Σε σχέση μ’ αυτό το θέμα πρέπει να πάρουμε υπόψη μας δυο παράγοντες. Πρώτο, ότι μια μερίδα εφοπλιστών, τους οποίους δημόσια εκπροσωπεί ο Μαρινάκης, δε θέλει πλήρη ιδιωτικοποίηση του ΟΛΠ. Προτιμά να έχει τον έλεγχο η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση, με την οποία το παζάρι για τους εφοπλιστές είναι εύκολο, και όχι ένας μονοπωλιακός όμιλος του εξωτερικού, που θα φροντίζει τα δικά του συμφέροντα.
Δεύτερο, ότι οι κινέζοι ιμπεριαλιστές ενδιαφέρονται κυρίως για την επέκταση της διαμετακομιστικής τους βάσης, παρά για τη λειτουργία του λιμανιού ως επιχείρησης. Από τη στιγμή που η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ τους το εξασφαλίζει (βλέπε και δημόσιο γλείψιμο της COSCO από τον Βαρουφάκη), δεν έχουν πρόβλημα. Αυτό προφανώς συζήτησε ο κινέζος πρέσβης με τον Τσίπρα, λίγο πριν την ορκωμοσία των μελών της συγκυβέρνησης.
Ηταν πολλοί αυτοί που παραμυθιάστηκαν από την πρώτη δήλωση του αναπληρωτή υπουργού Ναυτιλίας Θ. Δρίτσα, πριν ακόμη ορκιστεί. Πίστεψαν ότι η αποικιοκρατική σύμβαση με την COSCO θα καταργηθεί ή τουλάχιστον θα αναθεωρηθεί. Ο Δρίτσας, όμως, δεν μιλούσε για την υπάρχουσα συμφωνία, αλλά για τη νέα συμφωνία. Το είπε με τόσο πρόστυχη σιβυλλικότητα, που οι «πικραμένοι» κατάλαβαν πως «COSCO τέλος», οι μυημένοι όμως κατάλαβαν πως η κυβέρνηση ναι μεν προτίθεται να σταματήσει τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης του ΟΛΠ, όχι όμως και τη διαδικασία επέκτασης της COSCO. Tη νέα συμφωνία εννοούσε ο Δρίτσας όταν έλεγε πως θα λειτουργήσει προς όφελος του ελληνικού λαού. Τα ίδια, βέβαια, έλεγαν όλες οι κυβερνήσεις όταν υπέγραφαν αποικιοκρατικού τύπου συμφωνίες με μονοπωλιακούς ομίλους του εξωτερικού.