Οι αλλαγές στο Λύκειο και το νέο σύστημα εισαγωγής στην τριτοβάθμια εκπαίδευση θα ανακοινωθούν στο τέλος του μήνα και στις αρχές του Σεπτέμβρη θα νομοθετηθούν, δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο υπουργός Παιδείας. Ο «διάλογος», λοιπόν, που πότε «ολοκληρωνόταν» και πότε «συνεχιζόταν» έλαβε τέλος γιατί έτσι επιτάσσουν οι προεκλογικές ανάγκες των συριζαίων. Απομένουν να ρυθμιστούν κάποιες «λεπτομέρειες με τους συνεργάτες» του υπουργού.
Οι αλλαγές θα αφορούν στους μαθητές που θα φοιτήσουν τη νέα χρονιά στη Β΄ Λυκείου. Γιατί, όπως είπε ο Γαβρόγλου «δεν θα υπάρχει κάποια αλλαγή στη Β' λυκείου, μόνο ένα μάθημα, το ‘’Πολίτης και Κοινωνία’’, οπότε δεν υπάρχει κανένας λόγος να πιεστούμε. Απλώς να ξέρει ο κόσμος το πλαίσιο με το οποίο θα κινηθούμε το 2019 και μετά».
Στη συνέντευξη, ο υπουργός Παιδείας, επανέλαβε κάποια στοιχεία των αλλαγών, που είναι γνωστά από την πρόταση της επιτροπής του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής. Είπε: ».
Με αφορμή τις δηλώσεις Γαβρόγλου, στον Τύπο ήδη άρχισαν τα σχετικά δημοσιεύματα. Παίρνοντας υπόψη το γεγονός ότι, σύμφωνα με ανακοινώσεις του υπουργείου Παιδείας, το αρχικό σχέδιο βασίστηκε στην πρόταση των «σοφών» του ΙΕΠ, μπορούμε να δώσουμε την εικόνα των αλλαγών θυμίζοντας την πρόταση του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, που σχολιάζαμε στην Κόντρα, (αρ. φύλ. 901, Ιανουάριος 2017).
(αναδημοσίευση από την Κόντρα, αρ. φύλ. 901)
Ενα διετές ουσιαστικά Λύκειο, ελιτίστικο, ένα Λύκειο-φροντιστήριο, πλήρως υποταγμένο στην προσπάθεια εισαγωγής στο Πανεπιστήμιο, απόλυτα εξειδικευμένο, με έντονους ταξικούς φραγμούς και μια Α΄ Λυκείου που προστίθεται στην υποχρεωτική εκπαίδευση με πολυκλαδικό «άρωμα»-τάξη που θα διαμορφώνει την «πεποίθηση» του μαθητή για το ποιο δρόμο θα ακολουθήσει στη συνέχεια (τριτοβάθμια εκπαίδευση ή τεχνικοεπαγγελματική εκπαίδευση) είναι η πρόταση της επιτροπής του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής.
Η πρόταση αποτελεί «σούπα» των πορισμάτων των επιτροπών του «διαλόγου» (Λιάκου και Γαβρόγλου). Αποτελεί παραλλαγή ειδικά της πρότασης του Αντώνη Λιάκου. Πλην, όμως, πατάει σε πιο «ρεαλιστικά» δεδομένα, καθώς τα μέλη της επιτροπής του ΙΕΠ έκριναν ότι στην εποχή των μνημονίων και των ατελείωτων «κοφτών» στις κοινωνικές δαπάνες δεν είναι καιρός για επιλογές, όπως αυτή του πορίσματος Λιάκου για τετραετές Γυμνάσιο (η εκ νέου χωροταξική κατανομή των μαθητών θα είχε, εκτός των άλλων, αναπόφευκτα και επιπτώσεις στις δαπάνες) ή αυτή για «αναμόρφωση του πρώτου έτους των ΑΕΙ» (π.χ. «προπαρασκευαστικό» πρώτο έτος, ή δυνατότητα κινητικότητας των φοιτητών, κ.λπ.).
Με προκαθορισμένο το στρατηγικό στόχο, το Λύκειο να αποτελέσει αυστηρά πύλη εισόδου για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, έδαφος στο οποίο θα γίνεται το τελειωτικό ξεσκαρτάρισμα για την είσοδο στα Πανεπιστήμια, με πρόγραμμα που θα απευθύνεται σε λίγους κι εκλεκτούς, κατά τα πρότυπα του International Baccalaureate, το ΙΕΠ επέλεξε μια «μεσοβέζικη» λύση: Το Γυμνάσιο δε γίνεται τετραετές, αλλά η Α΄ Λυκείου εντάσσεται στην υποχρεωτική εκπαίδευση. Μέχρις εκεί διατηρείται ο ενιαίος χαρακτήρας της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (κοινή τάξη για τα Γενικά και Επαγγελματικά Λύκεια με πολυκλαδικό «άρωμα»). Από κει κι ύστερα χωρίζουν οι δρόμοι των μαθητών (Γενικό Λύκειο ή Επαγγελματικό Λύκειο) και τα χαρακτηριστικά της ταξικής προέλευσής τους έρχονται πεντακάθαρα στο προσκήνιο και βάζουν τη σφραγίδα τους στην επιλογή τους.
Συγκεκριμένα η πρόταση του ΙΕΠ είναι η εξής:
♦ Επέκταση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης: 1 χρόνος Νηπιαγωγείο, 6 χρόνια Δημοτικό, 3 χρόνια Γυμνάσιο, 1 χρόνος Λύκειο (εξετάζεται το 2ετές Νηπιαγωγείο) (σ.σ.: το διετές Νηπιαγωγείο υποτίθεται ότι έγινε πράξη με την υποχρεωτικότητα να εφαρμόζεται σταδιακά κατά δήμους σε βάθος τριετίας).
♦ Πολυκλαδική Α' Λυκείου: κοινή Α' τάξη στα Γενικά και Επαγγελματικά Λύκεια, ως προς τη δομή αρχικά, ώστε «να εξοικειωθούν (οι μαθητές) με τα γνωστικά αντικείμενα και των δύο υφιστάμενων σήμερα τύπων εκπαίδευσης και να επιλέξουν αυτόν που ταιριάζει καλύτερα σε αυτούς».
♦ Κανένα «φίλτρο» για τη μετάβαση από την Α' Λυκείου στη Β' Λυκείου.
♦ Ανάδειξη της Τεχνικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης, ώστε «να επιτυγχάνεται η σύνδεσή της με την εθνική οικονομία και τις αναπτυξιακές ανάγκες και δυνατότητες της χώρας».
♦ Προνομιακή είσοδος των αποφοίτων των ΕΠΑΛ σε συγκεκριμένα τμήματα ΤΕΙ.
♦ Δραστικός περιορισμός των μαθημάτων στην Β' και Γ' Λυκείου. Κατεύθυνση γίνονται οι «επιλογές».
♦ Ενα ενιαίο μάθημα στη Γ' Λυκείου και μια ενότητα επιλογών 3 μαθημάτων (2 + 1 ελεύθερης επιλογής) που δίνει τη δυνατότητα προσανατολισμού στους μαθητές (εναλλακτικά, επιλογή 4 μαθημάτων, αν προχωρήσουν οι αλλαγές στην κατεύθυνση της πολυκλαδικότητας).
♦ Tέσσερα επιστημονικά πεδία: φιλοσοφία και ανθρωπιστικές σπουδές, φυσικές επιστήμες και μαθηματικά, κοινωνικές επιστήμες, τεχνική / τεχνολογική κατεύθυνση (συν πληροφορική, συν οικονομικά).
♦ Αύξηση των χρονικών ενοτήτων διδασκαλίας: Κατάργηση μονόωρων μαθημάτων. Προτείνεται να αυξηθούν οι ώρες διδασκαλίας των μαθημάτων στη Β΄ και Γ΄ Λυκείου. Το πρόγραμμα σπουδών θα διαμορφωθεί με τέτοιο τρόπο ώστε τα διδακτικά αντικείμενα να εντάσσονται σε ευρύτερες επιστημονικές περιοχές. Γι’ αυτό το λόγο τα ενοποιημένα πεδία θα διδάσκονται σε μεγαλύτερες χρονικές ενότητες, (π.χ. ένα συνεχές δίωρο αντί για μία σχολική ώρα των 45 λεπτών).
♦ Αλλαγές στην αξιολόγηση των μαθητών: υιοθέτηση της περιγραφικής αξιολόγησης. Εκπόνηση μιας εκτεταμένης εργασίας, ένταξη των ελεύθερων δραστηριοτήτων στο πρόγραμμα σπουδών.
♦ Η Γ' Λυκείου μετατρέπεται σε κατεξοχήν «τάξη επιλογής». Τα μαθήματα που θα διδάσκονται συνολικά θα είναι 6, εκ των οποίων τα επιλογής θα είναι τα 3 εξάωρα. Οι μαθητές θα έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν μεταξύ διαφορετικών κατευθύνσεων. Τα μαθήματα κορμού (κοινά για όλους) θα είναι η Νεοελληνική Γλώσσα, η Φυσική Αγωγή και οι Ελεύθερες Δραστηριότητες. Τα δύο τελευταία δε θα εξετάζονται.
♦ Το Εθνικό Απολυτήριο θα λαμβάνεται ύστερα από την επιτυχή ολοκλήρωση της φοίτησης στο Λύκειο. Ο βαθμός διαμορφώνεται από δύο παράγοντες: τον προφορικό βαθμό στα δύο τετράμηνα της Γ' Λυκείου (80%) και τη βαθμολογία στα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα (20%).
♦ Η εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση θα επιτυγχάνεται με τον μέσο όρο της βαθμολογίας στα 4 πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα, για τα οποία δε θα υπάρχουν συντελεστές βαρύτητας.
Κατά την επιτροπή του ΙΕΠ,
Κοινή για όλους θα είναι η εξέταση στη Νεοελληνική Γλώσσα. Οι μαθητές θα εξετάζονται και σε δύο μαθήματα ειδίκευσης, συν ένα πλήρως ελεύθερης επιλογής που θα μετράει μόνο βαθμολογικά στον μέσο όρο για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια (το περιεχόμενό του δε θα αποτελεί παράγοντα για την εισαγωγή σε κάποιο τμήμα).
Τα μαθήματα ειδίκευσης θα καθορίζονται με απόφαση του υπουργού Παιδείας, με βάση τα αντίστοιχα τμήματα των ΑΕΙ.
♦
Διατηρούνται οι δυο τύποι Λυκείου, ώστε να ξεχωρίζει η ήρα από το σιτάρι, να λειτουργεί ο αυστηρός κανόνας του ταξικού διαχωρισμού. Η συντριπτική πλειοψηφία (με λίγες εξαιρέσεις) των παιδιών της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων οδηγείται στη λεγόμενη «τεχνικοεπαγγελματική εκπαίδευση». Η έξοδος οδηγεί είτε στη μεγάλη στρατιά των ανέργων, είτε στα καπιταλιστικά κάτεργα της αγοράς εργασίας, είτε στη μαθητεία -τη σύγχρονη μορφή εκμετάλλευσης της εργασίας των νέων-, είτε στην καλύτερη περίπτωση, στον μείζονα στόχο, που είναι μια θέση σε κάποια επιλεγμένα ΤΕΙ για μια μικρή μειοψηφία αυτής της νεολαίας.
♦ Το Λύκειο, παρά τη δημαγωγία περί του αντιθέτου, δεν αποκτά κανέναν αυτόνομο μορφωτικό ρόλο.
Ο υπουργός Παιδείας στα λόγια διατείνεται ότι θέλει να θεραπεύσει τις παθογένειες του σημερινού Λυκείου, ότι δηλαδή οι μαθητές έχουν απαξιώσει πλήρως το σχολείο και στρέφονται στα φροντιστήρια, ενδιαφερόμενοι μόνο για τα μαθήματα που απαιτούνται για την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση («στη Β΄ Λυκείου κάτι γίνεται, στη Γ΄ δε γίνεται τίποτε»), ενώ στην πράξη κάνει το ακριβώς αντίθετο.
Το Λύκειο παύει και τυπικά να είναι σχολείο γενικής παιδείας και μετατρέπεται, με το νόμο, σε κανονικό φροντιστήριο. Το βάρος πέφτει στα μαθήματα επιλογής, που θα έχουν το περιεχόμενο που απαιτεί η καπιταλιστική αγορά εργασίας και οι περιστασιακές ανάγκες του κεφαλαίου. Εχουμε, δηλαδή, αποκλειστική στροφή στην πρόωρη ειδίκευση.
Οι αξιολογικές διαδικασίες (μέτρηση προφορικού βαθμού, εκπόνηση εκτεταμένων εργασιών, πανελλαδικές εξετάσεις) εντείνουν τους ταξικούς φραγμούς και αυξάνουν τον ανταγωνισμό μεταξύ των μαθητών.
♦ Είναι ψευδές ότι το Εθνικό Απολυτήριο θα αποτελεί το μοναδικό κριτήριο εισαγωγής στην τριτοβάθμια. Για την εισαγωγή στα ΑΕΙ-ΤΕΙ θα μετράει μόνο ο μέσος όρος της βαθμολογίας στα 4 πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα (χωρίς συντελεστές βαρύτητας). Διαχωρίζεται, δηλαδή, η απόκτηση του Εθνικού Απολυτήριου (προφορικός βαθμός Β΄ και Γ΄ τάξης του Λυκείου σε ποσοστό 80% συν βαθμολογία στα πανελλαδικώς εξεταζόμενα μαθήματα σε ποσοστό 20%), από την εισαγωγή στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, που κρίνεται αποκλειστικά από το μέσο όρο της βαθμολογίας στα 4 εξεταζόμενα μαθήματα σε πανελλαδικό επίπεδο.
♦ Καταρρέει ο μύθος της «ελεύθερης πρόσβασης», που συντηρούνταν εσκεμμένα από τους συριζαίους, για λόγους κοινωνικής δημαγωγίας.
♦ Η μη υιοθέτηση από την επιτροπή του ΙΕΠ των συντελεστών βαρύτητας στα μαθήματα επιλογής για την εισαγωγή στα ΑΕΙ-ΤΕΙ, όπως και η μη υιοθέτηση πρόσθετου «κόφτη» στην Α΄ Λυκείου για τη συνέχιση ή μη στις δυο επόμενες τάξεις (και τα δύο αποτελούσαν πρόταση της επιτροπής Λιάκου), γίνεται για λόγους κοινωνικής δημαγωγίας. Το ΙΕΠ έκρινε ότι δε χρειάζονται σ’ αυτή τη φάση τόσο άγρια νεοφιλελεύθερα μέτρα, που «βγάζουν μάτι» και θα προκαλέσουν αναταράξεις στην εφαρμογή της εκπαιδευτικής «μεταρρύθμισης», όταν τη δουλειά τους κάνουν μια χαρά οι πανελλαδικές εξετάσεις, που είναι και «καθιερωμένες» και «αποδεκτές» από την εργαζόμενη κοινωνία. Η οποία, μάλιστα, σήμερα (δυστυχώς) πόρρω απέχει από τη διεκδίκηση του αιτήματος της ελεύθερης πρόσβασης, ενώ πάνω της βαραίνουν καταθλιπτικά τα ιδεολογήματα της «αξιοκρατίας», της αναντιστοιχίας μεταξύ των πτυχιούχων και των «αναγκών της εθνικής οικονομίας», που αναπτύσσονται στο έδαφος των στενών ορίων του καπιταλιστικού καταμερισμού της εργασίας και της άποψης που υπάρχει για τις δυνατότητες της «ψωροκώσταινας».
♦ Η μείωση των μαθημάτων, η διδασκαλία τους σε μεγαλύτερες χρονικές ενότητες, η ένταξή τους σε ευρύτερες επιστημονικές περιοχές δεν έχουν ουσιαστικό περιεχόμενο από τη στιγμή που δεν αμφισβητείται ο ρόλος του αστικού σχολείου (διαμόρφωση και εκπαίδευση «χεριών» για την καπιταλιστική μηχανή και όχι ολοκληρωμένων προσωπικοτήτων με κριτική σκέψη, εμπέδωση της κυρίαρχης ιδεολογίας), που λειτουργεί μέσα στο συγκεκριμένο σύστημα, τον καπιταλισμό.
Εξ ου και η καθιέρωση «θεματικής εβδομάδας», η εκπόνηση εκτεταμένων εργασιών συνδέονται με αξιολογικούς μηχανισμούς και θα αποτελέσουν στο εγγύς μέλλον κριτήρια αυτοαξιολόγησης και αξιολόγησης σχολικών μονάδων και εκπαιδευτικών.
♦ Η ανάδειξη των ΕΠΑΛ σε «ισότιμο πυλώνα» της εκπαιδευτικής διαδικασίας (σ.σ. προστέθηκαν και τα διετή προγράμματα στο πλαίσιο των ΑΕΙ ειδικά για τους απόφοιτους των ΕΠΑΛ) είναι η αναπαραγωγή με νέο ιλουστρασιόν περιτύλιγμα μιας πολύ παλιάς συνταγής. Στοχεύει στη δραστική μείωση της ροής προς τα Πανεπιστήμια των παιδιών της εργατικής τάξης, που αποτελούν και τους προνομιακούς «πελάτες» της «τεχνικοεπαγγελματικής εκπαίδευσης» και δεν έχει σχέση με τις ανάγκες που απαιτεί το επίπεδο ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισμού.
Ας θυμηθούμε τώρα πώς θα αποκτάται το Εθνικό Απολυτήριο, σύμφωνα με το σχέδιο του υπουργείου Παιδείας, που διαμορφώθηκε με βάση την πρόταση του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής.
Το απολυτήριο της Γ΄ Λυκείου προκύπτει
» (οι εμφάσεις δικές μας).
Εχουμε, δηλαδή εξετάσεις στο τέλος του πρώτου τετραμήνου (Ιανουάριο) πανελλαδικού χαρακτήρα με τη συμμετοχή εξωτερικών αξιολογητών και την εκπόνηση «εκτενούς εργασίας» που κρίνεται επίσης από εξωτερικούς αξιολογητές. Κοντολογίς, έχουμε αξιολογικές διαδικασίες πανελλαδικού χαρακτήρα σε όλη τη διάρκεια της Γ΄ Λυκείου. Και φυσικά υπάρχουν και η συμμετοχή στο μάθημα (προφορικά), τα συνεχή τεστ, κ.λπ.
.
Τί προκύπτει από τα παραπάνω; Οτι η απόκτηση του «αναβαθμισμένου» Απολυτήριου έχει ως προϋπόθεση την ένταση και την προσθήκη νέων ισχυρών ταξικών φραγμών (πανελλαδικού χαρακτήρα εξετάσεις Ιανουαρίου, «εκτενής εργασία» κρινόμενη από εξωτερικούς αξιολογητές, «κεντρικά οργανωμένες εξετάσεις» σε 4 μαθήματα τον Ιούνιο). Το «νέο Λύκειο» δεν σηματοδοτεί απλά τη στροφή στην απόλυτη ειδίκευση (ειδικά η Γ’ Λυκείου μετατρέπεται σε τάξη-φροντιστήριο) και την απαξίωση της γενικής, ολόπλευρης μόρφωσης για όλα τα παιδιά. Καθίσταται δύσβατο για τα παιδιά χωρίς κοινωνικά-οικονομικά-πολιστικά εφόδια από το οικογενειακό τους περιβάλλον.
Γιούλα Γκεσούλη