Ηταν μια πρωτόγνωρη εμπειρία αυτή που γνώρισαν οι περισσότεροι από 1000 διαδηλωτές που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμα της «Επιτροπής Πρωτομαγιάς 2005» και πήραν μέρος στις εκδηλώσεις που κορυφώθηκαν στο Πέραμα, στην καρδιά της Ναυπηγοεπισκευαστικής Ζώνης. Ιδιαίτερα για τους 300 «γενναίους», που έκαναν πεζή τη διαδρομή από το σταθμό του Ηλεκτρικού στον Πειραιά μέχρι τη Ζώνη.
Λιμάνι, Δραπετσώνα, Ταμπούρια, Κερατσίνι, Πέραμα, μια διαδρομή γύρω στα 7 χιλιόμετρα μέσα από τις φτωχογειτονιές του Πειραιά, με τις σημαίες να ανεμίζουν, τα πανό όρθια κόντρα στον άνεμο και τα συνθήματα να δονούν την ατμόσφαιρα ακόμα και στα ερημικά σημεία της διαδρομής. Κι από πίσω τα γουρούνια να λαχανιάζουν αλλά να μην αφήνουν ούτε στιγμή την πορεία. Μοτοσικλέτες, ασφαλίτικα, περιπολικά, κλούβες με ΜΑΤάδες, σε έναν τεράστιο σχηματισμό στην ουρά της πορείας. Για να δείχνουν κι αυτοί με τον τρόπο τους ότι «κάτι επικίνδυνο» σηματοδοτεί αυτή η πορεία. Κι ας μην είχε κανείς τη διάθεση να κάνει τίποτα το διαφορετικό απ’ ό,τι προβλέπει μια τέτοια πορεία.
Την ίδια ενόχληση έδειξαν και τα κομματόσκυλα του Περισσού, που κυκλοφόρησαν στη Ζώνη μια εμετική ανακοίνωση, στην οποία μιλούσαν για προβοκάτορες που καίνε το Πολυτεχνείο, ασφαλίτες και «καλά παιδιά της εργοδοσίας». Ενοχλήθηκαν σφόδρα και αυτοί, γιατί θέλουν να έχουν μονοπώλιο κάθε κινητοποίηση και να μη ξεφεύγει κανένας από το ρεφορμιστικό μαντρί τους.
Σε πείσμα όλων αυτών η πορεία έγινε και σηματοδότησε κάτι διαφορετικό στο φετινό γιορτασμό της Πρωτομαγιάς. Γιατί ήταν μια πρωτοβουλία που ξεκίνησε από εργάτες της Ζώνης και πλαισιώθηκε από μια σειρά συλλογικότητες, κοινωνικές και πολιτικές. Ηταν σ’ όλη τη διάρκεια της πορείας η Κόντρα, η Αντιεξουσιαστική Κίνηση και δημοτικά σχήματα της περιοχής και στη συνέχεια προστέθηκαν η Αυτόνομη Εργατική Πρωτοβουλία, η ΚΟΕ, το Δίκτυο, κάποιες δυνάμεις του Φόρουμ, ίσως και μερικές ακόμη συλλογικότητες που δεν μπορέσαμε να περιγράψουμε.
Η πορεία ξεκίνησε από τον Ηλεκτρικό, μπήκε στο λιμάνι, ανηφόρισε προς τη Δραπετσώνα και κατηφόρισε στα Ταμπούρια, όπου έγινε η πρώτη σύντομη στάση, στη διάρκεια της οποίας οι μεταλλεργάτες της ΑΣΕΚ (Αδέσμευτη Συνδικαλιστική Ενωτική Κίνηση) απευθύνθηκαν στον κόσμο που βρισκόταν στην πλατεία. Αφού πέρασε από την άκρη του Κερατσινιού, η πορεία πήρε το μικρό ανήφορο για το Πέραμα. Επόμενη στάση στα καζάνια της Shell, όπου στην πορεία μπήκε πολύς κόσμος που είχε συγκεντρωθεί εκεί, γυρίζοντας από άλλες συγκεντρώσεις. Αλλη μια στάση στο Πέραμα, για να καθαρίσει λίγο η τεράστια ουρά αυτοκινήτων που είχε σχηματιστεί και να ενσωματωθούν και οι τελευταίοι που έρχονταν για την πορεία και αμέσως μετά το τελευταίο χιλιόμετρο για τη Ζώνη. Περνώντας μέσα από τα βιομηχανικά κτίρια οι διαδηλωτές έφτασαν στη θάλασσα και σχημάτισαν ένα Π. Ηταν η ώρα να αποτιθεί φόρος τιμής στους δολοφονημένους συντρόφους, στους εργάτες που θυσιάστηκαν στο βωμό της κεφαλαιοκρατικής ασυδοσίας. Λίγα λόγια γεμάτα συγκίνηση από τους συναδέλφους τους, ένα στεφάνι με κόκκινα γαρύφαλλα και μια σημαία πέφτουν στα βρόμικα νερά. Κοιτάζεις γύρω και βλέπεις ανθρώπους να σκουπίζουν τα μάτια τους. Κι ύστερα ένα μουρμουρητό από εκατοντάδες στόματα, που συνεχώς δυναμώνει… «Επέσατε θύματα, αδέρφια εσείς…».
Επιστροφή στην εξέδρα-τσαντήρι που είχαν στήσει μόνοι τους οι μεταλλεργάτες. Σύντομοι χαιρετισμοί από τους διοργανωτές και εκπροσώπους των συλλογικοτήτων που συμμετείχαν και αμέσως μετά ο λόγος στον Βαγγέλη Κορακάκη και το συγκρότημά του. Ενα τηλεφώνημα από ανθρώπους που δεν γνώριζε προσωπικά ήταν αρκετό. «Κάνουμε Πρωτομαγιά στη Ζώνη και θέλουμε να παίξεις». «Ερχομαι…». Ο ίδιος ο Κορακάκης, άνθρωπος με μια σεμνή διαδρομή στο λαϊκό τραγούδι, ήταν φανερά συγκινημένος. Αυτή τη φορά μίλησε λίγο περισσότερο απ’ όσο το συνηθίζει. Γιατί δούλεψε κι αυτός στο Πέραμα κι είναι αυτός ο τόπος μια από τις πηγές της έμπνευσής του. «Οποτε με χρειαστείτε θα ξανάρθω» ήταν τα τελευταία λόγια του, όταν αποχαιρέτισε και έφυγε σεμνός όπως ήρθε, όπως έπαιξε, όπως μας διασκέδασε. Είχαμε πολλά χρόνια να πούμε Πρωτομαγιά «και του χρόνου». Φέτος το είπαμε και το χαρήκαμε.