Η απαξίωση του δημόσιου Πανεπιστήμιου, η διαπόμπευση και η κατάρρευσή του, αποτελούν στόχο της κυβέρνησης, ώστε με την τακτική του ώριμου φρούτου, να προωθηθεί καλύτερα η επιλογή των «μη κρατικών-μη κερδοσκοπικών» ιδρυμάτων, που ήδη εξαγγέλθηκε (από κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση), αλλά και η επιβολή των νέων αναδιαρθρώσεων, που επιβάλλονται από την ΕΕ για τριετή προπτυχιακό κύκλο σπουδών, αξιολόγηση, κ.λπ.
Το συμπέρασμα αυτό είναι περισσότερο από προφανές, αν δει κανείς τη σταθερή άρνηση της κυβέρνησης να ικανοποιήσει τις άμεσες, στοιχειώδεις ανάγκες λειτουργίας των Πανεπιστημίων και την προκλητική δήλωση-αντίλογο του υπουργείου Παιδείας στην απόφαση για λουκέτο των Πανεπιστημίων Κρήτης και Θεσσαλίας.
Ως «λουφαδόρους» κατηγόρησε το υπουργείο Παιδείας τους καθηγητές και απαίτησε, με τον τρόπο του, να εργαστούν παραπάνω, προκειμένου να καλυφθούν οι ανάγκες των προγραμμάτων σπουδών.
Ενώ δηλαδή το υπουργείο Παιδείας αρνείται, χρόνια τώρα, να θεσμοθετήσει την πλήρη και αποκλειστική απασχόληση των μελών ΔΕΠ, ενώ υποδεικνύει την πρόσληψη χιλιάδων συμβασιούχων καθηγητών, ειδικά στα περιφερειακά Πανεπιστήμια, ενώ το ίδιο ιδρύει τμήματα, που βρίσκονται κυριολεκτικά στον αέρα, αφού έχουν ληξιπρόθεσμη λειτουργία και χρηματοδότηση, βασισμένη στο ΕΠΕΑΕΚ που λήγει το 2006 (8 νέα τμήματα), τώρα παριστάνει τον τιμητή του δημόσιου Πανεπιστήμιου και επιτίθεται στα Πανεπιστήμια που πήραν τις αποφάσεις για λουκέτο!
Καλά κρατεί, λοιπόν, η κόντρα Πανεπιστημίων-κυβέρνησης, με το ένα μετά το άλλο τα ιδρύματα να μπαίνουν στο χορό των κινητοποιήσεων. Μετά το Πανεπιστήμιο Κρήτης και Θεσσαλίας, που ανέστειλαν τη λειτουργία τους (το Κρήτης επ’ αόριστον, το Θεσσαλίας ως την Παρασκευή, όπου θα συνεδρίαζε εκ νέου η σύγκλητος), λουκέτο φαίνεται να βάζει και το Πανεπιστήμιο Αιγαίου (σσ. Το άρθρο αυτό γράφτηκε την Τετάρτη, ενώ η συνεδρίαση της συγκλήτου αναμενόταν για την Πέμπτη) και ακολουθούν το Δημοκρίτειο και άλλα περιφερειακά ΑΕΙ.
Η κατάσταση στα Πανεπιστήμια έχει φτάσει στο απροχώρητο, καθώς φέτος η κυβέρνηση προχώρησε στην περικοπή κατά 35% των πιστώσεων που προορίζονται για τους συμβασιούχους καθηγητές.
Ετσι το Πανεπιστήμιο Κρήτης έχασε 48 περίπου πιστώσεις, που μεταφράζονται στην απομάκρυνση ή την αδυναμία πρόσληψης 60 συμβασιούχων διδασκόντων, το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας έχει πολλά κενά σε διδακτικό προσωπικό, το Πανεπιστήμιο Αιγαίου, στο οποίο οι συμβασιούχοι είναι περισσότεροι από τα κανονικά μέλη ΔΕΠ, βρίσκεται σε απόγνωση και πάει λέγοντας.
Το πρόβλημα μεγεθύνεται και από την βαριά κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει τα Πανεπιστήμια, λόγω της σταθερής υποχρηματοδότησής τους.
Επανειλημμένα έχει καταγγελθεί από τα ιδρύματα η αδυναμία τους να πληρώσουν ακόμα και τις ΔΕΚΟ και οι μαύρες τρύπες καλά κρατούν (το Δημοκρίτειο έχει έλλειμμα 10 εκατ. ευρώ).
Σε τούτη τη δραματική κατάσταση, με τους φοιτητές ουσιαστικά απόντες απ’ το προσκήνιο των αγώνων, πολλές διοικήσεις ΑΕΙ και πανεπιστημιακοί απαντούν με ολοένα πιο σφιχτό εναγκαλισμό με το κεφάλαιο και τις επιχειρήσεις (ώστε να εξασφαλιστεί σ’ ένα βαθμό και η επιβίωση και λειτουργία), αλλά και με προτάσεις προς την κυβέρνηση για δραστικότατη μείωση των εισακτέων στα Πανεπιστήμια.
Αντί δηλαδή οι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι (τρομάρα τους!) να ζητούν την ελεύθερη πρόσβαση στα Πανεπιστήμια όλων των νέων που θέλουν να σπουδάσουν και να απαιτούν πλούσια και χωρίς περικοπές χρηματοδότηση από την Πολιτεία, αυτοί συμπεριφέρονται μίζερα και αντιδραστικά, στα μέτρα και τα καλούπια που θέτει το ίδιο το αστικό κράτος.
Πατώντας σε δυο και τρεις βάρκες, η πανεπιστημιακή κάστα, πότε διεκδικώντας κονδύλια με το κλείσιμο των ιδρυμάτων, πότε ζητώντας την μείωση των εισακτέων και πότε ανοίγοντας παρτίδες με τις επιχειρήσεις, είναι αδύνατον ν’ αποτελέσει σταθερό, σθεναρό, επίμονο πολέμιο της αντιδραστικής, αντιεκπαιδευτικής πολιτικής, αν και κάποιες φορές για κάποιο διάστημα (όπως πχ τώρα) μπορεί ν’ αποδειχθεί επικίνδυνος πονοκέφαλος και αντίπαλος, που προκαλεί σοβαρό πολιτικό κόστος.
Γι’ αυτό το λέμε και το ξαναλέμε: το βάρος πέφτει στο φοιτητικό κίνημα.
Γιούλα Γκεσούλη