Σε νέο κύκλο αντιπαράθεσης μπαίνουν ΗΠΑ και Ρωσία μετά την κατάληψη από διαδηλωτές κυβερνητικών κτιρίων σε πόλεις της ανατολικής Ουκρανίας, την περασμένη Κυριακή 6 Απρίλη. Συγκεκριμένα, κατά τη διάρκεια αντικυβερνητικών διαδηλώσεων, διαδηλωτές κατάφεραν να διασπάσουν τις γραμμές της αστυνομίας και να καταλάβουν το κτίριο της περιφερειακής διοίκησης στο Ντονέτσκ και στο Χάρκοβο και το περιφερειακό παράρτημα της Υπηρεσίας Ασφάλειας στην πόλη Λουχάνσκ.
Στις 7 Απρίλη, οι καταληψίες στο Ντονέτσκ ανακοίνωσαν την ανεξαρτησία από την Ουκρανία και τη δημιουργία της «Λαϊκής Δημοκρατίας του Ντονέτσκ», που θα επικυρωθεί με δημοψήφισμα πριν από τις 11 Μάη, αποκήρυξαν την κυβέρνηση του Κιέβου και απέλυσαν τους διορισμένους από το Κίεβο τοπικούς αξιωματούχους, ενώ ανακήρυξαν ως μόνη νόμιμη εξουσία το Λαϊκό Συμβούλιο που συγκροτήθηκε. Σημειωτέον ότι το Ντονέτσκ είναι η βάση του αυτονομιστικού κινήματος στην ανατολική Ουκρανία.
Την ίδια μέρα, ανακοινώθηκε επίσης η δημιουργία της «Λαϊκής Δημοκρατίας του Χάρκοβο» και η απόφαση για επικείμενο δημοψήφισμα, όμως η κατάληψη στο Χάρκοβο έληξε τα ξημερώματα της 8ης Απρίλη, όταν μονάδα μασκοφόρων των Ειδικών Δυνάμεων με αυτόματα όπλα εισέβαλε στο κατειλημμένο κτίριο και το εκκένωσε, συλλαμβάνοντας 70 διαδηλωτές, τους οποίους μετέφερε σε κέντρο κράτησης στο Κίεβο, με την κατηγορία της απόπειρας απόσχισης και αποσταθεροποίησης της χώρας.
Ομως το πιο καυτό και επικίνδυνο για την κυβέρνηση του Κιέβου μέτωπο είναι η κατάληψη του παραρτήματος της Ασφάλειας στο Λουχάνσκ, μια πόλη σε απόσταση μόλις 20 χλμ από τα ρωσικά σύνορα με μισό εκατομμύριο πληθυσμό, όπου οι διαδηλωτές έχουν κατάσχει το οπλοστάσιο που υπήρχε (γύρω στα 300 Καλάσνικοφ) και κυκλοφορούν οπλισμένοι, δηλώνοντας ότι θα κρατήσουν την κατάληψη μέχρι να ικανοποιηθεί το αίτημα για διενέργεια δημοψηφίσματος και ομοσπονδοποίηση της χώρας και ότι θα απαντήσουν με τα όπλα σε περίπτωση αστυνομικής επέμβασης. Τα κατειλημμένα κυβερνητικά κτίρια σε Ντονέτσκ και Λουχάνσκ έχουν οχυρωθεί περιμετρικά σε αρκετό ύψος με οδοφράγματα από λάστιχα αυτοκινήτων, σάκους με άμμο και συρματοπλέγματα.
Αρχικά, η κυβέρνηση του Κιέβου μιλούσε για μη χρήση βίας και ειρηνική επίλυση της κρίσης, για να μην δοθεί στη Ρωσία η αφορμή στρατιωτικής επέμβασης. Ομως μετά την εκκένωση του κτιρίου της περιφερειακής διοίκησης στο Χάρκοβο και τη σύλληψη των 70 διαδηλωτών, άρχισε να σκληραίνει τη στάση της, κατ’ εντολή προφανώς των αμερικάνων πατρώνων της. Σε μια προσπάθεια ανακοπής του αυτονομιστικού κινήματος στη νοτιοανατολική Ουκρανία και εκφοβισμού των διαδηλωτών, η ουκρανική βουλή ψήφισε στις 8 Απρίλη ένα νομοσχέδιο που προβλέπει βαριές ποινές για όσους κατηγορηθούν για απόπειρα αλλαγής των συνόρων, προδοσία, κατασκοπεία, πολιτική εκτροπή και διακοπή του έργου του στρατού. Ενδεικτικά, πράξεις που έχουν στόχο την αλλαγή των συνόρων μιας περιφέρειας ή των εθνικών συνόρων της Ουκρανίας θα τιμωρούνται με 9 – 12 χρόνια φυλάκιση, ενώ οι πράξεις προδοσίας θα τιμωρούνται με φυλάκιση από 14 χρόνια μέχρι ισόβια. Πράξεις πολιτικής εκτροπής και κατασκοπεία θα τιμωρούνται με 14 – 15 χρόνια φυλάκιση. Εισάγεται επίσης ένα νέο άρθρο στον Ποινικό Κώδικα, το οποίο ορίζει ότι πράξεις που αποσκοπούν στη διακοπή του έργου του στρατού θα τιμωρούνται με 5 – 8 χρόνια φυλάκιση και αν οι ίδιες πράξεις προξενήσουν απώλειες ή άλλες σοβαρές επιπτώσεις θα τιμωρούνται με 8 – 15 χρόνια.
Είναι φανερό ότι με το νόμο αυτό οι ουκρανικές αρχές μπορούν να φορτώσουν πολύ εύκολα οποιονδήποτε διαδηλωτή στη νοτιοανατολική Ουκρανία ή πολιτικό αντίπαλο με βαριές κατηγορίες και να τον στείλουν για χρόνια στη φυλακή. Μια μέρα μετά την ψήφιση του νόμου, ο υπουργός Εσωτερικών βγήκε ακόμη πιο επιθετικά, δηλώνοντας ότι «υπάρχουν δύο λύσεις: η πολιτική μέσω διαπραγματεύσεων ή η χρήση βίας. Γι’ αυτούς που θέλουν διάλογο προτείνουμε συνομιλίες και πολιτική λύση. Η μειοψηφία που θέλει σύγκρουση θα πάρει μια δυναμική απάντηση από τις ουκρανικές αρχές». Πρόσθεσε ότι «μια λύση μπορεί να βρεθεί μέσα σε 48 ώρες» και ότι μονάδες των Ειδικών Δυνάμεων από περιοχές της δυτικής Ουκρανίας (προφανώς γιατί δεν εμπιστεύεται την αστυνομία στην ανατολική Ουκρανία) βρίσκονται ήδη στο Ντονέτσκ, στο Χάρκοβο και στο Λουχάνσκ.
Με τις καταλήψεις των κυβερνητικών κτιρίων στην ανατολική Ουκρανία ξεκίνησε μια εκκωφαντική προπαγανδιστική εκστρατεία εναντίον της Ρωσίας, στην οποία τον πρώτο ρόλο έχει ο Λευκός Οίκος, ενώ οι ισχυροί της ΕΕ κρατούν μέχρι στιγμής χαμηλούς τόνους και πιο συγκρατημένη στάση. Η κυβέρνηση των εθνικιστών του Κιέβου κατηγορεί τη Ρωσία ότι έχει στόχο να αποσταθεροποιήσει και να διαλύσει τη χώρα, να ανατρέψει την κυβέρνηση και να υπονομεύσει τις προεδρικές εκλογές της 25ης Μάη και ο Λευκός Οίκος υπερθεματίζει, μιλώντας για διαδηλωτές που πληρώνονται και ρώσους πράκτορες που υποκινούν τις ταραχές, καλώντας τη Ρωσία «να αποκηρύξει δημοσίως τις δραστηριότητες των αυτονομιστών, των δολιοφθορέων και των προβοκατόρων» και προειδοποιώντας την ότι θα πληρώσει ακριβά αν δεν σταματήσει κάθε ανοιχτή ή καλυμμένη προσπάθεια αποσταθεροποίησης της Ουκρανίας.
Από την πλευρά της η Ρωσία κρατά μέχρι στιγμής χαμηλούς τόνους, δηλώνοντας επανειλημμένα ότι δεν έχει πρόθεση στρατιωτικής επέμβασης στην Ουκρανία και ότι αντίθετα επιδιώκει την αποκλιμάκωση της κρίσης, ταυτόχρονα όμως κρατά ως διαπραγματευτικό χαρτί το δικαίωμα προστασίας με κάθε μέσο του ρωσικού πληθυσμού, επικυρωμένο μάλιστα με απόφαση της ρωσικής Βουλής. Στις 8 Απρίλη, ο ρώσος υπουργός Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ ανακοίνωσε σε συνέντευξη Τύπου ότι η Ρωσία είναι έτοιμη για πολυμερείς συνομιλίες με τις ΗΠΑ, την ΕΕ και την Ουκρανία μέσα στις επόμενες δέκα μέρες, θέτοντας ταυτόχρονα για μια ακόμη φορά το ζήτημα της συνταγματικής μεταρρύθμισης και αποκαλύπτοντας ότι ούτε το Κίεβο ούτε η Ουάσιγκτον έχουν παρουσιάσει στη ρωσική πλευρά το σχέδιο του νέου συντάγματος, που επεξεργάζεται μια ειδική ομάδα που ορίστηκε από την ουκρανική βουλή, το οποίο θα παρουσιαστεί στις 15 Απρίλη, ελάχιστο χρόνο δηλαδή πριν από την προαναφερθείσα πολυμερή συνάντηση και συνεπώς χωρίς τον απαιτούμενο χρόνο για να μελετηθεί.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η Μόσχα παρεμβαίνει με διάφορους τρόπους στην ανατολική Ουκρανία και ότι χρησιμοποιεί την επιρροή που ασκεί στην περιοχή αυτή ως διαπραγματευτικό χαρτί για να υπερασπιστεί τα οικονομικά και γεωστρατηγικά συμφέροντα του ρωσικού ιμπεριαλισμού στο σκληρό ανταγωνισμό του με τους αμερικάνους και τους λοιπούς δυτικούς ιμπεριαλιστές. Ωστόσο, δεν μπορεί να αρνηθεί κανείς ότι η πολιτική αυτή της Μόσχας πατάει σε πρόσφορο έδαφος, στους στενούς οικονομικούς, ιστορικούς και πολιτιστικούς δεσμούς της περιοχής αυτής με τη Ρωσία. Στην αντίθεση στον ουκρανικό εθνικισμό και στην πολιτική πρόσδεσης στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ, που θέλουν να εφαρμόσουν οι πολιτικοί εκφραστές του στην κυβέρνηση του Κιέβου. Στο άθλιο βιοτικό επίπεδο του λαού και την παραπέρα εξαθλίωσή του με την εφαρμογή των σκληρών μέτρων λιτότητας, που έχουν ήδη ψηφιστεί κατ’ εντολήν του ΔΝΤ. Στις υπαρκτές σημαντικές διαφορές και αντιθέσεις ανάμεσα στο δυτικό και στο ανατολικό τμήμα της Ουκρανίας. Γι’ αυτό και η προπαγάνδα περί προβοκατόρων, ρώσων πρακτόρων και πληρωμένων διαδηλωτών που υποκινούν τις διαδηλώσεις ελάχιστη απήχηση μπορεί να έχει στον πληθυσμό της νότιας και ανατολικής Ουκρανίας και χρησιμοποιείται κυρίως για άσκηση πίεσης στη Μόσχα.
Είναι επίσης βέβαιο, ότι το Κρεμλίνο θα χρησιμοποιήσει μέχρι τέλους το χαρτί της ανατολικής Ουκρανίας για να πετύχει το μάξιμουμ στο σκληρό παζάρι με τους ανταγωνιστές του, σχετικά με το ζήτημα της ομοσπονδοποίησης της Ουκρανίας, με αυξημένες εξουσίες στις περιφερειακές κυβερνήσεις, και για να επιβάλει και διασφαλίσει την ουδετερότητα της Ουκρανίας, καθώς η επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ουκρανία αποτελεί κόκκινη γραμμή για τη Ρωσία. Μέχρι πού μπορεί να φτάσει για να πετύχει το στόχο της η ρωσική ηγεσία; Αυτή τη στιγμή, δεν έχει λόγο ούτε την εξυπηρετεί να καταφύγει σε στρατιωτική επέμβαση, χωρίς να μπορεί να αποκλειστεί η πιθανότητα αυτή στο μέλλον, καθώς οι εξελίξεις μπορεί να είναι απρόβλεπτες. Αλλωστε, η οικονομική και πολιτική πίεση που ασκεί ήδη στην κυβέρνηση του Κιέβου είναι ισχυρό όπλο στη φαρέτρα της και αυτό χρησιμοποιεί τουλάχιστον σ’ αυτή τη φάση.