε ο Στρατούλης στο Bήμα FM κι έλεγε ότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ γίνει κυβέρνηση, «δεν θα πληρώσουμε τις δόσεις του μνημονίου για να επαναφέρουμε τους μισθούς και τις συντάξεις και θα επιστρέψουμε τα χρήματα από το χαράτσι της ΔΕΗ». Από το μικρόφωνο του ίδιου σταθμού ο Παπαδημούλης έλεγε άλλα: «Δεν υποσχεθήκαμε ποτέ πριν τις εκλογές ότι λεφτά υπάρχουν κι αν εμείς έρθουμε στα πράγματα θα γυρίσουν οι μισθοί και οι συντάξεις, πατώντας ένα κουμπί, στο επίπεδο που ήταν το 2008 και το 2009».
Οπως γράφουμε κι αλλού (βλέπε σελίδες 7-8), στους άξονες που παρουσίασε ο Τσίπρας, όταν πήρε τη διερευνητική εντολή, μιλούσε για «ανάγκη άμεσης ακύρωσης εφαρμογής των μέτρων του μνημονίου και ειδικότερα των επαίσχυντων εκείνων νόμων που περικόπτουν περαιτέρω μισθούς και συντάξεις». Στην ομιλία που έκανε στους «κοινωνικούς φορείς» έγινε πιο συγκεκριμένος: «Εμείς τους λέμε να μη γίνουν οι προγραμματισμένες 150.000 απολύσεις στο επόμενο διάστημα. Αυτοί επιμένουν ότι πρέπει να γίνουν. Τους λέμε να μη μειωθούν οι μισθοί. Αυτοί επιμένουν. Τους λέμε να μη συρρικνωθεί και άλλο το κοινωνικό κράτος, αυτοί επιμένουν. Τους λέμε να μην περικοπούν οι συντάξεις. Αυτοί επιμένουν». Δηλαδή, ό,τι έγινε μέχρι τώρα, πάει τελείωσε. Να μη γίνουν άλλα είναι ο στόχος του ΣΥΡΙΖΑ. Ομως, όχι μόνο ο Στρατούλης, αλλά και ο Τσίπρας στην ομιλία που έκανε στους εκλεγέντες βουλευτές, επανήλθε στα λόγια του μπαλκονιού, που θυμίζουν το προεκλογικό «λεφτά υπάρχουν», με το οποίο κέρδισε τις εκλογές του 2009 ο Παπανδρέου.
Και τι να πούμε για την περιβόητη επιστολή προς τους ηγέτες της Ευρωένωσης, η οποία επί δυο μέρες «στάλθηκε», «στελνόταν», «θα σταλεί». Αυτή ήταν το αποκορύφωμα του σαλταδορισμού και της κωλοτούμπας. Το μόνο που δεν έλεγε αυτή η επιστολή είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ προτίθεται να καταγγείλει μονομερώς το Μνημόνιο! Ενημέρωνε τους Μπαρόζο, Ρομπάι και σία για το αποτέλεσμα των εκλογών (λες και δεν το ήξεραν!), σημείωνε μόνο ότι «η ψήφος του ελληνικού λαού την Κυριακή 6 του Μαΐου απονομιμοποιεί πολιτικά το Μνημόνιο Συνεννόησης/Μνημόνιο Οικονομικής και Χρηματοπιστωτικής Πολιτικής» (λες και τους νοιάζει τίποτ’ άλλο εκτός από το να σχηματιστεί κυβέρνηση) και μετά άρχιζε μια κλαψούρα για τις δυσμενείς συνέπειες του Μνημόνιου, στην Ελλάδα αλλά κυρίως στην Ευρώπη: «Συνεπώς οφείλουμε να επανεξετάσουμε ολόκληρο το πλαίσιο της υπάρχουσας στρατηγικής, δεδομένου ότι δεν απειλεί μόνο την κοινωνική συνοχή και τη σταθερότητα στην Ελλάδα, αλλά αποτελεί και πηγή αστάθειας για την ίδια την Ευρωπαϊκή Ενωση και την Ευρωζώνη. Το κοινό μέλλον των ευρωπαϊκών λαών βρίσκεται υπό την απειλή αυτών των καταστροφικών επιλογών. Είναι βαθιά η πίστη μας ότι το πρόβλημα της κρίσης είναι ευρωπαϊκό, και άρα σε ευρωπαϊκό επίπεδο πρέπει να βρεθεί η λύση».
Τέρμα η καταγγελιολογία και οι λεονταρισμοί. Υπογράφοντας «με τιμή», ο Τσίπρας ζητά απλώς επανεξέταση (ούτε καν επαναδιαπραγμάτευση), ακολουθώντας τα χνάρια του Κουβέλη. Ας μην εκπλαγού-με αν δούμε και τάση συμμετοχής στην κυβέρνηση!
Ο Καμμένος, που από τριτοκλασάτος βουλευτής της ΝΔ και γραφικό, ακροδεξιό πολιτικό πρόσωπο βρέθηκε ξαφνικά πρόεδρος κοινοβουλευτικής ομάδας 33 βουλευτών, σηκώνει πιο ψηλά τις σημαίες, προσβλέποντας σε διατήρηση αυτής της ανέλπιστης κοινοβουλευτικής δύναμης και μετά τον επόμενο γύρο. Οσο για την ηγεσία του Περισσού, ανήσυχη από την ήττα (κι ας λέει ότι την περίμενε) από τον ΣΥΡΙΖΑ και περισσότερο ανήσυχη από την προοπτική μιας ακόμη πιο βαριάς ήττας στις επόμενες εκλογές, δεν έχει άλλη επιλογή από το να συνεχίσει στην ίδια γραμμή, περιμένοντας τη μέρα που θα δει τους Τσιπραίους να διαλύονται εις τα εξ ων συνετέθησαν, πνιγμένοι στα ίδια τους τα ψέματα.