Απ’ όποια σκοπιά κι αν τον κοιτάξεις, ο καυγάς που έχει ξεσπάσει εσχάτως γύρω από τα γκάλοπ λειτουργεί αποπροσανατολιστικά και σκοπό έχει να παραλύσει τις κοινωνικές αντιστάσεις. Η κυβέρνηση ισχυρίζεται πως τα γκάλοπ καταγράφουν θετική γνώμη για το νόμο-πλαίσιο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Εκείνοι που την αντιπολιτεύονται απαντούν πως αυτό το αποτέλεσμα στα γκάλοπ οφείλεται από τη μια σε άγνοια για την ουσία των αλλαγών που φέρνει ο νόμος-πλαίσιο και από την άλλη στην υποβολή αντιλήψεων από την προπαγάνδα των ΜΜΕ, που αναδεικνύουν σε κυρίαρχες κάποιες δευτερεύουσες πλευρές.
Ασφαλώς και έχουν δίκιο οι αντιπολιτευόμενοι την κυβέρνηση. Αυτό που ζούμε το τελευταίο διάστημα από τα ΜΜΕ είναι μια προπαγάνδα καθαρά φασιστικού τύπου, που κάνει το μαύρο άσπρο. Ευνόητο είναι λοιπόν, ειδικά όταν το ΠΑΣΟΚ επί της ουσίας υποστηρίζει τις ίδιες θέσεις με την κυβέρνηση (στο περιτύλιγμα έχουν διαφορές, όμως το περιτύλιγμα ούτε που το βλέπει η «κοινή γνώμη»), στα γκάλοπ να καταγράφονται θετικές θέσεις. Και βέβαια, πρέπει να είμαστε βέβαιοι ότι πέφτει και το σχετικό «μαϊμούδισμα» των στοιχείων. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι οι εταιρίες δημοσκοπήσεων είναι απόλυτα εξαρτημένες από την εκάστοτε κυβέρνηση, η οποία ελέγχει τις συμβάσεις με το κράτος. Τέλος, δεν πρέπει να μας διαφύγει το ότι, ακόμα και σ’ αυτές τις συνθήκες, της άγνοιας και της παραπληροφόρησης, οι αρνητικές τοποθετήσεις σημειώνουν ποσοστά της τάξης του 30%.
Σωστά όλ’ αυτά, αλλά ο εστιασμός σε μια τέτοιου είδους αντιπαράθεση λειτουργεί καθαρά αποπροσανατολιστικά και στρώνει βούτυρο στο ψωμί της κυβέρνησης. Το τι καταγράφουν τα γκάλοπ μπορεί να αφορούν τα κόμματα εξουσίας, που σκέπτονται τα ψηφαλάκια, δεν πρέπει να αφορούν όμως τα αγωνιζόμενα κομμάτια της κοινωνίας. Εκτός αν οι αγώνες πλέον πρέπει να καθορίζονται με βάση τις δημοσκοπήσεις. Θα ανατρέψουμε δηλαδή όλη την Ιστορία των ταξικών κοινωνιών. Δηλαδή, τι θα έπρεπε να κάνει αυτή τη στιγμή το αγωνιζόμενο φοιτητικό κίνημα; Να παρατήσει τις καταλήψεις, αυτό το αποτελεσματικό -όπως κατ’ επανάληψη έχει αποδειχτεί- μέσο πάλης και να αποδοθεί σε «εκστρατεία ενημέρωσης», ώστε να πειστεί η «κοινή γνώμη» για τις ολέθριες επιπτώσεις του νόμου-πλαισίου και ν’ αρχίσει να ψηφίζει διαφορετικά στα γκάλοπ;
Η απάντηση είναι προφανής. Και την έχουν δώσει οι εντελώς πρόσφατες κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις. Σε ένα περιβάλλον κοινωνικής ύπνωσης, με ΝΔ και ΠΑΣΟΚ να έχουν συμπήξει ανοιχτά συμμαχία, το φοιτητικό κίνημα με τον αγώνα του κατάφερε να ακυρώσει την προσπάθεια αναθεώρησης του άρθρου 16 του Συντάγματος. Μήπως θυμάται κανείς τι έλεγαν τα γκάλοπ εκείνη την περίοδο;
Η Ιστορία των κοινωνιών είναι ιστορία της ταξικής πάλης και όχι ιστορία των δημοσκοπήσεων και των εκλογικών αποτελεσμάτων. Τους τελευταίους μήνες στο φοιτητικό κίνημα γίνεται η πιο δημοκρατική «εκλογική» διαδικασία. Οι φοιτητές και οι φοιτήτριες δεν ψηφίζουν για να εκλέξουν κάποιους που θα τους «εκπροσωπούν», αλλά ψηφίζουν εκπροσωπώντας οι ίδιοι τον εαυτό τους. Ψηφίζουν κατάληψη, ψηφίζουν αγώνα και αυτή τους την ψήφο τη στηρίζουν οι ίδιοι με την καθημερινή τους παρουσία στα ραντεβού του αγώνα. Ποιος νομιμοποιείται, λοιπόν, να τους πει ότι δεν πρέπει να αποφασίζουν με βάση τη δική τους θέληση, αλλά με βάση τους κοινοβουλευτικούς συσχετισμούς και με βάση τη γνώμη της «σιωπηλής πλειοψηφίας», όπως αυτή καταγράφεται σε κάποια γκάλοπ. Ακόμα και αν αυτά τα γκάλοπ γίνονταν με όλους τους κανόνες της πολιτικής εντιμότητας και αντικειμενικότητας, το φοιτητικό κίνημα θα έπρεπε να γράψει το αποτέλεσμά τους στα παλαιότερα των υποδημάτων του και να συνεχίσει τους αγώνες του. Στο κάτω-κάτω, αυτοί οι αγώνες είναι που θα ξυπνήσουν και τη «σιωπηλή πλειοψηφία» (ή τουλάχιστον το μεγαλύτερο κομμάτι της), που παρακολουθεί τις εξελίξεις από τον καναπέ, καταναλώνοντας σε μεγάλες δόσεις τις υλακές των Τραγκαουνάκηδων και τις ξεδιάντροπες διαστρεβλώσεις των κυβερνητικών στελεχών.
Κάποτε εγκαλούσαν τους Μπολσεβίκους επειδή διέλυσαν τη Συντακτική Συνέλευση της ρωσικής Δούμας. Ατάραχος ο Λένιν τους απάντησε ότι ο εμφύλιος πόλεμος, που αναπτυσσόταν τότε στην πρώην τσαρική αυτοκρατορία, είναι η πιο δημοκρατική διαδικασία που υπήρξε ποτέ. Ο ρωσικός λαός ψηφίζει, έλεγε. Πηγαίνει ή με την επανάσταση ή με την αντεπανάσταση. Ο πόλεμος ανάμεσα σ’ αυτά τα δυο στρατόπεδα θα λύσει το ζήτημα «ποιος ποιον» και καμιά ψηφοφορία σε κανένα αντιπροσωπευτικό όργανο. Και το έλυσε, όπως ξέρουμε. Ας κλείσουν, λοιπόν, τ’ αυτιά τους οι αγωνιζόμενοι φοιτητές στις… γκαλοπολογίες και στις επικλήσεις της «σιωπηλής πλειοψηφίας», Στο κάτω-κάτω, ουδείς δικαιούται να μιλά εκ μέρους κάποιων που είναι σιωπηλοί. Αμα θέλουν, ας μιλήσουν οι ίδιοι. Και πού ακούστηκε οι αραχτοί στον καναπέ να υπαγορεύουν απόψεις και στάσεις σε εκείνους που σπάνε καθημερινά τα πόδια τους στους δρόμους; Αν ήταν έτσι, τότε στην ιστορία δε θα γίνονταν όχι επαναστάσεις, αλλά ούτε καν απεργίες και μη επαναστατικοί αγώνες.
Πέτρος Γιώτης