Οποιος σκίζει τα ιμάτιά του προκειμένου να υπερασπιστεί τα λεγόμενα στελέχη της εκπαίδευσης είναι βαθειά νυχτωμένος, οπουρτουνιστής του χειρίστου είδους ή ακόμη ξεσκολισμένος αστογραφειοκράτης συνδικαλιστής.
Το αστικό κράτος διατηρεί ως κόρη οφθαλμού το δικαίωμα να ορίζει αυτούς που θα αποτελέσουν τα ουσιαστικά γρανάζια των μηχανισμών του (ένας βασικός μηχανισμός αναπαραγωγής της αστικής ιδεολογίας και των εκμεταλλευτικών σχέσεων στην παραγωγή είναι και το αστικό σχολείο).
Παρόλ’ αυτά έχει αξία να δούμε τι προβλέπει ο νέος νόμος για την επιλογή των διευθυντών των σχολικών μονάδων («Μέτρα για την επιτάχυνση του κυβερνητικού έργου σε θέματα εκπαίδευσης», που αναμένεται να πάρει ΦΕΚ), επειδή αυτός είναι φωτογραφική αποτύπωση και της αξιολόγησης των εκπαιδευτικών που θα ακολουθήσει, σύμφωνα με τις δεσμεύσεις των Μνημονίων 3 και 4, τις οδηγίες του ΟΟΣΑ και της ΕΕ και το τριετές σχέδιο του υπουργείου Παιδείας.
Οι συριζαίοι έκαναν πίσω ολοταχώς από την αρχική νομοθετική πρωτοβουλία τους, που έδινε δικαίωμα ψήφου και στον σύλλογο διδασκόντων για την εκλογή του διευθυντή, θέλοντας να προσδώσουν δημοκρατικό άρωμα στην εν λόγω διαδικασία και ψευδαίσθηση συμμετοχής στους εκπαιδευτικούς, έπειτα από την απόφαση του ΣτΕ. Το αστικό σύστημα τους έκοψε τη φόρα.
Επανήλθαν, λοιπόν, με νέα ρύθμιση, όπου ο σύλλογος διδασκόντων είναι απλώς διακοσμητικό στοιχείο, αφού εκφράζει μόνο γνώμη. Πρόκειται, μάλιστα, για έναν σύλλογο με αλοιωμένη φυσιογνωμία, μιας και σε αυτή τη συνεδρίαση συμμετέχουν μόνο οι μόνιμοι εκπαιδευτικοί και πετιούνται εκτός οι αναπληρωτές.
Ολόκληρος ο νόμος έχει ως βασικό μπούσουλα τον αντιδραστικό νόμο 3848/2010 (βασικός νόμος της αξιολόγησης), του οποίου τροποποιεί κάποιες διατάξεις. Τον νόμο αυτόν οι συριζαίοι διεκήρυτταν προεκλογικά ότι θα καταργήσουν.
Το νομοθετικό οπλοστάσιο της αξιολόγησης του Αρβανιτόπουλου παραμένει ακέραιο, αφού δεν καταργείται (σε αυτό συμπεριλαμβάνεται και το ΠΔ 152/2013 που αναφέρεται στον τρόπο αξιολόγησης των εκπαιδευτικών).
Ο νέος νόμος επαναφέρει τη συνέντευξη των υποψήφιων διευθυντών ενώπιον των αρμόδιων Υπηρεσιακών Συμβουλίων.
Σύμφωνα με αυτόν «Η γνώμη των ανωτέρω συνυπηρετούντων μόνιμων εκπαιδευτικών, Ε.Ε.Π. και Ε.Β.Π. διατυπώνεται επί συγκεκριμένων ερωτήσεων αποτίμησης του κριτηρίου της συμβολής στο εκπαιδευτικό έργο, της προσωπικότητας και της γενικότερης συγκρότησης του υποψηφίου, οι οποίες αναγράφονται σε φύλλα αποτίμησης του κριτηρίου αυτού. Οι ερωτήσεις αφορούν στη συνεργατικότητα που επιδεικνύει ο υποψήφιος, στη συνεισφορά του για τη δημιουργία κατάλληλου παιδαγωγικού κλίματος, στη συμμετοχή του στο σχεδιασμό και στην υλοποίηση δράσεων, καθώς και στις ικανότητες διοίκησης ή/και στις ικανότητες οργάνωσης εκπαιδευτικών ή παιδαγωγικών δράσεων. Οι ανωτέρω μόνιμοι εκπαιδευτικοί, Ε.Ε.Π. και Ε.Β.Π. συνέρχονται σε ειδική συνεδρίαση και διατυπώνουν αυθημερόν τη σχετική κρίση τους για κάθε υποψήφιο σε αιτιολογημένο πρακτικό, που συντάσσεται για το σκοπό αυτόν. Στη συνεδρίαση αυτή δεν μετέχουν οι υποψήφιοι, ούτε οι σύζυγοι ή οι συγγενείς τους έως τρίτου βαθμού και προεδρεύει ο αρχαιότερος εκπαιδευτικός, ο οποίος υποδεικνύεται από την οικεία Διεύθυνση Εκπαίδευσης. Την ίδια μέρα αποστέλλεται το σχετικό πρακτικό στη Διεύθυνση Εκπαίδευσης και στη συνέχεια αυτό κοινοποιείται στον ενδιαφερόμενο.».
«Ο τύπος και το περιεχόµενο των φύλλων αποτίµησης του κριτηρίου της συµβολής στο εκπαιδευτικό έργο, της προσωπικότητας και της γενικότερης συγκρότησης των υποψηφίων διευθυντών σχολικών µονάδων και Ε.Κ.» καθορίζονται με Υπουργική Απόφαση, ύστερα από γνώμη του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ).
Ολόκληρη η διαδικασία που περιγράφει τον τρόπο «αποτίμησης» των προσόντων του επίδοξου διευθυντή, «ο τύπος και το περιεχόμενο των φύλλων αποτίμησης», που θα γίνεται επί «συγκεκριμένων κριτηρίων» (συμβολή στο εκπαιδευτικό έργο, προσωπικότητα και γενικότερη συγκρότηση του υποψηφίου, συνεργατικότητα, συνεισφορά στη δημιουργία κατάλληλου παιδαγωγικού κλίματος, συμμετοχή στο σχεδιασμό και στην υλοποίηση δράσεων, ικανότητες διοίκησης, ικανότητες οργάνωσης εκπαιδευτικών ή παιδαγωγικών δράσεων) παραπέμπει στην αξιολόγηση.
Η οποία αξιολόγηση «των εκπαιδευτικών και των σχολικών µονάδων θα συνάδει µε το γενικό σύστηµα αξιολόγησης της δηµόσιας διοίκησης» (Μνημόνιο-3).
Γιούλα Γκεσούλη