Στον απόηχο των γεγονότων μιας κακοπαιγμένης φάρσας. Στον απόηχο της προηγούμενης Τρίτης, Τέταρτης και Πέμπτης στο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας. Ολοι όσοι στενοχωρηθήκαμε, θυμώσαμε, αντιδράσαμε σ’ αυτό το καραγκιοζιλίκι, όχι για να κάνουμε το κομμάτι μας, αλλά για να μη παραμυθιάζουμε εμείς οι ίδιοι τους εαυτούς μας. Στον απόηχο της ιλαροτραγωδίας που εξευτιλίζει τις έννοιες αγώνας, απεργία, περιφρούρηση, δίκιο του εργάτη. Στον απόηχο όλων αυτών που μετατρέπουν -και με δική τους ευθύνη βέβαια- ανθρώπους με αναφορές σε ύψιστα ιδεώδη, σε άβουλους χειροκροτητές και περιπατητές. Που μάλιστα εκείνη την ώρα της κοροϊδίας, του στησίματος, του χειροκροτήματος και του περιπάτου θέλουν να αισθάνονται ότι πραγματοποιούν μεγάλη αγωνιστική δράση.
Είναι καιρός να βάλουμε τα πράγματα κάτω. Είναι καιρός να μετρήσουμε ξανά και ξανά τις πολιτικές μας, τις δράσεις μας, τις πρακτικές μας. Είναι καιρός να αναζητήσουμε πολιτικές και δράσεις που θα βοηθήσουν να αναδειχτεί στην κοινωνική πραγματικότητα η αγωνία, η απαίτηση, η διεκδίκηση των καταπιεσμένων.
Αυτό που σήμερα αυτοονομάζεται κίνημα, και μάλιστα με περισσή αυτααρέσκεια και κομπασμό, δεν κάνει τίποτ’ άλλο απ’ το να απογοητεύει, αποδιοργανώνει, αποπροσανατολίζει τους εργαζόμενους. Δεν δημιουργεί αξίες, όπως αυτές του αγώνα, της συλλογικής πάλης. Αντίθετα, συκοφαντεί αυτές τις «απλές» αλλά ταυτόχρονα ύψιστες αξίες.
Φάγαμε πολύ χρόνο για να ανακαλύψουμε αν μέσα από μια τέτοια αγωνιστική υποκρισία μπορεί να ξεπεταχτεί το σύγχρονο εργατικό κίνημα. Ανακυκλώσαμε χιλιάδες φορές τις συζητήσεις για τις σχέσεις με τα συνδικάτα, τους συλλόγους, τις ομοσπονδίες, τα εργατικά κέντρα της ΓΣΕΕ, την ΑΔΕΔΥ. Οι αναζητήσεις καταντούν με τη σειρά τους βαριεστημένες και άνευρες, όταν αναμασούν τις εμμονές, τις ιδεοληψίες χρόνων. Οταν κλείνουν πεισματικά τα μάτια, τα αυτιά, όλες τις αισθήσεις, στην ολοζώντανη πραγματικότητα. Και όμως, εκεί στον Πειραιά, την Τετάρτη το απόγευμα, τα πράγματα ήταν τόσο καθαρά. Βοούσαν. Βοούσαν μέσα από τις κραυγές των ελάχιστων -δυστυχώς- ναυτεργατών που αισθάνονταν ότι παιζόταν ένα εντελώς φτηνό και κακόγουστο παιχνίδι σε βάρος τους.
Πολλοί αναρωτηθήκαμε, βλέποντας την κακοστημένη φάρσα, αν αυτή η εμποροπανήγυρη μπορεί να ονομάζεται εργατικό κίνημα, έστω και στοιχειωδώς. Γιατί ένα εργατικό κίνημα, κίνημα των προλετάριων, προλεταριακό κίνημα, έχει τα δικά του χαρακτηριστικά, που πηγάζουν από την ίδια του τη φυσιογνωμία, από τις ανάγκες του, τις απαιτήσεις του, την προοπτική του. Εχει τα χαρακτηριστικά της συλλογικής πάλης, του συλλογικού αγώνα, της συλλογικής προσπάθειας. Εχει τα χαρακτηριστικά της προλεταριακής δημοκρατίας. Τους κανόνες της ανακλητότητας και της άμεσης δημοκρατίας.
Κόντρα στις σκουριασμένες, αναποτελεσματικές, διαβρωμένες πρακτικές της ανάθεσης, της εκπροσώπησης δι’ ικανού αντιπροσώπου.
Κόντρα στις σκουριασμένες, αναποτελεσματικές, διαβρωμένες πρακτικές της ανάθεσης, της εκπροσώπησης δι’ ικανού αντιπροσώπου.
Η νέα συλλογικότητα της εργατικής τάξης, το νέο προλεταριακό κίνημα, έχει τους δικούς του στόχους, τα δικά τους αιτήματα, τις δικές του προοπτικές, που καθορίζονται από την κοινωνικοοικονομική αναγκαιότητα της εποχής. Από την ανάγκη καταστροφής της βαρβαρότητας, πριν η βαρβαρότητα πνίξει εντελώς τον πλανήτη. Κόντρα σ’ όλες τις αριστερές φλυαρίες και αυταπάτες, τις αριστερές προτάσεις-πρακτικές διαχείρισης και εξανθρωπισμού της βαρβαρότητας.
Η νέα επαναστατική συλλογικότητα στηρίζεται και ταυτόχρονα ενισχύει την ταξική ενότητα των καταπιεσμένων ενάντια στους καταπιεστές, στο κράτος τους και τους θεσμούς του. Η τάξη κινείται, διεκδικεί, παλεύει, αποφασίζει σαν ένας άνθρωπος, σαν μια γροθιά. Κόντρα στην πολυδιάσπαση του επιδόματος, του χρώματος, της σύμβασης εργασίας, της νομιμότητας, της εκπροσώπησης.
Καμιά σχέση δεν έχουν όλα αυτά και πολλά άλλα με την εικόνα που ξεδιπλώθηκε μπροστά μας, για άλλη μια φορά, αποκαλυπτική και ταυτόχρονα εξαιρετικά ειρωνική στον Πειραιά. Εκείνοι έκλειναν τα μάτια και δεν ήθελαν με τίποτα να δουν τις εκατοντάδες νταλίκες που πέρναγαν δίπλα τους και πήγαιναν να φορτωθούν στα πλοία. Εμείς έχουμε υποχρέωση όχι απλά να μην εθελοτυφλούμε, αλλά να παλέψουμε για τη νέα έφοδο των κολασμένων στους ουρανούς.
Παντελής Νικολαΐδης








