Ο Ν. Δαμασκόπουλος, ένας δικηγόρος χαμηλών τόνων, που τον θεωρούσαμε άνθρωπο σεμνό, πήδηξε μεμιάς το χαντάκι και βουτήχτηκε ως το λαιμό στο βούρκο. Δεν θα σχολιάζαμε ποτέ το γεγονός ότι αποχώρησε από τη δίκη για την υπόθεση του ΕΛΑ για ένα θέμα που στην πρώτη δίκη δεν είχε αποχωρήσει (ανάγνωση των καταθέσεων Ντε Μαρσέλους). Ο καθένας έχει ένα σκεπτικό όταν τροποποιεί την υπερασπιστική του γραμμή, με το οποίο μπορείς να συμφωνείς ή να διαφωνείς, αλλά πρέπει να το σεβαστείς. Οταν, όμως, μια αλλαγή τακτικής συνοδεύεται από μια θρασύδειλη επίθεση λάσπης, τότε δεν μπορείς να σωπάσεις.
Αποχωρώντας από τη δίκη, ο Ν. Δαμασκόπουλος, που έως τώρα ουδέποτε ασχολήθηκε με τις γνωστές μικροπρέπειες παραγόντων αυτής της υπόθεσης, μίλησε για «εκούσια ή ακούσια συνδρομή» του Χρ. Τσιγαρίδα στη διεκπεραίωση μιας προαποφασισμένης καταδίκης. Θρασεία είναι εξ ορισμού κάθε εκτόξευση λάσπης. Εν προκειμένω ήταν και δειλή, γιατί ο δικηγόρος είπε όσα είπε αποχωρώντας από τη δίκη, χωρίς να υπάρχει η δυνατότητα αντίκρουσης. Πέταξε τη λάσπη και το ‘βαλε στα πόδια, σαν κακομαθημένο παιδάριο.
Επί της ουσίας, η συγκεκριμένη αναφορά του είναι γελοία. Η γελοιότητά της αποδεικνύεται από την ίδια την εξέλιξη αυτής της υπόθεσης. Υπάρχει μια αθωωτική απόφαση, αυτή της δεύ-τερης δίκης, την οποία και ο ίδιος και ο εντολέας του έχουν πολλάκις επικαλεστεί, η οποία κάνει σαφέστατο διαχωρισμό ανάμεσα στους Αγαπίου-Αθανασάκη-Κανά (τους αθωώνει ως παντελώς άσχετους με τον ΕΛΑ) και τον Τσιγαρίδα (τον αθωώνει διότι υπήρξε μεν μέλος του ΕΛΑ, όμως δεν προέκυψε οποιαδήποτε απόδειξη για συμμετοχή του σε οποιαδήποτε από τις μαχητικές ενέργειες της οργάνωσης). Αυτή η απόφαση συνέτριψε ό,τι κακόβουλο εκτοξεύτηκε κατά του Χρ. Τσιγαρίδα στη διάρκεια αυτής της δίκης, αλλά και πριν. Γι’ αυτό και ο Κ. Αγαπίου κάμποσες φορές στη διάρκεια της τωρινής δίκης έχει αναφερθεί σ’ αυτή την απόφαση, μιλώντας για 3+1 κατηγορού-μενους που αθωώθηκαν με δύο διαφορετικά σκεπτικά. Ο συνήγορός του, όμως, σε μια στιγμή που ο εντολέας του δοκιμάζεται, επέλεξε να περάσει στο… στρατόπεδο Κανά, εξαπολύοντας θρασύδειλα τη λάσπη.
Η πλάκα είναι πως η προκλητική απόφαση να αναγνωστούν οι καταθέσεις Ντε Μαρσέλους είναι ένας ακόμη κόλαφος κατά του λασπολόγου. Ενα δικαστήριο αποφασισμένο να διεκπεραιώσει μια προειλημμένη απόφαση καταφεύγει στο σχετικό υλικό. Ντε Μαρσέλους, για παράδειγμα. Ενα δικαστήριο που θέλει να δικάσει με βάση το «Δίκαιο των αποδείξεων» οδηγείται σε απαλλακτική απόφαση, όπως συνέβη με το δεύτερο δικαστήριο.
Πού κολλάει ο Τσιγαρίδας; Πουθενά. Στη δίκη της 17Ν, ο Δ. Κουφοντίνας ανέλαβε την πολιτική ευθύνη για τη δράση της Οργάνωσης και τη δική του συμμετοχή. Πλην δύο συγκεκριμένων περιπτώσεων, ουδείς εκ των συγκατηγορουμένων του, που διεκδικούσαν την αθώωσή τους καταγγέλλοντας ότι υπήρξαν θύματα σκευωρίας, υποστήριξε ότι η στάση Κουφοντίνα συνιστά «ακούσια ή εκούσια» στήριξη της κατηγορίας. Θα ήταν και γελοίο να το υποστηρίξουν, γιατί το υλικό είχε στηθεί ερήμην του Κουφοντίνα. Και το υλικό της υπόθεσης ΕΛΑ έχει στηθεί ερήμην του Τσιγαρίδα (αρχεία Στάζι, Ντε Μαρσέλους, Κυριακίδου, Τόγκα, Πομώνη). Αντίθετα, ο Τσιγαρίδας με τις παρεμβάσεις του και στις τρεις δίκες έχει βοηθήσει τους συγκατηγορούμενούς του στην υπεράσπιση της αθωότητάς τους.
Εχουμε να κάνουμε με μια δίκη σκοπιμότητας ή όχι; Αν ναι, τότε τι χρειάζεται τον Τσιγαρίδα ένα δικαστήριο αποφασισμένο να προσαρμοστεί στη «γραμμή»; Αν όχι, τότε ο Τσιγαρίδας, που έχει αναλάβει την πολιτική ευθύνη της συμμετοχής του στον ΕΛΑ, υπερασπιστικά λειτουργεί για όσους δηλώνουν άσχετοι. Ο Τσιγαρίδας κάνει μια πολιτική δίκη, ενώ οι υπόλοιποι κάνουν μια ποινική δίκη, αποδεικνύοντας ότι απλά χρησιμοποιούνται.
Τι μένει; Μένει η προσπάθεια να δώσουμε εξετάσεις στο σύστημα συκοφαντώντας τον μόνο αγωνιστή που υπερασπίζεται μια επαναστατική ιστορία όπως αυτή του ΕΛΑ. Να διεκδικήσουμε αθώωση εξυπηρετώντας την «αντιτρομοκρατία».