Ούτως ή άλλως, η ζωή και η καθημερινότητα των προσφύγων είναι γεμάτη κίνδυνο, αγωνία και προσπάθεια για επιβίωση. Μία από τις βασικές υποχρεώσεις της Ελλάδας -και κάθε χώρας υποδοχής προσφύγων- είναι η εξασφάλιση στέγασης. Μέχρι στιγμής, η στέγαση των προσφύγων καλύπτεται είτε από τις Δομές «Φιλοξενίας» (εδώ γελάμε) Προσφύγων, δηλαδή τα καμπ (έχουμε περιγράψει αρκετές φορές την κόλαση που επικρατεί στα καμπ, τα οποία φρόντισαν να στήσουν μακριά από τις πόλεις, συνήθως στη μέση του πουθενά) είτε μέσω του προγράμματος «ΕΣΤΙΑ».
Το πρόγραμμα αυτό ξεκίνησε το 2015 από την Υπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες. Η Υπατη Αρμοστεία νοίκιαζε διαμερίσματα σε 21 πόλεις στην Ελλάδα και κάλυπτε 25.000 με 27.000 θέσεις για πρόσφυγες, ώστε να μένουν σε αυτά τα διαμερίσματα. Ποιοι πρόσφυγες ήταν δικαιούχοι αυτού του προγράμματος; Πώς επιλέγονται κάποιες λίγες χιλιάδες ανάμεσα σε όλο τον προσφυγικό πληθυσμό; Καταρχάς, το πρόγραμμα απευθύνεται αποκλειστικά σε αιτούντες άσυλο (δηλαδή, σε ανθρώπους που η απόφασή τους για το άσυλο εκκρεμεί). Επιπλέον, στο πρόγραμμα εντάσσονταν οι πιο ευάλωτες περιπτώσεις ανάμεσα στους πρόσφυγες. Δηλαδή, μέχρι και σήμερα, όλοι μεταφέρονταν σε καμπ και έπειτα, μετά από σχετική αξιολόγηση, και με προτεραιότητα ανάλογη με το βαθμό ευαλωτότητας, παραπέμπονταν στο ΕΣΤΙΑ και έτσι εξασφάλιζαν μια θέση σε διαμέρισμα, συνήθως μέσα σε πόλεις.
Τα κριτήρια ευαλωτότητας σε γενικές γραμμές παρέμεναν ίδια (αν και ανάλογα με τη διαθεσιμότητα ή τις στοχεύσεις του υπουργείου άλλαζαν). Τα κριτήρια αυτά αφορούσαν κυρίως σοβαρά ιατρικά προβλήματα, για την αντιμετώπιση των οποίων οι συνθήκες στο καμπ θεωρούνταν επιβαρυντικές ή χρειαζόταν συχνή μεταφορά σε νοσοκομείο, προβλήματα σχετιζόμενα με αναπηρία και, φυσικά, ζητήματα προστασίας (δηλαδή περιπτώσεις προσφύγων που κινδύνευαν μέσα στο καμπ και δεν μπορούσε κανείς να εγγυηθεί για την ασφάλειά τους). Κατά καιρούς, ευάλωτες θεωρούνταν και οι γυναίκες κατά τη διάρκεια εγκυμοσύνης. Σε γενικές γραμμές, δηλαδή, για να μεταφερθεί κάποιος σε διαμέρισμα του ΕΣΤΙΑ έπρεπε να έχει σοβαρά προβλήματα.
Τον Σεπτέμβριο του 2020, το πρόγραμμα ΕΣΤΙΑ πέρασε στο υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου. Το τελευταίο διάστημα, οι παρεχόμενες υπηρεσίες του προγράμματος είχαν μειωθεί δραστικά (πολύ λιγότεροι επιστήμονες πλαισίωναν το πρόγραμμα και υποστήριζαν τους ευάλωτους πρόσφυγες, πολύ λιγότερα κονδύλια δαπανώνταν για επισκευές στα διαμερίσματα κλπ). Δηλαδή, η διαμονή σε διαμέρισμα του ΕΣΤΙΑ ήδη δεν ήταν και η ιδανική συνθήκη. Επιπλέον, πρέπει να σημειώσουμε ότι δεν αναλογεί ένα διαμέρισμα ανά οικογένεια, αλλά ανάλογα και με το μέγεθος του διαμερίσματος, μπορεί να διέμεναν μέχρι και οκτώ άτομα στο ίδιο διαμέρισμα. Δηλαδή, οι παροχές ήταν οριακά οι μίνιμουμ ως προς την επιβίωση των ανθρώπων (μακριά από το χαρακτηρισμό αξιοπρεπείς).
Στις αρχές του 2022, το υπουργείο ανακοίνωσε δραστική μείωση των θέσεων στις 10.000 και το καλοκαίρι ανακοίνωσε ότι μέχρι το τέλος του έτους το πρόγραμμα θα κλείσει. Και ερχόμαστε στη σημερινή κατάσταση. Οι άνθρωποι που μέχρι πρότινος οι αρμόδιοι επιστήμονες έκριναν -και εγγράφως- ότι αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα και δεν πρέπει να διαμένουν σε καμπ, τώρα το υπουργείο αποφασίζει ότι θα πρέπει να επιστρέψουν στα καμπ.
Οι πρόσφυγες είχαν ενημερωθεί για το επικείμενο κλείσιμο του προγράμματος, χωρίς όμως να έχουν λάβει καμία ενημέρωση για την πορεία τους. Το τελευταίο διάστημα, ενημερώνονται από τους κοινωνικούς τους λειτουργούς για το σε καμπ που θα μεταφερθούν, ελάχιστες μέρες πριν από την έξωση και μεταφορά, χωρίς φυσικά τη δυνατότητα επιλογής. Δηλαδή, ή μεταφέρονται στο καμπ που τους έλαχε ή βγαίνουν εκτός προγράμματος στέγασης (με αποτέλεσμα να χάσουν και τα ψίχουλα του μηνιαίου επιδόματος που παίρνουν, μιας και για να το παίρνουν πρέπει να στεγάζονται σε κάποια δομή του υπουργείου).
Καμία έκπληξη, παρά μόνο οργή, προκαλεί το γεγονός ότι το υπουργείο δε λαμβάνει υπόψη τις συνθήκες ζωής των ανθρώπων και την τεράστια προσπάθεια που καταβάλλουν προκειμένου να σταθούν στα πόδια τους. Δεν έγινε η παραμικρή προσπάθεια (έτσι, για τα μάτια του κόσμου), οι άνθρωποι να μεταφερθούν έστω στο πλησιέστερο καμπ. Ας αναλογιστούμε τι σημαίνει αυτό.
- Καταρχάς, χιλιάδες παιδιά θα χρειαστεί να αλλάξουν σχολική μονάδα ή (αν δεν υπάρχουν αντίστοιχα κενά) να μείνουν εκτός σχολικού περιβάλλοντος μέχρι νεωτέρας! Γνωρίζουμε πολύ καλά τι σημαίνει για ένα παιδί να αλλάζει σχολείο στη μέση της χρονιάς, πόσω μάλλον όταν μιλάμε για παιδιά με τόσο δύσκολες εμπειρίες, τα οποία δεν μιλούν τη γλώσσα και καταβάλλουν τεράστια προσπάθεια κοινωνικοποίησης και ένταξης.
- Κάποιοι άνθρωποι μπορεί να έχουν βρει μια δουλειά (στις περισσότερες περιπτώσεις φυσικά ο μισθός δε φτάνει για τη συντήρησή τους ή τη συντήρηση της οικογένειάς τους).
- Χιλιάδες πρόσφυγες έχουν ξεκινήσει θεραπείες που αφορούν στην ιατρική τους κατάσταση, οι οποίες στην καλύτερη περίπτωση θα πρέπει να συνεχιστούν με άλλους γιατρούς. Γνωρίζουμε πολύ καλά πόσο δύσκολο είναι στην επαρχία, νοσοκομεία και γιατροί να εξυπηρετήσουν πρόσφυγες (ας σκεφτούμε μόνο σε πόσα νοσοκομεία έχουμε δει διερμηνείς). Επιπλέον, δεν υπάρχει ουσιαστική πρόσβαση σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, όταν τα καμπ είναι πολύ έξω από τις πόλεις, δεν έχουν συχνή συγκοινωνία και χρειάζεται να καταβληθεί (καθόλου αμελητέο) εισιτήριο κάθε φορά.
- Πάρα πολλοί πρόσφυγες αντιμετωπίζουν ψυχολογικά ή/και ψυχιατρικά προβλήματα, για την αντιμετώπιση των οποίων απαιτείται χρόνος και σταθερότητα, δημιουργία σχέσης εμπιστοσύνης και κατόπιν θεραπευτικής σχέσης με τον ψυχολόγο/ψυχίατρο. Η απότομη διακοπή της ψυχολογικής και ψυχιατρικής υποστήριξης, όχι μόνο δε θα συμβάλλει στην καλύτερη ψυχική υγεία, αλλά μπορεί και να τραυματίσει εκ νέου τους ανθρώπους.
- Δε χρειάζεται καν να αναφερθούμε στις περιπτώσεις ανθρώπων με αναπηρίες.
Σοβαρή εξήγηση για τους λόγους που το υπουργείο πήρε αυτήν την απόφαση ακόμα δεν έχουμε ακούσει. Χρειαζόμαστε; Οχι, βέβαια. Η ακροδεξιά πολιτική του υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου είναι καθαρή σαν το διάφανο νερό. Οφείλουμε όμως να δώσουμε και συγχαρητήρια. Οταν θέλουν, είναι πολύ αποτελεσματικοί. Προκειμένου να κάνουν το βίο αβίωτο στους πρόσφυγες (όσους καταφέρνουν να φτάσουν ζωντανοί στην Ελλάδα), έχουν σηκώσει για τα καλά τα μανίκια.