Από αναγνώστη μας (τα στοιχεία του είναι στη διάθεση της εφημερίδας) πήραμε μια επιστολή χαρακτηριστική για τον τρόπο που το κράτος λειτουργεί σαν νταβατζής των μεγαλοεργολάβων-νταβατζήδων των εθνικών δρόμων, την οποία και δημοσιεύουμε, χωρίς κανένα δικό μας σχόλιο.
Συμπληρώνουμε μόνο, ότι παρόμοια περιστατικά είχαν και άλλοι οδηγοί που δήλωσαν αδυναμία πληρωμής και ζήτησαν απόδειξη επί πιστώσει, όπως έχουν δικαίωμα. Η Τροχαία τους άνοιγε τις μπάρες, τους έλεγε να σταματήσουν λίγο πιο πέρα κι εκεί τους έκοβε κλήσεις και τους αφαιρούσε πινακίδες. Δυο μέρες αργότερα, δέχτηκαν τηλεφωνήματα από την Τροχαία να πάνε να πάρουν τις πινακίδες τους, ενώ οι οδηγοί έχουν ήδη υποβάλλει μηνύσεις και κατά των τροχονόμων.
«Την Κυριακή 13 Μαρτίου, φτάνοντας στα διόδια της Αττικής Οδού στον κόμβο Κατεχάκη, δήλωσα στην υπάλληλο των διοδίων ότι δεν έχω το αντίτιμο. Της ζήτησα λοιπόν να μου κόψει πιστωτική απόδειξη (σ.σ. απόδειξη επί πιστώσει) για να καταβάλω το αντίτιμο μέσα στις επόμενες μέρες, όπως προβλέπει η νομοθεσία και οι συμβάσεις παραχώρησης των εταιριών. Η υπάλληλος της εταιρίας αρνήθηκε να μου κόψει πιστωτική απόδειξη διαπράττοντας φορολογικό αδίκημα και το αδίκημα της παρακώλυσης κυκλοφορίας και της στέρησης της ελεύθερης διέλευσής μου και συνεπώς παράνομης κατακράτησης κατ’ άρθρο 325 του Ποινικού Κώδικα. Της είπα λοιπόν πως δεν έχω άλλη επιλογή από το να καλέσω την αστυνομία γνωστοποιώντας της ότι προβλέπεται αυτόφωρο για εκείνη.
Για τα επόμενα τρία λεπτά περίμενα υπομονετικά αλλά χωρίς αποτέλεσμα. Αφού μου επιβεβαίωσε ότι δεν πρόκειται να μου κόψει πιστωτικό αλλά ούτε και να μου ανοίξει κατέβηκα από το αυτοκίνητό μου και κάνοντας μερικά βήματα έκανα νόημα στους κυρίους της Τροχαίας που βρίσκονταν στο περιπολικό λίγα μέτρα μπροστά μου, ώστε να έρθουν κοντά και να δώσουν λύση. Και εδώ αρχίζει η ηλίθια και αδικαιολόγητη τρομοκρατία από την Τροχαία. Ο τροχονόμος μετά από λίγο δίνει εντολή να μου ανοίξουν τη μπάρα (χωρίς να μου κοπεί πιστωτική απόδειξη), αλλά μου είπε αφού περάσω να περιμένω δεξιά. Στην συνέχεια μου έκανε τυπικό έλεγχο για άδεια, δίπλωμα κτλ. Δεν μου βρήκε κάποια παράβαση αλλά παρόλα αυτά επέμενε πως έπρεπε να με γράψει για κάτι. Αρχικά κρατώντας ένα χαρτί στα χέρια του με τον νέο αντισυνταγματικό νόμο του κ. Ρέππα σχετικά με τα διόδια προσπαθούσε να με πείσει ότι είμαι παραβάτης αφού δεν πλήρωσα διόδια. Εγώ με την σειρά μου του εξήγησα ότι με την ισχύουσα νομοθεσία που ο ίδιος επικαλείται δεν είμαι παραβάτης αφού δεν υπάρχει εναλλακτική οδός ούτε μπορούσα να κάνω οπισθοπορεία, άλλωστε δεν έσπρωξα εγώ τη μπάρα αλλά μου την άνοιξαν με εντολή του ιδίου. Φάνηκε να καταλαβαίνει και να το δέχεται, όμως επέμενε ότι για κάποιον λόγο έπρεπε να με γράψει. Ετσι λοιπόν, μετά από τουλάχιστον μισάωρη διαπραγμάτευση για το αν είναι δίκαιο να με γράψει, φανερά προβληματισμένος, θεώρησε ότι δεν είχε εναλλακτική αφού ήταν εντολή ανωτέρου, όπως ο ίδιος είπε. Μου έκοψε κλήση λοιπόν η οποία γράφει: «πεζός που καταλαμβάνει μέρος του οδοστρώματος χωρίς να λαμβάνει μέτρα για την ανεμπόδιστη και ασφαλή κίνηση των οχημάτων».
Εδώ λοιπόν είναι φανερό ότι προσπαθούν να με τρομοκρατήσουν με μία αστεία παράβαση που δεν έκανα. Εν ολίγοις, αφού δεν υπάρχει παράβαση σχετικά με τα διόδια, μιλάμε για παράβαση καθήκοντος του συγκεκριμένου τροχονόμου που φυσικά διώκεται ποινικά στα διοικητικά δικαστήρια και εννοείται πως θα προσφύγω. Σε αυτό το σημείο η συμπεριφορά των υπαλλήλων της Τροχαίας είναι απαράδεκτη, αν σκεφτεί κανείς ότι πληρώνονται από τους φορολογούμενους πολίτες για να εξυπηρετούν τα άδικα και άνομα συμφέροντα των εταιριών εκμετάλλευσης των αυτοκινητοδρόμων. Με απλά λόγια λειτουργούν ως τρομοκράτες και νταβατζήδες. Εχω μιλήσει με δικηγόρο και είμαι διατεθειμένος να προσφύγω δικαστικά εναντίων του τροχονόμου αλλά και κατά παντός υπευθύνου. Και, πιστέψτε με, δεν είμαι ο μόνος που θα το κάνει!
Είναι φανερό ότι ο νέος νόμος του κύριου Ρέππα, εκτός του ότι είναι αντισυνταγματικός, δεν μπορεί και να εφαρμοστεί στην πράξη. Τρανή απόδειξη το παραπάνω περιστατικό. Τέτοια περιστατικά που πραγματικά αποδεικνύουν την απόλυτη ξεφτίλα της Τροχαίας θεωρώ ότι είναι καλό να δημοσιοποιούνται όσο το δυνατόν περισσότερο».