Η Αστυνομία δε μπορεί να βρει μια μάρτυρα. Είναι –λέει- αγνώστου διαμονής. Πρόκειται για τη μάρτυρα Αργυροπούλου-Παππά, που κλήθηκε με απόφαση του δικαστήριου, ύστερα από αίτημα της υπεράσπισης Τζωρτζάτου. Και όμως, η μάρτυρας αυτή είναι γιατρός (άρα τα στοιχεία της υπάρχουν στον Ιατρικό Σύλλογο), ενώ γνωστός είναι και ο αριθμός ταυτότητάς της. Η εισαγγελέας πρότεινε να αναγνωστεί η κατάθεσή της, η υπεράσπιση αρνήθηκε, διότι πρόκειται για αυτόπτη μάρτυρα, που περιγράφει τους δράστες και ο πρόεδρος, φανερά ενοχλημένος από την επιμονή της υπεράσπισης, δήλωσε ότι θα γίνει μια τελευταία προσπάθεια να βρεθεί η μάρτυρας τηλεφωνικώς.
Επειδή ουδείς από τους μάρτυρες της υπόθεσης Βαρδινογιάννη ήταν παρών, δόθηκε ο λόγος στον Ι. Μυλωνά για να κάνει σχόλιο επί της υπόθεσης Ανδρουλιδάκη. Το σχόλιο κατέτεινε να δείξει, με αναφορές στις καταθέσεις των αυτοπτών μαρτύρων κυρίως ως προς το ύψος των δραστών (ως δράστες φέρονται οι Κουφοντίνας, Τζωρτζάτος και Τέλιος), ότι εκείνος που πυροβόλησε τον Ανδρουλιδάκη θα μπορούσε να είναι μόνο ένας που περιγράφεται ως ψηλός, ύψους περίπου 1.85 (περιγραφή που ταιριάζει μόνο στον Τέλιο). Ο συνήγορος του Τέλιου διαμαρτυρήθηκε, σημειώνοντας ότι ο Τζωρτζάτος στη δίκη κρατούσε μια διαφορετική στάση, προσπαθώντας να υπερασπιστεί τον εαυτό του, χωρίς να ασχολείται με τους άλλους κατηγορούμενους, ενώ σ’ αυτή τη δίκη υπερασπίζεται τον εαυτό του υποδεικνύοντας άλλους ως δράστες. Ο Ι. Μυλωνάς απάντησε ότι ο ρόλος της υπεράσπισης Τζωρτζάτου είναι από τη μια να αποδείξει ότι η απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστήριου ήταν άδικη για τον Τζωρτζάτο και από την άλλη να βοηθήσει το δικαστήριο να βρει την αλήθεια. Αν η επιμελής εργασία που κάνει βοηθά το δικαστήριο να οδηγηθεί σε κάποιον άλλο κατηγορούμενο, αυτό δεν αφορά τον Τζωρτζάτο!
Εμείς δε θα κάνουμε κανένα ιδιαίτερο σχόλιο. Αναρωτιόμαστε μόνο, σε τι διαφέρει αυτή η στάση από τη στάση των συνεργαζόμενων, έστω και αν η «βοήθεια προς το δικαστήριο» αφορά τους συνεργαζόμενους. Απαντάς με τα ίδια όπλα; Είναι αυτή στάση αγωνιστή, συνεπής με τις επαναστατικές παραδόσεις του τόπου μας (και όχι μόνο);
Στη συνέχεια, αναγνώστηκε ολόκληρη η τζωρτζατειάδα, με τις επιστολές κατά Κουφοντίνα που δημοσιεύτηκαν στην «Ελευθεροτυπία», που κατέθεσε στο δικαστήριο ο συνήγορος του Τέλιου. Ο βόρβορος πλημμύρισε το δικαστήριο κι αμέσως μετά, σαν έτοιμος από καιρό, ζήτησε το λόγο ο Τσελέντης για να πει τα εξής:
«Από την εμπειρία μου στην οργάνωση και από τη γνωριμία μου με τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο, σας βεβαιώνω ότι η φρασεολογία αυτών που διαβάστηκαν είναι του Αλέξανδρου Γιωτόπουλου και όχι του Τζωρτζάτου. Σας βεβαιώνω, γνωρίζω πολύ καλά τον Αλέξανδρο Γιωτόπουλο και τη φρασεολογία του. Από το περιεχόμενο φαίνεται ότι είναι έγγραφο του Αλ. Γιωτόπουλου εναντίον εμένα προσωπικά. Δεν είναι έγγραφο του Τζωρτζάτου για να υπερασπίσει τον εαυτό του. Είναι μόνο εναντίον εμένα και ο Αλ. Γιωτόπουλος χρησιμοποιώντας (ο Τζωρτζάτος έχει σηκωθεί και κάτι λέει σε έντονο ύφος προς τον Τσελέντη) τη μέθοδο του Γκέμπελς, που λέει ότι πες πες ψέματα στο τέλος κάτι θα μείνει, χρησιμοποιεί σκόπιμα δύο τρεις λέξεις, διαστρεβλώνει την πραγματικότητα του πρώτου δικαστηρίου ή και του σημερινού και από κει συνεχίζει για να αποδείξει ότι εγώ λέω ψέματα. Συγκεκριμένα, στην υπόθεση του Μάτη το έγγραφο αυτό λέει ότι το δικαστήριο το πρώτο, δηλαδή εγώ, είπα ότι δύο άτομα ήτανε μέσα και τρία απέξω. Αυτό δεν έχει γίνει ποτέ. Λέει μετά το επιχείρημα, ότι σε άλλες ληστείες, που έχουν καταδικαστεί διάφορα μέλη της οργάνωσης, ότι πήρανε μέρος 7-8 άτομα. Εγώ θα σας πω για μια ληστεία που δεν έχει εξεταστεί ακόμα από το δικαστήριό σας, θα εξεταστεί προσεχώς, στο Ταχυδρομικό Ταμιευτήριο Πατησίων , σ’ αυτή τη ληστεία πήρα μέρος και εγώ και ο Τζωρτζάτος και θα δείτε ότι και εγώ και ο Τζωρτζάτος αναφέρουμε για τρία άτομα που μπήκαν μέσα στο κατάστημα και έκαναν τη ληστεία και εγώ λέω και δύο άτομα απέξω, ο Τζωρτζάτος λέει τρία άτομα μπήκαν μέσα, ένα άτομο έμεινε απέξω. Δηλαδή, γινόταν ληστείες και μέσα στο κατάστημα έμπαιναν τρία άτομα και όχι 7-8 που θέλει να βάλει σκόπιμα ο Αλ. Γιωτόπουλος, ότι σε κάθε ληστεία έμπαιναν μέσα 7-8 άτομα και κανένας απέξω. Σε κάθε ληστεία ήταν ένα με δύο άτομα απέξω και μπαίνανε δύο, τρία, τέσσερα μέσα. Στην υπόθεση Μομφεράτου βάζει μία λέξη που είναι ψευδής, ότι υπήρχαν από τη δεξιά πλευρά του αυτοκινήτου δύο άτομα που πυροβόλησαν κάθετα. Βάζει αυτή τη λέξη. Από πουθενά δεν προέκυψε αυτό. Πάντα όποιος έχει σκοπό να πυροβολήσει κάποιον που είναι μέσα στο αυτοκίνητο δεν πυροβολάει ποτέ κάθετα. Πυροβολάει από πάνω προς τα κάτω. Μετά συνεχίζει με τα τετράδια. Στην υπόθεση με τα τετράδια δεν γνωρίζω. Ο Αλ. Γιωτόπουλος, που υποτίθεται ότι υπερασπίζεται τον Τζωρτζάτο, ξέχασε να αναφέρει οτιδήποτε για την υπόθεση Ανδρουλιδάκη. Αυτά θέλω να σας διαβεβαιώσω».
Ο Τζωρτζάτος φωνάζει μακριά από το μικρόφωνο, ο πρόεδρος του λέει αν θέλει να μιλήσει και αυτός απαντά αρνητικά και κάθεται στη θέση του (στη θέση του Γιωτόπουλου, όπου έχει μεταφερθεί μετά την αποχώρηση του τελευταίου). Ο συνήγορός του τού λέει να περιμένει και ζητά να τοποθετηθεί. Παρεμβαίνει ο αναπληρωτής εισαγγελέας και ζητά να κάνει μια ερώτηση στο Τζωρτζάτο.
Αν. εισαγγελέας: Απ’ αυτά που διάβασα, που έχετε δημοσιεύσει στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία» κράτησα ένα στοιχείο, ότι η στάση του κ. Κουφοντίνα αποτείνει εις όφελος. Δηλαδή αυτό που έχει κερδίσει ο Κουφοντίνας είναι ότι υπάρχει όφελος. Και λέτε ότι το όφελός του είναι σημαντικό και φαίνεται. Ποιο όφελος; δεν έχω καταλάβει, τι εννοείτε δηλαδή ότι ο Κουφοντίνας με τη στάση του αυτή… (ο συνήγορος διακόπτει, ο εισαγγελέας συνεχίζει). Με συγχωρείτε, αυτό που κράτησα είναι ότι ο κ. Κουφοντίνας έχει αποκομίσει κάποιο σημαντικό όφελος με τη στάση του. Τι εννοείτε μ’ αυτό;
Ο Τζωρτζάτος σηκώνεται και πιάνει το μικρόφωνο, ο συνήγορός του του κάνει νόημα να καθήσει κάτω και να μη μιλήσει και ζητά αυτός το λόγο.
Πρόεδρος: κ. Τζωρτζάτο, έχετε να απαντήσετε στην ερώτηση που σας υποβάλλει ο κ. εισαγγελεύς; Δεν έχετε.
Ι. Μυλωνάς: Δεν απαντάει τώρα, κ. πρόεδρε, δεν απανάει τώρα.
Πρόεδρος: Αφήστε τώρα, αν απαντάει ή δεν απαντάει. Εγώ ρωτώ τον κ. Τζωρτζάτο, κ. συνήγορε.
Ι. Μυλωνάς: Είναι προφανές ότι τα δύο δημοσιεύματα που διαβάστηκαν δεν έχουν καμία σχέση με την παρούσα υπόθεση. Θα μπορούσα γι’ αυτό το λόγο να ζητήσω να μη διαβαστούν. Δεν το έκανα, γιατί από την ανάγνωση αυτή ή μάλλον από το αίτημα της υπεράσπισης του κ. Τέλιου να διαβαστούν αυτές οι επιστολές προκύπτει χαρακτηριστικότατα το είδος της υπεράσπισης που επιλέγει ο κ. Τέλιος. Εξετάζουμε την υπόθεση Ανδρουλιδάκη. Κατηγορούμενοι τρεις, οι κ. Κουφοντίνας, Τζωρτζάτος και Τέλιος. Από την ακροαματική διαδικασία –ας μ η κρυβόμαστε- προέκυψαν σοβαρότατες αμφιβολίες όσον αφορά την αξιοπιστία των ομολογιών του κ. Τέλιου. Και επειδή, υποθέτω, αυτό το σημείο δεν μπορεί να το αντικρούσει ευθέως ο συνήγορός του, επέλεξε να γίνει βοηθός εισαγγελέα και να υιοθετήσει την πανάρχαια τακτική διαίρει και βασίλευε. Γιατί βέβαια, όταν δεν μπορούμε να πούμε κάτι για τα στοιχεία που κλονίζουν την αξιοπιστία του πελάτη μας, του κ. Τέλιου, τι άλλο μπορούμε να κάνουμε; Μπορούμε να προσπαθήσουμε να αποπροσανατολίσουμε, να τη μεταφέρουμε σε ένα άλλο πεδίο και να προσπαθήσουμε να βάλλουμε διχόνοια, να δημιουργήσουμε εντάσεις μεταξύ του κ. Κουφοντίνα και του κ. Τζωρτζάτου. Διαίρει και βασίλευε. Προφανώς τα όσα λένε οι εφημερίδες και πως χαρακτηρίζουν την υποτιθέμενη μάχη μεταξύ Κουφοντίνα και Τζωρτζάτου δεν είναι λόγια του κ. Τζωρτζάτου. Ο κ. Τζωρτζάτος δεσμεύεται μόνο από όσα έχει γράψει ο ίδιος. Οι συγκεκριμένες επιστολές απ’ ότι ξέρω είναι του κ. Τζωρτζάτου, έχουν δοθεί τρεις μήνες πριν ξεκινήσει η παρούσα δίκη, στο πλαίσιο ενός δημόσιου διαλόγου (sic!). Είχε τοποθετηθεί ο κ. Κουφοντίνας και θεώρησε σκόπιμο ο κ. Τζωρτζάτος να απαντήσει (σ.σ. ξεπέφτοντας στο επίπεδο επαρχιώτη δικολάβου, ο Μυλωνάς ξεχνά ότι ήταν ο Τζωρτζάτος που με συνέντευξη και επιστολή στα «Νέα» επιτέθηκε στον Κουφοντίνα, συκοφαντώντας τον ως συνεργαζόμενο και μετά αναγκάστηκε να απαντήσει ο Κουφοντίνας, ψύχραιμα μάλιστα, ζητώντας όσο είναι καιρός να σταματήσει ο κατήφορος). Τη συνέχεια ξεκίνησε η παρούσα δίκη και έκτοτε τοποθετήθηκαν επανειλημμένα κι ο κ. Τζωρτζάτος κι ο κ. Τσελέντης κι ο κ. Κουφοντίνας. Αν η υπεράσπιση του κ. Τζωρτζάτου θεωρούσε ότι τα συγκεκριμένα δημοσιεύματα έχουν κάποια σημασία για την παρούσα δίκη, θα τα είχε προσκομίσει. Δεν το έπραξε όμως, γιατί θα πρέπει να ξεχωρίσουμε δύο πράγματα. Είναι ένα ζήτημα που δεν αφορά ένα ποινικό δικαστήριο ποιες γνώμες εκφράζουν δημοσίως οι έλληνες πολίτες, μεταξύ των οποίων οι κ. Κουφοντίνας και Τζωρτζάτος. Είναι ένα άλλο ζήτημα ποια είναι η θέση των κ. κατηγορουμένων στην παρούσα δίκη. Συνεπώς, όπως το αντιλαμβάνομαι εγώ – δεν ξέρω αν ο κ. Τζωρτζάτος έχει άλλη άποψη, θα τοποθετηθεί όποτε θελήσει – τα συγκεκριμένα δημοσιεύματα δεν αφορούν την παρούσα δίκη. Όταν έχει να πει κάτι ο κ. Τζωρτζάτος στην ακροαματική διαδικασία το λέει είτε ο ίδιος είτε διά του συνηγόρου του. Βεβαίως, να μη κρυβόμαστε, οι δημοσιογράφοι θέλουν αίμα, θέματα που πουλάνε, που έχουν ενδιαφέρον για το κοινό. Ένα ζήτημα λοιπόν που πριν αρχίσει αυτή η δίκη έχει τεθεί είναι ο υποτιθέμενος εμφύλιος, η διαμάχη μεταξύ Κουφοντίνα και Τζωρτζάτου. Εδώ πρέπει να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους. Ο κ. Κουφοντίνας έχει επιλέξει μια συγκεκριμένη υπερασπιστική γραμμή, ας την πω ην πολιτική υπερασπιστική γραμμή. Ο κ. Τζ ωρτζάτος έχει επιλέξει μία διαφορετική υπερασπιστική γραμμή, ας την πούμε νομική υπερασπιστική γραμμή, παρόλο που δεν ακριβολογώ, υπάρχουν και μερικές άλλες παράμετροι. Ας πούμε, εν μέρει ανακριβώς, ότι από τη μια έχουμε την πολιτική υπεράσπιση και από την άλλη τη νομική. Δεν είναι ακριβές, διότι και ο κ. Τζωρτζάτος θεωρεί ότι είναι μία πολιτική ποινική δίκη, αλλά ας το απλουστεύσουμε προς το παρόν και ας επιμείνουμε στη βασική συνιστώσα της υπεράσπισης Τζωρτζάτου που είναι η νομική υπεράσπιση. Ο κ. Τζωρτζάτος από την αρχή προσπαθεί με στοιχεία να καταρρίψει τις εις βάρος του κατηγορίες. Σε κάποιο σημείο της δίκης έγιναν ενδεχομένως κάποιες αιχμές (sic!) για τον κ. Κουφοντίνα. Σε μια μεγάλη δίκη αυτό μπορεί να συμβεί. Είναι μία ζώσα διαδικασία που εξελίσσεται. Αυτό είναι η μία άκρη. Αλλά είναι εντελώς εσφαλμένο, λαμβάνοντας υπόψη αυτές τις υπερκτές τριβές, να φτάσουμε στην άλλη άκρη και να λέμε, οι μεγάλοι εχθροί, η εμφύλια διαμάχη, πολεμάει ο Τζωρτζάτος τον Κουφοντίνα κι ο Κουφοντίνας το Τζωρτζάτο. Αυτά μπορεί να βολεύουν τους δημοσιογράφους, όμως δεν έχουν καμία σχέση με την παρούσα υπόθεση και είναι εντυπωσιακό ότι αυτά βολεύουν πολύ και την υπεράσπιση του κ. Τέλιου. Γιατί θα ‘χετε καταλάβει ότι νομικά δεν είχε καμία σημασία, κανένα ενδιαφέρον για την υπόθεση Ανδρουλιδάκη και για την υπεράσπιση του κ. Τέλιου το να διαβαστούν αυτές οι επιστολές. Γιατί αν στις επιστολές αυτές έλεγε ο κ. Τζωρτζάτος ότι την αλήθεια τη λέει μόνο ο Τέλιος, θα είχε κάποιο νόημα. Αντιθέτως, όπως ακούσατε πολύ καλά από τη δεύτερη επιστολή, ενδεικτικά επισημαίνει τρεις υποθέσεις ο κ. Τζωρτζάτος, όπου έχει παραβιαστεί το δίκαιο και η πραγματικότητα. Αρα, όσον αφορά την υπεράσπιση του κ. Τέλιου, κανένα μα κανένα υπερασπιστικό επιχείρημα δε μπορεί να αντλήσει ο κ. Τέλιος από τις επιστολές αυτές. Γιατί το έκανε; Οταν δεν έχουμε να πούμε κάτι για την αλλαγή του κλίματος και τα στοιχεία τα καινούργια που βγαίνουν στην ακροαματική διαδικασία, που κλονίζουν την αξιοπιστία του κ. Τέλιου, τότε θυμόμαστε το διαίρει και βασίλευε και προσπαθούμε να δημιουργήσουμε εκ του μη όντος μία μεγάλη αντιπαράθεση, ο Κουφοντίνας εναντίον του Τζωρτζάτου, ο Τζωρτζάτος εναντίον του Κουφοντίνα . Όλα αυτά δεν έχουν καμία σχέση με την παρούσα δίκη. Όπως σας είπα, υπήρξαν τριβές και ενδεχομένως ίσως υπάρξουν και στο μέλλον, που έχουν να κάνουν με τη διαφορετική υπερασπιστική γραμμή που ακολουθεί ο μεν και ο δε. Αλλά είναι ένα εντελώς διαφορετικό πράγμα, που δεν ισχύει, να πούμε ότι είναι οι μεγάλοι εχθροί και βρίζει ο ένας τον άλλο και βρίζει τάχαμου ο κ. Τζωρτζάτος τον κ. Κουφοντίνα. Είναι δυο εντελώς διαφορετικά ζητήματα. Υπήρξε ένας δημόσιος διάλογος, ενδεχομένως και με κάποια οξύτητα στη διατύπωση (sic!) – να θυμίσω ότι έχει προηγηθεί τοποθέτηση του κ. Κουφοντίνα στις εφημερίδες – αλλά αυτός ο διάλογος δεν αφορά την παρούσα δίκη. Η προσπάθεια του κ. Τέλιου να αναζωπυρώσει ή να δημιουργήσει εκ του μη όντος μία αντιπαράθεση μεταξύ Κουφοντίνα και Τζωρτζάτου είναι εκ του πονηρού και αποπροσανατολιστική. Και βεβαίως, νομίζω ότι από την αποδεικτική διαδικασία στην υπόθεση Ανδρουλιδάκη δικαιώθηκε η θέση αρχής του ομιλούντος, ότι όποιοι έχουν δηλώσει μεταμελημένοι – ας μη χρησιμοποιήσω τον όρο συνεργαζόμενοι – μεταξύ των οποίων και ο κ. Τέλιος θα πρέπει να ελέγξουμε την αξιοπιστία τους. Και νομίζω ότι αυτό γίνεται και προκύπτει από αντικειμενικά δεδομένα, όπως οι μαρτυρικές καταθέσεις, ότι η αξιοπιστία του κ. Τέλιου έχει κλονιστεί. Αυτό ενόχλησε το συνήγορό του και προσπάθησε να αποπροσανατολίσει τη συζήτηση και βεβαίως να πετύχει και πάλι τη δημιουργία εκ του μηδενός μίας εμφύλιας διαμάχης μεταξύ Κουφοντίνα και Τζωρτζάτου, ακριβώς για να κρύψει τα επιβαρυντικά για τον εντολέα του στοιχεία.
Β. Τζωρτζάτος (σχεδόν ουρλιάζοντας): Εγώ θέλω να ρωτήσω όλους αυτούς που κόπτονται, εδώ και τρεις μήνες επιχειρούνε να τα βρούμε, με πρώτον αυτόν εδώ, τον Τσελέντη. Να πούμε τι; Ν’ ανεβαίνουνε εδώ πάνω και να λένε ψέματα; Τους είπα: θέλετε να τα βρούμε; Αυτοί που ανεβαίνουνε πάνω και λένε ψέματα και καταδικάζουνε σε ισόβια θα απομονωθούνε. Με πρώτον τον Τσελέντη. Επιασε την αδερφή μου, έπιασε τους συγγενείς μου, το συνήγορό μου. Και όλοι να τα βρούμε. Ολοι. Με πρώτον αυτόν εδώ.
Δ. Κουφοντίνας (με εμφανή την πίκρα στον τόνο της φωνής του): Δυο λόγια θα πω μόνο. Κάποιοι επιχαίρουν εδώ μέσα μ’ αυτά π’ ακούγονται. Δεν κάνουνε καν τον κόπο να το κρύψουν. Κάποιοι επιχαίρουν μ’ αυτά που ακούγονται. Εν τω άξιζε αυτό αυτή η δίκη. Θέλω να πω ότι σ’ αυτή τη δίκη έχουν παρατηρηθεί πρωτοτυπίες, παγκόσμιες θα ‘λεγα πρωτοτυπίες, ιστορικά. Δεν αναφέρομαι στο ζήτημα της συνεργασίας με το κράτος. Αυτό είναι ένα φαινόμενο που έχει υπάρξει σ’ όλες τις πολιτικές δίκες. Εμφανίζονται κάποιοι που για προφανείς λόγους συνεργάζονται με τις αρχές, λένε αυτά που θέλουν οι αρχές – μην τα θεωρείτε σώνει και καλά αλήθεια αυτά, εφόσον το κίνητρο είναι προφανές: συνεργάζονται με τις αρχές για να απαλλαγούν, γιατί να πούνε την αλήθεια; -. Σ’ όλες τις πολιτικές δίκες συμβαίνει αυτό. Σ’ όλες τις πολιτικές δίκες συμβαίνουν και άλλα. Εδώ έχουμε και άλλες πρωτοτυπίες. Δεν θέλω ν’ αναφερθώ τώρα σ’ αυτές. Θέλω να πω το εξής μόνο. Στην ιστορία τις Αριστεράς υπάρχουν λαμπρές σελίδες. Σελίδες αγώνων. Υπάρχουν και μελανές σελίδες. Πάνω σ’ αυτό έχει μιλήσει και η οργάνωση. Κάποια στιγμή θ’ αναφερθώ και σ’ αυτό. Δε μπορούμε να ονομάζουμε διάλογο και αντιπαράθεση μια προφανή εκστρατεία σπίλωσης, συκοφάντησης. Από το τέλος της πρώτης δίκης και πριν από την έναρξη αυτής τους είχα καλέσει να σκεφτούν ποιους συμφέρει αυτό το πράγμα. Σε λίγο θα ‘ρθει ο κ. Βαρδινογιάννης. Θα δοθεί εδώ ένας πολιτικός αγώνας. Όπως δίνεται ένας αγώνας από την αρχή της πρώτης δίκης. Για να μπουν τα πράγματα στη θέση τους, για να υπερασπιστεί η ιστορία της οργάνωσης και της Αριστεράς. Θα ‘ρθει ένας εκπρόσωπος του κεφαλαίου και θα πάρει την απάντησή του από την επαναστατική οργάνωση. Ξαναλέω, θα δοθεί ένας πολιτικός αγώνας, εκεί είναι το κέντρο. Δίνεται ένας πολιτικός αγώνας από την αρχή της δίκης, άμα θέλετε και της πρώτης δίκης. Σ’ αυτόν τον αγώνα εγώ, όπως έκανα πάντα, θα είμαι παρών και στην πρώτη γραμμή.
Ν. Πρωτέκδικος: Τα έγγραφα τα συγκεκριμένα δόθηκαν στο δικαστήριό σας – για να λύσω κάθε απορία που υπάρχει – όχι για να διαβαστούνε ολόκληρα. Ημουν σαφέστατος, ζήτησα να διαβαστούν δυο σημεία που είχα σημειώσει, για να φανεί ότι ο κ. Τζωρτζάτος ο οποίος σ’ αυτή τη δίκη, στην υπόθεση Ανδρουλιδάκη συγκεκριμένα, δεν περιορίζεται να δηλώσει ότι δεν ήταν παρών, δεν αγωνίζεται να αποδείξει ότι τα χαρακτηριστικά του δεν ταυτίζονται, αλλά προσπαθεί επιμελώς και ζητώντας όλους τους μάρτυρες, να προσθέσουνε οπωσδήποτε σ’ αυτούς που πλησιάζουν το αυτοκίνητο τον Κ. Τέλιο, το οποίο μόνο του δεν οδηγεί σε τίποτα, γιατί κι ο Κ. Τέλιος να ‘ναι δίπλα, το δεύτερο άτομο ποιο είναι; Το θεωρούμε δεδομένο ότι είναι ο Κουφοντίνας;
Β. Τζωρτζάτος: Δηλώνω κατηγορηματικά ότι δεν είχα σχέση, δε συμμετείχα σε καμία ενέργεια. Πως είναι δυνατό να γνωρίζω, αν οποιοσδήποτε από τους κατηγορούμενους συμμετείχε στις ενέργειες. Είχα ζητήσει από τον Κουφοντίνα πει ό,τι γνωρίζει για την υπόθεση Μομφεράτου, όχι επειδή ήτανε, επειδή νομίζω ότι πρέπει να θυμάται ότι πρώτη επαφή μου με την οργάνωση ήτανε το Πάσχα του 1985, δηλαδή μετά την υπόθεση του Μομφεράτου. Παρολαυτά, τώρα θυμήθηκα και θέλω να πω, ότι τη μέρα αποχώρησης του Γιωτόπουλου από τη δίκη κάποιοι έστειλαν συγκατηγορούμενο για να τα βρούμε και να με βοηθήσουν να σπάσω τα ισόβια. Με πρώτον αυτόν εδώ, τον Τσελέντη, ο οποίος έχει φορτώσει ισόβια σε ανθρώπους, όχι μόνο σε μένα. Τους απάντησα, πως μπορούν να με βοηθήσουν αποκαλύπτοντας τη δήθεν αλήθεια, όταν ταυτόχρονα δεν ξεσκεπάζουν τα ψέματα αυτών που ανεβαίνουν επάνω με συνέπεια κάποιοι άνθρωποι να φορτώνονται ισόβια, με τα οποία καταδικάστηκα και εγώ. Και άρα προϋπόθεση και εγγυητής της ειλικρίνειάς τους, αυτούς που μου στείλανε για να γίνει αυτό το πράγμα, είναι το ζήτημα αρχών. Να πάρουν καθαρή θέση για τους ανοιχτά συνεργαζόμενους, που δεν θα καταδικαστεί άνθρωπος σε ισόβια και τις ψευτοκαταθέσεις τους, πράγμα που αρνήθηκαν, αποκαλύπτοντας ότι η πρότασή τους δεν ήταν παρά μια απάτη. Ετσι λοιπόν την άδικη και αυθαίρετη ποινή που μου επιβλήθηκε θα την πολεμήσω και θα αποκαλύψω μόνος μου την αλήθεια.
Ι. Μυλωνάς: Εχει καθοριστική σημασία για την υπόθεση Ανδρουλιδάκη η αξιοπιστία των καταθέσεων του κ. Τέλιου. Ο κ. Τέλιος λέει δύο πράγματα. Πρώτον, ότι πυροβόλησε ο Τζωρτζάτος, δεύτερον ότι εγώ ο Τέλιος ήμουνα πίσω. Αν λοιπόν αποδειχτεί ότι δεν ήτανε πίσω μακριά αλλά ήτανε κι αυτός μπροστά από το αυτοκίνητο, η αξιοπιστία του καταρρίπτεται πλήρως.
Στο διάλειμμα, ο Τζωρτζάτος μοίρασε στους δημοσιογράφους την παρακάτω γραπτή δήλωση: «Δεν είμαι διατεθειμένος να μεταφέρω την ουσία της υπόθεσής μας που είναι οι άδικες δίκες που φάνηκαν με τις άδικες και αυθαίρετες ποινές και η μη αναγνώριση του πολιτικού χαρακτήρα της δίκης σε κόντρες μεταξύ των συγκατηγορουμένων μου. Είμαι όμως υποχρεωμένος να κάνω κριτική και να εκφράζω την άποψή μου σε ψευδολόγους και τιμητές απ’ όπου και να προέρχονται, που προσπαθούν με τις επεμβάσεις τους να στηρίξουν το κατασκευασμένο κατηγορητήριο εις βάρος μου και εις βάρος άλλων. Ολοι αυτοί που με προπηλακίζουν μου έστειλαν την ημέρα αποχώρησης του Γιωτόπουλου από τη δίκη συγκατηγορούμενούς μου για να μου πουν να τα βρούμε και να με βοηθήσουν να σπάσω τα ισόβια. Από τότε και τουλάχιστον άλλες 10 φορές έχουν προσπαθήσει για τον ίδιο λόγο, δηλαδή να τα βρούμε με πρώτο και καλύτερο τον Τσελέντη.
Του απάντησα: Πώς μπορούν να με βοηθήσουν αποκαλύπτοντας δήθεν την αλήθεια, όταν ταυτόχρονα δεν ξεσκεπάζουν τα ψέματα των συνεργαζόμενων με βάση τα οποία καταδικάστηκα σε πολλαπλά ισόβια; Συνεπώς προϋπόθεση και εγγυητής της ειλικρίνειάς τους είναι το ζήτημα αρχών. Να πάρουν καθαρή θέση για τους ανοιχτά συνεργαζόμενους και τα ψέματά τους, πράγμα που το αρνήθηκαν αποκαλύπτοντας έτσι ότι η πρότασή τους να τα βρούμε δεν ήταν παρά μια νέα απάτη. Την άδικη και αυθαίρετη ποινή που μου επιβλήθηκε θα την πολεμήσω και θα αποκαλύψω την αλήθεια μόνος μου».
ΥΠΟΘΕΣΗ ΒΑΡΔΙΝΟΓΙΑΝΝΗ
Βαρδής κι ασήκωτος προσήλθε και πάλι ο αρχηγός της γνωστής φαμίλιας. Οχι με ύφος καπιταλιστή αλλά με ύφος γκάνγκστερ. Ενα μείγμα κρητικής μαυροπουκαμισάδικης ψευτομαγκιάς και καραβανάδικης προκλητικότητας. Αυτή τη φορά, όμως, δεν τα κατάφερε να φύγει αλώβητος. Ο τσαμπουκάς του έσπασε και η μαγκιά του προσέκρουσε σε τοίχο. Ετσι, στο μεγάλο διάλειμμα (είχε προηγηθεί ένα μικρότερο, για να ηρεμήσουν τα πνεύματα), οι συνήγοροί του (Λυκουρέζος και Γιαννίδης) του συνέστησαν να είναι πιο ήρεμος και συγκρατημένος, για να μη χαλάσει την εικόνα του «θύματος της τρομοκρατίας». Ευθύς εξαρχής σας λέμε, ότι αξίζει τον κόπο να ανατρέξετε στα πρακτικά για να διαβάσετε όλη την κατάθεση Βαρδινογιάννη, γιτί το ρεπορτάζ δεν μπορεί να αποδώσει παρά μόνο μια μικρή της γεύση.
Είναι χαρακτηριστικός ο διάλογος με τον Δ. Κουφοντίνα, που προηγήθηκε των συνηγόρων στις ερωτήσεις.
Δ. Κουφοντίνας: κ. Βαρδινογιάννη, αμέσως μετά την επίθεση είχατε δηλώσει ότι σούταρε πέναλτι ο Σαραβάκος και βρήκε το δοκάρι.
Β. Βαρδινογιάννης: Αυτό το είπα σ’ ένα φίλο μου, πού το ξέρετε εσείς;
Δ. Κουφοντίνας: Το ‘γραψαν οι εφημερίδες. Μ’ αυτή την έκφραση δείξατε καθαρά, ότι αποδέχεστε τους κανόνες του παιχνιδιού, το πέναλτι, το οποίο οι δημοσιογράφοι το χαρακτηρίζουν την εσχάτη των ποινών. Το παραδεχτήκατε, εσείς που είστε ένας από τους επιφανέστερους κεφαλαιοκράτες…
(Ο Βαρδινογιάννης με το ένα χέρι στη ζώνη και το άλλο στην τσέπη, έχει γυρίσει την πλάτη στο δικαστήριο, κοιτάζει προκλητικά τον Κουφοντίνα και κάτι λέει που δεν ακούγεται)
Δ. Κουφοντίνας: Εσείς που είστε ένας από τους επιφανέστερους καπιταλιστές της Ελλάδας….
(Γίνεται σαματάς. Ο Βαρδινογιάννης κάτι λέει στον Κουφοντίνα. Ξεχωρίζει μόνο το «να αφήσετε αυτά που ξέρετε». Η Κούρτοβικ διαμαρτύρεται, ο πρόεδρος χτυπάει το κουδούνι. Ο Βαρδινογιάννης λέει: «Αμα βγει έξω από δω, θα σας πω εγώ», αναφερόμενος στον Κουφοντίνα).
Δ. Κουφοντίνας: Θα κάνω την ερώτηση, απλά σας λέω ότι δικαίως εξερράγη η κ. συνήγορος, γιατί της είπε «σιγά το μούτρο» (!!!). Δείχνει πως σέβαται τους θεσμούς ο κύριος αυτός. (Ο Βαρδινογιάννης, στραμμένος προς τον Κουφοντίνα, κάτι λέει)… Τη δική σας Δικαιοσύνη, πού την ξέρετε τη δική μου δικαιοσύνη; Μ’ αυτή τη δήλωση αποδέχεται ως φυσικό, αυτός ο οποίος είναι ένας από τους επιφανέστερους κεφαλαιοκράτες της χώρας, να γίνει στόχος μιας αντικαπιταλιστικής επαναστατικής οργάνωσης.
Β. Βαρδινογιάννης: Εγώ έκανα ένα καλαμπούρι. Το είπα τηλεφωνικά σ’ ένα φίλο μου, τον Αντώνη το Λιβάνη. Ούτε παραδέχτηκα ποτέ ότι αυτοί οι κύριοι που δικάζονται τώρα εδώ πέρα είχαν το δικαίωμα να κάνουν αυτά που κάνανε, τα αίσχη. Γλίτωσα εγώ, δεν γλίτωσαν άλλοι.
Δ. Κουφοντίνας: Δηλώσατε και εδώ, δηλώσατε και στην πρώτη δίκη, ότι εγώ δύο χρόνια την ερεύνησα την υπόθεση, έφερα ξένους, αλλά δεν είχα κανένα αποτέλεσμα. Εψαχνα να τους βρω, δεν τους βρήκα. Ημουν άτυχος εγώ για να τους βρω και τυχεροί αυτοί που δεν τους βρήκα. Θα ήθελα να ρωτήσω πρώτα, ποιοι είναι αυτοί οι ξένοι ειδικοί; Ανήκουν σε κανένα ευαγές ίδρυμα, σε κανένα συνδικάτο.
Β. Βαρδινογιάννης: Δεν απαντώ σε τέτοιες ερωτήσεις εγώ.
Δ. Κουφοντίνας: Λέτε μετά ότι ήτανε τυχεροί που δεν τους βρήκα. Τι τύχη θα είχανε αν τους βρίσκατε; Μήπως θα είχαν την τύχη του νεαρού σοσιαλιστή κοινοτάρχη Γιάννη Κουτσάκη, που δολοφονήθηκε γκανγκστερικά;
Β. Βαρδινογιάννης: Δεν ξέρω τι σχέση έχει το ένα με το άλλο…
Πρόεδρος: Μην απαντάτε, άλλη ερώτηση.
Δ. Κουφοντίνας: Γνωρίζετε τον Γιώργο Αλιφραγκίδη και τον Νίκο Σταματιάδη;
Β. Βαρδινογιάννης: Εεε, δε θυμάμαι…
Δ. Κουφοντίνας: Δε μπορεί να μην το θυμάστε. Ηταν δυο από τους εργάτες, ο ΄νας μάλιστα ήταν πατέρας δυο ανήλικων παιδιών, που δολοφονήθηκαν στο γκαζάδικό σας, επειδή πιο πριν, για να γλιτώσετε λεφτά, δεν είχατε κάνει καθαρισμό . Δολοφονήσατε δύο εργάτες και άλλους έξι τους σακατέψατε…
Α. Λυκουρέζος: Αυτά είναι απαράδεκτα πράγματα… Του δίνει η πολιτεία το δικαίωμα να δημιουργεί εντυπώσεις μ’ αυτές τις ψευδείς..
Δ. Κουφοντίνας: Δεν είναι γεγονός ότι δολοφονήσανε δυο εργάτες, για να κερδίσουν πέντε ψωροδεκάρες;
(Ο πρόεδρος κάνει εσπευσμένα διάλειμμα και κλείνει τα μικρόφωνα).
Ιδιο σκηνικό και με την επανάληψη της διαδικασίας, που συνεχίζεται με ερωτήσεις από την Γ. Κούρτοβικ. Η συνήγορος ρωτάει για την ιστορία των Καλών Λιμένων, για τη δολοφονία του Γιάννη Κουτσάκη, για τις σχέσεις των Βαρδινογιάννηδων με την εταιρία ΣΕΚΑ και τον εφοδιασμό του 6ου στόλου. Ο πρόεδρος απαγορεύει το 90% των ερωτήσεων. Κάποιες φορές ο Βαρδινογιάννης αγνοεί την απαγόρευση και απαντά. Σταχυολογούμε μερικές απαντήσεις. Για την έκρηξη στο «ΚΗΤΗ ΣΙ»: «Επιτρέπετε τέτοια ερώτηση; Είναι τελείως ανεξάρτητο, έχουν αθωωθεί τα πράγματα». Για τον ανεφοδιασμό του 6ου στόλου από τις επιχειρήσεις του στην Κρήτη: «Μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο αυτή η καταραμένη Αμερική έσωσε τον τόπο». Για τη δολοφονία του κοινοτάρχη Κουτσάκη: «Κακώς αναφέρεστε σ’ αυτό το θέμα». (Κουφοντίνας: «Ο Γιάννης Κουτσάκης ήταν κοινοτάρχης που αντιστάθηκε στην αρπαγή της γης και στην εκτόπιση τόσων ανθρώπων. Βρέθηκε δολοφονημένος. Δολοφονήθηκε μπροστά στην οικογένειά του. Αυτό δείχνει πως ένας γκάνγκστερ αντιλαμβάνεται τους νόμους»).
Γ. Κούρτοβικ: Πώς εσείς, ένας απόστρατος του Ναυτικού το 1967, βρεθήκατε το 1970 με μια τόσο μεγάλη εταιρία, όπως η Μότορ Οιλ και σε λίγα χρόνια με έναν κολοσσό; Με τι κεφάλαια φτιάχτηκε η Μότορ Οιλ;
Β. Βαρδινογιάννης: Ετσι καταστρέφετε τον τόπο.
Δ. Κουφοντίνας: Με αμερικάνικα κεφάλαια φτιάχτηκε.
Γ. Κούρτοβικ: Στην ιδοκτησία σας είναι το ΣΤΑΡ, η AVIN…
Β. Βαρδινογιάννης: Εφορία είσαι;
Γ. Κούρτοβικ: Δικαστήριο είμαι και παρακαλώ να μου μιλάτε στον πληθυντικό. Εδώ δεν είναι λιμκάνι.
Β. Βαρδινογιάννης: Αν είστε εκπρόσωπος της 17Ν να μας πείτε γιατί δολοφόνησαν τόσο κόσμο.
Δ. Κουφοντίνας: Θα μας πείτε γιατί δολοφονήσατε δυο εργάτες;
Β. Βαρδινογιάννης: Κύριε πρόεδρε, κουράστηκα από τις ερωτήσεις.
Δ. Κουφοντίνας: Ο πρωθυπουργός μίλησε για πέντε νταβατζήδες. Πολλοί σας τοποθέτησαν σ’ αυτούς. Είστε ένας από τους πέντε νταβατζήδες;
Β. Βαρδινογιάννης: Οχι, είναι λάθος. Ωραία καλαμπούρια κάνουμε.
Δ. Κουφοντίνας: Ποιοι είναι οι πέντε νταβατζήδες;
Β. Βαρδινογιάννης: Πού να ξέρω ποιοι είναι; Εγώ πάντως δεν είμαι ένας απ’ αυτούς.
Ο πρόεδρος απαγορεύει συνεχώς τις ερωτήσεις, αρνείται την επιχειρηματολογία του Κουφοντίνα και των συνηγόρων υπεράσπισης, ότι διερευνούν τα πολιτικά κίνητρα της ενέργειας και όταν κάποια στιγμή η κουβέντα έρχεται στον ταξικό διαχωρισμό της κοινωνίας τον αρνείται, για να εισπράξει την απάντηση από τον Κουφοντίνα: «Η ύπαρξη τάξεων και η πάλη των τάξεων δεν είναι ανακάλυψη του Μαρξ. Το είχαν ανακαλύψει πριν ο Σμιθ, ο Ρικάρντο και άλλοι. Αν εσείς τώρα ανακαλύπτετε ότι δεν υπάρχουν τάξεις…».
Επίσης, ο Δ. Κουφοντίνας, αναφερόμενος στην απαγόρευση της πληθώρας των ερωτήσεων που αναφέρονταν στο έργο των μεγάλων ευεργετών της φαμίλιας Βαρδινογιάννη, έκανε την εξής δήλωση: «Η στάση του κ. προέδρου είναι χαρακτηριστική της στάσης της αστικής Δικαιοσύνης να κλείνει τα μάτια μπροστά στις δολοφονίες που λέγονται εργατικά ατυχήματα. Προχθές, μια έκρηξη στα Σωληνουργείς Κορίνθου, που δολοφόνησε έξι έργάτες, επειδή έλειπε ένα εξάρτημα αξίας 15 ευρώ, χαρακτηρίστηκε από τη Δικαιοσύνη πλημμέλημα. Το ίδιο έγινε με το Σαμίνα. Το ίδιο έγινε με το πλοίο της οικογένειας Βαρδινογιάννη που ανέφερα προηγούμενα. Δολοφονούν εργαζόμενους και μένουν ατιμώρητοι».
Κατέθεσαν επίσης τρεις μπράβοι της συνοδείας του Βαρδινογιάννη, ενώ διαβάστηκαν τα έγγραφα ης δικογραφίας και η προκήρυξη της 17Ν για την επίθεση με ρουκέτες κατά του Βαρδινογιάννη, που δεν πέτυχε το στόχο της.