Τη ναζιστική αρχή της συλλογικής ευθύνης, η οποία ηττήθηκε όχι μόνο πολιτικά αλλά και ποινικά στη δίκη του ΕΛΑ, επαναφέρει στην 4η δίκη της ΣΠΦ ο εισαγγελέας της έδρας (και αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου εδώ και καιρό) Γρηγόριος Βαβέτσης. Με την αγόρευσή του, που άρχισε στις 27 και ολοκληρώθηκε στις 30 Νοέμβρη, ο εισαγγελέας ζήτησε την καταδίκη εννέα μελών της ΣΠΦ για απλή συνέργεια σε όλες τις πράξεις που τους αποδίδει το κατηγορητήριο (περίπου 250 ενέργειες της οργάνωσης), με με την επιβαρυντική περίσταση των διατάξεων του άρθρου 187Α του Ποινικού Κώδικα («τρομοκρατία»). Μοναδικό επιχείρημα του εισαγγελέα ήταν πως είναι μέλη της οργάνωσης και πως σ' ένα κείμενό τους, που εκδόθηκε σε μεταγενέστερο από τις ενέργειες χρόνο, αναφέρθηκαν στη δράση και τις ενέργειες της οργάνωσής τους!
Για τους υπόλοιπους εννέα κατηγορούμενους (Γ. Κατραγιαννίδη, Κ. Σακκά, Α. Μητρούσια, Στ. Αντωνίου, Κων/να Καρακατσάνη, Π. Μασούρα, Δ. Πολίτη, Ι. Μιχαηλίδη και Θ. Μαυρόπουλο, που έχει γίνει μέλος της ΣΠΦ), ο εισαγγελέας πρότεινε την απαλλαγή απ' όλες τις πράξεις του κατηγορητήριου.
Μπορεί τα μέλη της ΣΠΦ να μην τα απασχολεί η ποινική τους μεταχείριση, όμως αυτή η εισαγγελική πρόταση δεν πρέπει να περάσει. Τα εννέα μέλη της ΣΠΦ πρέπει να απαλλαγούν από όλες τις κατηγορίες, γιατί από την ακροαματική διαδικασία δεν προέκυψε κανένα στοιχείο σε βάρος τους. Οι διωκτικοί και δικαστικοί μηχανισμοί πρέπει να αποδεικνύουν την ενοχή των κατηγορούμενων και όχι οι τελευταίοι ν' αποδείξουν την αθωότητά τους. Είναι γνωστό αυτό που έγινε στη δίκη του ΕΛΑ. Στην πρώτη πρωτόδικη δίκη, καταδικάστηκαν όλοι οι κατηγορούμενοι ως μέλη του ΕΛΑ και ως απλοί συνεργοί σε όλες τις ενέργειες της οργάνωσης, λόγω… ψυχικής συνδρομής. Ηταν η απόλυτη εφαρμογή της ναζιστικής αρχής της συλλογικής ευθύνης. Στη δεύτερη πρωτόδικη δίκη, αυτό ανατράπηκε. Το δικαστήριο αθώωσε από τις κατηγορίες της απλής συνέργειας στις ενέργειες της οργάνωσης ακόμη και τον Χρήστο Τσιγαρίδα, που είχε αναλάβει την πολιτική ευθύνη για τη συμμετοχή του στον ΕΛΑ. Στο δεύτερο βαθμό, όπου συγχωνεύτηκαν οι δυο πρωτόδικες δίκες, η απόφαση ήταν αθωωτική ακόμα και για τον Χρήστο Τσιγαρίδα. Αφού δεν υπήρχαν στοιχεία για τη συμμετοχή του στις ενέργειες, το δικαστήριο τον απάλλαξε, παρά την καταδικαστική εισαγγελική πρόταση. Ξέρετε ποιος ήταν εισαγγελέας στη δευτεροβάθμια δίκη του ΕΛΑ; Ο Γρ. Βαβέτσης! Στις 5 Νοέμβρη του 2009, αγόρευσε επί της ενοχής των Χρ. Τσιγαρίδα, Α. Κανά και Ειρ. Αθανασάκη (ο Κ. Αγαπίου είχε στο μεταξύ πεθάνει) και πρότεινε να κηρυχτούν οι τρεις κατηγορούμενοι ένοχοι για απλή συνέργεια σε όλες τις μη παραγραφείσες ενέργειες του ΕΛΑ, με βάση τη ναζιστική αρχή της συλλογικής ευθύνης. Το Πενταμελές Εφετείο Κακουργημάτων, όπως προείπαμε, με την 3096/2009 απόφασή του απάλλαξε όλους τους κατηγορούμενους. Και τον Χρ. Τσιγαρίδα που είχε αναλάβει την πολιτική ευθύνη για τη συμμετοχή του στον ΕΛΑ και είχε υπερασπιστεί τις ενέργειες της οργάνωσής του. Η απόφαση αυτή κατέστη τελεσίδικη, αφού δεν προσβλήθηκε.
Θυμίζουμε ακόμα τι συνέβη στη δίκη του Επαναστατικού Αγώνα. Καταδικάστηκαν για απλή συνέργεια στις ενέργειες της οργάνωσης οι Ν. Μαζιώτης, Π. Ρόπα και Κ. Γουρνάς, με το επιχείρημα ότι κατείχαν τις γιάφκες στις οποίες βρέθηκε οπλισμός της οργάνωσης. Αντίθετα, οι Β. Σταθόπουλος και Χρ. Κορτέσης, μολονότι καταδικάστηκαν ως μέλη της οργάνωσης (αυθαίρετα, κατά τη γνώμη μας), απαλλάχτηκαν από κάθε κατηγορία συμμετοχής στις ενέργειες, διότι δεν προέκυψε οποιαδήποτε εμπλοκή τους με τις ενέργειες ή με τις γιάφκες της οργάνωσης. Δηλαδή, για τη θεμελίωση της απλής συνέργειας στις ενέργειες της οργάνωσης, το δικαστήριο ήθελε συγκεκριμένα στοιχείαπου να δείχνουν έστω μόνιμη βοήθεια στους «άγνωστους δράστες» των ενεργειών.
Εν προκειμένω, για τα μέλη της ΣΠΦ δεν υπάρχουν ούτε στοιχεία συμμετοχής τους στις ενέργειες, ούτε γιάφκες που να σχετίζονται μ' αυτές τις ενέργειες, ούτε οποιοδήποτε άλλο αποδεικτικό στοιχείο. Αν καταδικαστούν ως απλοί συνεργοί στις ενέργειες της οργάνωσής τους, με μοναδικό στοιχείο τη συγγραφή ενός κειμένου σε μεταγενέστερο χρόνο, τότε θα γυρίσουμε στη ναζιστική αρχή της συλλογικής ευθύνης, που σ' αυτή την «καθαρή» μορφή της ηττήθηκε στη δίκη του ΕΛΑ.
Πολιτική τοποθέτηση
Ο εισαγγελέας Βαβέτσης, μολονότι πρότεινε την απόρριψη όλων των ενστάσεων των κατηγορούμενων και ιδιαίτερα της ένστασης για το πολιτικό αδίκημα και την αναρμοδιότητα του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων να εκδικάσει αυτή την υπόθεση, έβγαλε εισαγωγικά μια πολιτική ομιλία υπέρ του καπιταλιστικού συστήματος και ενάντια στο επαναστατικό κίνημα, στράφηκε ανοιχτά και με πάθος ενάντια στη λεγόμενη τρομοκρατία των ανταρτών πόλης και κλείνοντας το πολιτικό του λογύδριο φρόντισε να απαξιώσει την πλειοψηφία των κατηγορούμενων. Μιλάμε για λογύδριο, γιατί δεν επρόκειτο για προϊόν δικής του επίπονης δουλιάς, αλλά αντιγραφή του «ιδεολογικού» μέρους της καταδικαστικής απόφασης του πρωτόδικου τρομοδικείου για την υπόθεση της 17Ν. Το ίδιο εξ αντιγραφής λογύδριο ο εισαγγελέας Βαβέτσης είχε εκφωνήσει και στο εφετείο για την υπόθεση του ΕΛΑ, οπότε δεν χρειάστηκε να κουραστεί ούτε για να το αντιγράψει. Το είχε έτοιμο.
Η πολιτική τοποθέτηση Βαβέτση ξεκίνησε με τα γνωστά φληναφήματα περί «τρομοκρατίας», όπως αυτά έχουν καταγραφθεί στις αποφάσεις προηγούμενων δικών και κυρίως στην πρώτη δίκη για την υπόθεση της 17Ν. Για την ακρίβεια, διάβασε αυτολεξεί το «ιδεολογικό» τμήμα της καταδικαστικής απόφασης για τους κατηγορούμενους της δίκης αυτής . Σύμφωνα με το φτηνιάρικο ιδεολογικό σχήμα Βαβέτση, ο ένοπλος αγώνας για την αποκατάσταση της δημοκρατίας τελείωσε το 1974, όμως οι «τρομοκρατικές» οργανώσεις δεν μπόρεσαν να αντιληφθούν την αλλαγή των συνθηκών και εγκλωβίστηκαν ιδεοληπτικά σε μια τραγική ψευδαίσθηση, που τους οδήγησε σε ατραπούς εγκληματικής δράσης, η οποία μάλιστα είχε σαν αποτέλεσμα και τη σκλήρυνση των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους! Κατά τον εισαγγελέα, κάθε ένοπλη δράση σε περίοδο αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας αποτελεί τρομοκρατία και εγκληματική δράση. Τελεία και παύλα. Γι’ αυτό και το κράτος έχει την υποχρέωση να καταστείλει την ένοπλη δράση!
Είπε πολλά ακόμα ο τακτικός εισαγγελέας. Φυσικά, δε θα σχολιάσουμε φράσεις του τύπου «η ψυχοδυναμική της ομάδας αποτελεί τον συνδετικό κρίκο των μελών» – «η τρομοκρατική ομάδα έχει την ανάγκη να διαπράττει εγκλήματα για να δικαιώνει την ψυχολογία των μελών της» – «αναγκαιότητα αποτελεί η πειθαρχία και η υπακοή σε αυθεντίες που έχουν το ιδεολογικό υπόβαθρο, την πνευματική υπεροχή, το χάρισμα του λόγου» – «τα μέλη δεν χρειάζεται να έχουν πνευματικότητα, αλλά να αποδέχονται την ακροαριστερή ιδεολογία και την προσβολή εννόμων αγαθών όπως η περιουσία» – «τέτοιες αντιλήψεις αναπτύχθηκαν στην βραχύβια Παρισινή Κομμούνα και στη μπολσεβίκικη επανάσταση» κτλ. κτλ. Θα επαναλάβουμε μόνο ότι με το αντιγραμμένο λογύδριό του ο τακτικός εισαγγελέας κατέρριψε, εμμέσως πλην σαφώς, τη θέση που διατύπωσε όταν συζητιόταν η ένσταση για το πολιτικό έγκλημα, ότι η δίκη δεν είναι πολιτική αλλά ποινική. Δεν κολλάει σε μια ποινική δίκη ο τακτικός εισαγγελέας να εκφωνεί πολιτικούς λόγους, να αντιμετωπίζει τους κατηγορούμενους ως πολιτικούς του αντιπάλους και να τυποποιεί μ’ αυτό το κριτήριο τις κατηγορίες που οδηγούν σε ποινές αρκετών δεκάδων χρόνων φυλάκισης.
Ετοιμη είχε ο εισαγγελέας Βαβέτσης και την καταδικαστική πρόταση, με επιχειρήματα που περιγράφουν την περιβόητη «ψυχική συνδρομή» (όχι όπως τη θέλει ο αστικός ποινικός νόμος, αλλά όπως την αντιλαμβάνονται οι Ράμπο της «αντιτρομοκρατίας» τύπου Βαβέτση). Η απαλλακτική δικαστική απόφαση στην υπόθεση του ΕΛΑ δε σημαίνει τίποτα για τον κ. Βαβέτση. Επειδή, μάλιστα, γνωρίζει καλά πως η πρότασή του εβλήθη τότε, όχι μόνο από το κίνημα αλληλεγγύης, αλλά και από τον νομικό κόσμο, επιδόθηκε σε μια ανεπιτυχή προσπάθεια απολογίας και εξηγήσεων, σύμφωνα με τις οποίες η πρότασή του δεν έχει καμιά σχέση με τη ναζιστική αρχή της συλλογικής ευθύνης. Οταν, όμως, όλοι υποδεικνύονται ως ένοχοι για όλες τις πράξεις μιας οργάνωσης, χωρίς να υπάρχει κανένα αποδεικτικό στοιχείο για την παραμικρή εμπλοκή τους σ' αυτές (άμεση ή έμμεση), πέρα από τη θαρραλέα παραδοχή τους ότι είναι μέλη αυτής της οργάνωσης, τότε έχουμε τον ορισμό της ναζιστικής συλλογικής ευθύνης.
Αξίζει να παραθέσουμε ένα απόσπασμα από την αγόρευση Βαβέτση: «Περαιτέρω πρέπει να σημειωθεί ότι από τα αποδεικτικά στοιχεία δεν έχουμε βεβαίωση της ταυτότητας των φυσικών αυτουργών. Δηλαδή εκείνων που ως φυσικά πρόσωπα, συγκεκριμένα, προέβησαν σ’ αυτές τις συγκεκριμένες πράξεις. Ποιων πράξεων; Των πράξεων των εκρήξεων, των εμπρησμών, της προμήθειας, κατασκευής και κατοχής εκρηκτικών μηχανισμών. Ούτε προέκυψε βεβαιότητα κατά συναυτουργία με αγνώστους αυτουργούς, φυσικούς αυτουργούς, με την μορφή ηθικής αυτουργίας ή της άμεσης συνέργειας και έλλειψης αυτών των αξιόποινων πράξεων. Εχουμε την φυσική αυτουργία, την ηθική αυτουργία και η διαβάθμιση είναι αυτή, την άμεση συνέργεια, την απλή συνέργεια. Οσον αφορά τις τρεις μορφές τις πρώτες, φυσική αυτουργία, ηθική αυτουργία, άμεση συνέργεια, δεν έχουμε, δεν έχει βεβαιωθεί από κάποιο αποδεικτικό στοιχείο η ταυτότητα αυτών των προσώπων, των φυσικών αυτουργών. Ούτε επίσης, επαναλαμβάνω, βεβαιώνεται εάν κατά συναυτουργία με αγνώστους φυσικούς αυτουργούς με την μορφή της ηθικής αυτουργίας ή της άμεσης συνέργειας…».
Ο εισαγγελέας απέρριψε τη φυσική αυτουργία, την άμεση συνέργεια και την ηθική αυτουργία, αφήνοντας απέξω την απλή συνέργεια σε άγνωστους δράστες, μολονότι ούτε γι' αυτήν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία. Είχε αποφασίσει, ως πολιτικός αντίπαλος και όχι ως αντικειμενικός παρατηρητής, να προτείνει την ενοχή για απλή συνέργεια σε όλες τις αποδιδόμενες από το κατηγορητήριο πράξεις, γιατί «περιήλθαν σε καθ’ οιανδήποτε ψυχική συνδρομή». Και για να στηρίξει την ψυχική συνδρομή, κατέφυγε σε ένα πολιτικό κείμενο, με τίτλο «Ο ήλιος θα συνεχίσει να ανατέλλει», που υπογράφεται από τα εννέα φυλακισμένα μέλη της ΣΠΦ των οποίων πρότεινε την καταδίκη.
Ακόμη και σ' αυτό δεν πρωτοτύπησε. Στην υπόθεση του ΕΛΑ είχε καταφύγει στο μανιφέστο της οργάνωσης, που έφερε στο εξώφυλλό του τον ψευδεπίγραφο τίτλο «Εξαιρετικά Χημικά Λιπάσματα. Διάβασε αποσπάσματα για να θεμελιώσει την καταδικαστική του πρόταση.
Είπε ο εισαγγελέας: «Οπως όμως βεβαιώθηκε στην προηγούμενη δικάσιμο, το κείμενο που έχει την ονομασία “Ο ήλιος θα συνεχίσει να ανατέλλει’’, τις προκηρύξεις που αναγνώσθηκαν, αναλήψεις ευθύνης της ΣΠΦ που προαναφέρθηκαν και λοιπά έγγραφα, καθώς και από τις δηλώσεις μερικών από τους κατηγορούμενους (σ.σ. ανέφερε δηλώσεις των Χ. Τσάκαλου, Μ. Νικολόπουλου, Π. Αργυρού και Γ. Τσάκαλου), λαμβανομένων υπόψη γενικά των κανόνων της λογικής και των διδαγμάτων της κοινής πείρας, οι εννέα από τους κατηγορούμενους ως μέλη της ΣΠΦ παρείχαν σε αγνώστους φυσικούς αυτουργούς, μέλη επίσης της ΣΠΦ, πριν από την τέλεση και κατά την τέλεση των εκρήξεων και των εμπρησμών απλή ψυχική και υλική συνδρομή καθ’ οιονδήποτε τρόπο. Τελώντας δηλαδή σε γνώση τής από τους φυσικούς αυτουργούς τέλεσης των αξιοποίνων πράξεων, εκρήξεως, εμπρησμού, προμήθειας, κατασκευής και κατοχής εμπρηστικών μηχανισμών και θέλοντας να συμβάλουν στην πραγμάτωσή τους, περιήλθαν σε καθ’ οιανδήποτε ψυχική ή υλική συνδρομή για την ευόδωση του συλλογικού εγχειρήματος. Το συλλογικό εγχείρημα που αναφέρουν στο κείμενο “Ο Ηλιος συνεχίζει να ανατέλλει’’».
Σε τι συνίσταται η ψυχική ή υλική συνδρομή; «Στη διαμόρφωση των ιδεών της οργάνωσης και στην προπαγάνδιση των ιδεολογικοπολιτικών σκοπών και επιδιώξεών τους, υποστηρίζοντας ενεργά την αναγκαιότητα των σκοπών της και ειδικότερα της προκλήσεως εκρήξεων, εμπρησμών, και συνέβαλαν σε συζητήσεις για την αναζήτηση κριτηρίων για τους στόχους των ενεργειών και της ιδεολογικοπολιτικής δικαιολόγησης αυτών».
Ο εισαγγελέας δεν βρήκε αποδεικτικά στοιχεία για να τεκμηριώσει την απλή συνέργεια και κατέφυγε σ' ένα πολιτικό κείμενο που γράφτηκε πολύ αργότερα και όχι την περίοδο που έγιναν οι πράξεις του κατηγορητήριου. Και σύγχρονο να ήταν το κείμενο, όμως, πάλι δε θα συνιστούσε απλή συνέργεια στις πράξεις, γιατί ο εγκωμιασμός από μόνος του δε συνιστά απλή συνέργεια. Κάτι τέτοιο θα ήταν νομικό τερατούργημα, που θα άρμοζε σ' ένα ναζιστικό καθεστώς.
Ο εισαγγελέας Βαβέτσης δε διδάχτηκε από την απόφαση του Εφετείου για την υπόθεση του ΕΛΑ. Ετσι, αντί να προσωποποιεί τις κατηγορίες, τις ομαδοποιεί προτείνοντας συλλογική ενοχή των μελών της ΣΠΦ. Θα του θυμίσουμε, λοιπόν, μερικά αποσπάσματα από εκείνη την απόφαση:
«Δεν υφίσταται συνέργεια, όταν η ενθάρυνση ουδόλως ενίσχυσε τον αυτουργό της πράξεως. Η αντίθετη άποψη θα κατέληγε στην ποινικοποίηση κάθε εκδηλώσεως συμπάθειας προς όσους τελούν ένα έγκλημα και τελικώς στην ποινικοποίηση του φρονήματος».
«Δεν αποτελεί απλή συνέργεια κάθε ψυχική υποστήριξη του δράστη, αλλά μόνο εκείνη που συνιστά όρο κινδύνου για την προσβολή του έννομου αγαθού. Αυτό συμβαίνει στην περίπτωση εκείνου που ενισχύει τον ταλαντευόμενο δράστη ή σε άλλες παρόμοιες περιπτώσεις, όχι όμως και στις περιπτώσεις εκείνες, στις οποίες είναι εμφανής η αποφασιστικότητα και αταλάντευτη η βούληση του δράστη να προσβάλει το έννομο αγαθό».
«Η απλή μονομερής γνώση της πράξεως του άλλου ή ακόμα και η επιδοκιμασία της χωρίς μία συμβολή, που να ενισχύει αντικειμενικά την διάπραξη του εγκλήματος, δεν αρκεί για την θεμελίωση της απλής συνέργειας».
Σε ό,τι αφορά την κατηγορία της συμμετοχής σε «τρομοκρατική» οργάνωση, ο τακτικός εισαγγελέας πρότεινε να κηρυχθεί απαράδεκτη η ασκηθείσα ποινική δίωξη, λόγω εκκρεμοδικίας για τους 17 κατηγορούμενους και λόγω δεδικασμένου για τον Δ. Πολίτη. Οι συνήγοροι υπεράσπισης επεσήμαναν ότι με την ίδια απόφαση που αθωώθηκε ο Δ. Πολίτης αθωώθηκε και ο Ι. Μιχαηλίδης και επομένως θα έπρεπε και γι΄ αυτόν να κηρυχτεί η ποινική δίωξη ως απαράδεκτη λόγω δεδικασμένου. Ο εισαγγελέας αντέτεινε ότι αυτό δεν μπορεί να γίνει για τυπικούς λόγους και οχυρώθηκε πίσω από το ότι, ανεξαρτήτως του χαρακτηρισμού (εκκρεμοδικίας ή δεδικασμένου), το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: οι διώξεις κηρύσσονται απαράδεκτες.
Ο αναπληρωτής εισαγγελέας συμφώνησε με την πρόταση του συναδέλφου του. Ηταν η μοναδική παρέμβασή του σε μια τρομοδίκη που έχει ήδη διανύσει χρόνο 29 μηνών.
Η συνεδρίαση έκλεισε με μια σύντομη πολιτική δήλωση του Χρ. Τσάκαλου. Επεσήμανε ότι ο εισαγγελέας, στις προτάσεις του επί των ενστάσεων και ιδιαίτερα για την ένσταση του πολιτικού αδικήματος και την αρμοδιότητα του δικαστηρίου, ήταν απορριπτικός, γιατί θεωρεί αυτή τη δίκη καθαρά ποινική, ξεκίνησε όμως την αγόρευσή του με μια πολιτική ανάλυση. Αυτή η στάση συνιστά μια αντίφαση, συνέχισε ο Χρ. Τσάκαλος και οφείλεται στο ότι μέσα σας γνωρίζετε πολύ καλά ότι είναι μια πολιτική δίκη.
Η δίκη θα συνεχιστεί τη Δευτέρα 14 Δεκέμβρη με τις αγορεύσεις των συνηγόρων υπεράσπισης.