Η εξέταση της ντροπής. Μόνο μ’ αυτό τον τίτλο μπορεί να χαρακτηριστεί η εξέταση του εντατικολόγου Μ. Πιταρίδη από την εισαγγελέα και τον αναπληρωτή της. Γιατί άφηναν ασχολίαστα και χωρίς δεύτερη ερώτηση τα πιο χαρακτηριστικά σημεία των απαντήσεων του γιατρού, εκείνα που θα έπρεπε (λέμε τώρα) να τους εξεγείρουν για τις χοντρές παρανομίες που έγιναν (ειδικά στο διάστημα μεταξύ 5 και 11 Ιούλη 2002). Αντίθετα, με χοντροκομμένο χωροφυλακίστικο τρόπο προσπάθησαν να πιαστούν από επιμέρους δεδομένα των απαντήσεων του γιατρού, για να καταλήξουν στο συμπέρασμα (εμμέσως διατυπωμένο), ότι όλα έγιναν καλά και νόμιμα και οι καταθέσεις του Σάββα στον Ευαγγελισμό είναι νόμιμα αποδεικτικά μέσα. Η χωροφυλακίστικη χοντροκοπιά υποχρέωσε τον πρόεδρο να επανέλθει με ένα πακέτο δικών του ερωτήσεων, σε μια προσπάθεια να μπουν τα πράγματα σε κάποια δικονομική τάξη (τουλάχιστο σ’ αυτό το στάδιο της δίκης, γιατί δεν έχουμε αμφιβολία ότι στο τέλος η απόφαση θα είναι ίδια μ’ αυτή του πρωτοβάθμιου δικαστήριου).
– Ο κ. Πιταρίδης κατέθεσε ότι οι Διώτης και Σύρος μπήκαν για πρώτη φορά και άρχισαν να ανακρίνουν το Σάββα την επομένη της αποσωλήνωσής του (μόλις συνήλθε από την καταστολή). Δηλαδή, τη νύχτα της 5ης προς 6η Ιούλη 2002. Εκτοτε, κάθε νύχτα έμπαιναν στο θάλαμο, έκλειναν την πόρτα πίσω τους και ανέκριναν το Σάββα μέχρι το πρωί. Οι εισαγγελείς, παραβλέποντας εντελώς αυτό το γεγονός, ρωτούσαν αν ο Σάββας είχε διαύγεια στις 11 Ιούλη, που φέρεται να έχει δώσει την πρώτη προανακριτική του κατάθεση. Και μεις ρωτάμε τους εισαγγελείς: Πώς χαρακτηρίζεται δικονομικά η επί τουλάχιστον έξι μέρες ανάκριση ενός κρατουμένου (που τυπικά δεν έχει καν συλληφθεί) από τον αρμόδιο εισαγγελέα και τον διοικητή της Αντιτρομοκρατικής;
– Ο κ. Πιταρίδης κατέθεσε ότι όταν άρχισε η ανάκριση του Σάββα, φάρμακα υπήρχαν ακόμα στον οργανισμό του (τα φάρμακα της περιόδου της καταστολής) και ότι κάθε ασθενής «καθαρίζει» σε διαφορετικό χρονικό διάστημα. Τα φάρμακα πλέον δεν δρουν κατασταλτικά, αλλά αν έχουν ψυχοτρόπες ενέργειες δε μπορούμε να το γνωρίζουμε. Οπως είδε αυτός το Σάββα το βράδυ της 4ης Ιούλη, είχε μεν πνευματική διαύγεια, αλλά είναι ζητούμενο αν είχε πλήρη πνευματική λειτουργία, αν δηλαδή είχε όλες τις αντιστάσεις που έχει ένας άνθρωπος. Σημείωσε δε, ότι ακόμα και τα αναλγητικά που έπαιρνε ήταν οπιούχα, που σημαίνει ότι επηρεάζουν την ψυχική διάθεση του ατόμου. Οι εισαγγελείς παρέβλεψαν και αυτό το σημαντικότατο σημείο της κατάθεσης του γιατρού και τον ρωτούσαν αν επικοινωνούσε καλά μαζί του! Και μεις ρωτάμε τους εισαγγελείς: Επιτρέπεται η ανάκριση ενός ανθρώπου που δεν έχει το σύνολο των αμυντικών του λειτουργιών; Τι λέει επ’ αυτού η Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, που έχει κυρωθεί και από την ελληνική έννομη τάξη; (Οπως βλέπετε, διατυπώνουμε αυστηρά νομικά ερωτήματα και μόνο).
– Ο κ. Πιταρίδης κατέθεσε ότι στο Σάββα δε χορηγήθηκε από το νοσοκομείο κανένα φάρμακο με ψυχοτρόπο σκοπό. Αν όμως, το σύνολο των φαρμάκων που έπαιρνε (τουλάχιστον 15 συνολικά), ο συνδυασμός τους, προκάλεσε αλλαγές στη συνείδησή του, δε μπορεί να το αποκλείσει. Κανένας καθηγητής βιοχημείας ή φαρμακολογίας στον κόσμο δε θα μπορούσε να δώσει απάντηση σ’ αυτό το ερώτημα. Η βιβλιογραφία αναφέρεται σε συνδυασμούς το πολύ έως τριών φαρμάκων. Οι εισαγγελείς το παρέκαμψαν και αυτό και ρωτούσαν μόνο αν ο Σάββας καταλάβαινε και είχε επικοινωνία με το γιατρό! Και μεις ρωτάμε τους εισαγγελείς: η έννοια της αμφιβολίας έχει εξαφανιστεί από το δίκαιο και έχει αντικατασταθεί από τη βεβαιότητα για τα πάντα, όταν η δίωξη αφορά «τρομοκράτες»;
– Ο κ. Πιταρίδης κατέθεσε ότι ο Σάββας είχε υποστεί ρήξη και στα δύο τύμπανα και μπορούσε να ακούει μόνο τους χαμηλόσυχνους ήχους, όχι τους υψίσυχνους. Γι’ αυτό και του προκαλούσε μεγάλη ενόχληση το κομπρεσέρ που χρησιμοποιούσαν οι φυσικοθεραπευτές σε διπλανό θάλαμο, το οποίο δεν έκανε κανένα ιδιαίτερο θόρυβο. Κατέθεσε ακόμα, ότι τους επιδέσμους από τα μάτια του Σάββα αφαίρεσε ο ίδιος ή το βράδυ της 9ης ή το πρωί της 10ης Ιούλη. Τέλος, κατέθεσε ότι πονούσε και όποτε χρειαζόταν του χορηγούσαν αναλγητικά. Μετά την αφαίρεση είχε όραση μόνο 2/10. Δε μπορούσε να διαβάσει, αυτό είναι σίγουρο. Μπορούσε να διαβάσει μόνο πολύ μεγάλα κεφαλαία γράμματα, που ο γιατρός του έγραψε σε ένα χαρτί για να τσεκάρει την όρασή του. Ξέρετε τι ενδιέφερε τους εισαγγελείς; Αν ο Σάββας ήταν σε θέση να χαράξει εκείνο το κεφαλαίο Σ το οποίο υπάρχει κάτω από τις καταθέσεις του! Το γεγονός ότι ήταν κουφός και τυφλός και δεμένος με ιμάντες στο κρεβάτι δεν τους ενδιέφερε. Κακώς, πάντως, έκανε αυτή την ερώτηση η κ. Κουτζαμάνη. Ο ίδιος ο Σάββας έχει επιβεβαιώσει ότι αυτό το Σ είναι δικό του. Του έβαζαν το χέρι στο σημείο υπογραφής και αυτός χάραζε ένα Σ. Εμείς ρωτάμε τους εισαγγελείς: το πρόβλημα είναι αν είναι δικό του το Σ (που είναι) ή αν επιτρέπεται ανάκριση ανθρώπου σ’ αυτή την κατάσταση, ανθρώπου που δεν ακούει, δε βλέπει, πονάει, έχει εγκαύματα, κατάγματα σπλαχνικού κρανίου και ένα σωρό άλλα προβλήματα; Μήπως να τους ξαναθυμίσουμε πάλι την ΕΣΔΑ;
– Ο αναπληρωτής εισαγγελέας προσπάθησε να καθοδηγήσει το μάρτυρα, για να του δώσει την απάντηση ότι τεχνικά κανένας άλλος πλην του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού δε θα μπορούσε να χορηγήσει στο Σάββα ψυχοτρόπες ουσίες. Ο γιατρός απάντησε καταφατικά, αλλά λίγο μετά είπε πως μόνο ο Διώτης με το Σύρο μπορούσαν να κάνουν κάτι τέτοιο, γιατί μόνο αυτοί έκλειναν την πόρτα όταν κλείνονταν στο θάλαμο για τις ολονυκτίες με το Σάββα. Κι εκεί δεν είδαμε τον αναπληρωτή εισαγγελέα να προσπαθεί να διευκρινίσει αν τεχνικά μπορούσε κάποιος απ’ αυτούς να χορηγήσει οποιοδήποτε «χαλαρωτικό» κοκτέιλ στον ασθενή. Ο Σάββας είχε τουλάχιστον δύο φλεβοκαθετήρες μόνιμα (για τις θεραπείες που χρειάζονταν). Δε χρειάζεται να είναι κανείς γιατρός ή νοσοκόμος για να κάνει έγχυση οποιουδήποτε υγρού από τους υπάρχοντες φλεβοκαθετήρες. Συμπέρασμα από την κοινή πείρα είν’ αυτό. Εκτός αν κανείς από την έδρα δεν έχει πάει σε νοσοκομείο.
Και για να περάσουμε από το αυστηρά νομικά στο πολιτικό, στο ουσιαστικό επίπεδο. Οταν εκείνο το φρικτό καλοκαίρι του 2002 κάποιοι φιλελεύθεροι τολμούσαν να μιλήσουν για τα δικονομικά δικαιώματα του Σάββα (και αργότερα των άλλων συλλαμβανόμενων), πεταγόταν ο Κακουνάκης, με καθαρά τρομοκρατικές διαθέσεις απέναντί τους και τους κατακεραύνωνε: «Τι θέλετε δηλαδή, να φερθούν με το γάντι στους τρομοκράτες που έχουν ματοκυλήσει τη χώρα τόσα χρόνια;». Ακριβώς αυτή τη λογική εξέφρασαν, με το δικό τους τρόπο, οι εισαγγελείς της έδρας. Γι’ αυτό μιλάμε για ντροπή. Ντροπή του νομικού τους πολιτισμού. Εμείς αμφιβολίας δεν είχαμε ποτέ για το χαρακτήρα αυτού του πολιτισμού. Πολιτισμός της βαρβαρότητας ήταν, είναι και θα είναι. Χωρίς φενάκες και ψιμύθια πλέον.
Αυτή τη ντροπή διαπίστωσε ο πρόεδρος και παρενέβη με μερικές δικές του ερωτήσεις. Ρώτησε τον γιατρό, αν υπάρχουν φάρμακα που δεν αλλάζουν την εικόνα του ασθενή (ώστε να καταλάβουν οι γιατροί ότι κάτι τρέχει) αλλά τον κάνουν επιρρεπή στην πίεση της ανάκρισης. Ο κ. Πιταρίδης απάντησε ότι δε γνωρίζει αν υπάρχουν τέτοια φάρμακα και συμπλήρωσε ότι αν υπήρχαν φάρμακα που διευκολύνουν την ανάκριση, θα είχαν νομιμοποιηθεί διεθνώς. Εκανε δηλαδή την ίδια γκάφα που είχε κάνει και χθες (ο πρόεδρος αυτή τη φορά δεν του έκανε την ίδια παρατήρηση). Αχ, γιατρέ, αν ήξερες πόσο ζημιά κάνεις στο κράτος μ’ αυτή την απάντηση! Διεθνώς δε μπορούν να νομιμοποιηθούν αυτά τα φάρμακα. Βλέπεις, η αστική νομιμότητα θέλει να φαίνεται πολιτισμένη. Παράνομα μόνο τα χρησιμοποιούν. Οπως ακριβώς και τα βασανιστήρια. Παράνομα θεωρούνται, αλλά χρησιμοποιούνται ευρύτατα. Εμείς δεν υποστηρίζουμε ότι με τέτοια φάρμακα κάθε επαναστάτης μπορεί να «σπάσει» (αν ήταν έτσι, θα είχαν τελειώσει εδώ και χρόνια τα επαναστατικά κινήματα). Ομως, ένας επαναστάτης στην κατάσταση του Σάββα…
Μετά από μερικές ακόμα «αβανταδόρικες» ερωτήσεις από την έδρα (εφέτης Γιαννούκου και αναπληρωτής πρόεδρος Φούκας), ζήτησε το λόγο ο Δ. Κουφοντίνας. Ο διάλογός του με τον Μ. Πιταρίδη ήταν «όλα τα λεφτά». Ο Κουφοντίνας μίλησε ανοιχτά, ο Πιταρίδης απάντησε κωδικά και όλοι καταλάβαμε (πόσοι θα το παραδεχτούμε και δημόσια είναι… αλλουνού παπά ευαγγέλιο). Σημασία έχει ότι η μεταξύ τους συζήτηση ήταν συζήτηση ουσίας, χωρίς νομικισμούς και δικονομικά τερτίπια.
Δ. Κουφοντίνας: Κύριε Πιταρίδη, ο Σάββας ήταν ένας αντάρτης. Κάθε επαναστάτης ξέρει πως όταν συλληφθεί δεν μπορεί να περιμένει διαφορετική αντιμετώπιση απ’ αυτή που είχε από τους αντιπάλους του. Από την πολιτική και δικαστική εξουσία. Που δε θα διστάσουν να κατακουρελιάσουν το Σύνταγμα και τους νόμους για να ασκήσουν τη βία πάνω του. Η κύρια ευθύνη ήταν δικιά τους. Ομως υπάρχουν κι αλλού ευθύνες και κανείς δεν πρέπει να τις βγάλει από πάνω του. Πριν κάνω την ερώτηση, θα σας αναφέρω ένα-δυο περιστατικά. Θα σας πω ότι εγώ προσωπικά είχα την τιμή, όταν στη διάρκεια της απεργίας πείνας έφτασε η υγεία μου σε οριακή κατάσταση, να νοσηλευτώ σε θάλαμο στο Γενικό Κρατικό από τους εντατικολόγους του νοσοκομείου. Οι γιατροί αυτοί, μπροστά στις πιέσεις της πολιτικής και δικαστικής εξουσίας για αναγκαστική σίτιση, αρνήθηκαν, αντιστάθηκαν σθεναρά, δηλώνοντας ότι φορούν άσπρες μπλούζες και όχι άλλου χρώματος. Θα σας αναφέρω επίσης, ότι στο ίδιο νοσοκομείο, στην Εντατική, όταν νοσηλευόταν ο Γιάννης Δημητράκης, και πήγε να τον ανακρίνει ο γνωστός κ. Διώτης, γιατί θεώρησε ότι εμπίπτει στην αρμοδιότητά του – ο κύριος αυτός που έχει φτάσει στην κατάντια να δεχτεί να παρασημοφορηθεί όχι από μια κυβέρνηση ξένου κράτους, αλλά από την Αστυνομία ενός ξένου κράτους- θα πρέπει να σας πω ότι όταν πήγε εκεί να τον εξετάσει, οι εντατικολόγοι τον πέταξαν έξω και μάλιστα έγινε και το εξής. Είπε το εξής εκπληκτικό ο κ. Διώτης: «Σαφώς σέβομαι την κατάσταση του παιδιού και δεν σκοπεύω να τον ταλαιπωρήσω, γιατί αν ήθελα θα μπορούσα να του τραβήξω λίγο τα σωληνάκια και να του πάω την πίεση στο 50». Ετσι είπε ο κύριος αυτός ο προχωρημένος. Σαν να ήταν υπήκοος κάποιου κράτους μπανανία. Θέλω να σας αναφέρω επίσης μια απόφαση του 6ου συνεδρίου της Ομοσπονδίας Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών, όπου μέσα αναφέρουν για κάποιους ανοιχτούς λογαριασμούς – και αναφέρονται στον Ευαγγελισμό- όπως ότι «κανείς από τους γιατρούς δε λογοδότησε ποτέ γιατί άφησε να υποβάλουν έναν ασθενή βαρέως πάσχοντα και υπό την επήρεια φαρμάκων που αλλοιώνουν τη συνείδηση σε διαρκή ανάκριση. Οτι η Μονάδα απαγόρευε στους οικείους του να σταθούν δίπλα στον άρρωστό τους, ενώ επέτρεπε την παρουσία πάνοπλων, ένστολων και μη, καθ’ όλη τη διάρκεια της μέρας και της νύχτας. Ότι καθ’ υπέρβαση κάθε ιατρικής δεοντολογίας και ηθικής, ένας ασθενής σε αισθητηριακό αποκλεισμό, με βαρύτατη κώφωση και τύφλωση και καθηλωμένος στο κρεβάτι του για την αντιμετώπιση του μετατραυματικού σοκ είχε δίπλα του μόνο εισαγγελείς, ανακριτές και αντιτρομοκρατικάριους». Μετά απ’ όλα αυτά, θέλω να σας κάνω μια ερώτηση: Θεωρείτε ότι κάνατε το καθήκον σας;
Μ. Πιταρίδης: Καταρχήν, δεν θ’ απαντήσω για τον Ευαγγελισμό, αλλά μόνο για μένα. Μόνο για τον εαυτό μου απολογούμαι. Δεν ξέρω γιατί από την πρώτη στιγμή ο Πιταρίδης να είναι κατηγορούμενος, όταν το μόνο που έκανε, ήταν ότι προσπάθησε να κάνει όσο πιο τέλεια γίνεται την ιατρική δουλειά του, είδε ότι δε μπορεί από κει και πέρα να κάνει τίποτε άλλο. Εγώ δεν είμαι και δεν το παίζω επαναστάτης. Ο,τι μπορώ να κάνω θα το κάνω. Κι αυτό που μπορούσα να κάνω εγώ στο Σάββα ήταν να τον βοηθήσω να γίνει καλά. Γι’ αυτό νομίζω ότι στο βαθμό που οι δυνάμεις οι δικές μου το επέτρεπαν, νομίζω ότι τα κατάφερα. Οχι μόνο εγώ και πολλοί άλλοι. Από κει και πέρα, να κρίνω εγώ τι έγινε πριν από μένα, εγώ σας υπενθυμίζω ότι όταν τον παρέλαβα τον άρρωστο, είχε ήδη μιλήσει με τις Αρχές και είχε αποκαλυφθεί η Δαμάρεως. Εγινε Κυριακή αυτό, που αποκαλύφθηκε η Δαμάρεως και γω τον παρέλαβα την Τρίτη το βράδυ. Θα γύριζα το χρόνο πίσω; Κι αφού με διαβεβαίωσε ο ίδιος όταν συνήλθε. Κι αφού ο ίδιος τόσες φορές το ‘ψαξα και δεν βρήκα να υπάρχουν πραγματικά αυτά που τότε μου είπε η Αλίθια, ότι αυτό το πράγμα δε συνέβαινε; Κι όπως είμαι πεπεισμένος ακόμα και σήμερα ότι αυτό ποτέ δε συνέβη; (σ.σ. Στη συνέχεια αναφέρθηκε στο λεγόμενο «σύνδρομο της Στοκχόλμης», που αναφέρεται στην ανεξήγητη αγάπη του θύματος προς τη θύτη, που έχει παρατηρηθεί, για το οποίο βρήκε κάποιες αναφορές στο Διαδίκτυο χτες βράδυ, επειδή τον ρώτησε σχετικά ο πρόεδρος, σημειώνοντας ότι χρειάζεται ένα διάστημα να είναι μαζί ο θύτης με το θύμα). Δεν ξέρω αν σας κάλυψα, κύριε Κουφοντίνα, αλλά από την πλευρά μου αυτό που θέλω να πω είναι ότι το πρώτο βράδυ που είχα εγώ την ευθύνη του αρρώστου δεν ανακρίθηκε ο άρρωστος, όταν τον παρέλαβα είχε ήδη ανακριθεί. Τώρα, από κει και πέρα υπάρχουν σ’ αυτή την κοινωνία πολλοί που μας κρίνουν. Δε μπορώ να πω τίποτ’ άλλο.
Δ. Κουφοντίνας: Εγώ θα μιλήσω μετά την κατάθεσή σας, θα κάνω μια αξιολόγηση. Θέλω να σας πω ότι εμείς τους γιατρούς θεωρούμε ότι είναι δίπλα μας, τους θέλουμε δίπλα μας και όχι απέναντί μας. Αυτό οφείλουν να το αποδεικνύουν.
Μ. Πιταρίδης: Είμαστε δίπλα σας και θέλω να σας πω ότι σε καμία περίπτωση η κατάθεσή μου αυτή εδώ, που γίνεται, μέσα μου δε θέλω σε καμία περίπτωση, ότι εγώ επιθυμώ να επιδεινώσω τη θέση τη δική σας. Σε καμία περίπτωση. Αν μπορούσα να σας υπερασπιστώ θα το έκανα. Εντάξει; Εγώ το μόνο που υπερασπίζομαι είναι αυτό που πλανάται εναντίον μου και βλέπω το όνομά μου συνέχεια στο Διαδίκτυο και στον αριστερό Τύπο να φέρεται περίπου ως βασανιστής. Αυτό δεν το δέχομαι με τίποτα. Εγώ έκανα τη δουλειά μου με ιατρική συνείδηση και τηρώντας την ιατρική ηθική και την ιατρική δεοντολογία.
Νομίζουμε, ότι ο γιατρός, με τον τρόπο του, τα είπε όλα. Και μόνο ότι αρνήθηκε να υπερασπιστεί τον Ευαγγελισμό λέει πολλά. Αργότερα, απαντώντας σε ευθεία ερώτηση του Αρη Κωνσταντάκη, αν ο ίδιος είχε την ευθύνη του ασθενή τη νύχτα της 5ης Ιούλη, αν θα επέτρεπε να εισέλθουν στη ΜΕΘ δυο άτομα για να τον ανακρίνουν απάντησε με ειλικρίνεια: «Δεν ξέρω πως θ’ αντιδρούσα, αλλά το προηγούμενο βράδυ, που υπήρξε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, τρομοκρατήθηκα. Βέβαια, αλλιώς απαντάει κανείς τώρα και αλλιώς απαντούσε τότε. Τότε που ύποπτοι για συμμετοχή στη 17Ν ήταν ακόμα και πρωθυπουργοί, υπήρχε ένας διάχυτος φόβος μην κατηγορηθούμε και εμείς»! Καθαρές κουβέντες: οι γιατροί εκβιάστηκαν και δεν είχαν το σθένος που απαιτούνταν σε εκείνες τις συνθήκες της τρομοϋστερίας για να αντιδράσουν. Ο κ. Πιταρίδης το είπε ευθέως: οι γιατροί φοβούνταν μη κατηγορηθούν οι ίδιοι ως «τρομοκράτες» που παρεμποδίζουν το έργο της ανάκρισης! Κι ενώ τα είπε αυτά, άκρα του τάφου σιωπή από την έδρα!!!
Απαντώντας σε ερωτήσεις των υπερασπιστών ο Μ. Πιταρίδης είπε: Οτι ο άρρωστος δεν ήταν καλά τις μέρες που ανακρινόταν και υπήρχε πάντα ο κίνδυνος να τον διασωληνώσουν πάλι. Οτι στη ΜΕΘ υπήρχαν ένστολοι με πιστόλια και αυτόματα! Οτι δε μπορεί να δώσει καμιά εξήγηση για το γεγονός ότι ο Σάββας, που την πρώτη μέρα μετά την αποσωλήνωση έδειχνε να αντιστέκεται (ζητούσε τον πατέρα του και όχι ψυχιάτρους, προσπαθούσε να μείνει ξύπνιος, αρνιόταν να πει τ’ όνομά του, δεν έπινε νερό μολονότι διψούσε κ.λπ.), μια μέρα μετά άρχισε να μιλάει στους ανακριτές του. Δήλωσε ότι αυτό τον έχει βασανίσει και απάντηση δε μπορεί να δώσει. Αν ένας άρρωστος κρατιέται ξύπνιος δυο 24ωρα, γεγονός που του προκαλεί μια υπερένταση, αν βρίσκεται στην κατάσταση πολυτραυματία που βρισκόταν ο Σάββας, σίγουρα είναι αδύναμος να υπερασπίσει τον εαυτό του. Εχει αδυναμία ελέγχου της βούλησης; ρωτήθηκε. Μπορεί κι αυτό, ήταν η απάντησή του! Αμφισβήτησε ευθέως ότι δόθηκε άδεια των γιατρών για να μπουν στην Εντατική οι ανακριτές. Δεν δηλώνεται τέτοιο πράγμα στον ιατρικό φάκελο, είπε! Ακουσε μόνο από συναδέλφους του ότι ο ίδιος ο ασθενής ζήτησε την Αστυνομία!!! Παραδέχτηκε ότι ζήτησε να γίνει έλεγχος για πέντε κατηγορίες ψυχοτρόπων ουσιών, αλλά ο Ευαγγελισμός είχε τη δυνατότητα να μετρήσει μόνο δύο. Οταν επέστρεψε από την άδειά του, ήταν πολύ αργά για να γίνουν οι υπόλοιπες εξετάσεις.
Η κορυφαία ατάκα του Μ. Πιταρίδη, στο κλείσιμο της κατάθεσής του, όταν ρωτήθηκε για την ιατρική ηθική και δεοντολογία: «Οταν ο εισαγγελέας είναι παρών, εγώ δε μπορώ να κάνω τίποτα. Πάνω από μένα υπήρχαν πολλοί άλλοι. Εγώ εκτελούσα εντολές να είμαι θεράπων. Τίποτε άλλο»! Ο νοών νοείτω…