Την ώρα που το πανελλήνιο πανηγύριζε για την απόδραση-καρμπόν των Β. Παλαιοκώστα και Α. Ριζάι από τον Κορυδαλλό, οι γνωστοί τηλερουφιάνοι έβγαζαν αφρούς από το στόμα και καπνούς από τ’ αυτιά, στήνοντας στο σκαμνί τους φύλακες επειδή δεν πυροβόλησαν κατά του ελικοπτέρου. Μάλιστα δεν σήκωναν αντίρρηση και έκοβαν με σκαιό τρόπο όποιον δοκίμαζε να τους πει μια-δυο αλήθειες και να αποφορτίσει το κλίμα.
Ποιες είναι αυτές οι αλήθειες; Οτι ο ίδιος ο νόμος αναγνωρίζει στον κρατούμενο το δικαίωμα να αποδράσει, αναζητώντας την ελευθερία του. Γι’ αυτό και το σχετικό αδίκημα είναι ένα ελαφρύτατο πλημμέλημα που τιμωρείται με φυλάκιση το πολύ 6 μηνών. Αυτοί, όμως, ζητούν να επιβάλλεται η ποινή του θανάτου. Και μάλιστα του θανάτου όχι μόνο κρατούμενων που προσπαθούν να αποδράσουν, αλλά και άσχετων, ανυποψίαστων ανθρώπων. Του πιλότου που ήταν όμηρος αυτών που οργάνωσαν την απόδραση και των ανθρώπων στα κεφάλια των οποίων θα έπεφτε το ελικόπτερο, αν χτυπιόταν ο πιλότος ή κάποιο ζωτικό τμήμα του. Οι άνθρωποι που «έθαψαν» τη μεγάλη κινητοποίηση των κρατούμενων σ’ όλες τις φυλακές της χώρας, οι άνθρωποι που δεν είπαν και δεν έγραψαν τίποτα για την αθέτηση των κυβερνητικών υποσχέσεων προς τους απεργούς πείνας κρατούμενους, ξαφνικά έκαναν πρώτο θέμα την απόδραση δυο κρατούμενων και ζητούν αίμα. Αυτή είναι η «υπέρτατη αξία της ανθρώπινης ζωής», για την οποία μιλούν διαρκώς και αδιαλείπτως! Αν αυτό δεν είναι φασισμός αμερικανοϊσραηλινού τύπου, τότε τι είναι φασισμός;
Από κοντά το ΠΑΣΟΚ, που από το Δεκέμβρη και δω πιέζει από τα δεξιά την κυβέρνηση, παίζοντας με την ανασφάλεια των «νοικοκυραίων» και εξάπτοντας ό,τι συντηρητικό και φασιστικό ένστικτο υπάρχει στη χώρα. Ο Παπανδρέου έφτασε στο σημείο να ζητήσει προ ημερήσιας διάταξης συζήτηση στη Βουλή για την «ασφάλεια». Αποσπούμε μερικές χαρακτηριστικές φράσεις από την επιστολή που έστειλε στον πρόεδρο της Βουλής την περασμένη Τρίτη, δηλωτικές του κλίματος που προσπαθεί να καλλιεργήσει: «Γενικευμένο αίσθημα ανομίας επικρατεί σε όλη τη χώρα» – «Στις γειτονιές η ελληνική οικογένεια έχει χάσει κάθε αίσθημα ασφάλειας» – «Η διάλυση του κράτους πήρε τα χαρακτηριστικά γελοιοποίησης των μέτρων ασφαλείας στις δικαστικές φυλακές Κορυδαλλού» – «Αυτή η εικόνα συμπληρώνεται από τα πρόσφατα γεγονότα εκτεταμένης βίας στα κέντρα των πόλεών μας» – «Αναβιώνουν ταυτόχρονα και πολλαπλασιάζονται τρομοκρατικές πρακτικές» – «Κατόπιν αυτών, ζητώ κύριε Πρόεδρε… να ορίσετε συγκεκριμένη ημέρα για τη διεξαγωγή συζήτησης προ ημερησίας διατάξεως, σχετικής με τη διάλυση του κράτους και της συνακόλουθης αδυναμίας του να εξασφαλίσει στοιχειώδη προστασία και ασφάλεια στην καθημερινή ζωή των πολιτών».
Τι είναι, όμως, αυτό που ξεσήκωσε αυτόν τον φασιστικό κουρνιαχτό; Οχι το ότι δραπέτευσαν δυο κρατούμενοι, αλλά ο τρόπος με τον οποίο δραπέτευσαν και ό,τι σηματοδότησε. Ηταν οι συγκεκριμένοι κρατού-μενοι, που είχαν δραπετεύσει με ελικόπτερο και ξαναδραπέτευσαν με τον ίδιο τρόπο, ξεφτιλίζοντας το κράτος και καθιστώντας το αντικείμενο άπειρων ανεκδότων. Είναι, όμως, και κάτι άλλο, που μπορεί να μη συνειδητοποιεί όλος αυτός ο κόσμος που χαίρεται με τη δραπέτευση και φτιάχνει καθημερινά καινούργια ανέκδοτα, το συνειδητοποιούν όμως οι επιφορτισμένοι με την προπαγάνδα της αστικής ιδεολογίας, γι’ αυτό και αφρίζουν από το κακό τους. Είναι το μήνυμα πως το αστικό κράτος δεν είναι ανίκητο, δεν είναι ο πανίσχυρος εκείνος μηχανισμός απέναντι στον οποίο δεν αξίζει να αντιπαρατεθεί κανείς, γιατί θα συντριβεί.
Ανθρωποι σαν τους δυο δραπέτες, σαν τον Νίκο Παλαιοκώστα, που επί τόσα χρόνια παρέμενε ασύλληπτος και βοήθησε κόσμο με τα λεφτά από τις ληστείες τραπεζών που έκανε, και σαν άλλους στο παρελθόν, που ακολουθούν το δικό τους μοναχικό δρόμο της παρανομίας και της σύγκρουσης με τους μηχανισμούς καταστολής, μετατρέπονται σε λαϊκούς θρύλους. Γιατί ο λαός μας πάντα έλκεται από την αποκοτιά κάποιων και πάντα παίρνει το μέρος τους στη σύγκρουσή τους με το κράτος. Στο βαθμό που δεν αναπτύσσουν αντιλαϊκή δράση, δεν έχουμε κανένα λόγο να τους θεωρήσουμε εχθρούς της κοινωνίας και του κινήματος. Από την άλλη, το προσωπικό τους παράδειγμα δε μπορεί να αποτελεί κοινωνικό πρόταγμα. Καμιά ατομικιστική δράση, ακόμα κι αν είναι συμπαθής, ακόμα κι αν περιέχει στοιχεία αποκοτιάς, δε μπορεί να αποτελέσει κοινωνικό πρόταγμα. Ομως, πτυχές της δράσης τέτοιων ανθρώπων έχουν ξεχωριστούς συμβολισμούς, εκπέμπουν τα δικά τους μηνύματα. Η θεαματοποίησή τους από ένα κομμάτι της αστικής διανόησης αποσκοπεί στο να σβήσει αυτούς τους συμβολισμούς. Να δημιουργήσει μια σχέση θεάματος-θεατών, διαμεσολαβημένη από ιδεολογικούς μηχανισμούς, ανεξάρτητα από τη συνείδηση που έχουν τα πρόσωπα που εμπλέκονται σ’ αυ- τούς τους μηχανισμούς (διανοούμενοι). Η ανάγνωσή τους είναι μονόπλευρη και αναδεικνύει τα ατομικιστικά στοιχεία και όχι τα μηνύματα που έχουν ευρύτερη κοινωνική και κινηματική σημασία.
Ο αστικός μπαξές έχει απ’ όλα. Εχει εκείνους που αφρίζουν από το κακό τους και ζητούν αίμα, για να μην ξαναξεφτιλιστεί το κράτος, έχει και εκείνους που θεαματοποιούν την απόδραση και ηρωοποι-ούν τους δραπέτες, μένοντας μόνο σ’ αυτό.