Η υποβάθμιση 23 σχολείων στην ενδοχώρα των Χανίων (στην περιφέρεια του Νομού και κάποια από αυτά σε δυσπρόσιτες περιοχές) μετά την εισήγηση του Υπηρεσιακού Συμβουλίου (ΠΥΣΠΕ) και τη σύμφωνη γνώμη της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Χανίων, που υποχρεώνονται να μειώσουν τα τμήματά τους, ασφαλώς και δεν αποτελεί μεμονωμένη περίπτωση.
Μόλις πριν από λίγες ημέρες με ΥΑ μπήκε λουκέτο σε 113 σχολεία της Κεντρικής Μακεδονίας.
Είναι κατεύθυνση της κυβερνητικής πολιτικής στην εκπαίδευση, προκειμένου να μπει «κόφτης» με κάθε μέσο στις δαπάνες και ας πάνε στον αγύριστο οι μορφωτικές ανάγκες των μαθητών, που είτε χάνουν το σχολείο τους, αναγκαζόμενοι να μετακινούνται σε άλλες περιοχές μακριά από τον τόπο κατοικίας, είτε στοιβάζονται σε τμήματα των 25 μαθητών. Διότι η Κεραμέως, ως γνωστόν, αύξησε τον αριθμό μαθητών ανά τμήμα και μάλιστα εν μέσω πανδημίας, όταν υποτίθεται ότι έπρεπε να τηρούνται οι αποστάσεις και να αποφεύγεται ο συγχρωτισμός σε κλειστούς και ιδιαίτερα μικρούς χώρους.
Το γαϊτανάκι, λοιπόν, είτε του λουκέτου είτε του υποβιβασμού σχολικών μονάδων και τμημάτων συνεχίζεται με αμείωτη ένταση παράλληλα με την έξαρση του 6ου πανδημικού κύματος και ενώ ο χειμώνας επιφυλάσσει και άλλες εξάρσεις, και το μακρύ χέρι του υπουργείου στις κατά τόπου περιοχές (Υπηρεσιακά Συμβούλια και Περιφερειακές Διευθύνσεις) σπεύδει να υποδείξει τα σχολεία που θα μπουν στο στόχαστρο.
«Επικίνδυνες» χαρακτηρίζει τις λειτουργικές μεταβολές των σχολείων που δρομολογούνται ο Σύλλογος Εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Χανίων «καθώς τα παιδιά καλούνται να στοιβαχτούν σε μεγαλύτερα τμήματα μετά από 2,5 χρόνια πανδημίας, με τις διαπιστωμένες συνέπειες που είχε η εγκληματική κυβερνητική διαχείρισή της σε όλα τα επίπεδα, γνωστικό, κοινωνικό, ψυχολογικό, συναισθηματικό, κ.ά.».
Σχολιάζοντας δε την επιμήκυνση του ωραρίου του Ολοήμερου παιδοφυλακτήριου σημειώνει: «Αναδεικνύεται επιπλέον η μεγάλη υποκρισία της κυβέρνησης, ότι δήθεν νοιάζεται για τους εργαζόμενους γονείς, που τους έχει κάνει ωράρια και ζωή λάστιχο, διευρύνοντας το ωράριο του ολοημέρου και την ίδια στιγμή, συγχωνεύει τμήματα, υποβιβάζει σχολικές μονάδες και στοιβάζει τους μαθητές σε ακατάλληλες υποδομές, δυσχεραίνοντας ακόμα παραπάνω τους όρους με τους οποίους πραγματοποιείται η εκπαιδευτική διαδικασία».