Αταφο πτώμα είναι πλέον η διαδικασία αναθεώρησης του Συντάγματος, μετά την απόφαση του ΠΑΣΟΚ να αποχωρήσει από την πρώτη φάση σ’ αυτή τη Βουλή και τη δήλωσή του ότι δεν πρόκειται να συμμετάσχει και στη δεύτερη φάση, στην επόμενη (Αναθεωρητική) Βουλή.
Η αλήθεια είναι ότι η πρώτη τοποθέτηση του ΠΑΣΟΚ, με την επιστολή Ρέππα προς την πρόεδρο της Βουλής, άφηνε κάποια ασάφεια για το τι προτίθεται να κάνει το ΠΑΣΟΚ στην επόμενη Βουλή, αφού αναφερόταν μόνο στην πρόθεσή του να ξεκινήσει νέα αναθεωρητική διαδικασία, αν πάρει την πλειοψηφία, και δεν ξεκαθάριζε ρητά τι θα κάνει στην περίπτωση που πλειοψηφία είναι η ΝΔ. Δεν ξεκαθάριζε, δηλαδή, αν υπάρχει περίπτωση να μπει σε μια διαδικασία διαπραγμάτευσης με τη ΝΔ, ώστε να συγκεντρωθούν κατά περίπτωση (αυτό απαιτείται για κάθε αναθεωρητέα διάταξη) οι 180 ψήφοι.
Η ασάφεια μεγεθυνόταν και από το γεγονός της γενικής αναξιοπιστίας αυτού του κόμματος, που φάνηκε και από τις συνεχείς παλινωδίες του από τότε που ξεκίνησε η αναθεωρητική διαδικασία. Οταν ο Καραμανλής ανακοίνωσε την πρόθεσή του να προχωρήσει σε συνταγματική αναθεώρηση, το ΠΑΣΟΚ τον κατήγγειλε για αποπροσανατολισμό και διάφορα άλλα ηχηρά παρόμοια. Αφού πέρασε ένα χρονικό διάστημα εσωστρέφειας και ανοιχτών συγκρούσεων ανάμεσα σε στελέχη του, το ΠΑΣΟΚ κατέληξε να συμμετάσχει στη συνταγματική αναθεώρηση καταθέτοντας δική του πρόταση, στην οποία εξέχουσα θέση κατείχε η αναθεώρηση του άρθρου 16, η οποία ήταν ταυτόσημη με την πρόταση της ΝΔ (ακόμα και στις διατυπώσεις). Τους τελευταίους δε μήνες, με εκφρασμένη την αντίθεση του φοιτητικού κινήματος και ολόκληρης της εκπαιδευτικής κοινότητας, ο Γιωργάκης επέμενε ότι θα ψηφίσει το άρθρο 16 χέρι-χέρι με τον Καραμανλή, απορρίπτοντας ακόμα και τις τακτικιστικές συμβουλές του Βενιζέλου και του Λοβέρδου (που κάτι παραπάνω ξέρουν από πανεπιστήμια και φοιτητικό κίνημα), οι οποίοι πρότειναν να διατηρήσει ακέραια το ΠΑΣΟΚ τη θέση του για αναθεώρηση του άρθρου 16, αλλά να μη ψηφίσει σ’ αυτή τη Βουλή και να διαπραγματευθεί με τη ΝΔ στην επόμενη που θα χρειάζονται 180 ψήφοι. Εφτασε ακόμα και στο σημείο να ξηλώσει την Αποστολάκη από τομεάρχη Παιδείας, επειδή δεν μιλούσε με φανατισμό ενάντια στο άρθρο 16, και να βάλει στη θέση της το γνωστό σφουγγοκωλάριο yesman Χρυσοχοΐδη, ο οποίος δεν είχε κανένα πρόβλημα να εισπράττει τις ροχάλες από στελέχη του ΠΑΣΟΚ και ιδιαίτερα από νεολαίους της ΠΑΣΠ. Τέλος, η ασάφεια μεγεθυνόταν από το γεγονός ότι το ΠΑΣΟΚ δεν απέσυρε την πρότασή του για συνταγματική αναθεώρηση και ο Ρέππας δεν έδωσε καμιά απάντηση στο σχετικό ερώτημα της Μπενάκη. Είναι δυνατόν να αποχωρείς από τη διαδικασία και ν’ αφήνεις πίσω την πρότασή σου για να τη συζητήσουν οι άλλοι;!!!
Η ασάφεια, λοιπόν, ήταν εγγενής και οφειλόταν στην αντίφαση στην οποία είχε μπλεχτεί το ΠΑΣΟΚ, καθώς αναγκάστηκε να κάνει κάτι που δεν ήταν στις προθέσεις του. Είναι κοινό μυστικό πως το ΠΑΣΟΚ αναγκάστηκε να βάλει την ουρά στα σκέλια από το φοιτητικό κίνημα. Φυσικά, αυτό δεν πρόκειται ποτέ να το παραδεχτεί. Θα επαναλαμβάνει συνεχώς τις γνωστές παπαριές για τις ηλιθιότητες του Σταύρου και του Τραγάκη, που απετέλεσαν το πρόσχημά του για να την κάνει και να βγει από τη δύσκολη θέση. Λόγω αυτής της αντίφασης, λοιπόν, οι παραπέρα κινήσεις του ήταν βιαστικές και αντιφατικές, μέχρι να κατασταλάξει και να ξεκαθαρίσει, διά στόματος Γιωργάκη, ότι δεν πρόκειται να ψηφίσει την αναθεώρηση ούτε στην επόμενη Βουλή.
Φαίνεται πως το σκέφτηκαν πιο ψύχραιμα και κατέληξαν στο αυτονόητο. Είδαν ότι το φοιτητικό κίνημα, μολονότι είχε δώσει ένα σκληρό δίμηνο αγώνα τον περασμένο Μάη-Ιούνη, δεν αδιαφόρησε, δεν έδειξε αδυναμία, αλλά ξεκίνησε ένα δεύτερο γύρο καταλήψεων και διαδηλώσεων, τραβώντας και άλλα κομμάτια της εκπαιδευτικής κοινότητας, με αίτημα αιχμής στο ξεκίνημα μόνο την αντίθεση στην αναθεώρηση του άρθρου 16. Ολα δείχνουν ότι και του χρόνου να δοκίμαζε το ΠΑΣΟΚ να ψηφίσει μαζί με τη ΝΔ για την αναθεώρηση του άρθρου 16, πάλι θα έβρισκε μπροστά του το φοιτητικό κίνημα. Και επειδή δεν είναι καθόλου αισιόδοξοι ότι θα κερδίσουν τις εκλογές (στόχος τους είναι να χάσουν με μικρή διαφορά), δεν θα ήθελαν να πληρώσουν αυτοί ως αντιπολίτευση το πολιτικό κόστος, λειτουργώντας ως μαξιλάρι του Καραμανλή. Ετσι, αναγκάστηκαν να βγουν ολοκληρωτικά και οριστικά από την αναθεωρητική διαδικασία.
Ακούστηκαν κυριολεκτικά γελοία τα λόγια του Καραμανλή την προηγούμενη Τετάρτη στη Βουλή: «Η επόμενη Βουλή θα είναι ούτως ή άλλως αναθεωρητική». Γιατί ξέρει πολύ καλά ο πρωθυπουργός ότι η επόμενη Βουλή τύποις μόνο θα είναι αναθεωρητική, χάρη στις ψήφους του νεοδημοκρατικού λόχου στην παρούσα Βουλή. Αναθεώρηση του συντάγματος, όμως, δεν πρόκειται να γίνει. Αν κερδίσει η ΝΔ, το ΠΑΣΟΚ δεν θα ψηφίσει την αναθεώρηση και οι απαιτούμενες 180 ψήφοι δε θα συγκεντρωθούν. Αν κερδίσει το ΠΑΣΟΚ, έχει δεσμευτεί ότι θα ξεκινήσει νέα αναθεωρητική διαδικασία, οπότε η επόμενη Βουλή θα είναι προαναθεωρητική και αναθεωρητική θα είναι η μεθεπόμενη. Αρα, το μόνο στο οποίο προσβλέπει αυτή τη στιγμή ο Καραμανλής είναι η αποκόμιση πολιτικής υπεραξίας σε βάρος του ΠΑΣΟΚ, το οποίο προσπαθεί να καταδείξει ως αναξιόπιστο και αλλοπρόσαλλο απευθυνόμενος κυρίως στο συντηρητικό ακροατήριο (κυρίως στα μεσαία στρώματα που έλκονται από νοικοκυριλίκια, εκσυγχρονισμούς, μεταρρυθμίσεις και άλλες ηχηρές λέξεις).
Στο ίδιο ακροατήριο προσπαθεί να απευθυνθεί και ο Γιωργάκης, επαναλαμβάνοντας συνεχώς την πίστη του στην αναθεώρηση του άρθρου 16 (χαρακτηριστική απ’ αυτή την άποψη είναι τα όσα εμετικά δήλωσε στον «Ελεύθερο Ρύπο» της Αγγελοπουλίνας) και κάνοντας κριτική στην κυβέρνηση ότι δεν προωθεί… τις μεταρρυθμίσεις (ονοματίζει, μάλιστα, το νόμο-πλαίσιο και το ασφαλιστικό!).
Εκείνο που κανείς δε λέει και που γι’ αυτό πρέπει εμείς να το επαναλαμβάνουμε και να το τονίζουμε, είναι πως τη συνταγματική αναθεώρηση δεν την κατέστησαν άταφο πτώμα οι ενδοαστικοί ανταγωνισμοί και η διαπάλη στο επίπεδο του κοινοβούλιου, αλλά ο αγώνας των φοιτητών. Ενα κοινωνικό κίνημα με τον αγώνα του κατάφερε ν’ αλλάξει τους συσχετισμούς, κατακτώντας μια πρώτη νίκη. Μπορεί οι οπορτουνιστές του Περισσού να προσπαθούν να μηδενίσουν αυτή τη νίκη (με μια προπαγάνδα που ανάβει φλας αριστερά για να στρίψει δεξιά και να πάει στο αντιδραστικό ιδεολόγημα του «λαϊκού συντάγματος» με «λαϊκή κυβέρνηση», όπως χωρίς ντροπή είπε η Παπαρήγα στην ομιλία της στη Βουλή), όμως το φοιτητικό κίνημα -και γενικότερα η εργαζόμενη κοινωνία και η νεολαία της- πρέπει να εμβαθύνουν στο περιεχόμενο αυτής της μερικής νίκης, να το εγκολπωθούν και να κάνουν αυτή τη νίκη εφαλτήριο για να εκτινάξουν τον αγώνα σε νέα επίπεδα και να στείλουν στον αγύριστο και το νόμο-πλαίσιο.