Οι επιχειρήσεις κλείνουν, γιατί δεν μπορούν ν’ αντέξουν τον ανταγωνισμό. Αυτή είναι η άποψη που πλασάρουν οι καπιταλιστές ιδιοκτήτες τους. Υπάρχουν αφελείς έτοιμοι να την πιστέψουν. Ετοιμοι να δεχτούν πως όχι μόνο το κράτος πρέπει να επιδοτήσει πιο γενναία αυτές τις επιχειρήσεις, αλλά και οι εργαζόμενοι πρέπει «να βάλουν λίγη πλάτη».
Ομως, όποιος σκύψει πάνω σε μερικά δεδομένα μπορεί εύκολα να ανακαλύψει πως οι επιχειρήσεις κλείνουν, αφού πρώτα οι αετονύχηδες ιδιοκτήτες τους έγδυσαν κόσμο και κοσμάκη, τσέπωσαν το παραδάκι και το τοποθέτησαν αλλού, σε πιο προσοδοφόρες για τους ίδιους επενδύσεις. Τα δεδομένα επιβεβαιώνουν αυτό που έχει αποδείξει ο Μαρξ. Οτι ο καπιταλισμός δεν ενδιαφέρεται για την παραγωγή προϊόντων. Ενδιαφέρεται μόνο για την αποκόμιση κερδών και μάλιστα όχι με το μέσο ποσοστό κέρδους αλλά με το μέγιστο. Γι’ αυτό και τα κεφάλαια «κινούνται» και «μεταναστεύουν», αναζητώντας το μέγιστο κέρδος. Και βέβαια, αυτή η «κίνηση» δεν γίνεται με καθαρούς όρους. Αρπάζουν ό,τι μπορούν να αρπάξουν.
Ας πάρουμε το παράδειγμα των «Σωληνουργείων Κορίνθου», που ανήκουν σ’ έναν από τους ισχυρότερους ελληνικούς καπιταλιστικούς ομίλους, τον όμιλο Στασινόπουλου.
Το 1997 κατέθεσαν αίτηση για επιχορήγηση επένδυσής τους ύψους 11,74 εκατ. ευρώ, η οποία εγκρίθηκε. Το 1998 κατέθεσαν αίτηση για επιχορήγηση νέας επένδυσης ύψους 12,62 εκατ. ευρώ, η οποία εγκρίθηκε επίσης. Επιχορηγήθηκαν με το 35% της επένδυσης. Πήραν δηλαδή δωρεάν κρατικό χρήμα ύψους 8,53 εκατ. ευρώ. Υποτίθεται ότι κάλυψαν το υπόλοιπο των δύο επενδύσεων με ίδια κεφάλαια ύψους 15,83 εκατ. ευρώ.
Από τότε πέρασαν μόλις 8 χρόνια. Σ’ ένα τόσο σύντομο χρονικό διάστημα η εταιρία κλείνει το εργοστάσιο της Κορίνθου. Στο μεταξύ, έχει δημιουργήσει ένα εργοστάσιο στη Θίσβη της Βοιωτίας, για το οποίο πήρε επιχορήγηση περίπου 30 εκατ. ευρώ. Στο χώρο που είναι σήμερα το εργοστάσιο της Κορίνθου θα κάνουν, όπως λένε οι πληροφορίες, μπίζνες τουριστικού τύπου (ακίνητα).
Αναρωτιέται κανείς: μια επιχείρηση που μόλις πριν 8 χρόνια έκανε δυο τόσο μεγάλες επενδύσεις, βάζοντας δικά της κεφάλαια της τάξης των 15,83 εκατ. ευρώ, θα τα μετατρέψει σε παλιοσίδερα και μπάζα; Εντάξει, να δεχτούμε ότι δεν ενδιαφέρεται για το τμήμα της επένδυσης που χρηματοδοτήθηκε δωρεάν από το κράτος, αλλά να μην ενδιαφέρεται ούτε για τα κεφάλαια που επένδυσε η ίδια; Η απάντηση πρέπει να είναι πολύ πιο απλή. Δεν ενδιαφέρεται η εταιρία γιατί ποτέ δεν επένδυσε αυτά τα κεφάλαια στην Κόρινθο. Τα σχέδια επέκτασης ήταν το πρόσχημα για να αντλούνται διαδοχικές κρατικές επιχορηγήσεις. Επιχορηγήσεις που χρησιμοποιήθηκαν κυρίως για να κατασκευαστεί το νέο σύγχρονο εργοστάσιο στη Θίσβη. Φυσικά, κάτι έκαναν και στην Κόρινθο, αλλά μόνο για ξεκάρφωμα. Πώς το πετυχαίνουν αυτό; Με την προσφιλή τους μέθοδο των υπερτιμολογήσεων και των πλασματικών δαπανών.
Και το κράτος δεν έχει τρόπο να ελέγξει αν όντως οι επενδύσεις γίνονται στο ακέραιο; Το ερώτημα τίθεται λάθος. Θα έπρεπε να ρωτήσουμε αν το κράτος έχει την πολιτική βούληση να ελέγξει την υλοποίηση των διάφορων επενδυτικών σχεδίων που αντλούν επιχορηγήσεις. Ε, λοιπόν, το κράτος δεν θέλει. Και επειδή δεν θέλει, δεν στήνει και τους απαραίτητους μηχανισμούς ελέγχου. Αν ήθελε, θα μπορούσε να ανακαλύψει τα πάντα. Τότε, όμως, δεν θα δούλευε το σύστημα.