Μπορεί ο Δένδιας να έστησε πριν από λίγο καιρό ένα σόου γκεμπελίστικης προπαγάνδας, χρησιμοποιώντας τα γνωστά παπαγαλάκια του αστυνομικού ρεπορτάζ, τα οποία άκριτα αναπαρήγαγαν τις δηλώσεις του για την αντίσταση που δήθεν θα προβάλει η Ελλάδα στην ψήφιση του Κανονισμού «Δουβλίνο ΙΙΙ», όμως ο Κανονισμός αυτός είχε ήδη ψηφιστεί όταν ο Δένδιας έλεγε τα ψέματά του, ενώ στις 29 Ιούνη δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, έχοντας πάρει τον αριθμό 604. Μαζί του δημοσιεύτηκε και ο Κανονισμός 603, που αφορά το λεγόμενο σύστημα Eurodac (αντιπαραβολή δακτυλικών αποτυπωμάτων στις χώρες της ΕΕ).
Το Eurodac καθιερώθηκε με τους κανονισμούς 2725/2000 και 407/2002. Eχει, δηλαδή, υπερδεκαετή ιστορία. Αναφέρεται στην αντιπαραβολή των δακτυλικών αποτυπωμάτων των αιτούντων άσυλο και έχει ως σκοπό την αποτελεσματική εφαρμογή της σύμβασης του Δουβλίνου. Η σύμβαση αυτή είχε υπογραφτεί από τις δεκατρείς τότε χώρες της ΕΕ και είχε δημοσιευτεί στην Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων στις 19 Αυγούστου του 1997. Καθόριζε ποιο κράτος-μέλος είναι υπεύθυνο να εξετάσει μια αίτηση ασύλου που υποβάλλεται σε οποιοδήποτε από τα κράτη μέλη της ΕΕ.
Υπογραμμίζουμε, γιατί έχει σημασία, όπως θα δούμε στη συνέχεια, ότι το Eurodac καθιερώθηκε αποκλειστικά για την αντιπαραβολή των δακτυλικών αποτυπωμάτων όσων υπέβαλαν σε μία κοινοτική χώρααίτηση για τη χορήγηση πολιτικού ασύλου.
Στις 18 Φλεβάρη του 2003 δημοσιεύτηκε ο Κανονισμός 343, πουπολιτογραφήθηκε ως Δουβλίνο ΙΙ. Θέσπιζε τα κριτήρια και τους μηχανισμούς για τον καθορισμό του κράτους-μέλους που είναι υπεύθυνο για την εξέταση μιας αίτησης πολιτικού ασύλου που υποβάλλεται σε οποιοδήποτε από τα κράτη-μέλη της ΕΕ από κάτοικο τρίτης χώρας.
Ο νέος κανονισμός 604, λοιπόν, αντικαθιστά τον Κανονισμό 343 (Δουβλίνο ΙΙ) και θα πολιτογραφηθεί ως Δουβλίνο ΙΙΙ. Αρχισε να ισχύει από τις 29 Ιούνη του 2013 και βάσει αυτού θα αρχίσουν να εξετάζονται οι αιτήσεις διεθνούς προστασίας (έτσι βάφτισαν οι Κομισάριοι την αίτηση πολιτικού ασύλου) από την 1η Δεκέμβρη του 2013.
Στις 2 Σεπτέμβρη του 2003 δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ο Κανονισμός 1560, εφαρμοστικός του Δουβλίνο ΙΙ, που διαμορφώθηκε από την Κομισιόν. Ο Κανονισμός αυτός, εκτός από το άρθρο 11 (παρ. 1, 13, 14 και 17), θα συνεχίσει να ισχύει και μετά την αντικατάσατση του Δουβλίνο ΙΙ από τον Κανονισμό 604 (Δουβλίνο ΙΙΙ). Αυτό εκ πρώτης όψεως σημαίνει, ότι οι κανονισμοί Δουβλίνο ΙΙ και ΙΙΙ (Κανονισμός 604) είναι ταυτόσημοι σε ό,τι αφορά τις αιτήσεις διεθνούς προστασίας. Υπάρχει λόγος, όμως, που η Κομισιόν, από κοινού με τον γερμανογαλλικό άξονα, επέλεξε την αντικατάσταση των κανονισμών για το Eurodac και το Δουβλίνο ΙΙ, και θα τον δούμε στη συνέχεια.
Αν κάποιος αρχίσει να διαβάζει το νέο Κανονισμό 603 για το Eurodac, αγνοώντας τις διατάξεις των παλαιότερων Κανονισμών 2725/2000 και 407/2002, θα σχηματίσει την εντύπωση, ότι με το νέο κανονισμό (603/2013) το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο επιδιώκουν να δημιουργήσουν μια Κεντρική Βάση Δεδομένων με τα δακτυλικά αποτυπώματα των αιτούντων άσυλο, προκειμένου κάθε χώρα να μπορεί να αντιπαραβάλλει τα δακτυλικά αποτυπώματα όσων ζητούν διεθνή προστασία. Θα θεωρήσει, δηλαδή, ότι αυτή η κεντρική βάση δεδομένων είναι βασικό εργαλείο για να λειτουργήσει αποτελεσματικά το Δουβλίνο ΙΙΙ (Κανονισμός 604). Αυτό θα φανεί καθαρά από την παράθεση δύο χαρακτηριστικών αποσπασμάτων. Διευκρινίζουμε ότι οι Κανονισμοί της ΕΕ συνοδεύονται από ένα εισαγωγικό κείμενο, στο οποίο αναλύεται η φιλοσοφία του Κανονισμού. Οι απόψεις που παρατίθενται αριθμούνται ως «σκέψεις». Είναι κάτι αντίστοιχο με με τις αιτιολογικές εκθέσεις που συνοδεύουν τα νομοσχέδια που κατατίθενται για ψήφιση στην ελληνική Βουλή, με τη διαφορά ότι στην Ελλάδα δεν δημοσιεύονται στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης και οι αιτιολογικές εκθέσεις μαζί με τους ψηφισμένους νόμους, ενώ στην Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων οι εισηγητικές «σκέψεις» δημοσιεύονται μαζί με τους Κανονισμούς. Ιδού, λοιπόν, οι «σκέψεις» 5 και 6 του κανονισμού 604:
«(5) Τα δακτυλικά αποτυπώματα αποτελούν σημαντικό στοιχείο προκειμένου να διαπιστώνεται με ακρίβεια η ταυτότητα των προσώπων αυτών (σ.σ. των αιτούντων διεθνή προστασία). Είναι ανάγκη να δημιουργηθεί ένα σύστημαγια την αντιπαραβολή των δεδομένων των δακτυλικών τους αποτυπωμάτων.
(6) Για τον σκοπό αυτό, είναι αναγκαίο να θεσπιστεί ένα σύστημα γνωστό ως “Eurodac”, το οποίο θα αποτελείται από ένα κεντρικό σύστημα που θα περιλαμβάνει μηχανοργανωμένη κεντρική βάση δεδομένων δακτυλικών αποτυπωμάτων, καθώς και ηλεκτρονικά μέσα διαβίβασης μεταξύ των κρατών μελών και του κεντρικού συστήματος, εφεξής “ υποδομή επικοινωνίας”».
Διαβάζοντας κανείς μόνο τις σκέψεις 5 και 6, σχηματίζει την εντύπωση, ότιτώρα πρέπει να δημιουργηθεί μια Κεντρική Βάση Δεδομένων για την αντιπαραβολή των δακτυλικών αποτυπωμάτων. Οτι τέτοια βάση δεν υπάρχει ή είναι ατελής. Η πραγματικότητα όμως είναι τελείως διαφορετική. Ο στόχος της δημιουργίας μιας Κεντρικής Βάσης Δεδομένων έχει τεθεί από το Συμβούλιο και την Κομισιόν πολύ πριν το 2000, προκειμένου να βοηθηθεί η Σύμβαση του Δουβλίνου (όπως προαναφέραμε δημοσιεύτηκε στις 19.8.1997. Η δημιουργία της Βάσης αυτής ξεκίνησε αρχικά με τον κανονισμό 2725/2000. Αν διαβάσουμε τις σκέψεις 4 και 5 του κανονισμού 2725, θα διαπιστώσουμε ότι είναι ταυτόσημες με τις σκέψεις 5 και 6 του Κανονισμού 604, που μόλις παραθέσαμε.
Πώς, λοιπόν, κάτι που έχει ξεκινήσει από το Δεκέμβρη του 2000, ξανατίθεται ως στόχος δωδεκάμισι χρόνια μετά; Οι Κομισάριοι διατυπώνουν ξανά ως στόχο τη δημιουργία της Κεντρικής Βάσης Δεδομένων, προκειμένου να καλύψουν το γεγονός ότι με το νέο Κανονισμό 603 άλλαξαν τον αρχικό σκοπό του Eurodac.
Αν αφιερώσει κάποιος αρκετό χρόνο συγκριτικής μελέτης των διατάξεων των Κανονισμών (εμείς το κάναμε και μας πήρε δεκάδες ώρες), θα διαπιστώσει ότι είναι ταυτόσημο το σύνολο σχεδόν των διατάξεών τους, εξαιρουμένων μόνον αυτών που συναρτώνται με την καταπολέμηση των ένοπλων επαναστατικών οργανώσεων μέλη των οποίων, κάτοικοι τρίτων χωρών ή «απάτριδες”, υποβάλλουν αιτήσεις διεθνούς προστασίας σε κάποια από τις χώρες-μέλη της ΕΕ. Αυτές οι διατάξεις, που είναι αρκετές, εισάγονται για πρώτη φορά με τον κανονισμό 603 και αποτελούν τη μόνη ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στους Κανονισμούς 2725/2000 και 603/2013 για το Eurodac.
Ο παραπάνω τίτλος δεν αποτελεί δικό μας αυθαίρετο συμπέρασμα. Επισημαίνεται από τους συντάκτες του Κανονισμού, τόσο στις σκέψεις του όσο και στα σχετικά άρθρα του.
Στη σκέψη 15 επισημαίνεται: «Δεδομένου ότι το σύστημα Eurodac δημιουργήθηκε αρχικά για να διευκολύνει την εφαρμογή της Σύμβασης του Δουβλίνου, η πρόσβαση στο Eurodac για τους σκοπούς της πρόληψης, εξακρίβωσης ή διερεύνησης τρομοκρατικών εγκλημάτων ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων αποτελεί αλλαγή του αρχικού σκοπού του Eurodac, που επηρεάζει το θεμελιώδες δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής ζωής των ατόμων των οποίων τα προσωπικά δεδομένα αποτελούν αντικείμενο επεξεργασίας από το σύστημα» (οι εμφάσεις δικές μας).
Το απόσπασμα αυτό είναι «όλα τα λεφτά». Αντιλαμβάνεστε τι καθεστώς προοιωνίζεται, όχι μόνο για τους υπηκόους τρίτων χωρών ή «απάτριδες», που θα υποβάλλουν αίτηση για διεθνή προστασία και θα επικαλούνται ή -ακόμη περισσότερο- θα προσκομίζουν στοιχεία, ότι διεξήγαγαν απελευθερωτικό αγώνα στη χώρα τους. Θα μπαίνουν στο στόχαστρο των «αντιτρομοκρατικών» κατασταλτικών μηχανισμών των χωρών στις οποίες θα υποβάλουν την αίτηση (όπως καλή ώρα η περιβόητη ΔΑΕΕΒ στην Ελλάδα) και της ΕΥΡΟΠΟΛ. Λέμε «όχι μόνο», γιατί η «μπάλα» θα πάρει και τους γηγενείς που έχουν σχέσεις με τους «ξένους τρομοκράτες» κι ας ισχυρίζονται οι συντάκτες του Κανονισμού ότι αυτός αφορά μόνο τους τελευταίους.Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό που συνέβη τις τελευταίες μέρες στη Χίο, με την ανακάλυψη όπλων σε φουσκωτό που κατευθυνόταν, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των Αντιτρομοκρατικάριων, στα παράλια της Τουρκίας.
Στην σκέψη 10 του Κανονισμού 603 αναφέρεται ότι «οι αρχές που είναι υπεύθυνες για την εσωτερική ασφάλεια (σ.σ. η ΔΑΕΕΒ για παράδειγμα), θα μπορούσαν να εχουν πρόσβαση στο Eurodac σε σαφώς καθορισμένες περιπτώσεις όταν υπάρχει βάσιμη υπόνοια, ότι ο δράστης τρομοκρατικής ή άλλης σοβαρής εγκληματικής πράξης έχει υποβάλει αίτηση για να του χορηγηθεί διεθνής προστασία».
Ο ισχυρισμός αυτός είναι ψευδής, γιατί η αναζήτηση στοιχείων στο σύστημα Eurodac δε θα περιοριστεί μόνο σ' αυτές τις περιπτώσεις και δε θα αναζητηθούν στοιχεία μόνο των «ξένων τρομοκρατών», αλλά και αυτών που τους φιλοξενούν ή τους προσφέρουν ανιδιοτελή βοήθεια. Είναι τόσο ξετσίπωτοι οι συντάκτες του Κανονισμού που ομολογούν κυνικά, ότι θα καταφεύγουν στο Eurodac ακόμη και στην περίπτωση που θα υπάρχουν υπόνοιες για τη διάπραξη σοβαρών «τρομοκρατικών εγκλημάτων») από συγκεκριμένα πρόσωπα (σκέψη 31).
Το ίδιο κυνικά ομολογούν ότι «ο αρχικός σκοπός θέσπισης του Eurodac δεν προέβλεπε τη δυνατότητα να ζητηθεί η αντιπαραβολή δεδομένων βάσειλανθάνοντος δακτυλικού αποτυπώματος, το οποίο αποτελεί ίχνος δακτυλικού αποτυπώματος, που μπορεί να βρεθεί στον τόπο του εγκλήματος, μια τέτοια δυνατότητα είναι θεμελιώδους σημασίας για την αστυνομική συνεργασία. Η δυνατότητα αντιπαραβολής ενός λανθάνοντος δακτυλικού αποτυπώματος (…) θα αποτελέσει για τις εντεταλμένες αρχές των κρατών μελών πολύτιμο εργαλείο (…) όταν για παράδειγμα τα μόνα διαθέσιμα στον τόπο του εγκλήματος αποδεικτικά στοιχεία είναι λανθάνοντα δακτυλικά αποτυπώματα» (σκέψη 14).
Θυμίζουμε την πείρα που συσσωρεύτηκε από τις διώξεις των ένοπλων επαναστατικών οργανώσεων στην Ελλάδα. Αποδείχτηκε, ότι πλήρη (και όχι μόνο λανθάνοντα) δακτυλικά αποτυπώματα μεταφέρονται τόσο σε κινητά αντικείμενα όσο και σε σταθερά και ότι ασκήθηκαν διώξεις με μόνα αποδεικτικά στοιχεία λανθάνοντα δακτυλικά αποτυπώματα. Οταν οι Κομισάριοι και οι ευρωπαίοι υπουργοί ομολογούν κυνικά, ότι είναι νόμιμο να γίνεται αντιπαραβολή με λανθάνοντα δακτυλικά αποτυπώματα και ότι αυτό αποτελεί ένα σοβαρό εργαλείο για τη «διερεύνηση τρομοκρατικών εγκλημάτων», γίνεται φανερό ότι όχι μόνο για τους υπηκόους τρίτων χωρών που ζητούν πολιτικό άσυλο, αλλά και για όλους όσους ζούμε σε μία από τις χώρες της ΕΕ και δεν βολευόμαστε με την υπάρχουσα κατάσταση φτιάχνουν μια φυλακή έξω από τις φυλακές.
Επαναλαμβάνουμε, ότι ο Κανονισμός αυτός είναι γεμάτος με σκέψεις και διατάξεις για την «καταπολέμηση της τρομοκρατίας». Κλείνουμε με την παράθεση μεγάλου αποσπάσματος από τη σκέψη (8):
«Είναι σημαντικό για την καταπολέμηση των τρομοκρατικών εγκλημάτων και άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων να τίθενται στην διάθεση των αρχών επιβολής του νόμου όσο το δυνατόν πιο πλήρεις και επικαιροποιημένες πληροφορίες που διευκολύνουν την εκτέλεση των καθηκόντων τους.Οι πληροφορίες που περιλαμβάνονται στο σύστημα Eurodac είναι απαραίτητες για τους σκοπούς της πρόληψης, εξακρίβωσης ή διερεύνησης τρομοκρατικών εγκλημάτων, όπως αναφέρονται στην απόφαση-πλαίσιο 2002/475/ΔΕΥ του Συμβουλίου, της 13ης Ιουνίου 2002, ή άλλων σοβαρών αξιόποινων πράξεων, όπως ανφέρονται στην απόφαση-πλαίσιο, της 13ης Ιούνη 2002, για το ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης και τις διαδικασίες παράδοσης μεταξύ των κρατών μελών» (οι εμφάσεις δική μας).
Τέλος, δυο λόγια και για τον Κανονισμό 604/2013 που είναι το Δουβλίνο ΙΙΙ. Ο Κανονισμός αυτός είναι ταυτόσημος με τον κανονισμό 343/2003 (Δουβλίνο ΙΙ), όχι μόνο γιατί παραμένει η βασική διάταξη, σύμφωνα με την οποίααρμόδια χώρα για την εξέταση του αιτήματος διεθνούς προστασίας είναι η χώρα πρώτης υποδοχής, αλλά και για όλες τις υπόλοιπες διατάξεις του. Οι Κομισάριοι και οι υπουργοί Εσωτερικών και Δικαιοσύνης, προκειμένου να καλύψουν το νέο στόχο του συστήματος Eurodac και του κανονισμού 604, έχυσαν πολλά δάκρυα για την προστασία δήθεν των ανήλικων που ζητούν διεθνή προστασία και για τη συνένωση των οικογενειών. Ομως, σε επίπεδο διατάξεων δεν άλλαξαν στον κανονισμό 604/2013 πολλά πράγματα, σε σχέση με το Δουβλίνο ΙΙ, ενώ κι αυτά που άλλαξαν είναι επουσιώδους σημασίας.
Αν όμως προσθέσουμε την αλλαγή του στόχου του συστήματος Eurodac, προς την κατεύθυνση δηλαδή του κυνηγητού των ενόπλων επαναστατικών οργανώσεων, τότε τα πράγματα με το νέο Κανονισμό 604/2013 (Δουβλίνο ΙΙΙ) θα γίνουν εφιαλτικά, όχι μόνο για τους πρώην αντάρτες που θα υποβάλουν αίτηση για πολιτικό άσυλο, αλλά για όλους τους ανθρώπους που φεύγουν από τις χώρες τους και καταφεύγουν στα κράτη μέλη της ΕΕ ζητώντας διεθνή προστασία. Το Δουβλίνο ΙΙΙ (Κανονισμός 604/2013) θα είναι χειρότερο από το Δεκέμβρη του 2013 που θα αρχίσει να εφαρμόζεται.
Γεράσιμος Λιόντος