Σαν γύφτικο σκεπάρνι καμάρωνε ο Αλογοσκούφης, όταν ανακοίνωνε ότι ο ρυθμός ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού το πρώτο εξάμηνο του 2005 ήταν περίπου 3,5% και στο ίδιο επίπεδο αναμένεται να κινηθεί και το δεύτερο εξάμηνο. Βέβαια, μονόλογο έκανε και ουδείς σηκώθηκε να του πει ότι δεν μπορεί να καμαρώνει, όταν η πρόβλεψη που ο ίδιος έκανε στον κρατικό προϋπολογισμό πριν από οχτώ μήνες ανέβαζε το ποσοστό ανάπτυξης στο 3,9%. Εμείς, όμως δεν θέλουμε να μείνουμε σ’ αυτό. Ηταν σίγουρο ότι το 3,9% δεν μπορούσε να πιαστεί. Αλλά και το 3,5% είναι σχετικά ψηλό, αφού οι προβλέψεις της Κομισιόν έκαναν λόγο ακόμα και για 2,8% με 3%.
Το ερώτημα είναι πως παρέμεινε το ποσοστό ανάπτυξης στο σχετικά ψηλό 3,5%. Μήπως υπήρξε κανένας ξαφνικός αναπτυξιακός άνεμος και δεν τον πήραμε χαμπάρι; Η αγορά γύρω μας «στενάζει». Τα φέσια πνίγουν επαγγελματίες και μικρεμπόρους. Τα νοικοκυριά στενάζουν από την ακρίβεια και προσπαθούν να μειώσουν την κατανάλωσή τους. Το Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων έχει συρρικνωθεί και κανένα νέο μεγάλο έργο δεν έχει ξεκινήσει. Ακόμα και έργα όπως η ολοκλήρωση της Εγνατίας καρκινοβατούν. Επιχειρήσεις της μεταποίησης κλείνουν και μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους σε σφαίρες εργασιακής ασυδοσίας και εξευτελιστικών μεροκάματων. Από πού, λοιπόν, το 3,5%;
Το μυστικό δεν είναι μυστικό. Μια ανέλπιστη έκρηξη του τουριστικού ρεύματος έφερε συνάλλαγμα και τροφοδότησε την οικονομική δραστηριότητα τους θερινούς μήνες, κυρίως στην Αττική, την Κρήτη και τα τουριστικά Δωδεκάνησα. Πρόκειται για ένα συγκυριακό φαινόμενο που ουδείς είχε προβλέψει (αυτό φαίνεται από όλες τις προβλέψεις σχετικά με τον τουρισμό, που είχαν γίνει μέχρι το Μάη). Η αύξηση στην έλευση τουριστών είναι της τάξης του 8% με 10% (τελικά στοιχεία δεν υπάρχουν, γιατί η σεζόν δεν έχει κλείσει). Ο Αβραμόπουλος, βέβαια, βγήκε εκ των υστέρων και άρχισε τις παπαριές περί «πολιτικής που απέδωσε καρπούς», όμως οι πάντες γνωρίζουν καλά πως το φαινόμενο ήταν καθαρά συγκυριακό. Δεν οφείλεται στη διαφήμιση που έγινε με τους ολυμπιακούς αγώνες αλλά στο «κλείσιμο» τουριστικών προορισμών όπως η Αίγυπτος και εν μέρει η Βόρεια Αφρική και η Τουρκία.
Και βέβαια, τα λαμόγια των τουριστικών περιοχών έπεσαν πάνω στους τουρίστες και προσπάθησαν να βγάλουν τα σπασμένα. Χώρια το όργιο με τα δρομολόγια των πλοίων, που ο δύσμοιρος τουρίστας δεν ήξερε με ποιο πλοίο θα φύγει, τί ώρα θα φύγει και πότε θα φτάσει στον προορισμό του. Αυτό που κερδήθηκε συγκυριακά εξίσου εύκολα μπορεί να χαθεί. Αλλωστε, ο τουρισμός ως παραγωγική δραστηριότητα δεν μπορεί να στηρίξει μια οικονομία σαν την ελληνική, όταν συρρικνώνεται και η βιομηχανία της και η αγροτική της παραγωγή.