Η υλοποίηση της στρατηγικής της Λισαβόνας, δηλαδή η ένταση της επίθεσης ενάντια στην εργατική τάξη, ώστε να ενισχυθούν τα συμφέροντα του ευρωπαϊκού κεφάλαιου στο διεθνή καπιταλιστικό ανταγωνισμό, θα απασχολήσει τους αρχηγούς κρατών των «25» στην εαρινή Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, που θα γίνει στις 7 και 8 Μάρτη. Είναι γνωστό πως αυτή η ενδιάμεση Σύνοδος Κορυφής έχει καθιερωθεί για να συζητούνται αυτά τα ζητήματα και οι αρχηγοί των κρατών να ανάβουν το πράσινο φως στην Κομισιόν και τα Συμβούλια Υπουργών για ανάληψη συγκεκριμένων δράσεων.
Οπως δήλωσε ο Γ. Αλογοσκούφης, στο κείμενο της γερμανικής προεδρίας η βασική εκτίμηση είναι ότι έχουν γίνει σημαντικά βήματα από τα κράτη-μέλη, όμως «χρειάζεται να γίνει μεγαλύτερη πρόοδος στα δημόσια οικονομικά, στην αγορά εργασίας, στις αγορές ενέργειας, στην ενοποίηση της ευρωπαϊκής αγοράς και στις υπηρεσίες». Σ’ αυτή την ατζέντα, λοιπόν, το Ασφαλιστικό κατέχει εξέχουσα θέση, καθώς συνδέεται με τη λεγόμενη «μεσοπρόθεσμη δημοσιονομική πρόοδο». Στο κείμενο της γερμανικής προεδρίας αναφέρεται, ότι «τα κράτη-μέλη που δεν έχουν φτάσει ακόμα στο μεσοπρόθεσμο δημοσιονομικό τους στόχο πρέπει να ενισχύσουν τις προσπάθειές τους, επικεντρώνοντας τις ενέργειές τους στη μεταρρύθμιση των συστημάτων ασφάλισης και περίθαλψης». Τέλος, ως προς το εργασιακό η κατεύθυνση είναι η απελευθέρωση των απολύσεων και η γενίκευση των λεγόμενων «ευέλικτων μορφών εργασίας». Δηλαδή, η πλήρης απορύθμιση των εργασιακών σχέσεων, που μετατρέπει την εργατική δύναμη σε πρώτη ύλη, βυθίζοντας όλο και μεγαλύτερα τμήματα της εργατικής τάξης στην απόλυτη εξαθλίωση.
Ο όρος «flexicurity» (ή «ευελφάλεια», όπως τον είχε μεταφράσει στα ελληνικά η Α. Διαμαντοπούλου) κυριαρχεί σήμερα στον πολιτικό λόγο της Ευρωλάνδης. Φυσικά, από τα δυο συνθετικά του μόνο η «ευελιξία» έχει πρακτικό περιεχόμενο, ενώ η «ασφάλεια» δεν έχει καμιά σχέση με το ευρωπαϊκό μοντέλο εργασιακών σχέσεων, όπως αυτό διαμορφώθηκε στις μεταπολεμικές δεκαετίες. Οι ρεφορμιστικές παραχωρήσεις προς την εργατική τάξη, προκειμένου να διατηρηθεί η κοινωνική ειρήνη και να εξασφαλίζεται έτσι η σταθερότητα του συστήματος, αποτελούν πια μακρινό παρελθόν για τα ευρωπαϊκά αστικά κράτη. Η αδυναμία της εργατικής τάξης να υπερασπίσει τις κατακτήσεις της και η αποδυνάμωση της επαναστατικής προοπτικής έχουν αποθρασύνει το κεφάλαιο και το πολιτικό του προσωπικό.