90.416 υποψήφιοι (74.847 απόφοιτοι ΓΕΛ και 15.560 απόφοιτοι ΕΠΑΛ) φέτος «έβαλαν το κεφάλι τους στον ντορβά» των πανελλαδικών εξετάσεων, παλεύοντας για μια θέση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση από τις συνολικά 68.851 θέσεις. Κοντολογίς, 21.565 υποψήφιοι αμέσως αμέσως αποκλείονται από την εισαγωγή στα ΑΕΙ, χωρίς να υπολογίζουμε αυτούς που το κεφάλι τους θα κοπεί λόγω της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής.
Με την ανακοίνωση των βαθμολογιών πήρε σάρκα και οστά και η «σφαγή» των υποψηφίων φέτος σε Μαθηματικά, Φυσική και Ιστορία (μαθήματα με συντελεστές αυξημένης βαρύτητας), ενώ οι σχολιαστές στα αστικά ΜΜΕ ξεκίνησαν τις εκτιμήσεις για το πώς θα κινηθεί φέτος το «ασανσέρ» των βάσεων εισαγωγής.
Στο σύνολο των Ομάδων Προσανατολισμού, οι υποψήφιοι έπεσαν κάτω από τη βάση σε ποσοτό περίπου 60% (Μαθηματικά 58,37%, Φυσική 58,95%, Ιστορία 59,87%) στα τρία αυτά μαθήματα, που αποδείχτηκαν η καρμανιόλα των φετινών πανελλαδικών.
Στα Αρχαία, το ποσοστό των υποψηφίων που είχε την ίδια μοίρα είναι 40,90%, στα Λατινικά 34,32%, στη Χημεία 32,64%, στη Βιολογία 32,25%, στην Πληροφορική 41,27%, στην Οικονομία 40,90% (στο σύνολο των Ομάδων Προσανατολισμού).
Στην Ομάδα Θετικών Σπουδών (για Πολυτεχνικές, δηλαδή, και Φυσικομαθηματικές Σχολές), την οποία κατά κανόνα επιλέγουν «γεροί» μαθητές:
- Το 29,39% των μαθητών έγραψε στα Μαθηματικά κάτω από τη βάση, σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό 27,58%. Στις υψηλές τώρα επιδόσεις, το 11,41% των μαθητών έγραψε στο ίδιο μάθημα πάνω από το 18, σε σχέση με το 17,78% που το κατάφερε πέρσι. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι το πλήθος των δύσκολων ερωτημάτων ήταν το ίδιο με τις περσινές εξετάσεις βλέποντάς το από την οπτική γωνία ενός «αδύνατου» μαθητή. Ωστόσο ήταν υψηλότερος ο βαθμός δυσκολίας τους, με αποτέλεσμα να επηρεαστούν σημαντικά και οι μαθητές που ήταν πολύ καλά προετοιμασμένοι.
- Τη συντριβή γνώρισαν οι υποψήφιοι στη Φυσική, μιας και το 54,89% έγραψε φέτος κάτω από τη βάση. Το αντίστοιχο περσινό ποσοστό ήταν 43,41%. Στο ίδιο μάθημα μόλις το 20,76% έγραψε πάνω από το 15, ενώ πέρσι στην ίδια κλίμακα βαθμολογίας ήταν 32,87%!
- Καλύτερα έγραψαν οι μαθητές στη Χημεία, καθώς το 31,21% έγραψε φέτος κάτω από τη βάση, ενώ πέρσι το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 43,25%.
Στην Ομάδα Θετικών Σπουδών και Σπουδών Υγείας (Ιατρικές, Οδοντιατρικές σχολές, Φαρμακευτική κ.ά):
- Η Φυσική «τσάκισε» τους υποψήφιους: Το 63,01% έγραψε φέτος κάτω από τη βάση, σε σχέση με το περσινό 52,45%.
- Το 34,06% έγραψε στη Χημεία κάτω από τη βάση, ενώ πέρσι ήταν 46,37%.
Στην Ομάδα Ανθρωπιστικών Σπουδών (Νομική, Ψυχολογία, Φιλολογία κ.ά):
- Η Ιστορία ήταν η βαριά «τορπίλη». Το 59,87% έγραψε κάτω από τη βάση, ενώ το αντίστοιχο περσινό ποσοστό ήταν 50,76%.
- Στα Αρχαία, το ποσοστό των υποψηφίων που έπεσε κάτω από τη βάση είναι 40,90%,
Στην Ομάδα Σπουδών Οικονομίας και Πληροφορικής:
- Το 72,94% των υποψηφίων έγραψε κάτω από το 10 στα Μαθηματικά, ενώ το περσινό ποσοστό ήταν 70,04%. Στο ίδιο μάθημα, πάνω από 15 έγραψε φέτος το 5,86% των υποψηφίων, ενώ πέρσι το αντίστοιχο ποσοστό ήταν 10,71% (δηλαδή περίπου το διπλάσιο).
Της ανακοίνωσης των βαθμολογιών και των στατιστικών στοιχείων είχε προϋπάρξει η κατακραυγή για τις επιλογές των θεμάτων «διαβαθμισμένης δυσκολίας» από την Κεντρική Επιτροπή Εξετάσεων. Τα θέματα της Φυσικής χαρακτηρίστηκαν «υπερπαραγωγές» από την Ενωση Ελλήνων Φυσικών, ενώ η Ομοσπονδία Εκπαιδευτικών Φροντιστών Ελλάδος αξιολογώντας τα θέματα για την Ιστορία δήλωσε ότι ήταν τα πιο απαιτητικά των τελευταίων ετών, για τα Αρχαία Ελληνικά ότι ήταν για άρτια προετοιμασμένους μαθητές, και για τα Μαθηματικά ότι ήταν απαιτητικά, ότι κάλυπταν όλο το φάσμα της ύλης και απευθύνονταν σε πολύ καλά προετοιμασμένους μαθητές.
Η αλήθεια είναι να απορεί κανείς με τις επιλογές της Κεντρικής Επιτροπής Εξετάσεων και να αναρωτιέται τι άνθρωποι είναι αυτοί που εκδικούνται έτσι τα νέα παιδιά, βάζοντας θέματα που δε μπορούν να επιλύσουν μέσα σε τρεις ώρες ακόμη και δυνατοί λύτες. Είναι να απορεί για το αν έχουν σχέση με την πραγματικότητα του σχολείου ή αν επιλέγουν τέτοιου είδους θέματα εξωτερικεύοντας προσωπικά κόμπλεξ (σαδιστική διάθεση, άκρατος ναρκισσισμός κ.λπ.).
Ομως όλες αυτές οι εκδηλώσεις δεν θα μπορούσαν να ευδοκιμήσουν αν δεν υπήρχε η γενική κατεύθυνση, η σύμπλευση με την κυβερνητική στρατηγική.
Και αυτή η στρατηγική, που πλήττει με ιδιαίτερη σκληρότητα τα παιδιά της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, λέει ότι πρέπει να περιοριστεί δραστικότατα η πρόσβαση στα ΑΕΙ. Εξ ου και η επιβολή έντονων ταξικών φραγμών, όπως η Τράπεζα θεμάτων σε όλες τις τάξεις του Λυκείου, ένα είδος δηλαδή μίνι πανελλαδικών εξετάσεων για την προαγωγή από τάξη σε τάξη, η βόμπα της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής, οι συντελεστές βαρύτητας και βεβαίως ο «κλειστός αριθμός» εισακτέων, που τα τελευταία χρόνια έχει πέσει στα τάρταρα.
Πανελλαδικές: κακοφορμισμένο σπυρί πάνω σ’ ένα σάπιο σώμα
Ολοι όσοι προσεγγίζουν τις πανελλαδικές εξετάσεις «τεχνικά» (σχολιασμός θεμάτων διαβαθμισμένης δυσκολίας και αν αυτά πέτυχαν το στόχο τους λειτουργώντας θετικά στην κατάταξη των υποψηφίων σε όλο το εύρος της βαθμολογίας, εκτιμήσεις διακύμανσης βάσεων εισαγωγής κ.λπ.) αποκρύπτουν την ουσία. Και αυτή δεν είναι άλλη από το ότι οι πανελλαδικές εξετάσεις είναι ένα κακοφορμισμένο σπυρί, ένα καρκίνωμα πάνω σ’ ένα σάπιο σώμα, το σώμα του αστικού σχολείου.
Ας δούμε, λοιπόν, τι κρύβεται πίσω απ’ την κουρτίνα.
Στο καπιταλιστικό σύστημα, το σχολείο, ως προθάλαμος της παραγωγής, αναλαμβάνει να προετοιμάσει προσωπικότητες ικανές να ικανοποιήσουν τις ανάγκες των αφεντικών για αύξηση της κερδοφορίας τους. Προσωπικότητες, δηλαδή, «λειψές» και όχι ολοκληρωμένες με στέρεες πλατιές γνώσεις και κριτική σκέψη, που επιπλέον έχουν αποδεχθεί και σωματοποιήσει την οσφυοκαμψία έναντι κάθε ισχυρού.
Σ’ αυτό το στόχο υποτάσσεται ολόκληρη η εκπαιδευτική διαδικασία, με τις υποπαραμέτρους της: Το περιεχόμενο των αναλυτικών προγραμμάτων και των σχολικών εγχειριδίων, την έκταση της ύλης και τον δυσανάλογο βαθμό δυσκολίας της σε σχέση με τις νοητικές προσλαμβάνουσες των μαθητών. Τη διαμόρφωση των ωρολόγιων προγραμμάτων με την κατανομή των ωρών ανάμεσα στα γνωστικά αντικείμενα. Την επιβράβευση της παπαγαλίας και την απουσία της αναλυτικο-συνθετικής μεθόδου. Το στραγγαλισμό και όχι την ανάδειξη των ιδιαίτερων κλίσεων και χαρισμάτων των μαθητών. Την προώθηση των παντός είδους αντιδραστικών ιδεολογημάτων της αστικής τάξης φρονηματικού τύπου, μέσω κυρίως των λεγόμενων ανθρωπιστικών σπουδών. Τη σχέση δάσκαλου-μαθητή, που αναπτύσσεται στρεβλά μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο. Τις παντός είδους αξιολογικές κρίσεις και εξετάσεις των μαθητών (π.χ. βαθμολογία, τεστ, διαγωνίσματα, προαγωγικές και απολυτήριες εξετάσεις με Τράπεζα θεμάτων, ) που λειτουργούν ως μηχανισμός κατάταξης-κατηγοριοποίησης, αποθεώνουν τις ικανότητες απομνημόνευσης, εντείνουν το άγχος, την αγωνία, βοηθούν στην ενσωμάτωση της απόρριψης και προετοιμάζουν τους νέους για το σκληρό κοινωνικό σύστημα της επιλογής, κ.ά.
Και βέβαια δε μπορούμε να μιλάμε για «ίσες ευκαιρίες» σε μια ταξικά διαχωρισμένη κοινωνία. Είναι άλλες οι αφετηρίες από τις οποίες ξεκινούν τα παιδιά των εργατών, των αγροτών, των φτωχών, των περιθωριοποιημένων κοινωνικά από τις αφετηρίες των παιδιών των προερχόμενων από μεσαία και υψηλά κοινωνικο-οικονομικά στρώματα, από στρώματα με υψηλό μορφωτικό επίπεδο και ενδιαφέροντα και άλλη η εξέλιξή τους, στο πλαίσιο της εκπαιδευτικής διαδικασίας, ενώ το σχολείο ελάχιστα μπορεί να εκπληρώσει τον περίφημο «αντισταθμιστικό» του ρόλο, με μειωμένη μάλιστα στο ελάχιστο κρατική επιχορήγηση.
Σ’ αυτό το πλαίσιο, ακόμη και ο καλός δάσκαλος, αυτός που πασχίζει με όλες του τις δυνάμεις να μεταλαμπαδεύσει στα παιδιά όσες γνώσεις έχει, αυτός που πασχίζει να διαπεράσει τα σκοτάδια, καλλιεργώντας την οξύνοια, την κρίση, τη δημιουργικότητα, τη συλλογική προσπάθεια, έχει ελάχιστα περιθώρια.
Τη χαριστική βολή τη δίνει το εξεταστικοκεντρικό σύστημα, ειδικά οι εξετάσεις εισαγωγής στην τριτοβάθμια εξέταση. Ολο το σχολείο στροβιλίζεται γύρω από αυτές και εξαφανίζεται κάθε άλλη πολύπλευρη λειτουργία του, αφού από την επιτυχία σε αυτές καθορίζεται λίγο-πολύ και η επαγγελματική σταδιοδρομία και εξέλιξη (μιλάμε γενικά και όχι για τις περιόδους μεγάλης κρίσης και τεράστιας ανεργίας), που είναι στόχοι επίτευξης της κοινωνικής καταξίωσης.
Μέσα σ’ αυτό το σύστημα, το φροντιστήριο έρχεται ως αναγκαία παράπλευρη δραστηριότητα, προσφέροντας «λύσεις» και «συνταγές επιτυχίας» ασφαλώς σε εκείνους που έχουν την οικονομική δυνατότητα.
Η αστική τάξη, θορυβημένη από την ισχυρή, ιστορικά διαμορφωμένη, τάση της ελληνικής εργαζόμενης κοινωνίας για πανεπιστημιακή μόρφωση, φυλάει ως κόρη οφθαλμού τον ταξικό φραγμό των πανελλαδικών εξετάσεων. Οσα φτιασιδώματα κι αν του κάνει κατά καιρούς, ο πυρήνας του μένει αναλλοίωτος. Είναι ο «κλειστός αριθμός» εισακτέων (numerus clausus), αυτός που θα πει την τελευταία λέξη. Αυτός είναι που βάζει «το ταβάνι» σε αυτούς που θα εισαχθούν κάθε φορά στα ΑΕΙ-ΤΕΙ, ανεξάρτητα από τα εάν τα θέματα των εξετάσεων είναι δύσκολα ή εύκολα και βεβαίως τελευταία και ο πρόσθετος ταξικός φραγμός της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής.
Ο «κλειστός αριθμός» και η ΕΒΕ είναι οι στρόφιγγες που ρυθμίζουν τη ροή προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση, ανάλογα με τις ανάγκες του συστήματος, οι τορπίλες των θεμάτων διαβαθμισμένης δυσκολίας απλώς κατανέμουν αυτήν τη ροή, κατασκευάζοντας ποσοστά «αρίστων» και «αποτυχημένων».
Κοντολογίς, οι εξετάσεις δε μπορούν να κρίνουν την ικανότητα των νέων να σπουδάσουν. Αλλωστε οι πιο ευκατάστατοι οικονομικά τελικά αυτό το επιτυγχάνουν σπουδάζοντας σε πανεπιστήμια του εξωτερικού ή και στα ιδιωτικά του εσωτερικού, για τα οποία η κυβέρνηση Μητσοτάκη φρόντισε να δημιουργήσει μεγάλη δεξαμενή «πελατών». Είναι η διαδικασία, που συγκαλύπτει την πραγματικότητα, είναι το φωτοστέφανο της ταξικής διαφοροποίησης της κοινωνίας.
Ταυτόχρονα οι εξετάσεις, ειδικά τα αποτελέσματά τους, γίνονται το όχημα για την επιβολή της αξιολόγησης σχολικών μονάδων και εκπαιδευτικών. Τα «μαθησιακά αποτελέσματα» γίνονται κριτήριο κατηγοριοποίησης-κατάταξης. Οι εκπαιδευτικοί αίρουν όλες τις αμαρτίες του αστικού σχολείου και οι ευθύνες και επιλογές του συστήματος και των διαχειριστών του καθίστανται αφανείς.
Το συμπέρασμα είναι ότι ο θεσμός των πανελλαδικών δεν παίρνει διορθώσεις και φτιασιδώματα. Ο αγώνας για την ελεύθερη πρόσβαση στο πανεπιστήμιο, για την κατάργηση του σκληρού ταξικού φραγμού των πανελλαδικών εξετάσεων θα ανακουφίσει τα παιδιά της εργαζόμενης κοινωνίας, που πλήττονται από ατέλειωτους ταξικούς φραγμούς. Το αδιαπραγμάτευτο, όμως, δικαίωμα της νεολαίας στην χωρίς φραγμούς μόρφωση θα επιτευχθεί μόνο με την ανατροπή του συστήματος της εκμετάλλευσης.