Σε μαραθώνιο εξελίχθηκε τελικά η «απολογία» του Χρ. Τσιγαρίδα, αφού χρειάστηκε και τρίτη μέρα για να ολοκληρωθούν όλες οι από έδρας ερωτήσεις. Σε αντίθεση με τους εισαγγελείς, οι δικαστές περιόρισαν στο ελάχιστο τις ερωτήσεις τους που αφορούσαν το ποινικό σκέλος της υπόθεσης (αναγνώρισαν ότι ο Χρ. Τσιγαρίδας δεν πρόκειται να αναφερθεί σε οτιδήποτε άλλο πέραν αυτών που έχει ήδη αναφερθεί και σεβάστηκαν και τον ίδιο ως άνθρωπο και την ιδιότητα του κατηγορούμενου) και έκαναν ερωτήσεις που αφορούσαν το πολιτικό σκέλος. Τις περισσότερες ερωτήσεις έκαναν οι εφέτες Παπαθεοδώρου και Πιπιλίγκας, Ο δεύτερος, μάλιστα, εξήγησε και την πηγή αυτών των ερωτήσεών του, μιλώντας για ιστορική δίκη, στα πρακτικά της οποίας θα ανατρέξει ο ιστορικός του μέλλοντος. Οι δικαστές, με το σεβασμό που επέδειξαν και με την απουσία οποιασδήποτε απαξιωτικής αναφοράς (ακόμη και για «επαναστατικό κίνημα» μιλούσαν) αναγνώρισαν εμμέσως πλην σαφώς αυτό που δεν είχαν αναγνωρίσει με την απόφασή τους για το «πολιτικό έγκλημα». Οτι κλήθηκαν να δικάσουν ένα πολιτικό φαινόμενο, ένα φαινόμενο της Ιστορίας, και όχι μια εγκληματική δράση.
Ετσι ο Χρ. Τσιγαρίδας είχε την ευκαιρία να αναφερθεί και πάλι σε πτυχές της δράσης του ΕΛΑ και τη δική του συμμετοχή σ’ αυτή τη δράση, στο νόημα της εκ μέρους του ανάληψης της πολιτικής ευθύνης κ.λπ. κ.λπ. Ιδιαίτερο βάρος έδωσε, ορμώμενος από σχετική ερώτηση, στο στήσιμο αυτής της υπόθεσης και στην παντελή αναξιοπιστία της Κυριακίδου. Ηταν μια τοποθέτηση που κράτησε αρκετή ώρα, στη διάρκεια της οποίας αναφέρθηκε σε όλα τα βήματα αυτής της υπόθεσης. ΘΙυμηθείτε –είπε- πως στην πρώτη κατάθεσή της στο Διώτη η Κυριακίδου μιλά για γιάφκα στην Τενέδου 18. Φαίνεται πως εκεί δεν μπορούν να βρουν κανέναν που να επιβεβαιώσει την Κυριακίδου, γι’ αυτό και αυτή η διεύθυνση δεν ξανακούγεται έκτοτε. Στο μεταξύ, αναγκάζονται ν’ αλλάξουν το αρχικό τους σενάριο. Ποιο ήταν αυτό; Δείτε το βιβλίο του Λαμπρόπουλου και θα καταλάβετε. Στηρίζεται στην αρχή των «συγκοινωνούντων δοχείων». Στο τέλος αυτού του βιβλίου υπάρχει ένα οργανόγραμμα, στην κορυφή του οποίου έχει το «κεντρικό συμβούλιο τρομοκρατίας» και από κάτω διακλαδώνονται όλες οι οργανώσεις. Η βόμβα που σκάει στα χέρια του Σάββα αλλάζει τα σχέδιά τους. Σε όλες τις καταθέσεις των συλληφθέντων δεν υπάρχει καμία αναφορά στον ΕΛΑ. Τα «συγκοινωνούντα» δοχεία καταρρέουν. Εγκαταλείπουν την Τενέδου 18, που έλεγε η Κυριακίδου, και πάνε στην Πάτμου. Εκεί βρίσκεται μια κυρία, η Σιώζου, μέλος ακροδεξιού κόμματος, που πείθεται να «ψιλοαναγνωρίσει» τον Αγαπίου. Δεν έχουν όμως τίποτα για την Αθανασάκη. Η Αστυνομία έχει το διαμέρισμα της Πολέμωνος, όπου υπάρχει και η Τόγκα, γυναίκα που είναι προφανές ότι ζει σε αστυνομικό περιβάλλον, φαίνεται από τον τρόπο που μιλάει. Της δείχνουν φωτογραφίες, της λένε ότι πρόκειται για τρομοκράτες που θα μείνουν για πάντα στη φυλακή κι αυτή δέχεται να «αναγνωρίσει» την Αθανασάκη. Είναι σοβαρά πράγματα αυτά; Τα πιστεύετε εσείς; Αναγνώρισε την Αθανασάκη του 1984 από μια φωτογραφία του 1976. Είναι δυνατόν να έχεις δει έναν άνθρωπο για μια στιγμή και να τον αναγνωρίζεις μετά από 20 χρόνια από μια παλιά φωτογραφία; Είχαμε όμως και την κατ’ αντιπαράσταση εξέτασή της με την Κυριακίδου. Η Κυριακίδου έλεγε ότι πλήρωνε τα κοινόχρηστα σε μια ηλικιωμένη κυρία στον πέμπτο όροφο και η Τόγκα απαντούσε «όχι, σε μένα τα πλήρωνες, στο δεύτερο όροφο, σε θυμάμαι».
Η πρόεδρος απάντησε ενοχλημένη σ’ αυτή την τοποθέτηση του Χρ. Τσιγαρίδα: «Πρώτη φορά, σ’ αυτό το δικαστήριο, κάνετε υπεράσπιση των συγκατηγορουμένων σας. Μέχρι τώρα λέγατε ότι η επαναστατική σας τιμή δεν σας επιτρέπει να αναφερθείτε σε άλλους». Ο Χρ. Τσιγαρίδας της απάντησε έντονα, ότι κάνει λάθος. Οταν τον συνέλαβαν, δεν γνώριζε ποιους άλλους έχουν συλλάβει. Οταν έμαθε ότι συνέλαβαν και άλλους, δε μπορούσε να πει τίποτα, γιατί δεν τους γνώριζε. Στη συνέχεια, έγιναν δυο δίκες και διαπίστωσε ότι δεν υπάρχει τίποτα σε βάρος τους. Εκανε δυο φορές αξιολόγηση των καταθέσεων της Κυριακίδου και μάλιστα κατέθεσε γραπτά και τα δυο κείμενα. Από το τέλος της πρώτης δίκης κιόλας μίλησε υπέρ της αθωότητας των συγκατηγορουμένων του. Το ίδιο έκανε και στη δεύτερη δίκη. Τίποτα το καινούργιο δεν προσέθεσε σ’ αυτή τη δίκη.
Πράγματι, ήταν ένα σοβαρό λάθος της προέδρου, που σε μας προκάλεσε απορίες. Γιατί, αν μη τι άλλο, έχει μελετήσει πολύ τη δικογραφία και γνωρίζει τις παρεμβάσεις Τσιγαρίδα. Γιατί αντέδρασε έτσι; Τι θέλει, δηλαδή, ο Τσιγαρίδας να μη θυμίζει τα σημεία και τέρατα αυτής της υπόθεσης; Να σωθεί σώνει και καλά η σκευωρία σε βάρος των υπόλοιπων κατηγορούμενων;