Πολλοί έχουν μείνει με την εντύπωση, ότι η απεργία των ναυτεργατών, που κράτησε μια βδομάδα, έληξε το μεσημέρι της περασμένης Πέμπτης, με την ομόφωνη απόφαση της ΠΝΟ, αφού μεσολάβησε σκληρός αλλά άνισος αγώνας με την κρατική καταστολή, που έφτασε μέχρι το σημείο της πολιτικής επιστράτευσης (δεύτερη φορά μετά από την επιστράτευση του 2002 από την τότε κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ). Ομως, η απεργία είχε στην ουσία λήξει από το βράδυ της Τρίτης, μετά τη συνάντηση με τον υπουργό Ναυτιλίας. Τα υπόλοιπα ήταν μεθόδευση και πολιτικό σόου.
Το βράδυ της Τρίτης η ΠΝΟ αποφάσισε ομόφωνα να επιτρέψει στα πλοία να φορτώσουν και να αποπλεύσουν από τα νησιά και η απεργία να συνεχιστεί μόνο στα λιμάνια του Πειραιά και της Πάτρας. Τα στελέχη της έλεγαν δημαγωγικά, ότι θα επιτραπεί στα πλοία να δέσουν και να ξεφορτώσουν στον Πειραιά, αλλά θα τους απαγορευτεί να ξαναφορτώσουν και να αποπλεύσουν από τον Πειραιά για τα νησιά. Στελέχη της έβγαιναν στα ΜΜΕ και έλεγαν με νόημα, ότι αν η κυβέρνηση θέλει να εξυπηρετήσει τις πρώτες ανάγκες των νησιών, μπορεί να χρησιμοποιήσει γειτονικά λιμάνια, εννοώντας τη Ραφήνα και το Λαύριο, που έμειναν χωρίς καμιά περιφρούρηση.
Η κυβέρνηση πήρε το μήνυμα της υποχώρησης και κλιμάκωσε τη δική της τακτική. Λίγο μετά τα μεσάνυχτα, ο Καραμανλής υπέγραψε το διάταγμα για την πολιτική επιστράτευση των ναυτεργατών, καταλαβαίνοντας ότι η συνδικαλιστική γραφειοκρατία του ναυτεργατικού συνδικαλιστικού κινήματος θέλει ένα άλλοθι για να διατάξει γενική υποχώρηση. Ταυτόχρονα, τα στελέχη της ΝΔ πήραν γραμμή να σταματήσουν την προβοκάτσια περί υποκινούμενης από το ΚΚΕ απεργίας. Σ’ αυτή την τελική φάση, δεν χρειαζόταν να ρίξει λάδι στη φωτιά. Ο Περισσός, που αποτελεί την αριστερή πτέρυγα της ναυτεργατικής συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, της έκλεισε το μάτι με την προσυπογραφή της απόφασης της ΠΝΟ που επέτρεψε τον απόπλου των πλοίων από τα νησιά. Οταν ακόμα και η αριστερή πτέρυγα συμφωνεί στην αποκλιμάκωση μιας απεργίας που κρατούσε καλά και άντεξε ακόμα και την προβοκάτσια των τραμπούκων στην Κρήτη, δεν είχε κανένα λόγο η κυβέρνηση να μην της επιτρέψει να κάνει και την κομματική της προπαγάνδα. Και μάλιστα, είχαν συμφωνήσει όλοι στην αποκλιμάκωση της απεργίας, έχοντας στα χέρια τους μια πρωτοφανή δικαστική απόφαση, που έκρινε νόμιμη την απεργία, απορρίπτοντας την προσφυγή των εφοπλιστών.
Από το πρωί της Τετάρτης ήταν σαφές πως η απεργία έχει ουσιαστικά λήξει. Τα πλοία είχαν αποπλεύσει από τα νησιά και τα πληρώματά τους ταξίδευαν με το «φύλλο πορείας» στο χέρι. Δεν υπήρχε περίπτωση αυτά τα πληρώματα, στις δεδομένες συνθήκες, να αρνηθούν να αποπλεύσουν από τον Πειραιά πίσω για τα νησιά. Εκτός αν οι υπόλοιπες δυνάμεις, αυτές που υποτίθεται ότι θα έδιναν τη μάχη συγκεντρωμένες στα δυο λιμάνια, τον Πειραιά κυρίως και την Πάτρα δευτερευόντως, μπλοκάριζαν τον απόπλου και έδιναν μ’ αυτό τον τρόπο την ευκαιρία στα επιστρατευμένα πληρώματα να ξαναμπούν στην απεργία, που η ίδια η ΠΝΟ τους είχε διατάξει να σταματήσουν. Ομως, ολόκληρη την Τετάρτη και το πρωί της Πέμπτης παίχτηκε στον Πειραιά ένα κακόγουστο θέατρο, με πρωταγωνιστές τους ανθρώπους του Περισσού και τσόντες αυτούς του ΣΥΝ.
Ο Περισσός έστησε το στρατηγείο του έξω από το «Ελευθέριος Βενιζέλος» της ΑΝΕΚ, χωρίς κανείς να τον ενοχλήσει και χωρίς να γίνει καμιά κίνηση να φορτώσει το πλοίο. Καλούσε δε τους εργαζόμενους της Αθήνας και του Πειραιά να πάνε στο λιμάνι και να περιφρουρήσουν την απεργία. Κανένα βαπόρι δεν θα αποπλεύσει από τον Πειραιά, ούρλιαζε στα ραδιοτηλεοπτικά μικρόφωνα ο Μανουσογιαννάκης (ΚΚΕ). Τα ίδια επαναλάμβανε ο Νταλακογιώργος (ΣΥΝ), παλιά καραβάνα της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας κι αυτός (προέρχεται από το ΚΚΕ). Την ώρα που στον Αγιο Διονύση ο Περισσός έστηνε την κομματική του φιέστα, με σημαίες, μικροφωνικές, τηλεοπτικά συνεργεία και ατελείωτη παρέλαση στελεχών από τα μικρόφωνα, λίγο πιο πέρα, στην ακτή Ξαβερίου, γίνονταν οι ετοιμασίες για την υποδοχή των πλοίων που έρχονταν από τα νησιά, το ξαναφόρτωμα και τον απόπλου τους πάλι για τα νησιά. Νωρίς το απόγευμα άρχισαν να βγαίνουν από το λιμάνι τα φορτηγά που ήταν εκεί παρκαρισμένα και από την παραλιακή (έξω από το λιμάνι) να πηγαίνουν προς την ακτή Ξαβερίου. Από τις δυνάμεις που ήταν εκεί δεν έγινε καμιά κίνηση να εμποδιστούν. Αν κανένας ξαναμμένος διαδηλωτής έβγαινε μπροστά κι άρχιζε να βρίζει, τα στελέχη του Περισσού έτρεχαν και τον μάντρωναν αμέσως στην πειθαρχημένη συγκέντρωση-πασαρέλα.
Ηταν φανερό, βέβαια, ότι τα φορτηγά δεν έφευγαν για βόλτα. Πήγαιναν σε άλλο σημείο να επιβιβαστούν στα πλοία που αναμένονταν. Μερικές εκατοντάδες διαδηλωτές (ανήκοντες κυρίως σε δυνάμεις του ευρύτερου αντικαπιταλιστικού χώρου (ακροαριστεροί και αναρχικοί-αντιεξουσιαστές) συγκρότησαν μια πορεία και άρχισαν να βαδίζουν από τον Αγιο Διονύση προς την ακτή Ξαβερίου. Βγήκαν έξω από το λιμάνι με σκοπό να μπλοκάρουν την κίνηση των φορτηγών, πράγμα που έγινε για λίγη ώρα. Στη συνέχεια, όμως, η Αστυνομία έφτιαξε άλλο δρομολόγιο και έστελνε τα φορτηγά στον προορισμό τους μέσα από μια ημικυκλική πορεία. Η διαδήλωση έφτασε στην ακτή Ξαβερίου και βρήκε να την περιμένουν τα ΜΑΤ. Δεν έγινε καμιά κίνηση σύγκρουσης. Υστερα από λίγο, έφτασαν μερικές εκατοντάδες διαδηλωτές του Φόρουμ με επικεφαλής τον Νταλακογιώργο. Ζήτησαν να ανοίξουν διάδρομο οι συγκεντρωμένοι και έπεσαν αμέσως πάνω στους μπάτσους, οι οποίοι έπηξαν τον τόπο στα ασφυξιογόνα. Τα… κομάντα του Φόρουμ οπισθοχώρησαν αμέσως και έφυγαν. Ο σκοπός είχε επιτευχθεί. Ηθελαν να τη βγουν από τ’ αριστερά στον Περισσό που δεν ξεκουνούσε από τον Αγιο Διονύση και το «Βενιζέλος», που είχε αναγορευτεί σε… θωρηκτό «Ποτέμκιν». Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, μια «ελεγχόμενη σύγκρουση» (ο Περισσός είναι ο πρώτος διδάξας), που θα αποτυπωθεί στις αδημονούσες κάμερες, είναι ό,τι πρέπει.
Οι υπόλοιποι διαδηλωτές, αυτοί που είχαν φτάσει πρώτοι, δεν έφυγαν. Εμειναν εκεί, αντιστάθηκαν στα ΜΑΤ, άναψαν φωτιές, έστησαν πετροπόλεμο. Κάποια στιγμή προσπάθησαν να κλείσουν και το δεύτερο δρόμο από τον οποίο περνούσαν τα φορτηγά και τα κατάφεραν. Η κίνηση των φορτηγών σταμάτησε για αρκετή ώρα. Ομως, ήταν τόσο πολλά τα φορτηγά που ήδη είχαν μπει στο χώρο φόρτωσης, που δεν είχαν κανένα πρόβλημα με το σταμάτημα της κίνησης. Ετσι κι αλλιώς, τα μετέπειτα φορτηγά δεν χωρούσαν να μπουν στα πλοία. Ηταν ένας αγώνας για την τιμή των όπλων. Με συμβολική αξία, γιατί έδειξε ότι αν υπήρχε μια γενικευμένη αντίσταση, τότε το σχέδιο της κυβέρνησης θα ναυαγούσε. Ομως, η συνδικαλιστική γραφειοκρατία δεν είχε καμιά διάθεση για τέτοια πράγματα. Ελεγε απλά μεγάλα λόγια, την ίδια στιγμή που είχε ξεπουλήσει τα πάντα.
Το πρωί της Πέμπτης παίχτηκε η τελευταία φάση της φάρσας με την 24ωρη απεργία των Οικοδόμων και το κάλεσμα του Περισσού για συγκέντρωση στο λιμάνι. Ολα τα πλοία είχαν φορτώσει και είχαν αναχωρήσει ανενόχλητα από τον Πειραιά και ο «Ριζοσπάστης» το ίδιο πρωί έγραφε ότι κανένα πλοίο δεν απέπλευσε! Κορόιδευαν τον κόσμο. Στην υποτονική συγκέντρωση τα στελέχη του έλεγαν ότι «μέχρι στιγμής πάμε πολύ καλά», ενώ στα πηγαδάκια ψιθύριζαν ότι η σύγκρουση το προηγούμενο βράδυ λειτούργησε… αποπροσανατολιστικά. Εδώ δίνεται ο αγώνας, επαναλάμβαναν με στόμφο, δείχνοντας το δεμένο «Βενιζέλος», την ίδια ώρα που σ’ όλα τα σημεία του Αιγαίου αρμένιζαν περήφανα όλα τα άλλα πλοία της γραμμής και οι εφοπλιστές άναβαν ευχαριστημένοι τα πούρα τους.
Το μεσημέρι η φάρσα έλαβε τέλος, με την ΠΝΟ να αποφασίζει -και πάλι ομόφωνα- τη λήξη της απεργίας. Μια λήξη που την είχαν κηρύξει ουσιαστικά μιάμιση μέρα πριν.