Στην τετραετία της κυβέρνησης Μητσοτάκη, ο οδοστρωτήρας στη δημόσια εκπαίδευση και το δημόσιο Πανεπιστήμιο ισοπέδωσε τα πάντα, προκαλώντας την οργή της φοιτητικής νεολαίας, των εκπαιδευτικών και την απόγνωση των μαθητών και των οικογενειών τους, που είδαν τα όνειρά τους για πανεπιστημιακές σπουδές να τσακίζονται μπροστά στις συμπληγάδες της Τράπεζας Θεμάτων, της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής και του δραστικού περιορισμού των εισακτέων.
Οσα ταλαιπωρούν το δημόσιο σχολείο (ελλιπής χρηματοδότηση, συγχωνεύσεις-καταργήσεις, εκπαιδευτικά κενά) και τους εκπαιδευτικούς (καθηλωμένοι μισθοί πείνας, αξιολόγηση-χειραγώγηση-κατατρομοκράτηση-πειθάρχηση, εργασιακές σχέσεις-λάστιχο) προκαλούν την μήνιν της εκπαιδευτικής κοινότητας.
Ο εκτρωματικός νόμος-πλαίσιο Κεραμέως-Μητσοτάκη, που συνάντησε την αντίθεση της συντριπτικής πλειοψηφίας της πανεπιστημιακής κοινότητας (ασχέτως αν στη συνέχεια από το υψηλόβαθμο πανεπιστημιακό κατεστημένο υπήρξε συγκατάνευση), ειδικά όσον αφορά τη συγκρότηση των Συμβουλίων διοίκησης, έχει δημιουργήσει ήδη πολλαπλά προβλήματα κατά την εφαρμογή του, ενώ τα προβλήματα της υποχρηματοδότησης, υπό την αίρεση μάλιστα της αξιολόγησης, παραμένουν.
Την ίδια στιγμή οι ορδές του Θεοδωρικάκου αντιμετώπισαν με φασιστική μανία κάθε κινητοποίηση των φοιτητών, της νεολαίας, των εκπαιδευτικών και η καταστολή γενικά σημείωσε πιένες. Πανεπιστημιακό άσυλο δεν υφίσταται, έχει γίνει κυριολεκτικά «σουρωτήρι» και η Πανεπιστημιακή Αστυνομία πήγε στα αζήτητα μόνο χάρις στον επίμονο αγώνα των φοιτητών.
Το κλίμα αυτό προσπαθεί να εκμεταλλευτεί ο ΣΥΡΙΖΑ προσδίδοντας στις προεκλογικές του υποσχέσεις το ανάλογο άρωμα. Ανακοινώθηκαν λοιπόν, από το Τμήμα Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία «Οι 20 προγραμματικές δεσμεύσεις (του) για την Παιδεία», οι οποίες, λέει, θα συντελέσουν στην «επανασυγκρότηση της δημόσιας, δωρεάν και συμπεριληπτικής εκπαίδευσης».
Τις παραθέτουμε για να τις σχολιάσουμε στη συνέχεια:
- Αμεση νομοθέτηση της 14χρονης υποχρεωτικής εκπαίδευσης και σταδιακή εφαρμογή της.
- Μείωση του ανώτατου αριθμού μαθητών/-τριών σε 20 ανά τμήμα για το νηπιαγωγείο και την Α’ τάξη δημοτικών σχολείων από τον Σεπτέμβριο του 2023, που θα επεκτείνεται σταδιακά και στις υπόλοιπες τάξεις. Ταυτόχρονη μείωση του μεγέθους των τμημάτων της Γ’ τάξης των λυκείων σε 20 μαθητές/-τριες ανά τμήμα.
- Επαναφορά του κλίματος δημοκρατίας και συνεργασίας στα σχολεία. Κατάργηση του συστήματος της ατομικής αξιολόγησης (4823/2021) και της εξωτερικής αξιολόγησης των σχολείων (4692/2020) και επαναφορά του ν. 4547/2018 περί αποτίμησης και προγραμματισμού εκπαιδευτικού έργου.
- Αμεση μονιμοποίηση όσων νεοδιόριστων εκπαιδευτικών έχουν ολοκληρώσει την δόκιμη υπηρεσία.
- Κατάργηση της Τράπεζας Θεμάτων και της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής από την φετινή χρονιά.
- Εφαρμογή, από το Σεπτέμβριο του 2023, της ελεύθερης πρόσβασης σε όσα πανεπιστημιακά τμήματα το επιτρέπει η προσφορά θέσεων, σύμφωνα με το σύστημα του νόμου 4610/2019.
- 5000 μόνιμοι διορισμοί εκπαιδευτικών κατά το σχολικό έτος 2023-24 και προγραμματισμός των διορισμών για τα επόμενα χρόνια με στόχο την κάλυψη όλων των παγίων κενών με μόνιμο προσωπικό.
- Ενίσχυση της επαγγελματικής εκπαίδευσης και κατάρτισης. Κατάργηση του νόμου 4763/2020.
- Σχεδιασμός για την εξίσωση των εργασιακών δικαιωμάτων των αναπληρωτών/-τριών εκπαιδευτικών με εκείνα των μονίμων και για την εξίσωση των εργασιακών δικαιωμάτων των εκπαιδευτικών των ολιγοθεσίων Νηπιαγωγείων και των Δημοτικών Σχολείων με αυτών των πολυθεσίων.
- Κατάργηση του νόμου Χατζηδάκη για την λειτουργία των συνδικάτων και των νόμων που ρυθμίζουν τα Υπηρεσιακά Συμβούλια των εκπαιδευτικών. Νομοθέτηση νέου πλαισίου για τα Υπηρεσιακά Συμβούλια (εκλογές, λειτουργία, αρμοδιότητες).
- Επανένταξη όλων των πτυχών λειτουργίας της Ιδιωτικής Εκπαίδευσης στις αρμοδιότητες του ΥΠΑΙΘ.
- Κατάργηση της πανεπιστημιακής αστυνομίας και επαναφορά του πανεπιστημιακού ασύλου.
- Μεταφορά των αρμοδιοτήτων των Συμβουλίων Διοίκησης στις Συγκλήτους των πανεπιστημίων και κατάργηση των υφιστάμενων Συμβουλίων Διοίκησης με τη λήξη της θητείας τους.
- Εκλογή Κοσμητόρων/-ισσών στις Πανεπιστημιακές Σχολές.
- Επαναφορά του προγενέστερου, δημοκρατικού συστήματος για την εκλογή μελών ΔΕΠ και κατάργηση του άρθρου 144 του ν 4597/2022 για τη συγκρότηση των μητρώων γνωστικών αντικειμένων
- Κατάργηση της διαγραφής των φοιτητών/-τριών λόγω του κανόνα ν+2.
- Κατάργηση των διατάξεων των κεφ. Δ` και ΚΒ` του ν.4957/2022 για τις διαδικασίες εκπροσώπησης φοιτητών στα συλλογικά όργανα διοίκησης και για το πειθαρχικό δίκαιο των φοιτητών
- Επανένταξη της Γ.Γ. Ερευνας στο ΥΠΑΙΘ και σύσταση Επιτροπής για τον σχεδιασμό και την υλοποίηση του Ενιαίου Χώρου Ανώτατης Εκπαίδευσης και Ερευνας.
- Προκήρυξη όλων των κενών θέσεων που προέκυψαν από αφυπηρετήσεις στα Πανεπιστήμια και Ερευνητικά Κέντρα από το 2018 και προγραμματισμός τετραετίας με στόχο τον διπλασιασμό των μελών ΔΕΠ και ερευνητών/-τριών.
- Αύξηση της τακτικής επιχορήγησης των Ερευνητικών Κέντρων για την κάλυψη της μισθοδοσίας του τακτικού προσωπικού και των λειτουργικών τους δαπανών.(οι εμφάσεις δικές μας).
Από τα παραπάνω προκύπτει ότι γενικά σε θέματα καταστολής, ο ΣΥΡΙΖΑ επιλέγει -τουλάχιστον σε πρώτη φάση- μια πιο ήπια τακτική, ώστε να μην υψώσει απέναντί του άμεσα τείχη αντίστασης, ειδικά από τη νεολαία. Σε αυτό βοηθά το γενικότερο κλίμα μέσα στο εργατικό κίνημα της αποστράτευσης, του ατομισμού και της αποσυλλογικοποίησης.
Σε θέματα, όμως, που έχουν να κάνουν με την αυστηρή τήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, που θα επιβλέπεται άγρυπνα από τους ιμπεριαλιστές δανειστές, είναι ιδιαίτερα προσεκτικός και φειδωλότατος στις «παροχές», που απλώνονται …σε βάθος τετραετίας.
Αλλωστε, η πολιτική του, οι πράξεις του δεν προέρχονται από παρθενογένεση. Διαχειρίστηκε τον ελληνικό καπιταλισμό για μια τετραετία με ιδιαίτερη επιτυχία για τα συμφέροντα του κεφαλαίου και της κερδοφορίας του. Γι’ αυτό και η εργαζόμενη κοινωνία δεν πρέπει να παραμυθιάζεται.
Ειδικά, όσον αφορά τα έργα και ημέρες της διακυβέρνησής του, θυμίζουμε ότι πάμπολλα είχε υποσχεθεί και πριν γίνει κυβέρνηση το 2015 και άλλα έπραξε. Π.χ.
- Υποσχέθηκε ότι θα επαναφέρει το πανεπιστημιακό άσυλο, που είχαν καταργήσει Διαμαντοπούλου και Αρβανιτόπουλος και τελικά θεσμοθέτησε μια ψευδεπίγραφη επαναφορά του. Καταρχάς άνοιξε το θέμα της «παραβατικότητας», προκειμένου να γίνει αρεστός σε συντηρητικούς ψηφοφόρους, και δημιούργησε την Επιτροπή Παρασκευόπουλου για «τη μελέτη ζητημάτων ακαδημαϊκής ειρήνης και ελευθερίας». Στη συνέχεια νομοθέτησε την ψευδεπίγραφη επαναφορά του πανεπιστημιακού ασύλου, με την εξής ρύθμιση: Το άσυλο ορίζεται ως «ακαδημαϊκό» και αναγνωρίζεται «για την κατοχύρωση… των ακαδημαϊκών ελευθεριών στην έρευνα και τη διδασκαλία… την προστασία του δικαιώματος στη γνώση και τη μάθηση, έναντι οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει (σ.σ. ο «οποιοσδήποτε» μπορεί να είναι κάθε διαμαρτυρία και μαχητική εκδήλωση των φοιτητών, κάθε απεργία των εργαζόμενων του πανεπιστήμιου, εφόσον με αυτές τις πράξεις παρεμποδίζονται η διεξαγωγή της έρευνας και της διδασκαλίας). Επέμβαση δημόσιας δύναμης σε χώρους των Α.Ε.Ι. επιτρέπεται αυτεπαγγέλτως σε περιπτώσεις κακουργημάτων και εγκλημάτων κατά της ζωής και ύστερα από απόφαση του Πρυτανικού Συμβουλίου σε οποιαδήποτε άλλη περίπτωση» (σ.σ. όλες οι πράξεις διαμαρτυρίας και αντίστασης μπορούν να θεωρηθούν «έκνομες», να θεωρηθούν πλημμελήματα και να επιβάλλουν τη σύγκληση του Πρυτανικού Συμβουλίου, που θα αποφασίσει να δώσει το πράσινο φως για την εισβολή των δυνάμεων καταστολής).
Μια χαρά, λοιπόν, με τις ρυθμίσεις ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να επιβληθεί «ο νόμος και η τάξη» έναντι των «ζωηρών» φοιτητών μέσα στα πανεπιστημιακά ιδρύματα. Η πανεπιστημιακή αστυνομία είναι εκ του περισσού, αφού μόνο οξύνσεις μπορεί να πυροδοτήσει, γι’ αυτό και δεν κοστίζει τίποτε να καταργηθεί. Δεν κοστίζουν επίσης τίποτε οι διακηρύξεις για την κατάργηση του πειθαρχικού δίκαιου για τους φοιτητές. Οταν το φοιτητικό κίνημα γίνει πραγματικά απειλητικό για τις αντιεκπαιδευτικές πολιτικές που θα επιχειρηθούν να εφαρμοστούν, τότε θα υπάρξει και ο κατάλληλος χρόνος να προωθηθούν ανάλογες κατασταλτικές διατάξεις.
- Στα χρόνια διακυβέρνησής του τήρησε πιστά τις μνημονιακές δεσμεύσεις και δεν προχώρησε σε κανέναν μόνιμο διορισμό εκπαιδευτικών. Λίγο πριν χάσει τις εκλογές, ο Γαβρόγλου, υπουργός Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ, θεσμοθέτησε το γνωστό «προσοντολόγιο» για το διορισμό και τις προσλήψεις εκπαιδευτικών, που ακυρώνει το βασικό πτυχίο, ως μοναδικό κριτήριο διορισμού, και έχει οδηγήσει τους εκπαιδευτικούς σε ένα ατελείωτο κυνήγι απόκτησης «προσόντων» (μεταπτυχιακά, διδακτορικά, ξένες γλώσσες, πιστοποίηση υπολογιστών, σεμινάρια και τα ρέστα) που απαιτούν χρόνο, και χρήμα, ενώ λειτουργεί ως «κόφτης» για τη μείωση των διορισμών. Μάλιστα, μόλις τον Μάιο του 2019, δύο μήνες πριν τις εκλογές και ενώ διαφαινόταν η ήττα, ο ΣΥΡΙΖΑ εξήγγειλε ότι ξεκίνησαν οι διαδικασίες για το διορισμό 4.500 μόνιμων εκπαιδευτικών στην Ειδική Αγωγή και ότι τον Ιούνιο θα ξεκινούσαν και οι διαδικασίες για το διορισμό στη γενική εκπαίδευση. Ολες οι διαδικασίες θα ολοκληρωνόταν μέσα στο 2020! Η κατάληξη είναι γνωστή, με τη ΝΔ να θριαμβολογεί ότι ήταν αυτή που διόρισε μόνιμους εκπαιδευτικούς στο δημόσιο σχολείο μετά από μια δωδεκαετία.
Σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ υπόσχεται 5.000 μόνιμους διορισμούς για το 2023-2024, και …«προγραμματισμό για τα επόμενα χρόνια». Κοντολογίς, υπόσχεται μια σταγόνα στον ωκεανό, αν αναλογιστεί κανείς τις πραγματικές ανάγκες. Μόνο για να πλειοδοτήσει έναντι της Κεραμέως που υπόσχεται 3.700 διορισμούς, μεγάλωσε κατά τι αυτήν την σταγόνα.
Υπενθυμίζουμε ότι το ίδιο το υπουργείο Παιδείας με επικεφαλής την Κεραμέως, δίνοντας τους πίνακες με τα οργανικά κενά σε Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση, μετά την πραγματοποίηση των μεταθέσεων και πριν την πραγματοποίηση των μετατάξεων, ανέφερε ότι αυτά ανέρχονται σε 5.774. Βέβαια, τα οργανικά κενά, ακόμη και αν τα υπολογίσουμε πάνω στην κλίνη του Προκρούστη, είναι πολύ περισσότερα (περίπου 8.000), ενώ πάνω από 48.000 αναπληρωτές προσελήφθησαν φέτος στα σχολεία και οι ανάγκες μόνο για φιλόλογους είναι 5.000!
Οπως προείπαμε η τήρηση της σκληρής δημοσιονομικής πειθαρχίας είναι «ευαγγέλιο» και για τον ΣΥΡΙΖΑ. Εξ ου και η φειδωλή ανακοίνωση για μόνιμους διορισμούς, όπως και η εξαγγελία για μείωση του ανώτατου αριθμού μαθητών ανά τμήμα για όλες τις τάξεις, αφού η υλοποίησή της απαιτεί και μαζικούς διορισμούς εκπαιδευτικών, άρα και περισσότερες δαπάνες.
- Υποσχέθηκε ότι θα καθιερώσει την ελεύθερη πρόσβαση στα ΑΕΙ και αντ’ αυτής νομοθέτησε νέους ταξικούς φραγμούς στο Λύκειο που δυσκολεύουν την απόκτηση του απολυτήριου, ειδικά για τα παιδιά της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, και θεσμοθέτησε μια καρικατούρα «ελεύθερης πρόσβασης» («πράσινες» και «κόκκινες» σχολές), που όμως δεν πρόλαβε να εφαρμόσει στην πράξη, ενώ αναγγέλλει τώρα ότι θα την επαναφέρει.
Θυμίζουμε ότι με το νόμο 4610/2019 εισάγεται ένα νέο Λύκειο, αυστηρά προσανατολισμένο στην ειδίκευση και όχι στη γενική μόρφωση, στο οποίο οι ταξικές ανισότητες, με τη βούλα του νόμου, αποθεώνονται, ενώ ενισχύονται και οι εξεταστικοί φραγμοί.
Διατηρούνται οι δυο τύποι Λυκείου (ΓΕΛ και ΕΠΑΛ), ώστε να ξεχωρίζει η ήρα από το σιτάρι και να λειτουργεί ο αυστηρός κανόνας του ταξικού διαχωρισμού. Γι’ αυτό και η τωρινή εξαγγελία για 14χρονη υποχρεωτική εκπαίδευση, είναι κυριολεκτικά στον αέρα.
Η Γ΄ Τάξη μετατρέπεται σε τάξη φροντιστήριο προετοιμασίας για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Τα όποια ψήγματα γενικής μόρφωσης έχουν απομείνει στο σχολείο, περιορίζονται κατά πολύ στη Β΄ Λυκείου και εξαφανίζονται στη Γ΄ Τάξη.
Το απολυτήριο του Λυκείου «αναβαθμίζεται» μέσω μίνι πανελλαδικών εξετάσεων στα τέσσερα εξάωρα μαθήματα των πανελλαδικών, που βαφτίζονται ενδοσχολικές εξετάσεις (νέος ταξικός φραγμός). Το 40% του βαθμού του απολυτήριου προκύπτει από τις εξετάσεις αυτές, στις οποίες τα θέματα δεν μπαίνουν από τον καθηγητή του σχολείου αλλά από καθηγητές ομάδας σχολείων, ανά Δήμο ή Νομό.
Οι μαθητές από τη Β΄Λυκείου μαθαίνουν να εσωτερικεύουν «τη μοίρα» τους, να αποδέχονται «το ριζικό» τους. Αυτόν το χαρακτήρα έχει η συμπλήρωση του πρώτου μηχανογραφικού στο τέλος της Β΄ Τάξης και μάλιστα σε περιορισμένο αριθμό επιλογών. Τέρμα τα όνειρα. Οι μαθητές κατηγοριοποιούνται και ο τελικός διαχωρισμός επέρχεται στη Γ΄ Λυκείου.
Με τη βοήθεια της ανασυγκρότησης της όλης μορφωτικής διαδικασίας και στη Β΄Λυκείου (εκτεταμένα δοκίμια, εξετάσεις, κ.λπ.) και μπροστά στο μηχανογραφικό στο τέλος της Β΄ Τάξης, κάποιοι θα αποδεχθούν (;) ότι είναι «άχρηστοι» και δε θα συμπληρώσουν το πρώτο μηχανογραφικό των 10 επιλογών, κάποιοι θα το συμπληρώσουν με στόχο στο δεύτερο μηχανογραφικό να επιλέξουν οριστικά ένα Τμήμα που ήδη βρίσκεται στα αζήτητα (με τα μέχρις εκείνη τη στιγμή δεδομένα) και το οποίο με βάση την αγοραία λογική της προσφοράς και ζήτησης θα ορισθεί σε Τμήμα ελεύθερης πρόσβασης και να εισαχθούν σε αυτό και κάποιοι θα επιλέξουν να δώσουν πανελλαδικές εξετάσεις, ξανά στα 4 εξάωρα μαθήματα (κοινά και για το απολυτήριο, με την προϋπόθεση ότι θα το έχουν πάρει), δηλώνοντας σχολές όπως σήμερα. Ο βαθμός του απολυτήριου συμμετέχει στη διαμόρφωση του βαθμού πρόσβασης στα ΑΕΙ σε ποσοστό 10%. Το υπόλοιπο 90% του βαθμού πρόσβασης στα ΑΕΙ διαμορφώνεται από τους βαθμούς στα 4 πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα χωρίς συντελεστές βαρύτητας.
Οι Σχολές, τα Τμήματα κατηγοριοποιούνται με τη βούλα του νόμου και σύμφωνα με την αγοραία λογική της προσφοράς και ζήτησης. Κατατάσσονται σε σχολές πρώτης (υψηλής ζήτησης με πανελλαδικές) και δεύτερης κατηγορίας (χαμηλής ζήτησης και άρα ελεύθερης πρόσβασης), ενώ ο διαχωρισμός αυτός σίγουρα θα έχει ανάλογο αντίχτυπο και στην αγορά εργασίας.
Ολα τα παραπάνω αποτελούν μια άλλη εκδοχή ταξικών φραγμών. Η εξαγγελία, λοιπόν, της κατάργησης της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής (ΕΒΕ) από μόνη της δεν λέει τίποτε, είναι απλώς ένα πυροτέχνημα που θέλει να κρύψει την αντικατάστασή της από άλλους ταξικούς φραγμούς συνταγής ΣΥΡΙΖΑ.
- Υπόσχεται ο ΣΥΡΙΖΑ ότι θα καταργήσει και τους άλλους αντιεκπαιδευτικούς νόμους της ΝΔ. Ομως είναι γνωστό ότι και ο ΣΥΡΙΖΑ, όταν ήταν στην κυβέρνηση, νομοθέτησε την επιστροφή του επιθεωρητισμού με την καθιέρωση του «προγραμματισμού και αποτίμησης του εκπαιδευτικού έργου». Αλλωστε δεν κατήργησε τον αντιδραστικό νόμο 3848/2010 (βασικός νόμος της αξιολόγησης), τον οποίο και τότε προεκλογικά διεκήρυττε ότι θα καταργήσει, αλλά τροποποίησε κάποιες διατάξεις του.
Δεν προχώρησε βέβαια στην ατομική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών, καθώς όπως έλεγε ο Γαβρόγλου, πρώτα οι εκπαιδευτικοί έπρεπε να αποκτήσουν «κουλτούρα αξιολόγησης». Σε αντίθεση δηλαδή με την Κεραμέως έκανε τα βήματα ένα, ένα για να μην προκαλέσει οξείες αντιδράσεις. Την ίδια τακτική εξαγγέλλει ότι θα ακολουθήσει και τώρα.
- Η υπόσχεση για «προκήρυξη όλων των κενών θέσεων που προέκυψαν από αφυπηρετήσεις στα Πανεπιστήμια και Ερευνητικά Κέντρα από το 2018» και για «προγραμματισμό τετραετίας με στόχο τον διπλασιασμό των μελών ΔΕΠ και ερευνητών», όπως και για δωρεάν μεταπτυχιακά, που εξαγγέλθηκε σε κάποια άλλη χρονική στιγμή κ.λπ., είναι έπεα πτερόεντα. Οχι μόνο γιατί παραπέμπονται στις ελληνικές καλένδες, όχι μόνο γιατί η προσθήκη (λέμε τώρα) θα γίνει πάνω στην ελλιπέστατη κρατική χρηματοδότηση, ώστε να μη διαταραχθεί η δημοσιονομική πειθαρχία που επιβάλλει η μνημονιακή εποπτεία, αλλά γιατί υπάρχει και το ιστορικό προηγούμενο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Ποτέ ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έδωσε γενναία χρηματοδότηση στο δημόσιο Πανεπιστήμιο. Ποτέ δεν αρνήθηκε τη σύνδεση των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων με την καπιταλιστική παραγωγή και τις ανάγκες της «αγοράς» και τη λειτουργία με κριτήρια ιδιωτικοοικονομικά και δυνατότητας αποκόμισης πρόσθετης χρηματοδότησης από «τρίτους».
Για το σκοπό αυτό, άλλωστε, σχεδίασε τα Περιφερειακά Ακαδημαϊκά Συμβούλια (όπως είχε προβλέψει ο ν. 4485). Τα Ακαδημαϊκά Περιφερειακά Συμβούλια αντικατέστησαν τα Συμβούλια Ιδρύματος του νόμου Διαμαντοπούλου και θα αντικαταστήσουν τώρα τα Συμβούλια Διοίκησης της Κεραμέως που με τόσο πάθος, υποτίθεται, ότι πολεμά ο ΣΥΡΙΖΑ. Είναι αυτά που θα αναλάβουν το σκέλος των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων των ΑΕΙ (εξ ου και η συμμετοχή σε αυτά των καπιταλιστών). Σε αυτά συνυπάρχουν τα ΑΕΙ και τα Ερευνητικά Κέντρα και ανά περιφέρεια το Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο.
Οτι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει σκοπό να πλήξει τον πυρήνα της επιχειρηματικής λειτουργίας των ΑΕΙ (που με τον νόμο Κεραμέως προωθούν κυρίως τα Συμβούλια Διοίκησης) φαίνεται και από το γεγονός ότι δεν εξαγγέλλεται η κατάργηση των κακόφημων Συμβουλίων Διοίκησης μια κι έξω, αλλά «με τη λήξη της θητείας τους». Δεδομένου δε, ότι πολλά ΑΕΙ έχουν εκλέξει πρόσφατα Συμβούλια Διοίκησης, η θητεία των οποίων είναι τετραετής, αντιλαμβανόμαστε την ουσία των «διαφωνιών» του ΣΥΡΙΖΑ.
Χαρακτηριστικό επίσης είναι ότι δεν αναφέρεται πουθενά ότι πρόθεση του ΣΥΡΙΖΑ είναι η πλήρης κατάργηση του εκτρωματικού νόμου-πλαίσιο της Κεραμέως (ν. 4957/2022) ούτε ακόμη, ακόμη τίποτε για κατάργηση π.χ. των βιομηχανικών διδακτορικών, των επαγγελματικών μεταπτυχιακών, κ.λπ.
Από τις δραστηριότητες που προκρίνονται και από τον ΣΥΡΙΖΑ με τα Περιφερειακά Ακαδημαϊκά Συμβούλια, ωφελημένες θα είναι οι επιχειρήσεις που αξιοποιούν το «συγκριτικό πλεονέκτημα» των ιδρυμάτων (υποδομές, γνωστικό υπόβαθρο, ερευνητικό προσωπικό, τσάμπα εργασία υποψήφιων διδακτόρων, κ.λπ.), αλλά ωφελημένο θα είναι επίσης και το πανεπιστημιακό κατεστημένο, που δεν έχει κανένα πρόβλημα να κάνει μπίζνες με επιχειρηματίες, που θα χρηματοδοτούν την εν λόγω έρευνα για ίδιον όφελος. Ενώ ανακουφισμένο είναι και το αστικό κράτος που απαλλάσσεται από την πίεση που προκαλεί η υποχρέωσή του να ενισχύει τα δημόσια Πανεπιστήμια και Ερευνητικά Κέντρα με επαρκή χρηματοδότηση.
Την εικόνα του επιχειρηματικού πανεπιστήμιου αλά ΣΥΡΙΖΑ, συμπληρώνουν τα «διετή προγράμματα επαγγελματικής εκπαίδευσης σε όλα τα ΑΕΙ» στα οποία εισάγονται χωρίς εξετάσεις οι απόφοιτοι των ΕΠΑΛ, ενώ «η λειτουργία τους προϋποθέτει συμφωνίες των Πανεπιστημίων με τοπικούς παραγωγικούς φορείς».
Οσον αφορά δε, τις κορόνες που ακούγονται κατά καιρούς ενάντια στα κολλέγια, τις πετάμε στα σκουπίδια. Οι συριζαίοι ήταν αυτοί που κατήργησαν ακόμη και το Συμβούλιο Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων γιατί, σύμφωνα με τον Γαβρόγλου, δεν υλοποιούσε αυστηρά τις επιταγές της ευρωπαϊκής οδηγίας.
Ο τίτλος «Συγκρότηση και λειτουργία του Συμβουλίου Αναγνωρίσεως Επαγγελματικών Προσόντων» αντικαταστάθηκε με τον τίτλο «Αρμόδια αρχή για την εφαρμογή του π.δ. 38/2010» και το Αυτοτελές Τμήμα Εφαρμογής της Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας (Α.Τ.Ε.Ε.Ν.) αποφαίνεται επί των αιτήσεων αναγνωρίσεως επαγγελματικών προσόντων των αποφοίτων κολλεγίων.
Ο Γαβρόγλου μάλιστα έλεγε ότι οι απόφοιτοι κολλεγίων αρκεί να προσκομίσουν το «πτυχίο» του κολλεγίου και επειδή η συντριπτική πλειοψηφία των κολλεγίων συνεργάζονται με πανεπιστήμια του εξωτερικού, θα προσκομίζουν και ένα έγγραφο από την Αρχή Πιστοποίησης της χώρας του Πανεπιστημίου με το οποίο συνεργάζεται το κολλέγιο. Μόλις το φέρουν και αυτό το υπουργείο θα πει ότι «δεν είναι ένα πλαστό χαρτί, πάρτε το και είτε ασκήστε το επάγγελμα είτε πηγαίνετε στο αντίστοιχο επιμελητήριο για να σας δώσει άδεια ασκήσεως εργασίας. Είναι τόσο απλό και με τόσο απλό τρόπο θα γίνει».
Πάνω σε αυτές τις ρυθμίσεις πάτησε η Κεραμέως και τα έδωσε όλα στους κολλεγιάρχες, αφού το κράτος έχει συνέχεια όσον αφορά την προώθηση των επιχειρηματικών συμφερόντων.
Γιούλα Γκεσούλη