«Ο νομοταγής πολίτης δεν έχει τίποτε να φοβηθεί». Τετράγωνη η λογική του Αντώναρου που απαντούσε σε δημοσιογραφικά ερωτήματα για τα νέα μέτρα που σχεδιάζει να πάρει η κυβέρνηση ονομαστικοποιώντας και τα καρτοκινητά τηλέφωνα.
Πρόκειται για μια ξεκάθαρα φασιστική λογική. Την εφάρμοσαν τα ναζιφασιστικά καθεστώτα του μεσοπόλεμου. Τη διακήρυσσαν συνεχώς οι συνταγματάρχες της ελληνικής χού-ντας την περίοδο της βασιλείας τους. Την επανέφερε ο πασοκικός θίασος την περίοδο της τρομοϋστερίας, όταν όλοι οι Ελληνες καλούνταν να γίνουν ρουφιάνοι, να παρακολουθούν τους γείτονές τους αν παραγγέλλουν συχνά φαγητό από ντελίβερι και να τηλεφωνούν στον ειδικό αριθμό της Ασφάλειας. Και τότε και τώρα το επιχείρημα είναι το ίδιο: «Ο νομοταγής πολίτης δεν έχει τίποτε να φοβηθεί».
Στην πραγματικότητα, τέτοιου τύπου μέτρα είναι εντελώς αναποτελεσματικά, αν πρόκειται για οργανωμένη παρανομία (είτε πρόκειται για παράνομες επαναστατικές οργανώσεις είτε για την παρανομία του λεγόμενου «κοινού ποινικού δικαίου»). Παράνομη δράση, άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο αποτελεσματική, υπήρχε και πριν ανακαλυφθούν τα κινητά και το Ιντερνετ. Η πιο απλή σκέψη που μπορεί να κάνει κάποιος είναι η αγορά ενός κινητού από ξένη χώρα ή η αγορά κινητού με ψεύτικο όνομα. Η μόνη αποτελεσματικότητα που έχουν τέτοιου είδους μέτρα είναι η τρομοκράτηση του πληθυσμού. Η εμπέδωση του φόβου μπροστά στον «παντοδύναμο μεγάλο αδελφό». Η εξαφάνιση της ιδιωτικότητας και η μετατροπή του πολίτη της αστικής δημοκρατίας σε υπήκοο, δηλαδή υποταγμένο στο κράτος της βίας.