Μετά το παλαιότερο επεισόδιο με τον συνήγορο Ι. Μυλωνά, ο οποίος διαμαρτυρόμενος αρνήθηκε να περάσει τον δεύτερο αστυνομικό έλεγχο και σε βάρος του διεξάγεται ήδη προκαταρκτική εξέταση, ήταν η σειρά του συνηγόρου Γ. Γκουντούνα να εμπλακεί σε ανάλογο επεισόδιο με νταβραντισμένο χωροφύλακα (ανθυπασπιστή), που την έχει δει εξουσία και εκεί που δεν τον παίρνει. Ο συνήγορος κατήγγειλε στο δικαστήριο ότι ήθελαν να του ανοίξουν τους φακέλους της δικογραφίας, μολονότι αυτοί πέρασαν και από τα δυο μηχανήματα ανίχνευσης. Στο μικρό διάλειμμα που μεσολάβησε αμέσως μετά την πρώτη καταγγελία, ο εν λόγω ανθυπασπιστής πλησίασε τον συνήγορο και απευθυνόμενος προς αυτόν σκαιότατα του είπε να ξεχάσει αυτά που ξέρει και να μαζέψει τα σάλια του όταν μιλάει σ’ αυτόν! Το επεισόδιο έγινε παρουσία και άλλων ατόμων και το επιβεβαίωσε και ο συνήγορος Α. Κωνσταντάκης. Ο πρόεδρος, αμήχανος όπως πάντα, προσπαθούσε να αποφύγει το θέμα, αντί να πάρει θέση ως όφειλε. «Αυτό είναι απόπειρα τρομοκράτησης του συνηγόρου», παρενέβη ο Δ. Κουφοντίνας. «Ας έρθει εδώ αυτός ο κύριος, να τον δούμε κιόλας και να μας πει τι έγινε». Το επεισόδιο έκλεισε με τον συνήθη τρόπο: Θα επιληφθεί η εισαγγελέας. Τρέχα γύρευε δηλαδή…
Η διαδικασία συνεχίστηκε με ερωτήσεις συνηγόρων υπεράσπισης προς τον Μπακατσέλο. Ο Γ. Γκουντούνας συνέχισε και σε πολλά σημεία επανέλαβε την εξέταση που στην προηγούμενη συνεδρίαση έκανε ο Μπακατσέλος. Ο «πρύτανης των ψευδομαρτύρων» προσπαθεί να εμφανιστεί άνετος, έχοντας και στήριξη από τον πρόεδρο ο οποίος παρεμβαίνει συχνά, προσπαθώντας να τελειώσει το μαρτύριο του Μπακατσέλου. Δεν αμφισβητεί τις ερωτήσεις του συνηγόρου, του υποδεικνύει όμως να σχολιάσει μετά τις απαντήσεις. Φοβάται, προφανώς, μήπως ο Μπακατσέλος καταρεύσει, γιατί ήδη έχει γίνει ρόμπα.
Ο Μπακατσέλος στο ίδιο στιλ. Λέει και ξελέει, διαψεύδει τον ίδιο του τον εαυτό. Χτες έλεγε ότι πήγε στη γωνία του μπαλκονιού και έβλεπε, όταν όμως ο συνήγορος του διάβασε τα πρακτικά της προηγούμενης δίκης, που έλεγε ότι δεν πήγε στην άκρη του μπαλκονιού, άρχισε καινούργια εκδοχή: ήμουν στη μέση, έκανα δυο βήματα και βρέθηκα στη γωνία! Λίγο αργότερα, όταν ρωτήθηκε ξανά πώς από το μπαλκόνι είδε τον Χρ. Ξηρό και κοιτάχτηκαν στα μάτια, απάντησε: Οπως βλέπω τον αστυφύλακα απέναντι! Εκεί ο συνήγορος δεν άντεξε. Τα πήρε στα κρανίο, κατά το κοινώς λεγόμενο: Ησασταν τέσσερα μέτρα ψηλότερα και τον βλέπατε όπως βλέπετε τον αστυνομικό δίπλα σας; Μας δουλεύετε κύριε; Νέα παρέμβαση του προέδρου, που ζήτησε από το συνήγορο αυτά να τα κρατήσει και να τα αξιολογήσει αργότερα. Στο ίδιο μοτίβο εκτυλίχτηκε και το υπόλοιπο της εξέτασης. Ο συνήγορος ρωτούσε, ο Μπακατσέλος έλεγε «τρελά» πράγματα και ο πρόεδρος παρενέβαινε: Αυτά καταθέτει, κρατήστε τα και θα τα αξιολογήσουμε αργότερα! Εμφανής προσπάθεια όχι να στηριχτεί η αξιοπιστία του Μπακατσέλου (έτσι κι αλλιώς οι περιγραφές του δεν ταιριάζουν ούτε με τα αστυνομικά ευρήματα), αλλά να μην αποκαλυφτεί σαν στημένος ψευδομάρτυρας.
Ο Γ. Γκουντούνας, εκμεταλλευόμενος τη δημοσιογραφική ιδιότητα του Μπακατσέλου, του υπέβαλε και μια σειρά ερωτήσεις, μέσω των οποίων αποκαλυπτόταν το πολιτικό προφίλ και η διαδρομή του Μομφεράτου: Μακρονησιώτης στα νιάτα του, αυτομολήσας στην προδικτατορική δεξιά στη συνέχεια, συνεργάτης (υπουργός) της χούντας μετά, ξανά συνεργάτης της δεξιάς, με εξέχοντα ρόλο στον εκδοτικό χώρο στη μεταπολίτευση. Οι αποκαλύψεις αυτές ενόχλησαν την πολιτική αγωγή, που προσπάθησε να παρέμβει, όμως ο συνήγορος σχολιάζοντας καυστικά πως ο συνάδελφός του δεν έχει καταλάβει σε τι δίκη βρίσκεται, υπενθύμισε ότι δεν δικάζεται η εταιρία δολοφόνων, αλλά η επαναστατική οργάνωση 17Ν και τα πολιτικά κίνητρα κάθε ενέργειας πρέπει να διερευνούνται. Ζήτησε, επίσης, να κρατηθεί ο Μπακατσέλος και να του απαγγελθεί κατηγορία για ψευδορκία και ψευδομαρτυρία, αίτημα που απορρίφτηκε αργότερα από το δικαστήριο, με την αιτιολογία ότι η δίκη θα κρατήσει καιρό και δεν μπορεί να κρατηθεί ο μάρτυρας. Η αξιοπιστία του, πάντως, σύμφωνα με όσα ανακοίνωσε ο πρόεδρος, θα αξιολογηθεί σε συνδυασμό με τα άλλα αποδεικτικά μέσα.
Απευθυνόμενος στον Μπακατσέλο ο Χρ. Ξηρός παρατήρησε πως οι άνθρωποι κάνουν ακατανόητα πράγματα για να γίνουν διάσημοι. Εσείς –είπε- διαλέξατε το δικό σας τρόπο για να γίνετε διάσημος. Βγάλατε σχολή, τη σχολή ψευδομαρτύρων. Απαξιώ να σας κάνω ερωτήσεις.
Ο Β. Τζωρτζάτος σε σύντομη δήλωσή του είπε ότι η πρώτη επαφή του με την οργάνωση έγινε το Μάη του 1985, ενώ η ενέργεια κατά Μομφεράτου έγινε το Φλεβάρη. Επομένως, δεν θα μπορούσε να έχει οποιαδήποτε συμμετοχή.
Επόμενος μάρτυρας ήταν ο κ. Κοντογιώργης, υπάλληλος δισκοπωλείου στην περιοχή. Τυπική περίπτωση μάρτυρα που δεν είναι στημένος, αλλά κουβαλάει στο δικαστήριο τη σύγχισή του, διανθισμένη και με «ολίγη» φαντασία. Για παράδειγμα, όταν κατέθεσε μετά το συμβάν, είχε μιλήσει για δύο δράστες, ενώ στο πρώτο δικαστήριο, όπως και τώρα τους ανέβασε σε τρεις, χωρίς να μπορεί να δώσει καμιά εξήγηση για την αύξηση. Επίσης, προανακριτικά είχε καταθέσει ότι όταν πρωτάκουσε τους πυροβολισμούς νόμισε πως ήταν κροτίδες (ήταν Απόκριες), δεν έδωσε σημασία, μπήκε στο μαγαζί που εργαζόταν και ξαναβγήκε όταν άκουσε το θόρυβο από την πρόσκρουση της Mercedes στη βιτρίνα του ζαχαροπλαστείου. Στο δικαστήριο, όμως, κατέθεσε ότι είδε από την αρχή τη σκηνή των πυροβολισμών. Κατέθεσε επίσης ότι δυο άτομα πυροβολούσαν από δεξιά και ένα από αριστερά, όμως ούτε ο Μομφεράτος ούτε ο Ρουσέτης έχουν δεχτεί σφαίρα από δεξιά, ούτε το αυτοκίνητο έχει φάει σφαίρα από αυτή την πλευρά. Ολες οι σφαίρες ήταν από αριστερά, πράγμα που στέκεται και λογικά, αφού και ο οδηγός και ο Μομφεράτος καθόταν στην αριστερή πλευρά του αυτοκινήτου, ο ένας πίσω από τον άλλο. Και στο πρώτο δικαστήριο και τώρα δεν μπόρεσε να δώσει καμιά εξήγηση για τη ριζική αλλαγή της περιγραφής που έκανε. Προφανώς, ακούγοντας τα διάφορα στις τηλεοράσεις, ίσως και μετά από κάποια «φιλική συζήτηση», απ’ αυτές που οργάνωνε η Αντιτρομοκρατική με όλους τους μάρτυρες, αποφάσισε να «φρεσκάρει» τη μνήμη του, προσθέτοντας ένα ακόμη άτομο και δίνοντας ένα χαρακτηριστικό για το τρίτο άτομο (ψηλός με μουστάκι). Δεν φαίνεται, όμως, να είναι στημένος.
Αυτός ο μάρτυρας δεν έκανε καμιά αναγνώριση (σ’ αυτό υπήρξε πάντοτε κατηγορηματικός), όμως είναι χαρακτηριστικό δείγμα αυτόπτη μάρτυρα σε τέτοιες περιστάσεις. Η σύγχιση είναι τέτοια που δεν μπορούν ούτε τη σκηνή να αναπαραστήσουν, καθώς τα γεγονότα εκτυλίσσονται σε ελάχιστο χρόνο (ένα με δυο λεπτά). Μετά το συμβάν, άλλα λέει ο ένας, άλλα λέει ο άλλος, ανακατεύουν αυτά που είδαν με αυτά που περιγράφουν οι άλλοι και στο τέλος ο καθένας έχει στο κεφάλι του έναν αχταρμά περιγραφών. Εκείνο που πρέπει να σημειωθεί είναι πως αυτός ο μάρτυρας, με όλη τη σύγχιση της κατάθεσής του, διαψεύδει τον Μπακατσέλο σε τρία κρίσιμα ζητήματα: πρώτο, η περιοχή είχε ελάχιστο φωτισμό (άρα, δεν μπορούσε να δει κανείς χαρακτηριστικά), δεύτερο δεν υπήρχε κανένα φορτηγάκι pick up, τρίτο οι πυροβολισμοί ρίχτηκαν, οι δράστες έφυγαν και μετά η Mercedes του Μομφεράτου τσούλισε και έπεσε στη βιτρίνα του ζαχαροπλαστείου Godiva (ο Μπακατσέλος ισχυρίζεται ότι οι δράστες πυροβολούσαν ακόμα ενώ η Mercedes τσουλούσε και «έσκαγε» στη βιτρίνα).
Ερωτήσεις στον μάρτυρα έκανε και ο Δ. Κουφοντίνας. Για να ακριβολογούμε, μέσω ερωτήσεων στον μάρτυρα έκανε μια πολιτική τοποθέτηση για την υπόθεση. Θύμισε, ότι όπως έγραψαν οι εφημερίδες της εποχής, στον τόπο της ενέργειας ρίχτηκαν προκηρύξεις της οργάνωσης, μία από τις οποίες πήγε και πήρε ο υπουργός Δημόσιας Τάξης, ο οποίος και τη διάβασε στον πρωθυπουργό (αυτό είναι ένα σημαντικό στοιχείο, που κανένας μάρτυρας δεν αναφέρει). Αναφέρθηκε επίσης στο πάνδημο αίτημα της αποχουντοποίησης, που εκφραζόταν με το σύνθημα «Δώστε τη χούντα στο λαό» και στην αισχρή και προκλητική απόφαση του Αρείου Πάγου, που με το «στιγμιαίο» απάλλαξε όλο το πολιτικό και στρατιωτικό προσωπικό που υπηρέτησε τη χούντα και στη νομιμοποίηση που είχε η συγκεκριμένη ενέργεια της 17Ν στη συνείδηση του ελληνικού λαού, εξαιτίας της προκλητικής ατιμωρησίας των συνεργατών της χούντας.
Ο επόμενος μάρτυρας Α. Μπορόβας έδωσε ένα ακόμα παράδειγμα σύγχισης αυτόπτη μάρτυρα, ο οποίος δεν είναι σε θέση να θυμηθεί και να αναπαραστήσει τα γεγονότα με στοιχειώδη έστω πιστότητα. Δεν θυμόταν καν τι είχε περιγράψει στην πρώτη κατάθεσή του, αμέσως μετά το συμβάν. Τότε είχε καταθέσει ότι οι δράστες ακολουθούσαν με ένα μπλε FIAT τη Mercedes του Μομφεράτου, την πλεύρισαν, πυροβόλησαν μέσα από το αυτοκίνητο και μετά έκαναν έναν απότομα ελιγμό και έφυγαν. Εντελώς εξωπραγματική περιγραφή, δηλαδή, που δεν ταιριάζει με την περιγραφή οποιουδήποτε άλλου από τους πολλούς αυτόπτες μάρτυρες. Τώρα κατέθεσε ότι το μπλε FIAT προπορευόταν. Ο άνθρωπος, πάντως, κανένα δεν αναγνώρισε και δεν ισχυρίστηκε ότι θυμόταν καλά ακόμα και τότε, γιατί επικράτησε μεγάλη σύγχιση και ταραχή. Ας σημειωθεί ότι ο κ. Μπορόβας είναι δικηγόρος.
Ο μάρτυρας Μπάλος, παρκαδόρος σε γκαράζ δίπλα στο σημείο που έγινε το επεισόδιο, ήταν ο πιο σαφής στην περιγραφή του: είδε δυο άτομα, και τα δύο αριστερά της Mercedes, τον ένα τον είδε σίγουρα να πυροβολεί, τον άλλο δεν είναι σίγουρος αν τον είδε, πάντως και οι δύο φύγανε και μπήκανε στο FIAT, το οποίο ήταν από τα πριν παρκαρισμένο στη γωνία με τον οδηγό του μέσα. Το είχε προσέξει από τα πριν και ήταν κατηγορηματικότατος, ότι το FIAT ήταν παρκαρισμένο και δεν εμπόδιζε την κυκλοφορία, ούτε έφραξε το δρόμο στη Mercedes. Επειδή, λοιπόν, η περιγραφή αυτή δεν ταίριαζε στο σενάριο (για τη φερόμενη εμπλοκή του Τζωρτζάτου μιλάμε, που έχει φάει δυο ισόβιες για τη συγκεκριμένη ενέργεια), η εισαγγελέας με έντονο ύφος προσπάθησε να «ψαρώσει» τον μάρτυρα, για να τον βγάλει αναξιόπιστο. Αυτός, όμως, υπήρξε σαφέστατος: Είμαι 100% βέβαιος, ότι το FIAT ήταν παρκαρισμένο και με οδηγό μέσα. Μόνο το χρώμα δεν θυμάμαι ακριβώς, θυμάμαι όμως ότι ήταν σκούρο. Είμαι παρκαδόρος από το 1963 και γι’ αυτό τα προσέχω αμέσως αυτά τα πράγματα.
Πρέπει να σημειωθεί, είναι ότι ο Μπάλος είναι ο μοναδικός μάρτυρας που επαναλαμβάνει με ακρίβεια όσα κατέθεσε από την πρώτη στιγμή και μάλιστα είναι απολύτως σίγουρος για τα λεγόμενά του (με σιγουριά απαντάει και στις ερωτήσεις-παγίδα). Εχουν, λοιπόν, σημασία και άλλα στοιχεία της μαρτυρίας του. Oταν η Mercedes έχει τσουλίσει και έχει πέσει στη βιτρίνα του Godiva, οι πυροβολισμοί έχουν σταματήσει και οι δράστες έχουν μπει στο FIAT και έχουν φύγει (πλήρης διάψευση Μπακατσέλου). Σ’ αυτό το σημείο υπήρξε άκρως διαφωτιστικός: Ειπώθηκε και μια κουταμάρα, ότι όταν σταμάτησε η Mercedes πλησίασαν και έδωσαν τη χαριστική βολή, ενώ ήταν ο ηλεκτρολόγος που πήγε και άνοιξε την πόρτα! Ο φωτισμός ήταν πολύ χαμηλός και δεν μπορούσες να διακρίνεις πρόσωπα. Ο ίδιος δεν μπορούσε ούτε αναστήματα να προσδιορίσει από τη θέση που βρισκόταν.
Στο τέλος της διαδικασίας έγιναν από συνηγόρους υπεράσπισης σχολιασμοί των καταθέσεων των μαρτύρων της υπόθεσης, ενώ ο Ι. Μυλωνάς, με δήλωσή του έκανε μια εντυπωσιακή αποκάλυψη. Στην απόφαση του πρωτοβάθμιου δικαστήριου, αναφέρεται ότι αναγνώστηκε η κατάθεση της Αικατερίνης Αρσένη (πρόκειται για τη γνωστή ηθοποιό Κίτυ Αρσένη), η οποία επιβεβαιώνει τον Τσελέντη, ότι το FIAT χρησιμοποιήθηκε για να φράξει το δρόμο στη Mercedes του Μομφεράτου. Ο συνήγορος χαρακτήρισε τη συγκεκριμένη αναφορά μελανή σελίδα στην ιστορία της Ελληνικής Δικαιοσύνης, για την οποία πρέπει να ντρέπονται οι δικαστές που την υπέγραψαν, γιατί είναι εξ ολοκλήρου ψευδής. Καμιά κατάθεση της κ. Αρσένη δεν αναγνώστηκε. Η κ. Αρσένη κατέθεσε στο δικαστήριο και δεν ανέφερε τίποτα απ’ αυτά που της αποδίδονται. Σε όλες της τις καταθέσεις η κ. Αρσένη λέει τα ακριβώς αντίθετα απ’ αυτά που της αποδίδει η πρωτοβάθμια απόφαση. Ο κ. Μυλωνάς ζήτησε να κληθούν να καταθέσουν η κ. Αρσένη και άλλοι τέσσερις μάρτυρες, που είχαν καταθέσει στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο, καθώς και άλλοι πέντε μάρτυρες, που είχαν καταθέσει προανακριτικά και δεν είχαν κληθεί στην πρωτοβάθμια δίκη.
Η αναφορά του συνηγόρου σε μελανή σελίδα της Ελληνικής Δικαιοσύνης ενόχλησε την εισαγγελέα, η οποία δεν πρόσεξε και από τον οίστρο της διέπραξε μια νομική γκάφα. Διέκοψε τον συνήγορο (υποκαθιστώντας για μια ακόμη φορά τον πρόεδρο) για να του πει ότι δεν μπορεί να λέει αυτά τα πράγματα όταν σχολιάζει την κατάθεση μαρτύρων με το 358 του ΚΠΔ. Ολοι, βέβαια, είχαμε ακούσει τον κ. Μυλωνά να σχολιάζει τους μάρτυρες σε προηγούμενο σημείο της διαδικασίας και τον είχαμε επίσης ακούσει να ζητά το λόγο για να κάνει μια δήλωση και να υποβάλει δυο αιτήματα. Ο συνήγορος απάντησε στην εισαγγελέα ότι τον διακόπτει αντιδικονομικώς και ότι δεν κάνει σχόλιο, αλλά δήλωση με το 333 του ΚΠΔ. Η εισαγγελέας «μαζεύτηκε», ενώ ο πρόεδρος για μια ακόμη φορά σφύριξε αδιάφορα (κανονικά, έπρεπε να επιτιμήσει την εισαγγελέα, η οποία και αντιδικονομικά διέκοψε τον συνήγορο και λάθος παρατήρηση έκανε, όμως μάλλον ψύλλους στ’ άχυρα ψάχνουμε).
Η δίκη θα συνεχιστεί αύριο.