Η κατάθεση της Γούσκου συνεχίστηκε ήρεμα με ερωτήσεις από τον Γ. Γκουντούνα και Χρ. Ξηρό. Ερωτήσεις που απαντήθηκαν με τον ίδιο αντιφατικό τρόπο. Ο Χρ. Ξηρός επέμεινε ζητώντας περιγραφές από τη μάρτυρα, η οποία έδωσε δυο χρήσιμες απαντήσεις: πρώτο, ότι δε θα μπορούσε να ξεχωρίσει ένα βανάκι γιαπωνέζικο από ένα βανάκι Φίατ του ίδιου χρώματος και δεύτερο ότι τις τέσσερις φορές που ήρθε στο δικαστήριο δεν είδε κανένα άτομο χοντρό σαν κι αυτό που περιέγραψε να βγαίνει από το βανάκι. Ο Χρ. Ξηρός σχολίασε, μετά το τέλος της κατάθεσης της μάρτυρα, ότι αυτή περιγράφει ένα βανάκι γιαπωνέζικο, με πλαϊνή πόρτα συρόμενη, και όχι ένα βανάκι Φίατ, που η πλαϊνή του πόρτα είναι ανοιγόμενη. Επίσης, ότι η μάρτυρας δεν θυμάται και δε μπορεί να συγκρατήσει πρόσωπα, γιατί τουλάχιστον τις δυο από τις τέσσερις φορές που ήρθε στο δικαστήριο ήταν παρών ο συνήγορος πολιτικής αγωγής Καπετανάκης, ο σωματότυπος του οποίου ανταποκρίνεται πλήρως στο άτομο που περιγράφει ως χοντρό, μεσαίου αναστήματος, με τα χέρια να εξέχουν στο πλάι και με χαρακτηριστικό βάδισμα λόγω του πάχους. Ενας τέτοιος χοντρός δεν πρνάει απαρατήρητος, είπε η μάρτυρας –κατέληξε ο Χριστόδουλος. Ετσι είναι. Πού είναι όμως αυτός ο χοντρός σε όλες τις υποθέσεις που εξετάσαμε; Αν εγώ είμαι αυτός ο χοντρός, τότε πρέπει να με καταδικάσετε γι’ αυτή τη ληστεία και να με απαλλάξετε για όλες τις άλλες ενέργειες. Δεν έχετε άλλη επιλογή.
Ο Α. Κωνσταντάκης σχολίασε ότι η μάρτυρας αυτή είναι η τυπική εκείνη περίπτωση μάρτυρα, που περιγράφεται από τους εγκληματολόγους, αλλά που καλύτερα περιγράφεται από τη γνωστή φράση του Αντι Γουόρχολ: Ανθρωπος που αναζητά τα 15 λεπτά δημοσιότητας που του ανήκουν.
Ο Ν. Ντεβές, τότε υποδιευθυντής του καταστήματος της Τράπεζας Εργασίας στο Περιστέρι, περιέγραψε με λεπτομέρειες τη ληστεία και τα άτομα με τα οποία ο ίδιος ήρθε σε επαφή. Υπήρξε λεπτομερής στις περιγραφές του, αλλά και ακλόνητος σε μια θέση που πήρε εξαρχής: Δεν αναγνώρισα κανέναν από τους κατηγορούμενους. Κάποια στιγμή σκέφτηκα πως ένα από το άτομα που ήρθαν σε μένα ήταν ο κ. Κουφοντίνας, όμως στην πρώτη δίκη μου είπαν να τον κοιτάξω, τον κοίταξα και είμαι βέβαιος ότι το βλέμμα του δεν αντιστοιχεί στο βλέμμα του ανθρώπου που είδα, ο οποίος επίσης είχε βλογιοκομμένο πρόσωπο, που δεν έχει ο κ. Κουφοντίνας.
Ο αποφασιστικός τρόπος με τον οποίο έκανε τις περιγραφές του και η κατηγορηματική άρνησή του για αναγνωρίσεις δεν άρεσε καθόλου στην εισαγγελέα, η οποία με τρόπο προκλητικό άρχισε να αμφισβητεί το μάρτυρα, ψάχνοντας και εντοπίζοντας μικροδιαφορές σε σχέση με την κατάθεση που είχε δώσει αμέσως μετά τη ληστεία. Δηλαδή, αυτό που είναι φυσιολογικό για έναν έντιμο και αξιοπρεπή άνθρωπο, η εισαγγελέας προσπάθησε να το μετατρέψει στο αντίθετο. Οταν ο μάρτυρας έδωσε εξηγήσεις, με ύφος ήρεμο αλλά και αποφασιστικό (έδειχνε απόλυτος κύριος των λόγων του), η εισαγγελέας άρχισε να οργίζεται και ο λόγος της να γίνεται καθαρά ονειδιστικός. Μέχρι που είπε στο μάρτυρα ότι λέει ψέματα! Λες και κάποιος που δε θυμάται καλά αν είδε, για παράδειγμα, τέσσερα ή πέντε άτομα, λέει ψέματα. Ισα-ίσα, ο μάρτυρας που δε θυμάται το ίδιο καλά μετά από 16 χρόνια είναι ο ειλικρινής μάρτυρας. Ψεύτης είναι εκείνος που αποκτά προϊούσα μνήμη και «διορθώνει» την αρχική του κατάθεση για να υπηρετήσει σκοπιμότητες αναγνωρίσεων.
«Δεν ακούσαμε να πείτε τα ίδια σε κάποιον που αναγνωρίζει», παρατήρησε ήρεμα ο Δ. Κουφοντίνας. Η εισαγγελέας προς στιγμήν έκανε πως δεν άκουσε («να σας πω κάτι άλλο», είπε στο μάρτυρα), αλλά ο Κουφοντίνας δεν το άφησε να πέσει κάτω («α, τώρα πάμε σε κάτι άλλο»). Η εισαγγελέας οργίστηκε και αγνοώντας τον πρόεδρο, τον μόνο αρμόδιο να διευθύνει τη διαδικασία, ξεκίνησε καυγά. Παραθέτουμε ολόκληρο το σχετικό διάλογο.
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Δεν ακούσατε να κάνετε τέτοια παρατήρηση σε κάποιον που αναγνώρισε όμως.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Να σας πω κάτι άλλο.
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Ναι, τώρα «να σας πω κάτι άλλο»…!Τον βρίζετε, του λέτε ότι λέει ψέματα…
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Γιατί λέτε ότι τον βρίζω. Δε σας επιτρέπω να λέτε πράγματα που δε λέω. Δε σας επιτρέπω!
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Αυτό λέτε κα εισαγγελέα, λέτε ψέματα. Του λέτε ότι λέει ψέματα εκεί πέρα. Δηλαδή τον λέτε ψεύτη!
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Δε σας επιτρέπω να λέτε τέτοια. Δεν είπα ούτε ψεύτη ούτε υβρίζω!
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Αυτό ακριβώς είπατε.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Αυτές είναι φράσεις που χρησιμοποιείτε εσείς κ. Κουφοντίνα και σας παρακαλώ πάρα πολύ.
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Εγώ σας παρακαλώ γιατί πάει πάρα πολύ αυτό! αρκετά! Εχουμε καταλάβει πια τι θέλετε να πείτε!
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Καθίστε κάτω! Εδώ είναι Δικαστήριο!
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Αν αυτό δεν είναι βρισιά τι είναι;
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Καθίστε κάτω!
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Ερχονται ψευδομάρτυρες και τους αντιμετωπίζετε σαν κυρίους με το «Κ» κεφαλαίο, όπως ο κ. Λάμπρου…
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Σας παρακαλώ!
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Είστε αρχηγός εδώ μέσα…
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Τι είναι αυτά που λέτε;
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κάτσε κάτω!
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Τι είπατε; Σ’ εμένα μιλάτε έτσι; Αρκετά κα εισαγγελέα! Εχετε δείξει τι ακριβώς είσαστε! Αρκετά!
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Κύριε Κουφοντίνα σας παρακαλώ πολύ να μη διακόπτετε την κα Εισαγγελέα.
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Θα μου πει η κα εισαγγελέας «κάτσε κάτω ρε»;
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Εγώ είπα «ρε»; Εγώ είπα «ρε»; Δημιουργείτε εντυπώσεις να ακούγονται στα μεγάφωνα για «ρε»; Είπα εγώ τέτοιες λέξεις κ. Κουφοντίνα;
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Είπατε «κάτσε κάτω» απαξιωτικότατα. Λοιπόν, αρκετά!
Γ. ΓΚΟΥΝΤΟΥΝΑΣ: Του είπατε ότι είναι αρχηγός εδώ μέσα, «κάτσε κάτω», είχατε έντονη στιχομυθία.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Ελάτε κ. Γκουντούνα, όταν με διακόπτει ο μάρτυρας;
Δ. ΚΟΥΦΟΝΤΙΝΑΣ: Εχουν γραφεί όλα αυτά. Το μόνο που δεν έχει γραφεί είναι το ύφος σας, αλλά αυτό φαίνεται απ’ αυτά που λέτε.
ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ: Κύριε Πρόεδρε διακόπτετε;
ΠΡΟΕΔΡΟΣ: Διακόπτουμε για 10 λεπτά.
Μετά το διάλειμμα, η εισαγγελέας παραδέχτηκε ότι είπε για τον Δ. Κουφοντίνα «το παίζει αρχηγός», με την έννοια ότι δε μιλούν οι άλλοι κατηγορούμενοι και μιλάει αυτός (!!) και ο Κουφοντίνας της απάντησε ότι το ποιος και τι ρόλο παίζει εδώ μέσα είναι φανερό. Οσο για τον πρόεδρο, συνέστησε στον Δ. Κουφοντίνα, επειδή είναι λογικός άνθρωπος, να μη χρησιμοποιεί εκφράσεις όπως «το παίζει» (το ότι την έκφραση τη χρησιμοποίησε πρώτη η εισαγγελέας δεν το άκουσε ο πρόεδρος ή θεωρεί ότι στην εισαγγελέα αρμόζει αυτή η έκφραση και στον Κουφοντίνα όχι;).
Ο μάρτυρας Γιαννόπουλος είχε καταθέσει ότι νομίζει, χωρίς να είναι βέβαιος, ότι το ένα από τα δύο άτομα που ανέβηκαν στο πατάρι της τράπεζας και κατέβασαν τους υπαλλήλους ήταν ο Χρ. Ξηρός. Ο ίδιος, όμως, σήμερα κατέθεσε ότι ο Χριστόδουλος, πάλι χωρίς να είναι βέβαιος για την αναγνώριση, ήταν έξω από το γκισέ! Ας αφήσουμε που ο υποτιθέμενος Χριστόδουλος είχε φαλακρίτσα στο μέτωπο και φορούσε και γυαλιά! Και βέβαια, ο Χριστόδουλος δεν έχει υπάρξει στο μεταξύ πελάτης της DHL… Ο Χρ. Ξηρός ρώτησε το μάρτυρα αν θυμάται κανέναν με ριγέ πουκάμισο και αυτός απάντησε ότι δε θυμάται. Στη συνέχεια σχολίασε ότι στην απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου γίνεται αναφορά στο μάρτυρα Γιαννόπουλο που αναγνώρισε τον Χρ. Ξηρό που φορούσε ριγέ πουκάμισο. Ανθρωπος με ριγέ πουκάμισο δεν υπάρχει σε καμιά κατάθεση του μάρτυρα Γιαννόπουλου. Αναφέρθηκε, επίσης, στο ύψος του υποτιθέμενου Χριστόδουλου, που όλοι το δίνουν μεταξύ 1,70 και 1,80 το πολύ. Μάλιστα, είναι χαρακτηριστική η μαρτυρία του Γιαννόπουλου, που ο ίδιος είναι 1,80 και έχει ευκολία στη σύγκριση. Ο άνθρωπος που είδε είναι το πολύ ισοϋψής του. Μ’ άλλα λόγια, καμιά σχέση με το 1.86 του Χριστόδουλου.
Ο τότε διευθυντής του καταστήματος Ν. Μαντάς αναφέρθηκε σε εφτά άτομα που έκαναν τη ληστεία και «αναγνώρισε» και αυτός τον Χρ. Ξηρό. Πώς τον αναγνώρισε; Είχε δει ένα σωματώδη τύπο στη ληστεία, αυτόν που είχε το γενικό πρόσταγμα –όπως είπε- και κυκλοφορούσε «με τα γουόκμαν στ’ αυτιά». Ομως, αυτόν τον άνθρωπο ποτέ δεν τον είδε πρόσωπο με πρόσωπο, τον έβλεπε σε απόσταση περίπου 20 μέτρων! Δηλαδή, άπαξ κι ένας ήταν κάπως χοντρός, πάει, τελείωσε, ήταν ο Χριστόδουλος! Γιατί τόση προθυμία αναγνώρισης; Κάποια στιγμή του ξέφυγε: γιατί επί χρόνια έλεγαν διάφοροι ότι αυτός και ο υποδιευθυντής «είχαν κονομήσει πολλά». Ο άνθρωπος είχε άγχος να βρεθούν οπωσδήποτε ένοχοι για τη ληστεία, γιατί αισθανόταν πάνω του τη ρετσινιά. Στην προηγούμενη δίκη είχε αναγνωρίσει (με ποσοστό!) και τον Κουφοντίνα, αλλά αυτή τη φορά δε θέλησε να το επαναλάβεια για να μην τον πάρει στο λαιμό του! Αρκέστηκε στο Χριστόδουλο!
Κατά τα άλλα, είχαμε και απ’ αυτόν σωρεία αντιφάσεων, όπως και από τους άλλους μάρτυρες. Ο συγκεκριμένος μάρτυρας ήταν χαρακτηριστική περίπτωση εκείνου που προσπαθούσε με… δημιουργική φαντασία να αναπληρώσει ακόμα και αυτά που δεν θυμόταν. Κατέθετε πράγματα τα οποία δεν είχε καταθέσει στην πρώτη του κατάθεση. Για παράδειγμα, η περιγραφή του υποτιθέμενου Χριστόδουλου, τότε που δεν υπήρχε στη μέση κανένας Χριστόδουλος, ήταν ένας άνθρωπος γύρω στο 1.75 με 1.80, γεμάτος, με μαύρα-καστανά μαλλιά. Πώς προέκυψε ο Χριστόδουλος απ’ αυτή την περιγραφή; Ε, κάποιος έπρεπε να προκύψει, ο Χριστόδουλος ήταν ο μόνος «γεμάτος» από τους συλληφθέντες! Οταν η υπεράσπιση ζητούσε να περιγράψει κάποια χαρακτηριστικά που συγκράτησε, απαντούσε «δεν ήρθα πρόσωπο με πρόσωπο για να συγκρατήσω χαρακτηριστικά». Τότε πώς στο διάολο τον αναγνώρισε επικαλούμενος μάλιστα και την πίστη του στο θεό;
Το σημαντικότερο με όλους αυτούς τους μάρτυρες είναι πως είδαν τα ίδια περιστατικά, περιγράφουν τα ίδια πρόσωπα, αλλά οι περιγραφές τους διαφέρουν. Δε μιλάμε για μικροδιαφορές, αλλά για διαμετρικά αντίθετες περιγραφές. Το πιο χαρακτηριστικό: οι περιγραφές του υποτιθέμενου Χριστόδουλου από τους δυο τραπεζοϋπάλληλους δε δένουν με τίποτα με την περιγραφή του υποτιθέμενου Χριστόδουλου από τη Γούσκου.