Ο αρχιερέας του αποκεφαλισμού των υποψήφιων -ειδικά αυτών που προέρχονται από τα φτωχά λαϊκά στρώματα- Μητσοτάκης το είχε δηλώσει ξεδιάντροπα: «Η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής δεν πρόκειται να αλλάξει. Είναι μέτρο το οποίο ήρθε για να μείνει».
Φέτος, λοιπόν, η πολύ αποτελεσματική αυτή καρμανιόλα έφραξε το δρόμο για τα ΑΕΙ σε 25.921 υποψήφιους, ενώ στα τέσσερα χρόνια εφαρμογής της από τον Ιούνιο του 2021 (νόμος Κεραμέως 4777/17-2-2021 άρθρο 4Β) αποκεφάλισε συνολικά 100.564 (περίπου το 1/3 κάθε χρονιά των υποψήφιων που συμμετέχουν στις πανελλαδικές εξετάσεις).
Ξεπληρώνεται έτσι το χρέος που έχει αναλάβει ο αδίστακτος Μητσοτάκης απέναντι στο σύστημα: να τσακίσει την τάση της νεολαίας της εργαζόμενης κοινωνίας για πανεπιστημιακές σπουδές, γιατί αυτές δημιουργούν προσδοκίες και διαμορφώνουν προσωπικότητες και συνθήκες επικίνδυνες για τον καπιταλισμό, που στη φάση που είναι τώρα (μεγάλη ανάπτυξη της τεχνικής, της πληροφορικής που έχει περάσει μεγάλο μέρος της γνώσης στις μηχανές, συν οικονομική κρίση) επιδιώκει να έχει ελάχιστα στελέχη στην παραγωγή και τους μηχανισμούς και μια μεγάλη βάση από μισομορφωμένους, μισοκαταρτισμένους εργαζόμενους, εργαζόμενους μιας χρήσης, «ευέλικτους» και υποταγμένους.
Οι «κόφτες»
Ως κόρη οφθαλμού το σύστημα -και οι διαχειριστές του όλων των αποχρώσεων- φυλάνε τον ταξικό φραγμό των πανελλαδικών εξετάσεων. Οσα φτιασιδώματα κι αν του κάνουν κατά καιρούς, ο πυρήνας του μένει αναλλοίωτος. Είναι ο «κλειστός αριθμός» εισακτέων (numerus clausus), αυτός που θα πει την τελευταία λέξη. Αυτός είναι που βάζει «το ταβάνι» σε αυτούς που θα εισαχθούν κάθε φορά στα ΑΕΙ-ΤΕΙ, ανεξάρτητα από τα εάν τα θέματα των εξετάσεων είναι δύσκολα ή εύκολα και βεβαίως τελευταία και ο ταξικός φραγμός της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής.
Ο «κλειστός αριθμός» και η ΕΒΕ είναι οι στρόφιγγες που ρυθμίζουν τη ροή προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση, ανάλογα με τις ανάγκες του συστήματος, οι τορπίλες των θεμάτων διαβαθμισμένης δυσκολίας απλώς κατανέμουν αυτήν τη ροή, κατασκευάζοντας ποσοστά «αρίστων» και «αποτυχημένων».
Κοντολογίς, οι εξετάσεις δε μπορούν να κρίνουν την ικανότητα των νέων να σπουδάσουν. Αλλωστε οι πιο ευκατάστατοι οικονομικά τελικά αυτό το επιτυγχάνουν σπουδάζοντας σε πανεπιστήμια του εξωτερικού ή και στα ιδιωτικά του εσωτερικού, για τα οποία η κυβέρνηση Μητσοτάκη φρόντισε να δημιουργήσει μεγάλη δεξαμενή «πελατών». Είναι η διαδικασία, που συγκαλύπτει την πραγματικότητα, είναι το φωτοστέφανο της ταξικής διαφοροποίησης της κοινωνίας.
Πανελλαδικές 2024
Με την ανακοίνωση των βάσεων εισαγωγής έγινε φανερή η μεγάλη σφαγή των υποψήφιων.
– Στην κατηγορία των υποψήφιων που συμμετείχαν στις πανελλαδικές εξετάσεις
- 90.416 υποψήφιοι (74.847 απόφοιτοι ΓΕΛ και 15.560 απόφοιτοι ΕΠΑΛ) φέτος «έβαλαν το κεφάλι τους στον ντορβά» των πανελλαδικών εξετάσεων, παλεύοντας για μια θέση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση για τις συνολικά 68.851 προσφερόμενες θέσεις.
- Δικαίωμα υποβολής μηχανογραφικού είχαν 64.495 υποψήφιοι (54.713+9.782=64.495), επειδή λόγω ΕΒΕ κόπηκε το κεφάλι σε 25.921 υποψήφιους.
- Εισήχθησαν στα ΑΕΙ 58.026 υποψήφιοι (52.171 από ΓΕΛ+ 5.855 από ΕΠΑΛ=58.026).
- Αρα έμειναν κενές από τους υποψήφιους ΓΕΛ και ΕΠΑΛ που συμμετείχαν στις πανελλαδικές εξετάσεις 6.469 θέσεις (64.495-58.026)
-Στην κατηγορία των υποψήφιων που έκαναν χρήση του 10%
- Οι υποψήφιοι ΓΕΛ 10% (έτος 2023) είναι 5.666
- Οι υποψήφιοι ΓΕΛ 10% (έτος 2022) είναι 1.606
- Σύνολο: 7.272
Επιτυχόντες (2023 και 2022)3.339+1.369= 4.708
- Οι υποψήφιοι ΕΠΑΛ 10% (έτος 2023) είναι 1.004
- Οι υποψήφιοι ΕΠΑΛ 10% (έτος 2022) είναι 390
- Σύνολο: 1.394
Επιτυχόντες (2023 και 2022) 411+ 267=678
Σύνολο επιτυχόντων 10% από ΓΕΛ και ΕΠΑΛ 5.386 (4.708+ 678)
– Συμπεράσματα
- 63.412 υποψήφιοι πέτυχαν στα ΑΕΙ (58.026 με πανελλαδικές+5.386 με το 10%)
- Συνολικά απέμειναν κενές 5.439 θέσεις (68.851 προσφερόμενες θέσεις-63.412 επιτυχόντες).
- Το σύνολο των απωλειών είναι 31.360. Από αυτούς οι 25.921 είναι οι υποψήφιοι που αποκλείστηκαν λόγω ΕΒΕ και οι 5.439 είναι οι κενές θέσεις που δεν καλύφθηκαν.
Το μεθοδευμένο αυτό αποτέλεσμα, όπως και τα αντίστοιχα των προηγούμενων ετών, θα δώσει το δικαίωμα στην κυβέρνηση να προχωρήσει σε λουκέτο πανεπιστημιακών τμημάτων, ειδικά αυτών με μικρό αριθμό επιτυχόντων. Αλλωστε τώρα με το πολυνομοσχέδιο-κουρελού του υπουργείου Παιδείας η διαδικασία-«κόφτης» έχει απλοποιηθεί και αρκεί ένα ΠΔ και όχι σύμφωνη γνώμη της Συγκλήτου του ΑΕΙ.
– Ως γνωστόν, τα μαθήματα-τορπίλες, που συνέτριψαν τους μαθητές στις φετινές πανελλαδικές, ήταν τα Μαθηματικά (κοινά για 2ο και 4ο πεδίο), η Φυσική (2ο και 3ο πεδίο) και η Ιστορία (1ο πεδίο).
Με την ανακοίνωση των βαθμολογιών έγινε γνωστό ότι στο σύνολο των Ομάδων Προσανατολισμού, οι υποψήφιοι έπεσαν κάτω από τη βάση σε ποσοτό περίπου 60% (Μαθηματικά 58,37%, Φυσική 58,95%, Ιστορία 59,87%) στα τρία αυτά μαθήματα, ενώ το ποσοστό που έγραψε κάτω από τη βάση στα Μαθηματικά στο 4ο Πεδίο των Οικονομικών Επιστημών εκτοξεύτηκε στο 73%. Στην αντίθετη κατεύθυνση μειώθηκαν γενικά οι υποψήφιοι που αρίστευσαν.
Το γεγονός αυτό οδήγησε σε μεγάλη πτώση των βάσεων σε όλα τα επιστημονικά πεδία και σε χαμηλότερες βάσεις εισαγωγής στις υψηλόβαθμες και περιζήτητες σχολές.
Ιατρικές, Νομικές και Πολυτεχνεία γνώρισαν πτώση των βάσεων. Π.χ:
- Ιατρική ΕΚΠΑ -225 μόρια,
- Ιατρική ΑΠΘ -250 μόρια,
- Ιατρική Πανεπιστημίου Ιωαννίνων -275 μόρια κ.λπ.
- Νομική ΕΚΠΑ -100 μόρια,
- Νομική ΑΠΘ -300 μόρια,
- Νομική Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης (ΔΠΘ) -325 μόρια.
- Αρχιτέκτονες ΕΜΠ -615 μόρια,
- Αρχιτέκτονες ΑΠΘ -620 μόρια.
- Πολιτικοί Μηχανικοί ΕΜΠ -665 μόρια,
- Πολιτικοί Μηχανικοί ΔΠΘ -424 μόρια.
- Ναυπηγοί Μηχανικοί ΕΜΠ -490 μόρια.
Κατ’ αναλογίαν, και λόγω των τορπιλών των Μαθηματικών, της Φυσικής και της Ιστορίας, οι βάσεις έκαναν βουτιά στα τμήματα Μαθηματικών, Φυσικής, Χημείας, Ιστορίας και Αρχαιολογίας, Φιλολογίας, Ψυχολογίας, Δημοσιογραφίας και Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, Πληροφορικής, στις Οικονομικές Σχολές του 4ου επιστημονικού πεδίου (στις τελευταίες η βουτιά έφθασε τα 860 μόρια), κ.λπ.
Ανοδο των βάσεων είχαμε σε περιορισμένο αριθμό σχολών, όπως σε αυτές των Μουσικών Σπουδών (ΑΠΘ) ή στα τμήματα Πολιτικών Μηχανικών και Ναυπηγών του Πανεπιστήμιου Δυτικής Αττικής (πρώην ΤΕΙ Αιγάλεω), λόγω της απόδοσης επαγγελματικών δικαιωμάτων ίδιων με αυτά των Πολυτεχνικών Σχολών.
Το βασικό συμπέρασμα και από αυτήν την χρονιά είναι ότι το ασανσέρ των βάσεων ουδεμία σχέση έχει με το επίπεδο των γνώσεων των μαθητών. Οι μαθητές που διαγωνίστηκαν φέτος δεν είναι καλύτεροι από αυτούς που έδωσαν πέρυσι πανελλαδικές (μιλάμε για το γενικό επίπεδο και όχι για τη διαφορά στο επίπεδο μιας τάξης ενός σχολείου που μπορεί όντως να έχει διαφορές). Το γνωσιακό επίπεδο των μαθητών έχει να κάνει με το χαρακτήρα του σχολείου στον καπιταλισμό (γνώσεις ρηχές, μιας χρήσης), το περιεχόμενο των αναλυτικών προγραμμάτων, το μέγεθος και τη δυσκολία της διδακτέας ύλης, τα ωρολόγια προγράμματα, κ.λπ., και πάνω απ’ όλα με την κοινωνικο-οικονομική τους προέλευση. Σε αυτά πρέπει να προσθέσουμε και άλλα εμπόδια, όπως το μη επαρκές διδακτικό προσωπικό, τις εκατοντάδες χαμένες ώρες διδασκαλίας, λόγω των ελάχιστων διορισμών με το σταγονόμετρο και κατά χρονικά διαστήματα, ή εμπόδια όπως η απουσία επαφής με τη ζωντανή τάξη, όπως π.χ. έγινε την περίοδο της πανδημίας και που τώρα η κυβέρνηση Μητσοτάκη πάει να γενικεύσει με την αντικατάσταση της ζωντανής τάξης από την άυλυ ψηφιακή σε πρώτο επίπεδο στις απομακρυσμένες ορεινές και νησιωτικές περιοχές.
Γιούλα Γκεσούλη