Σε τιμή κοντά στο μισό ευρώ το λίτρο πουλιέται το πετρέλαιο θέρμανσης, αλλά για την κυβέρνηση δεν τρέχει τίποτα. Ο αρμόδιος υφυπουργός Ανάπτυξης, μάλιστα, υποστηρίζει με το γνωστό αλαζονικό του ύφος, ότι θα διαψευστούν όσοι μιλούν για νέο κύμα ακρίβειας. Η αλαζονεία τον εμποδίζει να κοιτάξει ακόμα και αυτά που λένε οι συνάδελφοί του βιομήχανοι, οι οποίοι ζητούν ειδικά μέτρα μείωσης της τιμής του πετρέλαιου που χρησιμοποιεί η βιομηχανία, για να μην υπάρξει κύμα ανατιμήσεων.
Ο «τσάρος της οικονομίας» Γ. Αλογοσκούφης, τον οποίο ήδη σημαντικοί παράγοντες της κυβερνώσας παράταξης αποκαλούν μαθητευόμενο μάγο, απέκλεισε στην ουσία τη δυνατότητα να χορηγηθεί το περιβόητο επίδομα θέρμανσης σε μερικές από τις πιο φτωχές οικογένειες. «Υπάρχει πολύ χαμηλή πιθανότητα να δοθεί», είπε, συμπλhρώνοντας ως πρόσχημα το ψηλό δημοσιονομικό κόστος και την απειλή της Κομισιόν, λόγω της εκτίναξης του δημοσιονομικού ελλείμματος. Αντίθετα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Θ. Ρουσόπουλος φέρθηκε πιο «πολιτικά», αφήνοντας ανοιχτό το θέμα με τη δήλωση ότι η κυβέρνηση το εξετάζει και θα πράξει ανάλογα. Με διαρροή από παράγοντες του υπουργείου Οικονομίας ο Αλογοσκούφης κάνει λόγο για κόστος 200 εκατ. ευρώ, που δεν μπορεί να το σηκώσει σήμερα η οικονομία.
Πρέπει να θυμηθούμε ότι προεκλογικά η ΝΔ δημαγωγούσε ασύστολα με το θέμα της ακρίβειας, έχοντας διαπιστώσει ότι «πουλάει». Τότε έριχνε την ευθύνη στην κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ και υποσχόταν ότι η ίδια θα δώσει λύσεις, μέσω της ανάπτυξης του υγιούς ανταγωνισμού και της κατάργησης των ολιγοπωλίων. Τώρα, ο Ι. Παπαθανασίου δηλώνει ότι «ακρίβεια υπήρχε και θα υπάρχει». Κάνει δηλαδή στροφή 180 μοιρών. Κατά τον υφυπουργό, οι ανατιμήσεις είναι της τάξης του 3% με 4% και δεν συντρέχει κανένας ιδιαίτερος λόγος ανησυχίας.
Ομως, άλλα προκύπτουν από τα ίδια τα στοιχεία που δίνει στη δημοσιότητα το υπουργείο Ανάπτυξης. Από 25 προϊόντα που παρακολουθούν οι υπηρεσίες του, για το χρονικό διάστημα Σεπτέμβρης 2003 – Σεπτέμβρης 2004, στα 16 κατέγραψαν ανατιμήσεις έως και 16%, 2 έμειναν αμετάβλητα και 7 υπέστησαν μείωση.
Πρέπει να παραδεχτούμε, όμως, ότι ο Παπαθανασίου είναι σοβαρός άνθρωπος. Αντί να πάρει σβάρνα τις λαϊκές, σαν τον αμίμητο Κίμωνα που κονταροχτυπιόταν καθημερινά on camera με τα αγγουράκια και τα ραπανάκια για να γελάει μαζί του το πανελλήνιο, αποφάσισε να εφαρμόσει άλλες μεθόδους, πιο μοντέρνες. Οι μέθοδοι αυτές ονομάζονται «κοινωνικά μηνύματα». Από ραδιοτηλεοπτικούς σταθμούς θα αρχίσει να μεταδίδεται πρώτο το «κοινωνικό μήνυμα» με το οποίο οι καταναλωτές θα καλούνται να επικοινωνούν με το 1520, τηλεφωνική γραμμή του υπουργείου Ανάπτυξης, από την οποία θα τους δίνονται λύσεις!
Μάλλον θα χάναμε τη σοβαρότητά μας αν ασχολούμασταν μ’ αυτό το μεγαλοφυές μέτρο. Είναι φανερό ότι η κυβέρνηση δεν πρόκειται να κάνει απολύτως τίποτα. Οι εποχές του κρατικού παρεμβατισμού στην αγορά, με αγορανομικούς ελέγχους, διατιμήσεις και τα παρόμοια, έχουν παρέλθει. Η αγορά πλέον λειτουργεί ελεύθερα και το ισχύον θεσμικό πλαίσιο απαγορεύει κάθε κρατική παρέμβαση. Αυτό υπαγορεύεται και από τους κανόνες της ΟΝΕ για τη «μη νόθευση του ανταγωνισμού». Ο ανταγωνισμός, βέβαια, κάθε άλλο παρά ελεύθερος είναι, αφού η αγορά ελέγχεται μονοπωλιακά και λίγοι όμιλοι κάνουν όλο το παιχνίδι. Οι κυβερνήσεις δεν έχουν καμιά διάθεση ούτε διαθέτουν τους μηχανισμούς για να παρέμβουν ακόμα και σε περιπτώσεις καραμπινάτης αισχροκέρδειας. Η λεγόμενη Επιτροπή Ανταγωνισμού είναι ένα διακοσμητικό όργανο, που το μόνο που κάνει είναι να πρωτοκολλά κάθε φορά τους νέους τιμοκαταλόγους που στέλνουν οι επιχειρήσεις.
Τα σημειώνουμε όλα αυτά για να πούμε για μια ακόμη φορά, ότι εξαπατούν τους εργαζόμενους όλοι εκείνοι που στρέφουν την προσοχή τους προς τις κυβερνήσεις, από τις οποίες απαιτούν «μέτρα κατά της ακρίβειας». Πρόκειται καθαρά για κίνηση αποπροσανατολισμού. Οχι μόνο γιατί υπάρχει ένα διαμορφωμένο θεσμικό πλαίσιο, αλλά και γιατί οι κυβερνήσεις δεν μπορούν να τιθασεύσουν τους νόμους της αγοράς. Εκεί που πρέπει να στρέψουν την προσοχή τους οι εργαζόμενοι είναι οι δικές τους αποδοχές. Γιατί η δυνατότητά τους να τα βγάλουν πέρα με την ακρίβεια εξαρτάται από το μισθό ή το μεροκάματο που παίρνουν. Κάθε φορά, όμως, που γίνεται λόγος για την ακρίβεια, κανένας δεν μιλάει για τα μεροκάματα. ‘Η -αν γίνεται λόγος- αυτό αφορά την κάλπικη θεωρία της τροφοδότησης του πληθωρισμού από τις αυξήσεις των μισθών (ποτέ των κερδών).
Ας γίνει συνείδηση, λοιπόν, ότι το μόνο μέσο άμυνας που διαθέτουν οι εργαζόμενοι έναντι της ακρίβειας είναι η αύξηση των μισθών και των μεροκάματων. Ετσι, που να μπορούν να κρατήσουν τουλάχιστον στα ίδια στάνταρ το επίπεδο διαβίωσής τους. Η μόνη διέξοδος που έχουν είναι η μόνη που δεν συζητιέται κάθε φορά που γίνεται λόγος για την ακρίβεια. Ακούγονται του κόσμου οι παπάρες για καταναλωτική συνείδηση, για μποϊκοτάζ, για αναζήτηση φθηνών μαγαζιών κ.λπ., αλλά δεν ακούγεται μια λέξη για αυξήσεις σε μισθούς και μεροκάματα.